Εθνικά θέματα

Επαναπροσέγγιση Σ. Αραβίας-Κατάρ: Μια θετική για τα Ελληνικά συμφέροντα εξέλιξη

Στο άκουσμα της προαναγγελθείσης εδώ και καιρό εξέλιξης, επικράτησε μία αρχική αμηχανία στην ελληνική δημοσιογραφική κοινότητα όπως και σε μερίδα των Ελλήνων αναλυτών. Δεν έλειψαν από τις πρώτες ώρες, τοποθετήσεις σύμφωνα με τις οποίες η εν λόγω εξέλιξη αποδυναμώνει τη θέση της Ελλάδας στην Εγγύς και τη Μέση Ανατολή, ενώ αντίστοιχα ενισχύεται η Τουρκία. Συνακόλουθα, έγινε αναπαραγωγή των σχεδόν διθυραμβικών δημοσιευμάτων των τουρκικών μέσων που ελέγχονται από το καθεστώς Ερντογάν, δείγμα του κλασικού ελληνικού ετεροπροσδιορισμού και των φοβικών συνδρόμων.

Η εξομάλυνση των σχέσεων των δύο κρατών, έρχεται να τερματίσει μία περίοδο τρεισήμισι ετών (5 Ιουνίου 2017- 5 Ιανουαρίου 2021) κατά την οποία η Σαουδική Αραβία, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα (ΗΑΕ), το Μπαχρέιν, η Αίγυπτος και μερικές ακόμη χώρες δορυφόροι, επέβαλαν σκληρές εμπορικές και διπλωματικές κυρώσεις στο Κατάρ. Προϋπόθεση για τη λήξη του αποκλεισμού, ήταν τα 13 σημεία, τα οποία ζητούσαν να ικανοποιήσει το Κατάρ. Σημαντικότερα αγκάθια, αποτέλεσαν η στάση που ακολούθησε το Κατάρ κατά την Αραβική Άνοιξη και η υποστήριξη της Μουσουλμανικής Αδελφότητας (χαρακτηρίζεται ως τρομοκρατική οργάνωση στον Κόλπο), η εχθρική προς τις πετρελαιομοναρχίες και το καθεστώς Σίσι «προπαγάνδα» του δημοσιογραφικού δικτύου Al JΑZEERA και τέλος, η παρουσία της τουρκικής στρατιωτικής βάσης και ο εναγκαλισμός του Κατάρ με το καθεστώς Ερντογάν, ο οποίος και φημολογείται ότι ηγείται της Μουσουλμανικής Αδελφότητας. Τα παραπάνω είναι σχετικά γνωστά όπως και η μεσολάβηση του γαμπρού του Προέδρου Τrump, Κushner, για την θετική έκβαση της υπόθεσης.

Η αρχική αίσθηση στον διεθνή τύπο και τους διεθνείς αναλυτές, ήταν ότι η εν λόγω εξέλιξη, όπως επιστεγάστηκε στην πρόσφατη σύνοδο του Gulf Cooperation Council (GCC) στην ιστορική πόλη Al-Ula της ΣΑ, αποτέλεσε νίκη του Κατάρ, δεδομένου ότι δεν έγινε ουσιαστική αναφορά στις 13 προϋποθέσεις που είχαν τεθεί. Όμως αυτό δεν μπορεί να είναι απόλυτα σωστό. Η νίκη αυτή είναι «Πύρρειος», καθώς και τα δύο κράτη κατά το διάστημα αυτό, υπέφεραν σοβαρά σε οικονομικό επίπεδο, ειδικά μάλιστα κατά την περίοδο της πανδημίας και των σοβαρών συνεπειών που προκάλεσε στα πετρελαιοπαραγωγά κράτη. Ή αποκατάσταση των σχέσεών τους, ήταν απλά θέμα χρόνου να συμβεί, ούτως ή άλλως για οικονομικούς λόγους. Τα ΗΑΕ μάλιστα, ήδη εδώ και 2 χρόνια, είχαν επιτρέψει τη διασύνδεση με τα λιμάνια του Κατάρ, με την προϋπόθεση οι μεταφορές να γίνονται αποκλειστικά με πλοία ξένων νηολογίων πλην ΗΑΕ και Κατάρ. Άξιο αναφοράς, ότι η μεγάλη QATAR AIRWAYS περιέκοψε τους προορισμούς που εξυπηρετούσε από 170 σε 100, ανακοίνωσε απώλειες 2 δις δολαρίων και προχώρησε σε απολύσεις μερικών χιλιάδων εργαζομένων, πέραν των σημαντικών περικοπών στη μισθοδοσία των υπολοίπων. Σύμφωνα με πληροφορίες, απολύθηκε το 30% από ένα σύνολο 32.000 υπαλλήλων!

