Από τη δεκαετία του 1980 διαδοχικές κυβερνήσεις θεώρησαν ότι αυτό που χρειάζεται στα Εξάρχεια είναι μια επίδειξη πυγμής. Η ιστορία δείχνει ότι συνήθως πέτυχαν το ακριβώς αντίθετο.
Παρότι η ιστορία δεν επαναλαμβάνεται, σίγουρα επαναλαμβάνεται αρκετές φορές η ρητορική. Εδώ και 35 χρόνια γύρω από τα Εξάρχεια, βλέπουμε να χρησιμοποιείται ο ίδιος λόγος και οι ίδιες μέθοδοι, συχνά και με τα ίδια, όχι ακριβώς ευκταία αποτελέσματα.
Ήταν στο μακρινό 1984 όταν ξεκίνησε ένα μπαράζ δημοσιευμάτων για το «κράτος των Εξαρχείων». Ο τόνος τους λίγο πολύ οικείος. Αποτελούν χώρο συγκέντρωσης αναρχικών, συνδέονται με τα ναρκωτικά, προάγουν την παραβατικότητα. Τότε σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι θεωρήθηκε η εμφάνιση στα Εξάρχεια των πανκς που θα αποτελέσουν αντικείμενο εντυπωσιακά τρομολαγνικών δημοσιευμάτων.
Ο Αρκουδέας και το Χημείο
Τότε θα γίνουν και οι πρώτες «επιχειρήσεις Αρετής». Γενικός Αστυνομικός Διευθυντής Αττικής ο Νίκων Αρκουδέας, ο πρώτος «αττικάρχης». Στην ιστορία θα περάσει με το σύνθημα «Αλλαγή δεν γίνεται χωρίς τον Αρκουδέα – Αυτός δεν είναι άνθρωπος, είναι μια ιδέα». Η τακτική που επιλέχτηκε ήταν πολύ συγκεκριμένη: η αστυνομία έπρεπε να πατήσει πόδι στα Εξάρχεια και να κατοχυρώσει την παρουσία της. Το αποτέλεσμα ήταν συνεχείς αντιπαραθέσεις και με τους κατοίκους και με τους θαμώνες των καταστημάτων και τελικά συγκρούσεις με την αστυνομία.
Η αντιπαράθεση θα κλιμακωθεί με την κατάληψη του Χημείου τον Μάιο του 1985 ύστερα από την απαγόρευση μιας κινητοποίησης και τις εκτεταμένες συγκρούσεις με την αστυνομία. Τον Νοέμβριο του 1985 η δολοφονία του 15χρονου μαθητή Μιχάλη Καλτεζά από αστυνομικό μετά τη διαδήλωση για την επέτειο του Πολυτεχνείου προκάλεσε άλλη μια μεγάλη έκρηξη στα Εξάρχεια.
Η κατάσταση αυτή θα συνεχιστεί και την επόμενη χρονιά, με υπουργό Δημόσιας Τάξης τον βετεράνου του Εμφυλίου Πολέμου Αντώνη Δροσογιάννη. Με αφετηρία τις συγκρούσεις που θα ακολουθήσουν τις διαδηλώσεις για το πυρηνικό ατύχημα στο Τσερνόμπιλ, ξεκινά νέος γύρος επιχειρήσεων αρετής.
Δολοφονία Αλέξη
Τα επόμενα χρόνια η ιστορία θα επαναληφθεί σε διάφορες περιπτώσεις. Το Δεκέμβριο του 2008 με αφορμή τη δολοφονία του Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου από τον αστυνομικό Κορκονέα τα Εξάρχεια θα γίνουν το επίκεντρο μιας κοινωνικής έκρηξης χωρίς προηγούμενο. Τα επόμενα χρόνια, παρότι το επίκεντρο των συγκρούσεων με την αστυνομία τις περισσότερες φορές θα είναι σε άλλα σημεία της Αθήνας, όπως π.χ. στο Σύνταγμα το καλοκαίρι του 2011 ή στις τεράστιες συγκρούσεις στις 12 Φεβρουαρίου 2012, εντούτοις πάντα τα Εξάρχεια θα είναι τόπος σημαντικών συγκρούσεων.
Σε όλα αυτά τα χρόνια οι φράσεις περί «άβατου των Εξαρχείων» ή περί «κράτους των Εξαρχείων» παλαιότερα επαναλήφθηκαν πολλές φορές. Πλήθος φορές ανακοινώθηκε ότι η αστυνομία θα λάβει μέτρα και ότι θα αποκτήσει αυξημένη παρουσία στη γειτονιά. Τις περισσότερες φορές αυτό σήμαινε απλώς περιόδους αυξημένων συγκρούσεων, που απλώς έκαναν την κατάσταση χειρότερη.
