Η ανακάλυψη του κοιτάσματος της Επανομής, προ τριακονταετίας, κρίνεται και σήμερα ιδιαιτέρως σημαντική δεδομένου ότι επιβεβαιώνει το πετρελαιοδυναμικό της ευρύτερης περιοχής, σύμφωνα με τα όσα αναφέρει ο διευθύνων σύμβουλος της Ελληνικής Διαχειριστικής Εταιρείας Υδρογονανθράκων (ΕΔΕΥ) κ. Αριστοφάνης Στεφάτος, σε διαβιβαστικό έγγραφό του προς τη Βουλή, σύμφωνα με το worldenergynews.gr
Επιπλέον, όπως επισημαίνει ο ίδιος, «κρίνεται ότι η πιθανότητα ανακάλυψης γειτονικών στόχων, για περαιτέρω αύξηση των αποθεμάτων, θα καταστήσει ελκυστικότερη την ενδεχόμενη εκμετάλλευση της εν λόγω ανακάλυψης».
Η ΕΔΕΥ, ως εκ του νόμου αρμόδια για τη διαχείριση των δικαιωμάτων του Ελληνικού Δημοσίου στην εκμετάλλευση υδρογονανθράκων, όπως τονίζει ο επικεφαλής της, βρίσκεται σε ετοιμότητα ώστε «σε κάθε περίπτωση να αξιολογήσει οποιαδήποτε εμπεριστατωμένη - και σύμφωνη με τον νόμο - εκδήλωση ενδιαφέροντος σχετικά με την εκμετάλλευση του κοιτάσματος της Επανομής, με βάση τα οικονομοτεχνικά δεδομένα, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στο νομοθετικό πλαίσιο».
Για την ιστορία, η ανακάλυψη της Επανομής είχε γίνει με δύο γεωτρήσεις που διενεργήθηκαν από την ΔΕΠ-ΕΚΥ το 1988 και το 1989. Τότε είχαν εντοπίσει σε βάθος 2.600 μέτρων φυσικό αέριο με απολήψιμα αποθέματα περίπου 500 εκατ. κυβικών μέτρων και υψηλή περιεκτικότητα σε διοξείδιο του άνθρακα (περίπου 21%).
Οι γεωτρήσεις εκείνες, μετά τη διενέργεια δοκιμών παραγωγής, είχαν τεθεί σε κατάσταση προσωρινής εγκατάλειψης, ακολουθώντας όλες τις αυστηρές προδιαγραφές και πρακτικές της διεθνούς βιομηχανίας πετρελαίου, ώστε να είναι δυνατή η επαναδιάτρησή τους εφόσον και όταν το κοίτασμα κριθεί εκμεταλλεύσιμο.
Από τι εξαρτάται η εκμεταλλευσιμότητα του κοιτάσματος
Πάντως, από τον κ. Στεφάτο, σημειώνεται ότι η εκμεταλλευσιμότητα του εν λόγω κοιτάσματος εξαρτάται και από την τιμή του φυσικού αερίου καθώς και το επιχειρηματικό μοντέλο αξιοποίησης (δηλαδή τις νέες τεχνολογίες).
Γενικότερα, στην Ελλάδα η προκήρυξη των πρώτων διαγωνισμών για την παραχώρηση των χερσαίων και των θαλάσσιων οικοπέδων του «Δυτικού Πατραϊκού Κόλπου», των «Ιωαννίνων» και του «Κατάκολου» έγινε το 2012.
Συνολικά, στη χώρα μας έχουν γίνει παραχωρήσεις σε 13 περιοχές, όμως ακόμη δεν έχουν προχωρήσει στο στάδιο της γεώτρησης. Μάλιστα, τελευταία ο ισπανικός κολοσσός της Repsol, έχοντας αποφασίσει γενικότερα να περιορίσει τις επενδύσεις του στο upstream, ανακοίνωσε ότι θα αποχωρήσει από τη χώρα μας.
Η εταιρεία κατείχε το 60% σε δύο κοινοπραξίες με την Energean, στις παραχωρήσεις της Αιτωλοακαρνανίας και των Ιωαννίνων ενώ έχει το 50%, και πάλι με την Energean, του μπλοκ του Ιονίου. Για την Αιτωλοακαρνανία έχουν ήδη πέσει οι …τίτλοι τέλους, από τις αρχές του έτους, ενώ οι Ισπανοί αποχωρούν και από το οικόπεδο των Ιωαννίνων.
Σε κάθε περίπτωση, στον κλάδο του upstreap υπάρχουν διακυμάνσεις καθώς επηρεάζεται από τις τιμές του πετρελαίου και από διάφορα έκτακτα γεγονότα, όπως είναι τις μέρες μας η πανδημία. Ωστόσο, το τελευταίο διάστημα δείχνει ορισμένα σημάδια ανάκαμψης.