Το ότι η Τουρκία και ειδικά ο Ερντογάν επιθυμεί να αποκτήσει πυρηνικά όπλα δεν είναι κάτι καινούργιο. Η συνεργασία του με το πυρηνικό Πακιστάν είναι ένα από τα συστατικά που θα τον βοηθήσουν σε κάποια φάση να το κάνει πραγματικότητα.
Φορέας αυτών των πυρηνικών είναι πολύ πιθανό να είναι οι πύραυλοι που έχουν δυνατότητα να βγουν στο διάστημα και οι οποίοι κατασκευάστηκαν από την τουρκική βιομηχανία.
Στις 4 Σεπτεμβρίου του 2019, ο Ερντογάν μιλώντας σε μέλη του κόμματός του AKP, δήλωνε πως είναι απαράδεκτο να μην επιτρέπετε στην Τουρκία να έχει πυρηνικά.
Στρατιωτικός αναλυτής είχε δηλώσει σχετικά πρόσφατα σε τηλεοπτική εκπομπή:
«Η Τουρκία επιδιώκει, χωρίς να το κρύβει, να αναπτύξει πυρηνικές ικανότητες έτσι ώστε να καθιερώσει τη θέση της ως αυτόνομος πόλος ισχύος ευρασιατικού βεληνεκούς, που είναι και ο απώτερος γεωπολιτικός της στόχος.
Και για να λειτουργήσουν οι πυρηνικές ικανότητες στην υπηρεσία αυτού του στόχου χρειάζονται και μέσα που θα επιτρέπουν την προσβολή στόχων σε μεγάλες αποστάσεις στην ευρασιατική σκακιέρα. Και παρόμοιες ικανότητες προσφέρουν μόνον οι βαλλιστικοί πύραυλοι μεγάλου βεληνεκούς.»
Για να αποδώσουμε βέβαια σε αυτό το σημείο «τα του Καίσαρος τω Καίσαρι», η φιλοδοξία για απόκτηση πυρηνικών όπλων δεν είναι μια επιθυμία μόνο του Ερντογάν, αλλά σύμφωνα με μέχρι πρότινος αποχαρακτηρισμένα απόρρητα έγγραφα της πρεσβείας των ΗΠΑ στην Άγκυρα, από το 1966 οι Τούρκοι ενδιαφέρονταν για πυρηνικά όπλα.
Τα έγγραφα αυτά μετέφεραν μια ανησυχητική, όπως χαρακτηριζόταν, συνομιλία της Clarence Wendel, της ακολούθου υπεύθυνης για θέματα ορυκτών, που είχε με έναν «αξιόπιστο» Τούρκο επιστήμονα σχετικά με τις πυρηνικές φιλοδοξίες της Τουρκίας.
Το υπόμνημα, ενός από τα 20 συνολικά αποχαρακτηρισμένα έγγραφα με ημερομηνία 1966, αναφέρει πως αξιωματούχοι από την Γενική Διεύθυνση Έρευνας και Εξερεύνησης Ορυκτών ζητούσαν συνεργασία με έναν στρατηγό με το όνομα Ρεφίκ Τούλγκα και έναν καθηγητή του Τεχνικού Πανεπιστημίου της Μέσης Ανατολής, Ομέρ Ινονού, στο πλαίσιο της ανάπτυξης μιας «Ατομικής Βόμβας».
Και αν όλα δείχνουν πως η επιθυμία αυτή υπήρχε στην Άγκυρα από την δεκαετία του ’60, στο Δελτίο Ατομικών Επιστημόνων, σύμβουλος αμερικανών γερουσιαστών είχε δημοσιεύσει προ καιρού ένα άρθρο με τίτλο: «Η συμβατική σοφία λέει ότι η Τουρκία δεν θα γίνει πυρηνική. Αυτό μπορεί να είναι λάθος.»
Αναφέρεται χαρακτηριστικά: «Ρωτήστε 10 εμπειρογνώμονες στην τουρκική πολιτική εάν οι Ηνωμένες Πολιτείες θα πρέπει να ανησυχούν για τις φιλοδοξίες πυρηνικών όπλων της Άγκυρας και πιθανότατα θα ακούσετε 10 αρνήσεις. Προχωρήστε πέρα από την «ζώνη της Ουάσιγκτον» και θα έχετε κάτι διαφορετικό.
