Σήμερα η Εθνική Επιτροπή Εμβολιασμών -η οποία πρόσφατα γνωμοδότησε θετικά για τον εμβολιασμό όσων έχουν νοσήσει και ξεπεράσει τη νόσο Covid-19- αναμένεται να προχωρήσει σε διευκρινίσεις σχετικά με τον τρόπο με τον οποίο αυτοί οι πολίτες θα λάβουν μία δόση εμβολίου.
Ο εμβολιασμός των αναρρωσάντων είναι επιβεβλημένος, όπως λένε, για τη μεγαλύτερη θωράκισή τους απέναντι στο ενδεχόμενο της επαναμόλυνσης, καθώς τα αντισώματα από τη φυσική νόσηση εξασθενούν γρήγορα με την πάροδο του χρόνου. Για τους ανθρώπους που έχουν ξεπεράσει την Covid-19 θα υπάρξει ειδική ρύθμιση στην πλατφόρμα των ραντεβού emvolio.gov.gr, προκειμένου να μπορούν να κλείνουν ένα και μοναδικό ραντεβού για τον εμβολιασμό τους.
Με την εξέλιξη των εμβολιασμών, αλλά και την κατάκτηση περισσότερης επιστημονικής γνώσης για τη συμπεριφορά του κορονοϊού, οι ειδικοί είναι πλέον σε θέση να δώσουν σίγουρες απαντήσεις σε ερωτήματα που μέχρι πρόσφατα παρέμεναν αναπάντητα.
Ο Καθηγητής Πνευμονολογίας – Εντατικής Θεραπείας της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών, Θεόδωρος Βασιλακόπουλος, εξηγεί μιλώντας στο iatropedia.gr, πως οι άνθρωποι που έχουν προσβληθεί από Covid-19 και αφού εμβολιαστούν με μία δόση, θα έχουν μεγαλύτερη προστασία από όσους έχουν λάβει δύο δόσεις εμβολίου και δεν έχουν νοσήσει.
“Να τα πάρουμε από την αρχή. Αυτός ο οποίος έχει φυσική νόσηση από Covid-19 χωρίς εμβολιασμό, έχει μικρότερη προστασία από αυτόν που είναι πλήρως εμβολιασμένος. Κάνει, δηλαδή, μικρότερη ανοσολογική απάντηση. Αυτός, όμως, που έχει νοσήσει και μετά κάνει και μία δόση εμβολίου έχει μεγαλύτερη ανοσολογική απάντηση από αυτόν που έχει κάνει δύο δόσεις εμβολίου”.
Σύμφωνα με τον επιστήμονα, ο εμβολιασμός όσων έχουν μολυνθεί από Covid-19 θα πρέπει να γίνει από 2 έως 3 μήνες μετά την εκδήλωση των συμπτωμάτων. Η φυσική νόσηση, όπως λέει ο ίδιος, αποτελεί την “πρώτη δόση” του εμβολίου.
Μάλιστα, καθώς τα άτομα αυτά έχουν εκτεθεί στον φυσικό ιό, έχουν έρθει σε επαφή και με άλλες πρωτεϊνες του κορονοϊού και όχι μόνο με την πρωτεϊνη – ακίδα, όπως συμβαίνει με το εμβόλιο. Είναι και ο λόγος που ο οργανισμός τους δημιουργεί στη συνέχεια καλύτερη προστασία από αυτή των εμβολιασμένων που δεν έχουν εκτεθεί.
“Η ανοσολογική απάντηση που κάνουν τα άτομα όταν θα νοσήσουν, είναι μεγαλύτερη από αυτή που κάνει η πρώτη δόση στον εμβολιασμένο. Έτσι, η μία δόση που θα λάβει μετά από 2 με 3 μήνες θα είναι η δεύτερη φορά που ο οργανισμός του “βλέπει” την πρωτεϊνη ακίδα. Την πρώτη φορά την έχει δει με τη φυσική νόσηση. Άρα πλέον είναι σαν να έχει κάνει δεύτερη δόση εμβολίου μόνο που η “πρώτη δόση” του εμβολίου -δηλαδή η νόσος η ίδια- είναι πιο αποτελεσματική και δυνατή γιατί εκτέθηκε σε παραπάνω αντιγόνα, δεν εκτέθηκε μόνο στην πρωτεϊνη ακίδα”, τονίζει ο κ. Βασιλακόπουλος.
Να σημειωθεί ότι σύμφωνα με την πρόεδρο της Εθνικής Επιτροπής Εμβολιασμών, Μαρία Θεοδωρίδου, η προστασία που έχουν οι νοσούντες και στη συνέχεια εμβολιασμένοι άπαξ κατά του κορονοϊού, διαρκεί έως 13 μήνες.
