Το τελευταίο χρονικό διάστημα διαπιστώνουμε μια αλλαγή της εξωτερικής πολιτικής της Τουρκίας, γεγονός που εκπηγάζει από τα πολλά εσωτερικά προβλήματα που αντιμετωπίζει το καθεστώς Ερντογάν, με κυριότερο όλων την τουρκική οικονομία.
Τι ώθησε τον Ερντογάν στην μερική αναθεώρηση της εξωτερικής του πολιτικής;
Πληθωρισμός άνω του 20% επισήμως, ανεργία, covid, συνεχές κατρακύλισμα της τουρκικής λίρας η οποία έχει χάσει το ήμισυ της αξίας της από την αρχή του έτους, πείνα και εξαθλίωση που βιώνει ο τουρκικός λαός κλονίζουν τον Ερντογάν, του οποίου για πρώτη φορά το κόμμα του το AKP, μετά από πολλά χρόνια δημοσκοπικά είναι δεύτερο, μετά το κόμμα CHP της αντιπολίτευσης του Κιλιτζάρογλου.
Και ενώ όλα αυτά συμβαίνουν στο εσωτερικό της Τουρκίας, ο Ερντογάν και το κυβερνητικό του επιτελείο διαπίστωσαν πως δεν έχουν πλήν Κατάρ-Πακιστάν-Αζερμπαϊτζάν, καμία ουσιαστική στήριξη από άλλες χώρες και κυρίως από δυτικές χώρες και συνασπισμούς, όπως οι ΗΠΑ και η ΕΕ.
Η αντιπολίτευση από την άλλη έχει μετατρέψει την τουρκική βουλή σε λαϊκή αγορά, με τους βουλευτές της να αδειάζουν στο βήμα της, τελάρα με προϊόντα των οποίων οι τιμές έχουν φθάσει στα ύψη , σφυροκοπώντας την κυβέρνηση Ερντογάν συνεχώς για την ακρίβεια.
Αυξήθηκαν οι πωλήσεις κατοικιών σε αλλοδαπούς-Εποικισμός από Ρωσία-Ιράν-Ιράκ
Ενώ οι Τούρκοι πολίτες παλεύουν με υψηλότερες τιμές ως αποτέλεσμα του υποτιμημένου νομίσματος, οι ευκατάστατοι ξένοι καρπώνονται τα οφέλη μιας αδύναμης λίρας.
Η πτώση της λίρας είναι «καλά νέα για τον αυξανόμενο αριθμό αλλοδαπών που ψαρεύουν για ευκαιρίες στην αγορά ακινήτων της χώρας», αναφέρει η Amberin Zaman. "Οι πωλήσεις τουρκικών κατοικιών σε αλλοδαπούς αυξήθηκαν σχεδόν κατά 50% τον περασμένο μήνα, αποφέροντας δισεκατομμύρια δολάρια, σύμφωνα με την κρατική στατιστική υπηρεσία της Τουρκίας. Περίπου 7.363 σπίτια, αριθμός ρεκόρ, πουλήθηκαν σε αλλοδαπούς τον Νοέμβριο, σε σύγκριση με 4.962 σπίτια τον Νοέμβριο του 2020. Ο μεγαλύτερος αριθμός πελατών ήταν από το Ιράν, ακολουθούμενο από το Ιράκ και τη Ρωσία».
Μεγάλοι χαμένοι οι Τούρκοι αγοραστές αυτοκινήτων
Η κλιμάκωση των τιμών των αυτοκινήτων έχει καταστήσει τα αυτοκίνητα όλο και πιο πέρα από την προσιτότητα πολλών Τούρκων πολιτών.
«Οι αυξανόμενες τιμές οφείλονται όχι μόνο στη λιγότερη λίρα αλλά και στους υπέρογκους φόρους που επιβάλλει η Άγκυρα στα αυτοκίνητα», γράφει ο Muhdan Saglam. "Φόρος προστιθέμενης αξίας 18% και ειδικός φόρος κατανάλωσης που ποικίλλει ανάλογα με τη βασική τιμή του οχήματος και το μέγεθος του κινητήρα, έχουν ως αποτέλεσμα το σύνολο των φόρων συχνά να υπερβαίνει τη βασική τιμή του οχήματος."