Οι Ισραηλινοί ανησυχούν ότι ο Τούρκος πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν πλησιάζει πολύ ένα οπλισμένο με πυρηνικά Πακιστάν που του αρέσει να μοιράζεται την πυρηνική τεχνολογία. Οι Τούρκοι περιβαλλοντολόγοι επισημαίνουν ότι το μη οικονομικό και περιττό πρόγραμμα πυρηνικής ενέργειας του Ερντογάν μπορεί να δημιουργήσει κινδύνους διάδοσης. Οποιαδήποτε ορθή προσέγγιση των ΗΠΑ στην Τουρκία απαιτεί από τους Αμερικανούς αξιωματούχους να ακούσουν αυτές τις ξένες φωνές.»
Στο άρθρο του ο αμερικανός αναλυτής επισημαίνει τρία γεγονότα που καταδεικνύουν πως ο Ερντογάν θέλει να αποκτήσει πυρηνικά όπλα:
1. Την δική του εκπεφρασμένη θέληση
2. Κατά μήκος της μεσογειακής ακτής της Τουρκίας, οι Ρώσοι κατασκευάζουν τέσσερις μεγάλους μη στρατιωτικούς πυρηνικούς αντιδραστήρες στην πυρηνική εγκατάσταση Akkuyu. Ο Ερντογάν ελπίζει ότι οι Ρώσοι θα ολοκληρώσουν τον πρώτο αντιδραστήρα έως το 2023, εγκαίρως για τις γιορτές της ίδρυσης της σύγχρονης Τουρκίας πριν από έναν αιώνα.
Η Άγκυρα λέει ότι χρειάζεται πυρηνική ενέργεια για να μειώσει την εξάρτησή της από τις εισαγωγές φυσικού αερίου από αναξιόπιστους εταίρους - Ρωσία και Ιράν - και για να καλύψει τη ζήτηση ηλεκτρικής ενέργειας. Αυτή η ζήτηση αυξήθηκε με τον υψηλότερο ρυθμό όλων των χωρών του ΟΟΣΑ από το 2005.
Αλλά η περίπτωση της Άγκυρας για πυρηνική ενέργεια δεν συνάδει. Η εγκατάσταση Akkuyu δεν κάνει την Τουρκία λιγότερο εξαρτημένη από ξένες δυνάμεις. Η Ρωσία θα κατέχει και θα εκμεταλλεύεται την εγκατάσταση και είναι αποδεδειγμένο ότι η Μόσχα χρησιμοποιεί όλα τα ενεργειακά της περιουσιακά στοιχεία - όχι μόνο ορυκτά καύσιμα - για εξαναγκασμό. Στην πραγματικότητα, το εργοστάσιο Akkuyu είναι μια κακή επένδυση.
Ενώ η Rosatom, η κρατική εταιρεία πυρηνικής ενέργειας της Ρωσίας, πληρώνει το λογαριασμό για τον πρώτο αντιδραστήρα, δεν θα κάνει το ίδιο για τους άλλους τρεις αντιδραστήρες της Akkuyu. Παρά τα χρόνια αναζήτησης, οι Ρώσοι δεν βρήκαν ούτε έναν ιδιώτη επενδυτή για το έργο. Για να ολοκληρώσει το Akkuyu, η τουρκική κυβέρνηση θα πρέπει να το χρηματοδοτήσει μέσω δημόσιου χρέους ή να εξασφαλίσει ολοένα και πιο σπάνιες ξένες επενδύσεις.
3. Ο Ερντογάν συνεργάζεται στρατιωτικά με ένα πυρηνικά οπλισμένο Πακιστάν, μια χώρα που δεν βρίσκεται κοντά στα σύνορα της Τουρκίας. Για δεκαετίες, οι τουρκο-πακιστανικές σχέσεις ήταν ζεστές αλλά επιφανειακές. Από το 2018, ο Ερντογάν ενίσχυσε σημαντικά τους δεσμούς. Φέτος μίλησε σε κοινή σύνοδο του κοινοβουλίου του Πακιστάν για τέταρτη φορά, υποστηρίζοντας παθιασμένα τη θέση του Πακιστάν στη διαμάχη του Κασμίρ. Όχι μόνο ο Ερντογάν ξαφνικά ενδιαφέρθηκε έντονα για το Κασμίρ, αλλά παρέχει στον στρατό του Πακιστάν εξελιγμένα όπλα.
Με όλα αυτά τα δεδομένα λοιπόν αλλά και πολλά άλλα που πιθανότατα δεν θα δουν ποτέ το φως της δημοσιότητας, κάνουν τους αναλυτές στο δυτικό κόσμο να ανατριχιάζουν από την ισλαμική στροφή που κομίζει ο Ερντογάν, καθώς διαπιστώνουν αργά αλλά σταθερά πως μέσα στον κόρφο του ΝΑΤΟ εκκολάπτεται ένα «δυτικό Ιράν».