Αυτό που μένει να ανακοινωθεί είναι, εάν θα εμβολιαστούν με το μονοδοσικό εμβόλιο της Johnson & Johnson, ή με οποιοδήποτε εμβόλιο. Επιστημονικός περιορισμός, ωστόσο, δεν υπάρχει, σύμφωνα με τον Καθηγητή Πνευμονολογίας κ. Βασιλακόπουλο:
“Δεν απαιτείται εμβολιασμός με μονοδοσικό εμβόλιο, αλλά εμβολιασμός με οποιοδήποτε εμβόλιο”, αναφέρει συγκεκριμένα.
Εμβολιασμένοι και αναρρώσαντες/εμβολιασμένοι δεν μπαίνουν σε καραντίνα αν έρθουν σε επαφή με κρούσμα
Σε πρόσφατες επικαιροποιημένες οδηγίες για την αντιμετώπιση κρουσμάτων κορονοϊού σε σχολεία, ο Εθνικός Οργανισμός Δημόσιας Υγείας (ΕΟΔΥ) αποφάνθηκε πως όσοι έχουν εμβολιαστεί με δύο δόσεις και έχει παρέλθει διάστημα 14 ημερών μετά τον εμβολιασμό τους, αλλά και οι νοσούντες που έχουν ξεπεράσει τον κορονοϊό κατά το τελευταίο 6μηνο, δεν χρειάζεται να τεθούν σε απομόνωση, αν έρθουν σε επαφή με επιβεβαιωμένο κρούσμα, εάν είναι ασυμπτωματικοί. Οι ίδιες οδηγίες ισχύουν και για το υγειονομικό προσωπικό.
Αυτά τα άτομα, έχουν απειροελάχιστες πιθανότητες να μεταδώσουν τον ιό, ακόμη και εάν έχουν μολυνθεί”, σημειώνει ο Καθηγητής και εξηγεί:
“Όσοι έχουν ξεπεράσει την Covid-19 ακόμη και εάν επαναμολυνθούν -πράγμα σπάνιο- είναι πολύ δύσκολο να είναι μεταδοτικοί. Είχαμε αμφιβολίες πριν από λίγο καιρό, γιατί είναι μια πολύ δυναμική κατάσταση και συνεχώς μαθαίνουμε πράγματα για τον ιό. Τώρα, όμως, ξέρουμε. Ακόμη περισσότερο, οι εμβολιασμένοι με δύο δόσεις. Είναι σχεδόν μηδαμινή η πιθανότητα. Αν νοσήσω όντας εμβολιασμένος η νόσησή μου θα είναι εντελώς βραχεία και είναι πάρα πολύ απίθανο να είμαι μεταδοτικός. Γιατί η συγκέντρωση που έχει ο ιός μέσα μου είναι ελάχιστη”, τονίζει ο κ. Βασιλακόπουλος.
Ωστόσο, υπογραμμίζει πως αν υπάρχουν συμπτώματα -ακόμη και οι εμβολιασμένοι- τότε θα πρέπει να μείνουν στο σπίτι για μία εβδομάδα, μέχρι την αποδρομή οποιουδήποτε συμπτώματος.
Τι γίνεται με όσους είχαν νοσήσει από Covid-19 πριν από ένα χρόνο
Όλα τα παραπάνω ισχύουν φυσικά για όσους νόσησαν από κορονοϊό το τελευταίο 6μηνο, καθώς αυτό θεωρείται ασφαλές διάστημα για την παρουσία αντισωμάτων στον οργανισμό.
Όσο για το τι θα ισχύσει με τον εμβολιασμό όσων είχαν νοσήσει πιο πριν, δηλαδή το περασμένο καλοκαίρι αλλά και κατά τη διάρκεια του πρώτου κύματος της πανδημίας, κανείς δεν γνωρίζει καθώς δεν υπάρχουν επαρκείς μελέτες, σημειώνει ο γιατρός.
“Αν κάποιος είχε νοσήσει με το πρώτο κύμα πέρυσι, δεν υπάρχει σχετική μελέτη τι γίνεται με τον εμβολιασμό. Αλλά η επιστημονική γνώση λέει ότι είναι τελείως διαφορετικό να έχω νοσήσει πέρυσι κι αλλιώς πριν από 2 ή 3 μήνες. Δεν γνωρίζουμε αν επαρκεί μία δόση ή χρειάζονται δύο. Αυτοί είναι πολύ πιθανόν να χρειαστεί να κάνουν δύο δόσεις”, τονίζει ο ίδιος και συμπληρώνει πως ακόμη και σ’ αυτές τις περιπτώσεις υπάρχουν τα κύτταρα μνήμης που “θυμούνται” τον κορονοϊό και προσφέρουν προστασία, αλλά τα αντισώματα θα έχουν σίγουρα εξασθενήσει.
“Άρα δεν ξέρουμε πως θα ανταποκριθεί ο οργανισμός τους αν εμβολιαστούν σήμερα μόνο με μία δόση”, καταλήγει ο Καθηγητής κ. Βασιλακόπουλος.