Και οι καταλήψεις έχουν ιστορία
Οι καταλήψεις στα Εξάρχεια έχουν αρκετή ιστορία. Και πάλι χρειάζεται να πάμε στο μακρινό 1981 για να δούμε την πρώτη κατάληψη, σε ένα κτίριο στην οδό Βαλτετσίου. Τότε η πρωτοβουλία προσπαθούσε να μεταφέρει και στην Ελλάδα το πρότυπο των καταλήψεων για τη χρήση ως χώρων στέγασης πολιτικών ή πολιτιστικών δραστηριοτήτων.
Θυμίζουμε ότι ήδη από τη δεκαετία του 1960 ομάδες νέων καταλάμβαναν σε ευρωπαϊκές πόλεις εγκαταλειμμένα κτίρια και τα χρησιμοποιούσαν ως χώρους στέγασης, ως πολιτιστικά κέντρα, ως χώρους πολιτικών και άλλων εκδηλώσεων. Αρκετές από αυτές αργότερα απέκτησαν κάποιου είδους αναγνώριση και συνεχίζουν να λειτουργούν ως σήμερα. Στην Ελλάδα, δεν θα είναι τόσες πολλές και κυρίως θα εμφανιστούν αργότερα.
Στη δεκαετία του 2000 και κυρίως μετά τον Δεκέμβριο του 2008 θα δούμε περισσότερες καταλήψεις σε αρκετές πόλεις της Ελλάδας, συνήθως με πρωτοβουλία του αντιεξουσιαστικού χώρου. Τις περισσότερες φορές οι καταλήψεις αυτές γίνονταν μάλλον αποδεκτές, εκτός όλων των άλλων γιατί τα κτίρια ήταν εγκαταλειμμένα. Ανάμεσά τους ξεχωρίζει και μια… κατάληψη πάρκινγκ: αυτού που βρισκόταν στη διασταύρωση Χαριλάου Τρικούπη και Ναβαρίνου, στα Εξάρχεια που θα καταληφθεί από τους κατοίκους και θα γίνει αρχικά πάρκο και σήμερα μια ιδιαίτερα προσεγμένη και κατάφυτη παιδικά χαρά.
Με την έκρηξη της προσφυγικής κρίσης το 2015 θα ξεκινήσουν οι καταλήψεις στέγασης για πρόσφυγες. Σε μεγάλο βαθμό θα ανταποκριθούν σε πραγματικές ανάγκες, καθώς οι επίσημες δομές φιλοξενίας δεν επαρκούσαν. Και εδώ πρέπει να σημειώσουμε ότι οι περισσότερες από αυτές έγιναν αποδεκτές από τη γειτονιά και σε μεγάλο βαθμό στηρίχτηκαν, ειδικά στα πρώτα βήματα και από τους κατοίκους.
Το πρόβλημα των ναρκωτικών στα Εξάρχεια
Παρότι το πρόβλημα των ναρκωτικών υπάρχει από παλιά στα Εξάρχεια, καθώς πρόκειται για μια γειτονιά που συνδέθηκε με τη νεολαία και τις νεανικές κουλτούρες, τα τελευταία χρόνια η κατάσταση έχει επιδεινωθεί.
Οι κάτοικοι εντοπίζουν ως πρόβλημα τη μετακίνηση προς την Πλατεία Εξαρχείων και τους γύρους δρόμους μεγάλου μέρους της διακίνησης που γίνεται στην ευρύτερη περιοχή του Κέντρου της Αθήνας και αποδίδουν στην αστυνομία ευθύνες για το πώς επέτρεψε να συμβεί αυτό. Σημειώνουν μάλιστα ότι ακόμη και τώρα που έχει ενισχυθεί η αστυνομική παρουσία στη γειτονιά, η διακίνηση συνεχίζεται ανενόχλητη.
Η αύξηση αυτή της διακίνησης στην περιοχή έχει συνδεθεί από τους κατοίκους και με αυξημένα προβλήματα παραβατικότητας και εγκληματικότητας στην περιοχή και μάλιστα με ένα είδος δράσης συμμοριών που μέχρι τώρα δεν υπήρχαν στην περιοχή. Δεν είναι τυχαίο ότι έχουν υπάρξει και πρωτοβουλίες τοπικών φορέων ή φορέων που στεγάζονται στην περιοχή για να αναδείξουν το πρόβλημα.