Το σκεπτικό του Ερντογάν
Ο Ερντογάν για να ανατρέψει το κάκιστο οικονομικό κλίμα που επικρατεί στη χώρα του, το οποίο μπορεί να προκαλέσει κοινωνική έκρηξη ανατρέποντας τον, χρειάζεται άμεσα ζεστό χρήμα, προκειμένου να αρχίσει τις παροχές προς τον τουρκικό λαό σε μια προσπάθεια να τονώσει τη λαϊκή δυσαρέσκεια.
Έτσι "κοίταξε" προς τις χώρες του Κόλπου, προκειμένου να πάρει ζεστό χρήμα, προσελκύοντας νέες επενδύσεις στην Τουρκία, αλλά και ξεπουλώντας "οικονομικά φιλέτα" της χώρας του στους επενδυτές για να τους προσελκύσει.
Ωστόσο αυτά που έλαβε η Τουρκία άμεσα ως "ζεστό χρήμα" από τις χώρες του Κόλπου, όπως θα δούμε στη συνέχεια δεν μπορούν σε καμία περίπτωση να βγάλουν την Τουρκία τους επόμενους μήνες από το οικονομικό αδιέξοδο που βιώνει, αλλά σε βάθος χρόνου και εφόσον αποδώσουν οι επενδύσεις.
Η στροφή της Τουρκίας προς τις χώρες του Κόλπου
Η Άγκυρα είχε τεταμένες σχέσεις τόσο με τα ΗΑΕ όσο και με την Σαουδική Αραβία από το 2011, όταν η Τουρκία στήριξε τους Αδελφούς Μουσουλμάνους και άλλες ισλαμιστικές ομάδες κατά τη διάρκεια της Αραβικής Άνοιξης.
Τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα θεωρούν την Αδελφότητα, η οποία ανέλαβε την εξουσία στην Αίγυπτο μέσω εκλογών το 2011-2012 και ανατράπηκε με στρατιωτικό πραξικόπημα το 2013, τρομοκρατική οργάνωση.
Ο Ερντογάν κατηγόρησε τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα για την υποστήριξη του αποτυχημένου πραξικοπήματος στην Τουρκία το 2016.
Ωστόσο όλα τα παραπάνω άρχισαν να διαφοροποιούνται όταν τον Ιανουάριο του 2020, η Σαουδική Αραβία, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, το Μπαχρέιν και η Αίγυπτος τερμάτισαν το τριετές εμπάργκο στο Κατάρ, χαλαρώνοντας και πάλι σε πιο κανονικές σχέσεις εμπορίου και ασφάλειας εντός του ΣΣΚ και του Αραβικού Συνδέσμου.
Η Τουρκία και το Κατάρ διατηρούν στενούς δεσμούς και η συμφιλίωση στον Κόλπο επέτρεψε στην Τουρκία να ανοίξει μια νέα σελίδα στις σχέσεις με τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και τη Σαουδική Αραβία.
Ο πρίγκιπας διάδοχος του Άμπου Ντάμπι Μοχάμεντ μπιν Ζαγιέντ Αλ Ναχιάν υποσχέθηκε 10 δισεκατομμύρια δολάρια σε επενδύσεις στην Τουρκία στην Άγκυρα στις 24 Νοεμβρίου, ενώ ο Ερντογάν αναμένεται να επισκεφθεί την Σ. Αραβία τον Φεβρουάριο.
Τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα «εμφανίζονται να ενδιαφέρονται για την αμυντική βιομηχανία της Τουρκίας, η οποία έχει πρόσφατα αναβαθμιστεί στο διεθνές προσκήνιο χάρη στον πολύ σημαντικό ρόλο που διαδραμάτισαν τα μη επανδρωμένα αεροσκάφη Bayraktar TB2 σε διάφορες συγκρούσεις», γράφει ο Fehim Tastekin, συμπληρώνοντας ότι, "ενώ ο Ερντογάν επισκέφθηκε τη Ντόχα 6-7 Δεκεμβρίου, αξιωματούχοι των Εμιράτων διερεύνησαν ευκαιρίες συνεργασίας με αμυντικές εταιρείες στην Τουρκία, συμπεριλαμβανομένης της Aselsan, της μεγαλύτερης από όλες."
"Η Άγκυρα ελπίζει ότι η Σαουδική Αραβία θα κινηθεί για να ξεπαγώσει τον πάγο και με την Τουρκία, για να αποφύγει να μείνει πίσω από τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα εν μέσω των συνεχιζόμενων προβλημάτων της στην Υεμένη.