Φυσικά, ο χρόνος της συμφωνίας δεν είναι άσχετος με τις γεωπολιτικές ανακατατάξεις στο ευρύτερο σύμπλοκο όχι απλά της Μέσης Ανατολής αλλά της Ευρασίας και τις γεωστρατηγικές επιδιώξεις τόσο των παικτών του Κόλπου αλλά και των περιφερειακών. Μεγάλος κερδισμένος από τον αποκλεισμό του Κατάρ ήταν το Ιράν, το οποίο άμεσα παραχώρησε επισιτιστική βοήθεια, τα λιμάνια και τον εναέριο χώρο του, με απότοκο τον Αύγουστο του 2017 να αποκαταστήσουν οι δύο χώρες πλήρεις διπλωματικές σχέσεις. Είναι σχετικά οξύμωρο να χρεώνεται η διακυβέρνηση Τrump την αποκλιμάκωση ως μία τελευταία διπλωματική επιτυχία, πριν να παραδώσει σκυτάλη, δεδομένου ότι συναίνεσε στον αποκλεισμό του Κατάρ. Είναι απόλυτα λογικό για τη σαουδαραβική ηγεσία να επιθυμεί να κλείσει ένα σημαντικό ζήτημα, πριν την έλευση της διακυβέρνησης Biden, δεδομένης της πιθανής αλλαγής πολιτικής των ΗΠΑ στο θέμα των πυρηνικών του Ιράν και της προοπτικής δημιουργίας συνασπισμού του σουνιτικού αραβικού κόσμου με το Ισραήλ, εναντίον του Ιράν. Δε θα πρέπει να μας διαφεύγει και η εκπεφρασμένη αποδοκιμασία του Biden για τις πρακτικές του σαουδάραβα πρίγκιπα (de facto ηγέτη του Βασιλείου) Salman (ΜΒS), στην υπόθεση της δολοφονίας Κασόγκι.

Ωστόσο, η μεγάλη εικόνα σύμφωνα και με έγκυρους αναλυτές του εξωτερικού, ίσως είναι αυτή που μετέφερε στο ελληνικό κοινό σε πρόσφατη αναφορά του ο Σάββας Καλεντερίδης, μεταφράζοντας το άρθρο του δημοσιογράφου Mehmet Ali Güller της φιλοκεμαλικής Cumhuriyet. Σύμφωνα με το άρθρο, η «Συμφωνία του Αβραάμ», πτυχή της οποίας είναι η συμφωνία Κατάρ-Σαουδικής Αραβίας, πέραν της δημιουργίας αντι-Ιράν άξονα, κύριο σκοπό έχει τη διασύνδεση των ενεργειακών κοιτασμάτων του Κατάρ και των άλλων χωρών του Κόλπου με αυτά της ανατολικής Μεσογείου. Με δεδομένο ότι τα τελευταία δεν είναι αρκετά για την πολυπόθητη ενεργειακή αυτονόμηση της Ευρώπης από τη Ρωσία, το Ισραήλ θα μετατραπεί σε ενεργειακό κόμβο, συνδέοντας τα κοιτάσματα του κόλπου με τον διεθνή Οργανισμό (πλέον) EAST MED GAS, στον οποίο πρόσφατα εντάχθηκαν σε ρόλο παρατηρητή και τα ΗΑΕ. Με τον τρόπο αυτό, η «δυτική γεωπολιτική αρχιτεκτονική» αποδυναμώνει τόσο τη Ρωσία, τελειώνοντας το μονοπώλιο της στην Ευρώπη, όσο κυρίως την Κίνα, στην οποία αποστερεί την πρόσβαση σε μία τόσο σημαντική πηγή ενεργειακών πόρων.

Αξίζει να σημειωθεί, ότι η Κίνα εκμεταλλεύτηκε τις χαμηλές τιμές στην αγορά υδρογονανθράκων λόγω covid-19 και «στόκαρε» από πέρυσι τα αποθέματά της για όλο το 2021, προμηθευόμενη πετρελαιοειδή από τον Κόλπο και κυρίως από τη Σαουδική Αραβία. Σε αυτό το σημείο, θα πρέπει να βάλουμε στο κάδρο, το ευρύτερο υπερσύμπλοκο μεταξύ της Μέσης Ανατολής και του Ινδοπακιστανικού χώρου, διότι στις εξελίξεις στην ινδοπακιστανική υποήπειρο, εμπλέκεται η Κίνα και συνεπώς επηρεάζεται άμεσα η γεωπολιτική κατάσταση αλλά και οι γεωστρατηγικές επιδιώξεις από τον Περσικό, μέχρι τη Μεσόγειο.