Τον Οκτώβριο του 2011 ο Σύλλογος Ελλήνων Αρχαιολόγων θα πάρει την πρωτοβουλία για σειρά εκδηλώσεων στον πεζόδρομο της οδού Τοσίτσα, που τότε ήταν επίκεντρο της διακίνησης ναρκωτικών, για να αναδείξει πώς η περιοχή αυτή μπορούσε να ζωντανέψει ξανά. Τα επόμενα χρόνια συχνές θα είναι οι εκδηλώσεις που θα κάνουν οι κάτοικοι των Εξαρχείων επικεντρώνοντας σε δρόμους που έχουν γίνει επίκεντρο της διακίνησης ναρκωτικών, όπως π.χ. ο πεζόδρομος της οδού Θεμιστοκλέους. Θα υπάρξουν και αρκετές διαδηλώσεις όλα τα προηγούμενα χρόνια πάνω στο θέμα.
Τα Εξάρχεια αντιμέτωπα με το gentrification και το Airbnb
Οι κάτοικοι των Εξαρχείων συνήθως δεν βάζουν τις συγκρούσεις με την αστυνομία ως το μεγαλύτερο πρόβλημα. Προτάσσουν το ζήτημα των ναρκωτικών, τις ελλείψεις στις υποδομές και την παραμέληση του Λόφου Στρέφη που είναι και ο βασικός πνεύμονας πρασίνου στην περιοχή.
Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχει πρόβλημα και με ένα είδος επαναλαμβανόμενων συγκρούσεων που δείχνουν να έχουν περισσότερο χαρακτήρα τελετουργίας παρά κάποιας πολιτικής ουσίας. Ιδιαίτερα επισημαίνουν τα προβλήματα από τις «επετειακές» συγκρούσεις που συχνά μετατρέπουν την περιοχή σε ένα πεδίο μάχης.
Δεν είναι λίγοι εκείνοι που επισημαίνουν ότι εν μέρει και η διάταξη των αστυνομικών δυνάμεων είναι τέτοια που απλώς προσφέρει την αφορμή σε ένα φαύλο κύκλο όπου π.χ. η κλούβα των ΜΑΤ προσφέρει το «έναυσμα» για επιθέσεις, που με τη σειρά τους «καθιστούν αναγκαία» την παρουσία της κλούβας.
Το μεγαλύτερο άγχος των κατοίκων πάντως είναι μήπως όλα αυτά καταλήξουν σε μια ιδιότυπη διαδικασία gentrification. O όρος αυτός, που συνήθως μεταφραστικά αποδίδεται ως «αστικός εξευγενισμός», αναφέρεται στον τρόπο που η εκτεταμένη υποβάθμιση μιας περιοχής οδηγεί αρχικά σε απαξίωση των οικημάτων και σε μαζική πώλησή τους, στην εμφάνιση νέων κατοίκων και χρηστών της περιοχής, στην αλλαγή του χαρακτήρα της και τελικά στην απομάκρυνση των παλαιών κατοίκων που είτε σε πρώτη φάση θα αναγκαστούν να πουλήσουν τα οικήματά τους, είτε σε δεύτερη δεν θα μπορούν να αντέξουν τα υψηλότερα ενοίκια.
Στην περίπτωση των Εξαρχείων αυτό συνδέεται και με το φαινόμενο Airbnb. Παρότι τείνουμε να θεωρούμε την περιοχή «υποβαθμισμένη» τα τελευταία χρόνια, μαζί με περιοχές όπως το Κουκάκι, είναι στην αιχμή των βραχυχρόνιων μισθώσεων. Επιπλέον, ολοένα και αυξάνονται τα παραδείγματα μαζικών αγορών δεκάδων ή εκατοντάδων διαμερισμάτων, συχνά από ξένους επενδυτές, με σκοπό την αξιοποίησή τους στην τουριστική αγορά. Αυτό, όμως, έχει ήδη οδηγήσει σε αύξηση τα ενοίκια στην περιοχή και είναι υπαρκτό το ενδεχόμενο ένα σημαντικό μέρος κοινωνικών κατηγοριών που έδιναν και τον ιδιαίτερο χαρακτήρα στην περιοχή, όπως είναι οι φοιτητές και οι νέοι εργαζόμενοι, να αναγκαστούν να μετακινηθούν σε άλλες περιοχές, με αποτέλεσμα και την αλλοίωση του χαρακτήρα και της φυσιογνωμίας της περιοχής.
Το κυβερνητικό σχέδιο και οι κίνδυνοί του
Απέναντι σε αυτή την πραγματικότητα το κυβερνητικό σχέδιο δείχνει να κινείται σε δύο κατευθύνσεις. Η μία αφορά τις πολεοδομικές παρεμβάσεις και η άλλη αφορά την αντιμετώπιση της «ανομίας». Το πρώτο αφορά τους σχεδιασμούς και της νέας δημοτικής αρχής και μένει να δούμε ποια ακριβώς μορφή θα πάρει. Το δεύτερο αφορά την κυβέρνηση και τον υπουργό Προστασίας Πολίτης Μιχάλη Χρυσοχοΐδη.
