Έλληνες ιπτάμενοι «έσκισαν» τον γαλλικό ουρανό, πετώντας για πρώτη φορά με τα μαχητικά Rafale που αγόρασε η Αθήνα από το Παρίσι. Η παρθενική τους παρουσία στο πιλοτήριο ήταν μια καλή ευκαιρία να «τεστάρουν» το υπερόπλο που, σύμφωνα με τους ειδικούς, θα εξασφαλίσει στη χώρα μας την απόλυτη υπεροπλία στον αέρα του Αιγαίου.
Οι τέσσερις Έλληνες «αετοί» που εκπαιδεύονται στη Γαλλία, αφού ολοκλήρωσαν με επιτυχία την επίγεια εκπαίδευσή τους σε γαλλικό έδαφος, πέρασαν ώρες μπροστά από προσομοιωτή πτήσεων. Κι από τη θεωρία... στην πράξη: φόρεσαν τη στολή τους, πήραν το γαλλικό «πράσινο φως» και πέταξαν για πρώτη φορά με Rafale στα 28.000 πόδια, σύμφωνα με το star.
Η Ελλάδα θα παραλάβει τα πρώτα δύο Rafale το καλοκαίρι, με το πρώτο μαχητικό να προσγειώνεται στην Τανάγρα περί τις αρχές Ιουλίου.
Η απόφαση για την απόκτηση Rafale ικανοποιεί πάγιες επιχειρησιακές απαιτήσεις της Πολεμικής μας Αεροπορίας για ένα σύγχρονο δικηνητήριο μαχητικό με μεγάλη ακτίνα δράσης, μεταφοράς οπλικού φορτίου και τελευταίας γενιάς αισθητήρες και ηλεκτρονικά που δίνουν σαφές πλεονέκτημα ελληνοτουρκική διαμάχη.
Το Rafale είναι δικινητήριο μαχητικό πολλαπλού ρόλου. Αυτό σημαίνει πως μπορεί να εκτελεί ταυτόχρονα αποστολές διαφορετικού τύπου, όπως εναέριας υπεροχής, κρούσης, αναγνώρισης κλπ.
Φέρει συνδυασμό πτέρυγας τύπου Δέλτα και πτερυγίων ελιγμών (canards), κάτι που του δίνει εξαιρετική ευελιξία και παράλληλα διατηρεί τη σταθερότητα κατά τη διάρκεια της πτήσης.
Μπορεί δε να απογειωθεί από μικρούς αεροδιαδρόμους της τάξης των 400 μέτρων, όπως επίσης και από αεροπλανοφόρα. Αυτό καθίσταται δυνατό αλλάζοντας περίπου το 20% των μερών του αεροσκάφους με άλλα, υψηλότερης αντοχής, στο Rafale M.
Τα βασικά χαρακτηριστικά του Rafale ακολουθούν την πεπατημένη για τα σύγχρονα μαχητικά. Καθοδηγούμενο από ένα σύστημα ελέγχου το οποίο χρησιμοποιεί την τεχνολογία fly-by-wire τριών ψηφιακών διαύλων και ενός αναλογικού, επιτρέπεται στο αεροσκάφος να είναι αεροδυναμικά ασταθές για να πετυχαίνει τη μέγιστη δυνατή ελιξιμότητα. Τα όρια επιταχύνσεων του αεροσκάφους είναι +9g/-3.2g.
Αν και χωρίς καθαρές βλέψεις να χαρακτηριστεί stealth, το Rafale έχει σχεδιαστεί από απόψεως σχήματος και υλικών κατασκευής ώστε να έχει όσο το δυνατόν χαμηλότερο ίχνος ραντάρ. Τμήμα της σχεδίασης αυτής αποτελέι το σύστημα αυτοπροστασίας και ηλεκτρονικού πολέμου SPECTRA.
Η κατηγοριοποίηση της τεχνολογίας που χρησιμοποιείται ως άκρως απόρρητη και η άρνηση της Thales να επιτρέψει τη χρήση του σε άλλα αεροσκάφη, έχει προκαλέσει την ανάπτυξη φημολογίας ότι το σύστημα χρησιμοποιεί τεχνολογία ενεργής ακύρωσης για να εξουδετερώνει τα εισερχόμενα σήματα ραντάρ.
Σε συνέχεια του ηλεκτρονικού του εξοπλισμού, το αεροσκάφος φέρει το ραντάρ RBE2 της Thales, το οποίο είναι ικανό να ιχνηλατεί ταυτόχρονα πολλαπλούς στόχους στον αέρα. Παράλληλα μπορεί να δημιουργεί τρισδιάστατους χάρτες εδάφους για πλοήγηση ή στοχοποίηση σε πραγματικό χρόνο.
Επίσης, εάν απαιτείται από την αποστολή, το Rafale έχει την ικανότητα να ιχνηλατήσει ένα στόχο και να εξαπολύσει πύραυλο αέρος-αέρος χωρίς να χρειαστεί να αποκαλύψει τη θέση του, χάρη στο σύστημα OSF της Thales. Το συγκεκριμένο σύστημα είναι πλήρως ενσωματωμένο στο αεροσκάφος και λειτουργεί με τεχνολογία υπέρυθρης ακτινοβολίας.
Επίσης, τα Rafale είναι πιστοποιημένα στους AM.39 Exocet, ενώ δεν θα είχαν πρόβλημα να μεταφέρουν τα ASTAC. Φυσικά, τα ελληνικά Rafale θα ήταν “οπλισμένα” από την ώρα μηδέν, καθώς η ΠΑ έχει στο οπλοστάσιό της ικανό αριθμό MICA ER/IR. Για την διαχείριση των συστημάτων του, το Rafale χρησιμοποιεί ένα πλήρως "γυάλινο πιλοτήριο", με τρις οθόνες πολλαπλών λειτουργιών (MFDs), ολογραφικό HUD καθώς και πλευρικό χειριστήριο HOTAS. Παρομοίως με το Eurofighter, υπάρχει η δυνατότητα φωνητικών εντολών (Direct Voice Input).
Για την πρόωσή του το Rafale χρησιμοποιεί δύο στροβιλοπροωθητήρες SCECMA M88-2 με μετάκαυση με συνολική ωθητική δύναμη 150 kN.