Φως σε όσα διαδραματίστηκαν τη νύχτα της Παρασκευής στο Πέραμα όταν κατά τη διάρκεια αστυνομικής καταδίωξης τραυματίστηκε θανάσιμα από πυρά αστυνομικών ένας 20χρονος Ρομά ρίχνουν οι υπηρεσιακές αναφορές των αστυνομικών που εκτελούσαν βάρδια στο Κέντρο Επιχειρήσεων της Άμεσης Δράσης και φέρνει στο φως της δημοσιότητας η «Καθημερινή».
Για την υπόθεση, με εντολή του υπουργού Τάκη Θεοδωρικάκου, ελέγχονται πειθαρχικά οι αστυνομικοί της ομάδας ΔΙ.ΑΣ. που ενεπλάκησαν στο επεισόδιο.
Επιπλέον, σε βάρος επτά από αυτούς ασκήθηκε το βράδυ του Σαββάτου δίωξη για ανθρωποκτονία με ενδεχόμενο δόλο και αναμένεται να απολογηθούν ενώπιον του ανακριτή την Τετάρτη. Έως τότε παραμένουν στη Γενική Αστυνομική Διεύθυνση Αττικής.
Η αναφορά αξιωματικού στο Κέντρο Επιχειρήσεων
Αξιωματικός που εκτελούσε χρέη προϊσταμένου στο Κέντρο Επιχειρήσεων περιγράφει ότι στις 11.45 μ.μ. μια ομάδα ΔΙ.ΑΣ. ενημέρωσε το Κέντρο Επιχειρήσεων ότι ακολουθεί ύποπτο όχημα στην οδό Θηβών με κατεύθυνση το Αιγάλεω, το οποίο δεν συμμορφώθηκε σε σήμα των αστυνομικών για έλεγχο. Το λευκό Hyundai κινήθηκε κατά μήκος των λεωφόρων Θηβών και Αθηνών αναπτύσσοντας μεγάλη ταχύτητα και παραβιάζοντας φανάρια προκειμένου να ξεφύγει από τους αστυνομικούς που το καταδίωκαν.
Στην αναφορά του προς τους ανωτέρους του, ο ίδιος αξιωματικός περιγράφει ότι κατόπιν διαταγής του επικεφαλής της Διεύθυνσης Άμεσης Δράσης ύψωσε τον τόνο της φωνής του και έδωσε εντολή στους αστυνομικούς της ομάδας ΔΙ.ΑΣ. να μη συνεχίσουν να ακολουθούν το όχημα ώστε να μην υπάρξει τραυματισμός των αστυνομικών ή των υπόπτων αλλά και διερχόμενων πολιτών. Κατά τον αξιωματικό, η εντολή για διακοπή της καταδίωξης φέρεται να δόθηκε περισσότερες από μια φορές σε αυστηρό και έντονο τόνο. «Διαβιβάστηκε πολλάκις σε αυστηρό και έντονο τόνο προκειμένου καμία ομάδα να μην εμπλακεί με οποιονδήποτε τρόπο με το ανωτέρω όχημα» καταθέτει.
Ο ίδιος λέει ότι οι αστυνομικοί της ΔΙ.ΑΣ. Πειραιά απάντησαν μέσω ασυρμάτου ότι έλαβαν την εντολή και διέκοψαν την καταδίωξη καθώς και ότι κατόπιν αυτού οι αστυνομικοί στο Κέντρο Επιχειρήσεων θεώρησαν το συμβάν ως λήξαν και επανήλθαν στη φυσιολογική ροή διαχείρισης των περιστατικών.
«Μετά τις εντολές του Κέντρου περί μη εμπλοκής των σταθμών, διαβιβάστηκε στον επικεφαλής της ΔΙ.ΑΣ. Πειραιά εάν έλαβε τις εντολές και εκείνος διαβίβασε ότι έλαβε τις εντολές και δεν συνεχίζει πλέον να ακολουθεί, χωρίς να γνωρίζει εάν συνεχίζει κάποια άλλη ομάδα», αναφέρεται χαρακτηριστικά στην αναφορά.
Δέκα λεπτά μετά τα μεσάνυχτα όμως από αστυνομικό της ΔΙ.ΑΣ. διαβιβάστηκε μέσω ασυρμάτου στο Κέντρο Επιχειρήσεων ότι υπάρχει επείγον περιστατικό με πυροβολισμούς και εμβολισμό υπηρεσιακών οχημάτων και ότι υπάρχουν τραυματίες στην οδό Ελπίδος στο Πέραμα. Σύμφωνα με όσα φέρεται να επισημαίνει στην αναφορά του ο ίδιος αξιωματικός, μόνο τότε το Κέντρο Επιχειρήσεων ενημερώθηκε ότι ομάδες ΔΙ.ΑΣ. από τη Δυτική Αττική είχαν συνεχίσει να καταδιώκουν το όχημα, δίχως να διαβιβάσουν το παραμικρό στο Κέντρο.
