Η μεγαλειώδης συγκέντρωση στη Θεσσαλονίκη κατά του ονόματος «Μακεδονία» τάραξε το Μέγαρο Μαξίμου και προκάλεσε πανικό στην κυβέρνηση που προφανώς νόμιζε ότι η υπόθεση έχει... ξεχαστεί και μπορεί να διαπραγματευτεί το Σκοπιανό όπως διαπραγματεύτηκε και τα μνημόνια με τους δανειστές. Κατάφερε ωστόσο με τον τυχοδιωκτισμό της και με την απαξίωση του κόσμου να προκαλέσει την οργή και την αγανάκτηση του και αυτό φάνηκε ξεκάθαρα στη Θεσσαλονίκη.
Το συλλαλητήριο προκαλεί νέα δεδομένα, που είναι υποχρεωμένη η κυβέρνηση να εκτιμήσει με μεγάλη προσοχή, και να τα λάβει υπόψη της στις διαπραγματεύσεις για το όνομα των Σκοπίων που ουσιαστικά είναι πλέον στον αέρα εφόσον αποδεικνύεται ότι η συντριπτική πλειοψηφία της ελληνικής κοινής γνώμης παραμένει ανυποχώρητη σε έναν συμβιβασμό για τη χρήση του όρου Μακεδονία από το γειτονικό κράτος.
Τις επόμενες ώρες μάλιστα και εν' όψει της συνάντησης του κ. Τσίπρα με τον Σκοπιανό πρωθυπουργό Ζόραν Ζάεφ στο Νταβός ετοιμάζονται νέες συσκέψεις στο Μέγαρο Μαξίμου προκειμένου να αξιολογηθεί εκ νέου η κατάσταση.
Προκλήσεις όπως αυτή του κ. Πολάκη, ότι νοσταλγοί της χούντας και τρελαμένοι με το αρχαίο ελληνικό πνεύμα ήταν αυτοί που έδιναν τον τόνο στο συλλαλητήριο κάθε άλλο μπορούν να κάμψουν τις αντιδράσεις από την πολιτική της κυβέρνησης. Το αντίθετο θα συμβεί αν ο κ. Τσίπρας δεν λάβει σοβαρό υπόψη του αυτό που συνέβη το μεσημέρι της Κυριακής.
Ήταν τόσο ογκώδης και θερμή η διαδήλωση στη Θεσσαλονίκη που ούτε να την παρακάμψει, ούτε να την υποβαθμίσει μπορεί το Μέγαρο Μαξίμου, όπως ήλπιζε όταν ανακοινώθηκε η διοργάνωσή της.
Η όλη διαπραγμάτευση με τα Σκόπια «θολώνει» μετά το εντυπωσιακό και πέρα από κάθε αρχικό υπολογισμό της κυβέρνησης, αλλά και των ίδιων των διοργανωτών, για τη δυναμική που έχει το όλο ζήτημα στην ελληνική κοινή γνώμη.
Το μεγαλειώδης συλλαλητήριο προκάλεσε την αμήχανη στάση του Μεγάρου Μαξίμου, το οποίο περιορίστηκε επισήμως, δια του κυβερνητικού εκπροσώπου, σε επίθεση εναντίον του Κυριάκου Μητσοτάκη για τη δήλωση που έκανε εκείνος προφανώς και αυτός με τη σειρά του για να καπηλευθεί τη διαδήλωση. Η κυβέρνηση απέφυγε να σχολιάσει επί της ουσίας την παλλαϊκή συμμετοχή, αφήνοντας να διαφανεί ουσιαστικά η απογοήτευσή του για την τροπή που έλαβε η πρωτοβουλία αυτή.
Ωστόσο είναι φανερό ότι μετά το χθεσινό συλλαλητήριο τίποτα δεν είναι ίδιο, σχετικά με το όλο θέμα: Η κυβέρνηση διαπραγματεύεται στην πραγματικότητα επί μίας σύνθετης ονομασίας, που περιέχει σαφώς τον όρο Μακεδονία, κάτι που όμως αποδοκιμάζεται από την πλειοψηφία της κοινής γνώμης.
Το Μαξίμου ήλπιζε ότι το σενάριο μίας υποχώρησης στο ονοματολογικό θα έχει ωριμάσει στην ελληνική κοινωνία, αλλά η μεγάλη διαδήλωση στη Θεσσαλονίκη τη διέψευσε.
Το πρόβλημα η κυβέρνηση έδειξε να το διαισθάνεται εδώ και ημέρες. Γι’ αυτό ο Αλέξης Τσίπρας κάλεσε εσπευσμένα στο Μαξίμου τον αρχιεπίσκοπο κ. Ιερώνυμο, ώστε να αποτρέψει την κάλυψη του συλλαλητηρίου από την εκκλησία. Η ταύτιση στο θέμα αυτό του κ. Ιερώνυμου με τον πρωθυπουργό, «αδειάζει» ουσιαστικά τον αρχιεπίσκοπο, αφού οι παραινέσεις του για μη συμμετοχή του κόσμου έπεσαν στο κενό!