Ο Ερντογάν φαίνεται πρόθυμος να κάνει μια απότομη στροφή και να δώσει τα χέρια με τον Σαουδάραβα διάδοχο πρίγκιπα Μοχάμεντ μπιν Σαλμάν , τον οποίο η Άγκυρα θεώρησε υπεύθυνο για τη δολοφονία του δημοσιογράφου Τζαμάλ Κασόγκι το 2018 στο προξενείο της Σαουδικής Αραβίας στην Κωνσταντινούπολη», προσθέτει ο Tastekin.
Η έναρξη ομαλοποίησης των σχέσεων με την Αρμενία
Εν μέσω της οικονομικής κρίσης, ο Τούρκος υπουργός Εξωτερικών Μεβλούτ Τσαβούσογλου ανακοίνωσε αυτή την εβδομάδα ότι η Τουρκία θα εξομαλύνει τους δεσμούς με την Αρμενία και ότι οι πτήσεις τσάρτερ μεταξύ Κωνσταντινούπολης και Ερεβάν θα επανέλθουν.
Ο δρόμος προς την εξομάλυνση περιπλέκεται από την προϋπάρχουσα αντιπαλότητα μεταξύ Τουρκίας και Αρμενίας, συμπεριλαμβανομένης της απροθυμίας της Τουρκίας να αναγνωρίσει τη γενοκτονία των Οθωμανών έναντι των Αρμενίων το 1915, την υποστήριξη της Τουρκίας στο Αζερμπαϊτζάν στον πόλεμο του Ναγκόρνο-Καραμπάχ και τον ρωσοτουρκικό ανταγωνισμό για επιρροή στην Κεντρική Ασία.
Η δραματική ανακοίνωση του Τσαβούσκογλου αυτή την εβδομάδα, ωστόσο, μπορεί να μην είναι αρκετή για να αντισταθμίσει την προσοχή του κοινού στην οικονομική κρίση, αν αυτό ήταν μέρος της πρόθεσης της κίνησης για εξομάλυνση των σχέσεων με την Αρμενία.
Εκτίμηση είναι ότι για την κλονισμένη οικονομικά Τουρκία η οποία βρίσκεται στα πρόθυρα της χρηματοπιστωτικής χρεοκοπίας, η εξομάλυνση με την Αρμενία δεν θα απέφερε οικονομικά οφέλη στον Ερντογάν για να ενισχύσει τις πιθανότητές του στις εκλογές του 2023.
Η πραγματική ώθηση πίσω από την κίνηση, επισημαίνει ο Candar, μπορεί να βρεθεί στη συμφωνία που υπογράφηκε μεταξύ Ρωσίας, Αρμενίας και Αζερμπαϊτζάν που τερμάτισε τις συγκρούσεις στο Ναγκόρνο-Καραμπάχ τον Νοέμβριο του 2020. Το περασμένο φθινόπωρο το Αζερμπαϊτζάν, με την υποστήριξη της Τουρκίας, διεκδίκησε όλα τα εδάφη στο Ναγκόρνο-Καραμπάχ που έχασε από την Αρμενία το 1993.
Η συμφωνία αυτή κατά τη γνώμη μας ήταν κάτι περισσότερο από μια κατάπαυση του πυρός. Ήταν ένα έγγραφο που είχε στόχο να διαμορφώσει το μέλλον της περιοχής.
Η τελευταία διάταξη της συμφωνίας απαιτεί τη δημιουργία ενός διαδρόμου που θα συνδέει το ηπειρωτικό Αζερμπαϊτζάν με τον αυτόνομο θύλακα του Ναχιτσεβάν κατά μήκος των τουρκικών συνόρων.
Ένας τέτοιος διάδρομος θα συνέδεε απευθείας την Τουρκία με το Αζερμπαϊτζάν στη δυτική ακτή της Κασπίας Θάλασσας και από εκεί με άλλα τουρκικά κράτη στην Κεντρική Ασία, σύμφωνα με μια κοινή φιλοδοξία δεκαετιών Τουρκίας και Αζέρων.
Δημιουργία διαδρόμων και δρόμων που θα συνδέουν τις περιφερειακές χώρες με κάθε άλλο είναι επίσης χρήσιμο για τη φιλόδοξη Πρωτοβουλία Belt and Road της Κίνας.