Η μαρτυρία ανώτερου αξιωματικού
Ίδια περιγραφή των γεγονότων δίνει στην αναφορά του και άλλος, ανώτερος αξιωματικός που τη βραδιά του συμβάντος βρισκόταν στο Κέντρο Επιχειρήσεων της ΕΛ.ΑΣ.. Λέει δηλαδή ότι η ΔΙ.ΑΣ. Πειραιά κατόπιν εντολής διέκοψε την καταδίωξη καθώς και ότι δικυκλιστές της ομάδας από το Αιγάλεω και το Χαϊδάρι συνέχισαν να ακολουθούν το ύποπτο όχημα χωρίς όμως να ενημερώσουν το κέντρο.
«Το όχημα εντοπίστηκε από την ομάδα ΔΙ.ΑΣ. του Αιγάλεω και του Χαϊδαρίου και το ακολούθησε χωρίς να έχουν ενημερώσει περί αυτού το Κέντρο», κατέθεσε χαρακτηριστικά. Ο συγκεκριμένος πάντως φρόντισε να επισημάνει ότι το κρίσιμο για την έκβαση της υπόθεσης διάστημα πριν τους πυροβολισμούς απουσίαζε από το Κέντρο Επιχειρήσεων καθώς είχε πάει στην τουαλέτα.
«Στις 11.50 μ.μ. άκουσα μια φωνή από το Κέντρο της Αμέσου Δράσεως και τη λέξη “Κόφτο” χωρίς τίποτα περαιτέρω. Μετά από λίγα λεπτά πήγα στην τουαλέτα και με την επιστροφή μου άκουσα από τον ασύρματο για πυροβολισμούς».
Οι αστυνομικοί πάντως που ενεπλάκησαν στο επεισόδιο με τους τρεις Ρομά κάνοντας χρήση των υπηρεσιακών του όπλων και τραυματίζοντας θανάσιμα έναν από τους υπόπτους υποστηρίζουν ότι ουδέποτε άκουσαν την εντολή του Κέντρου Επιχειρήσεων να διακόψουν την καταδίωξη.
Αρμόδιες πηγές διαψεύδουν τις αναφορές αξιωματικών
Στην «Κ» υπό τον όρο της ανωνυμίας μίλησαν και αρμόδιες πηγές, που υπήρξαν αυτήκοοι μάρτυρες όσων διημείφθησαν μέσω ασυρμάτου το κρίσιμο διάστημα της καταδίωξης. Επιβεβαίωσαν μεν ότι ο εκφωνητής στο Κέντρο Επιχειρήσεων ζητούσε συνεχώς από τους δικυκλιστές της ομάδας ΔΙ.ΑΣ. να διακόψουν την καταδίωξη, όταν το ύποπτο όχημα άρχισε να κάνει επικίνδυνους ελιγμούς.
Ωστόσο, προχώρησαν σε δύο επισημάνσεις που διαψεύδουν σε ένα βαθμό όσα περιγράφουν στις αναφορές τους οι αξιωματικοί του Κέντρου Επιχειρήσεων.
Είπαν συγκεκριμένα ότι δεν υπάρχει καταγεγραμμένη συνομιλία από την οποία να προκύπτει ότι ο επικεφαλής της ΔΙ.ΑΣ. Πειραιά διαβίβασε στο Κέντρο ότι πράγματι άκουσε την εντολή και διέκοψε την καταδίωξη. Περιέγραψαν ακόμα ότι οι ομάδες ΔΙ.ΑΣ. Αιγάλεω και Χαϊδαρίου ενημέρωναν, με εξαίρεση ένα μικρό κενό διάρκειας λίγων λεπτών, για το που βρίσκονται στη διάρκεια της καταδίωξης και επομένως το Κέντρο Επιχειρήσεων γνώριζε ότι μετείχαν στο ανθρωποκυνηγητό.
Τελικά, το λευκό Hyundai που όπως προέκυψε αργότερα ήταν κλεμμένο μπήκε ανάποδα σε μονόδρομο και εγκλωβίστηκε από λεωφορείο που κινούνταν στο αντίθετο ρεύμα κυκλοφορίας. Ο οδηγός του ύποπτου οχήματος προσπάθησε να ξεφύγει εμβολίζοντας τους αστυνομικούς με τους τελευταίους να πυροβολούν συνολικά 30 φορές κατά του οχήματος. Από τις σφαίρες τραυματίστηκε θανάσιμα ο οδηγός και σοβαρά ένας ακόμα ύποπτος, ενώ ο τρίτος επιβάτης κατάφερε να διαφύγει.
Σύμφωνα με μια εκδοχή, πρώτος φέρεται να πυροβόλησε δύο φορές ο επικεφαλής της ομάδας με στόχο την ακινητοποίηση του οχήματος, με τους υπόλοιπους αστυνομικούς να θεωρούν εσφαλμένα ότι δέχονται πυροβολισμούς από τους επιβάτες του Ι.Χ. και να απαντούν με καταιγισμό πυρών.
Σε κάθε περίπτωση, η εσωτερική έρευνα που παρήγγειλε ο υπουργός Προστασίας του Πολίτη αναμένεται, σύμφωνα με τα ανακοινωθέντα, να έχει ολοκληρωθεί πριν από το τέλος της εβδομάδας, ενώ οι επτά αστυνομικοί απολογούνται την Τετάρτη ενώπιον του ανακριτή.