Η ανησυχία του κ. Τσίπρα είχε φανεί αμέσως μετά τις δημοσκοπήσεις που έδειχναν ότι η ελληνική κοινωνία παραμένει ευαίσθητη στο θέμα. Γι’ αυτό και επιχείρησε με τις τελευταίες παρεμβάσεις του να διαβεβαιώσει ότι η κυβέρνηση επιδιώκει να αποτρέψει τις αλυτρωτικές βλέψεις των Σκοπίων και ότι δεν διαπραγματεύεται μόνο το όνομα. Φευ! Καμία από τις «διορθωτικές» κινήσεις του πρωθυπουργού δεν έπιασαν τόπο. Ο κ. Τσίπρας είναι υποχρεωμένος τώρα, μέσα σε ένα εξαιρετικά βαρύ πολιτικό και κοινωνικό κλίμα να επανεξετάσει τις κινήσεις του.
Επιπλέον έχει να διαχειριστεί και την ετεροβαρή, σχεδόν προκλητική, συμπεριφορά του ειδικού διαμεσολαβητή Μάθιου Νίμιτς, ο οποίος ως άνθρωπος του Σόρος αποκαλεί ανερυθρίαστα εν μέσω διαπραγμάτευσης τους Σκοπιανούς «Μακεδόνες« ρίχνοντας λάδι στη φωτιά και τροφοδοτώντας ακόμη περισσότερο τις ελληνικές ανησυχίες.
Η κυβέρνηση κινδυνεύει να απομονωθεί, πέρα από κοινωνικά και πολιτικά. Οι Ανεξάρτητοι Έλληνες, των οποίων οι βουλευτές παρέστησαν στο συλλαλητήριο, θα δυσκολευτούν πλέον ακόμη περισσότερο να κάνουν οποιαδήποτε αναδίπλωση στο θέμα της ονομασίας – στην περίπτωση που το σκέφτονταν ως ελιγμό της τελευταίας στιγμής για να «σώσουν» την κυβέρνηση.
Την ίδια ώρα φαίνεται ότι δυσκολεύει, αν δεν γίνεται εντελώς απίθανη, η λεγόμενη πλειοψηφία στη Βουλή, για την οποία είχε μιλήσει ο Νίκος Κοτζιάς, ευελπιστώντας στις θετικές ψήφους βουλευτών και κομμάτων της αντιπολίτευσης για την έγκριση μίας λύσης.
Η ΝΔ, μετά την σχετικά ήπια και προσεκτική στάση του αρχικού σταδίου, είναι περίπου σίγουρο ότι δεν πρόκειται να προστρέξει σε κανενός είδους συναίνεση για την αποδοχή λύσης με το όνομα Μακεδονία. Ακόμη κι αν το σκέφτονταν η ηγεσία (πράγμα αμφίβολο κι αυτό), δεν μπορεί να ξεπεραστεί η αντίδραση της βάσης και των βουλευτών της.
Η Κεντροαριστερά, που συχνά πυκνά πετάει σωσίβια σωτηρίας προς την κυβέρνηση, εν είδει μαζοχιστικού χόμπι, θα δυσκολευτεί επίσης να κινηθεί μόνης της προς μία πορεία σύγκλισης με τον ΣΥΡΙΖΑ, ακόμη κι αν πίσω από ένα τέτοιο σενάριο υπάρχουν κραυγές και ψίθυροι για κυβερνητική συνεργασία με τον κ. Τσίπρα, προς αντικατάσταση των ΑΝΕΛ.
Επίσης, με δεδομένο ότι κόμματα (Ένωση Κεντρώων για παράδειγμα) και άλλες δυνάμεις έχουν ήδη «καβαλήσει» το «μακεδονικό ρεύμα», όλες οι μεγάλες δυνάμεις του πολιτικού σκηνικού νιώθουν την πίεση της εξεγερμένης κοινής γνώμης.
Υπό αυτές τις συνθήκες είναι απαγορευτικό πλέον και το όποιο δημοψήφισμα, που είχε ακουστεί αρχικά, αλλά στη συνέχεια «τραβήχτηκε» πίσω, κυρίως με πρωτοβουλία της ίδιας της κυβέρνησης.
Το ερώτημα είναι πώς ακριβώς θα διαβάσει και θα λάβει υπόψη της η κυβέρνηση τα νέα αυτά δεδομένα. Με τις προσδοκίες που είχε καλλιεργήσει περί επερχόμενης λύσης, είναι δύσκολο να κάνει και μπρος και πίσω! Είναι υποχρεωμένη να διαχειριστεί για παράδειγμα τις πιέσεις των Αμερικανών, εξαιτίας των οποίων ξεκίνησε το όλο μεγαλεπήβολο σχέδιο επίλυσης του χρόνιου προβλήματος, προσδοκώντας προφανώς γεωστρατηγικά ή και οικονομικά οφέλη από μία υποχώρηση. Αλλά και πώς θα μεθοδεύσει μία υποχώρηση, εφόσον τελικά αντιληφθεί και αποδεχθεί ότι δεν μπορεί μόνος του ο ΣΥΡΙΖΑ, αλλά ούτε καν και η κυβέρνηση στο σύνολό της, να προβεί σε έναν εθνικό συμβιβασμό;
Εφόσον δε τα αντίστοιχα συλλαλητήρια, που ήδη οργανώνονται ή πρόκειται να διοργανωθούν έχουν ανάλογη επιτυχία, τότε δεν αποκλείεται να υπάρξει η πιο γρήγορη υποχώρηση κυβέρνησης, που έχει σημειωθεί ποτέ σε ένα τόσο σοβαρό θέμα.