Ως προς το δεύτερο είναι γεγονός ότι έχουμε να κάνουμε με την υλοποίηση προεκλογικών δεσμεύσεων της ΝΔ. Άλλωστε, η αντιμετώπιση της «ανομίας» και η επένδυση σε μια λογική «νόμου και τάξης» ήταν βασική αιχμή της προεκλογικής περιόδου.
Προφανώς και από μια κυβέρνηση που προέρχεται από τον κατά τεκμήριο πιο συντηρητικό κεντροδεξιό χώρο θα περίμενε κάποιος μεγαλύτερη έμφαση στα ζητήματα ασφάλειας και ευνομίας.
Το πρόβλημα, όμως, με τα Εξάρχεια είναι ότι έχουμε να κάνουμε και κάτι που θυμίζει εμμονή. Δεν είναι λίγοι εκείνοι που υποστηρίζουν ότι η κυβέρνηση εγκλωβίζεται στην ίδια τη δυναμική μιας ρητορικής κατασκευής. Εφόσον εδώ και χρόνια τα «Εξάρχεια» μετατράπηκαν σε σύμβολο ανομίας και μετωνυμία για κάθε παραβατικότητα, έπρεπε και η κυβέρνηση να δείξει ότι κάνει πράξη αυτή τη δέσμευση. Και εφόσον τα Εξάρχεια παρουσιάστηκαν ως «άβατο», έπρεπε να μεθοδευτεί η «ανακατάληψή» τους.
Το πρόβλημα, όμως, είναι ότι η ρητορική είναι ο χειρότερος σύμβουλος όταν πρόκειται για την άσκηση πολιτικής. Πολύ περισσότερο όταν αναγκαστικά συνεπάγεται και την έμφαση στην «εικόνα» ότι υλοποιείται αυτή η πολιτική.
https://youtu.be/Y9kG3aJVbZ4
Σε αυτό το πλαίσιο ήδη έχουν καταγραφεί τα προβλήματα από την υλοποίηση του κυβερνητικού σχεδιασμού. Η πρώτη μεγάλη ενέργεια αφορούσε κυρίως καταλήψεις στέγασης προσφύγων. Οι εικόνες αλλά και οι ίδιες οι επίσημες ανακοινώσεις έκαναν σαφές ότι δεν εντοπίστηκαν κέντρα ανομίας αλλά χώροι αλληλεγγύης. Οι αντιδράσεις των κατοίκων επίσης έδειξαν ότι η αστυνομία πήγε σε χώρους που για τη γειτονιά δεν αποτελούσαν πρόβλημα.
Μόνο που τα προβλήματα με αυτόν τον σχεδιασμό φάνηκαν τις επόμενες μέρες. Η αστυνομία για να αποφύγει τις «ανακαταλήψεις» να έχει μόνιμη παρουσία αστυνομικών έξω από τα συγκεκριμένα κτίρια. Μόνο εάν αναλογιστούμε ότι ένα από αυτά είναι λίγα μέτρα από την Πλατεία Εξαρχείων, θα έλεγε κανείς ότι απλώς τοποθέτηση μια μόνιμη αφορμή συγκρούσεων.
Ακόμη χειρότερα φάνηκαν σοβαρά προβλήματα και με τον «επιχειρησιακό» σχεδιασμό της μόνιμης αυτής παρουσίας. Το γεγονός ότι κατ’ επανάληψη, σε μέρες που υπήρχε πλήθος κόσμου που παρακολουθούσε συναυλίες και εκδηλώσεις στην Πλατεία Εξαρχείων, η αστυνομία να απαντήσει με επιθέσεις ή ρίψη δακρυγόνων ακόμη και σε κλειστό χώρο (στην κατάληψη ΒΟΞ), δείχνει ότι έχει κυριαρχήσει ένας σχεδιασμός «επίδειξης πυγμής». Σε αυτό παραπέμπουν και όσα έχουν δει το φως της δημοσιότητας για κατοχύρωση της μόνιμης παρουσίας των ΜΑΤ στα Εξάρχεια.
Η εμπειρία δείχνει ότι συνήθως τα σχέδια για «επιβολή της τάξης», όταν προσπαθούν να υπηρετήσουν κυρίως πολιτικές ατζέντες «νόμου και τάξης», παρά πραγματικά προβλήματα των περιοχών, τότε συνήθως έχουν το ακριβώς αντίθετο αποτέλεσμα. Τουλάχιστον αυτό δείχνει η εμπειρία των Εξαρχείων εδώ και κοντά τέσσερις δεκαετίες. Με την υπενθύμιση ότι σε οριακές στιγμές, όπως το 1985 ή το 2008, τα πράγματα μπορούν να πάρουν και μορφές τραγικές και οι εξελίξεις να είναι ανεξέλεγκτες.