Εξαρθρώθηκε από την ΕΛ.ΑΣ. εγκληματική οργάνωση που διέπραττε συστηματικά διαρρήξεις-κλοπές οικιών σε Αττική και Περιφέρεια.
Η σπείρα, όπως προέκυψε από τις έρευνες της ΕΛ.ΑΣ., είχαν διαπράξει τουλάχιστον 59 διαρρήξεις-κλοπές σε σπίτια, σε διάφορες περιοχές της Αττικής, της Βοιωτίας, της Χαλκίδας, της Λαμίας, του Αγρινίου, της Πρέβεζας, της Αχαΐας και της Χαλκίδας. Η λεία τους, σύμφωνα με τα μέχρι στιγμής στοιχεία, ξεπερνά τις 330.000 ευρώ.
Το πρωί της Παρασκευής άνδρες της ΕΛ.ΑΣ. προχώρησαν στη σύλληψη εννέα μελών της οργάνωσης, ηλικίας 19 έως 45 ετών. Σε βάρος τους σχηματίσθηκε δικογραφία -για τα κατά περίπτωση αδικήματα- της εγκληματικής οργάνωσης, των διακεκριμένων περιπτώσεων κλοπής, νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες, αντιποίηση αρχής και παράβαση της νομοθεσίας περί προσωπικών δεδομένων, ενώ για την υπόθεση προέκυψε και η εμπλοκή αστυνομικού, ο οποίος κατηγορείται για παραβίαση υπηρεσιακού απορρήτου. Οι συλληφθέντες οδηγήθηκαν ενώπιον του Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών Αθηνών.
Της επιχείρησης προηγήθηκε πολύμηνη έρευνα, του Τμήματος Ασφαλείας Μεγαρέων και της Υποδιεύθυνσης Ασφαλείας Δυτικής Αττικής, η οποία οδήγησε στην αποκάλυψη της εγκληματικής δράσης των ανωτέρω, τουλάχιστον από τον Ιούλιο και στην ταυτοποίηση των στοιχείων τους.
Πώς δρούσαν
Ως προς τον τρόπο δράσης, τα μέλη της σπείρας στοχοποιούσαν σπίτια, για τα οποία συγκέντρωναν πληροφορίες για τις συνήθειες των ενοίκων και την ύπαρξη τιμαλφών μεγάλης αξίας. Τα σπίτια «χτυπούσαν» ομάδες με διαφορετική κάθε φορά σύνθεση, αποτελούμενες από τουλάχιστον τέσσερα μέλη με προκαθορισμένους ρόλους, τα οποία όμως ήταν σε συνεχή επικοινωνία με την χρήση «επιχειρησιακών» τηλεφωνικών συνδέσεων.
Η δράση των ομάδων λάμβανε χώρα κυρίως μεσημβρινές ή βραδινές ώρες και στόχος τους ήταν αποκλειστικά χρυσαφικά αξίας και χρήματα. Για τις μετακινήσεις τους χρησιμοποιούσαν πλήθος αυτοκινήτων, τα οποία συνεχώς ανανέωναν προς αποφυγή εντοπισμού τους.
Το ρόλο του «τσιλιαδόρου» αναλάμβαναν συνήθως γυναίκες και η αποστολή τους ήταν να ελέγχουν εάν απουσιάζουν οι ένοικοι και εν συνεχεία να εποπτεύουν την περιοχή με σκοπό να ενημερώσουν τους «μπουκαδόρους», σε περίπτωση απρόσμενης άφιξης του θύματος ή της Αστυνομίας.
Οι φυσικοί αυτουργοί (μπουκαδόροι), εισέρχονταν στο σπίτι με τον πιο πρόσφορο κάθε φορά τρόπο (παραβίαση παράθυρου-θύρας, ανασφάλιστη είσοδο), ενώ για την αποφυγή αναγνώρισής τους χρησιμοποιούσαν τζόκεϊ, μάσκες και γάντια. Ο οδηγός του οχήματος διαφυγής, βρισκόταν σε διαρκή ετοιμότητα, εξωτερικά της οικίας, προκειμένου να διασφαλίσει την άμεση απομάκρυνσή τους.
Επιπρόσθετα η σπείρα, προκειμένου να προσδώσει νομιμοφάνεια στα παράνομα έσοδά της, ίδρυε επιχειρήσεις (λειτουργικές και εικονικές), ενώ μέρος των εσόδων επενδύονταν σε νέες επιχειρηματικές δραστηριότητες. Κατά την διεξαγωγή ερευνών σε οικίες και επιχειρήσεις στην Ελευσίνα, Μάνδρα και Ασπρόπυργο, βρέθηκαν μεταξύ άλλων και κατασχέθηκαν 28 ρολόγια, πλήθος κοσμημάτων, το χρηματικό ποσό των 41.114 ευρώ, 7 Ι.Χ. αυτοκίνητα, 35 κινητά τηλέφωνα και μπλε φάρος.