Άγκυρα και Μόσχα είδαν στον πόλεμο για το Ναγκόρνο-Καραμπάχ ως ένα νέο πεδίο της λεγόμενης «ανταγωνιστικής συνεργασίας» τους, όπου οι πλευρές διαχειρίζονται τις διαφορές τους σε μέρη όπως η Συρία και η και Λιβύη επιδιώκοντας τη διασφάλιση των συμφερόντων τους
«Η Ρωσία ωστόσο διατηρεί τη μόχλευση και στις δύο πλευρές και δεν έχει καμία πρόθεση να αφήσει το Αζερμπαϊτζάν να ελέγξει έναν προτεινόμενο διάδρομο μεταξύ του Ναχιτσεβάν και του Αζερμπαϊτζάν, ο οποίος θα διασφαλιστεί από περισσότερα ρωσικά στρατεύματα».
Το ενδεχόμενο μιας τουρκικής προσέγγισης με την Αρμενία έγινε δεκτό στην Ουάσιγκτον και θα μπορούσε να βοηθήσει στη μικρή χαλάρωση των σχέσεων ΗΠΑ-Τουρκίας, αφού οι προσπάθειες εξομάλυνσης φαίνεται να είναι ένα σπάνιο θετικό θέμα της ατζέντας μεταξύ της Άγκυρας και των δυτικών πρωτευουσών.
«Ο υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ Antony Blinken είπε ότι «καλωσορίζουν και υποστηρίζουν σθεναρά» την κίνηση.
Επικαλούμενο έναν Τούρκο αξιωματούχο, το Bloomberg ανέφερε ότι ο πρόεδρος Τζο Μπάιντεν ενθάρρυνε τον Ερντογάν να ανοίξει τα σύνορα της Τουρκίας με την Αρμενία κατά τη συνάντηση των δύο ηγετών στη Ρώμη».
Το " τουρκικό άνοιγμα" προς την Ουγγαρία
Παράλληλα οι ΥΠΕΣ Τουρκίας και Ουγγαρίας συναντήθηκαν στη Βουδαπέστη και υπέγραψαν Μνημόνιο Συνεργασίας.
Συγκεκριμένα η τουρκική αστυνομία θα υπηρετήσει στις συνοριακές πύλες της Ουγγαρίας με τη Σερβία και τη Ρουμανία ως μέρος του πρωτοκόλλου που υπογράφηκε με την Ουγγαρία, ανακοίνωσε την Παρασκευή ο υπουργός Εσωτερικών της Τουρκίας.
Η Τουρκία θα αναπτύξει 50 αστυνομικούς στην Ουγγαρία ως μέρος της συμφωνίας.
Η διαμόρφωση των Ελληνοτουρκικών σχέσεων
Η διαφοροποίηση της εξωτερικής πολιτικής της Τουρκίας και η προσέγγισή της με τα ΗΑΕ και τη Σαουδική Αραβία, δημιουργούν σε βάθος χρόνου το υπόβαθρο για δημιουργία προβλημάτων στις άριστες σχέσεις της χώρας μας με τις εν λόγω χώρες.
Αυτό βέβαια θα εξαρτηθεί από την φερεγγυότητα του Ερντογάν, για την οποία δεν φημίζεται σε θέματα εξωτερικής πολιτικής, αλλά και για τον βαθμό οικονομικής διείσδυσης των δύο Αραβικών χωρών με επενδύσεις στην τουρκική οικονομία.
Οπωσδήποτε όμως η τουρκική προσέγγιση που επιχειρείται, βγάζει την Άγκυρα από την διπλωματική απομόνωσή της.
Οι Ελληνοτουρκικές σχέσεις από την άλλη διατηρούνται με υπαιτιότητα της Άγκυρας σε τεταμένο και εχθρικό επίπεδο, με καθημερινές σχεδόν επιθετικές και προσβλητικές αναφορές του Ερντογάν και αξιωματούχων της κυβέρνησής του, κυρίως από τον ΥΠΕΞ και τον ΥΠΑΜ, σε βάρος της χώρας μας.
Διαφαίνεται λοιπόν ότι η Ελλάδα και η Κύπρος αποτελούν τις χώρες εκείνες όπου η τουρκική εξωτερική πολιτική δεν παρουσιάζει καμμία απολύτως διαφοροποίηση σε σχέση με το παρελθόν, γεγονός που προϊδεάζει ότι θα πρέπει να είμαστε σε κατάσταση εγρήγορσης, αφού είναι πολύ πιθανό η Τουρκία να εξωτερικεύσει την εσωτερική κρίση της αν τα πράγματα χειροτερέψουν, σε μείζονα ελληνοτουρκική κρίση.