H Κίνα αναμείχθηκε ενεργά σε μία όχι πολύ γνωστή διαμάχη στην Ελλάδα, μεταξύ Σαουδικής Αραβίας και Πακιστάν. Οι δύο χώρες από στενοί σύμμαχοι, τα τελευταία 2 χρόνια έχουν δει τις σχέσεις τους να βρίσκονται στο Ναδίρ. Αν και το θέμα έχει πολλές προεκτάσεις, θα μπορούσε να αναφερθεί ότι σημαντικό αγκάθι αποτελούν οι σχέσεις του Πακιστάν με το καθεστώς Ερντογάν, τη Μουσουλμανική Αδελφότητα και το Ιράν. Το Δεκέμβρη του 2019, το Πακιστάν είχε προσκληθεί από τη Μαλαισία στη Διάσκεψη της Κουάλα Λουμπούρ μαζί με την Τουρκία και το Ιράν. Σκοπός της διάσκεψης ήταν η δημιουργία ενός ισλαμικού μπλοκ εκτός του OIC (Οργανισμός Ισλαμικής Συνεργασίας) όπου την πρωτοκαθεδρία έχει η Σαουδική Αραβία. Κατόπιν σφοδρών πιέσεων και απειλών για οικονομικά μέτρα από την τελευταία, το Πακιστάν ταπεινώθηκε ματαιώνοντας τη συμμετοχή του, όπως επίσημα έκανε γνωστό αργότερα, ο υπουργός εξωτερικών του Πακιστάν. Η Σαουδική Αραβία επίσης και ο ΟΙC ακολούθως, αρνήθηκαν να καταδικάζουν την Ινδία στην πρόσφατη κρίση του Κασμίρ. Ο Πακιστανός υπουργός εξωτερικών απείλησε να οργανώσει ισλαμική σύνοδο για το Κασμίρ εκτός ΟΙC και η ρήξη επήλθε. Η Σαουδική Αραβία απαίτησε την επιστροφή του χαμηλότοκου δανείου των 3 δις Δολαρίων που έδωσε στο Πακιστάν κατά τη νομισματική κρίση του 2018 και σταμάτησε να εκδίδει βίζες για Πακιστανούς υπηκόους. Ταυτόχρονα, τα ΗΑΕ για «επιδημιολογικούς» λόγους, πάγωσαν την έκδοση βίζας για υπηκόους 13 χωρών, μεταξύ των οποίων και του Πακιστάν. Παράλληλα, ανακοίνωσαν ότι επιδιώκουν την αύξηση του εργατικού δυναμικού από την Ινδία, παρόλο που τα επιδημιολογικά δεδομένα εκεί ήταν χειρότερα. Σημειώνεται ότι στην Σαουδική Αραβία εργάζονται περισσότερο από ένα εκατομμύριο Πακιστανοί πολίτες, ενώ στα ΗΑΕ προσεγγίζουν το ενάμιση εκατομμύριο. Τα εμβάσματα των Πακιστανών εργατών από τις δύο αραβικές χώρες προς το Πακιστάν, υπολογίζονται σε 10 δις (!) δολάρια, ποσό υπέρογκο για την ασθμαίνουσα οικονομία του Πακιστάν. Το σημαντικό ωστόσο σε αυτή τη διένεξη, είναι ότι η Κίνα συνέδραμε το Πακιστάν στην αποπληρωμή του δανείου, με την τρίτη και τελευταία δόση να αποπληρώνεται σε λίγες εβδομάδες. Το Πακιστάν έχει επίσης ανακοινώσει ότι επιδιώκει τη συνεργασία με το Ιράν στα πλαίσια του κινεζικού προγράμματος ΒRI (Belt and Road Initiative). Αντιτίθεται δε σθεναρά στην αποκατάσταση διπλωματικών σχέσεων με το Ισραήλ, που προχώρησαν πρόσφατα αρκετές μουσουλμανικές χώρες και στηρίζει οργανώσεις όπως η Χαμάς και η Χεζμπολάχ. Στην περίπτωση που ο οικονομικός στραγγαλισμός του Πακιστάν από τα δύο πετρελαιοπαραγωγά κράτη συνεχιστεί και δεν αποδειχθεί αρκετός ο εναγκαλισμός με την Κίνα, δεν θα πρέπει να θεωρηθεί απίθανη μία στροφή του Πακιστάν. Η αλλαγή πολιτικής θα αφορά τη σταδιακή απαγκίστρωσή, του από το πλευρό της Τουρκίας και του ισλαμιστικών οργανώσεων, ενδεχόμενο που θα αποτελέσει ακόμη ένα πλήγμα για την Τουρκία, η οποία σταθερά απομονώνεται.

Όλα τα παραπάνω, κάνουν προφανές ότι η διαμορφούμενη κατάσταση δεν είναι τόσο ευνοϊκή για την Τουρκία. Κάθε άλλο! Έχει δημιουργηθεί ένας σαφής γεωπολιτικός άξονας που ξεκινά από τη Γαλλία και μέσω Ελλάδας, Κύπρου, Ισραήλ, Αιγύπτου, Σαουδικής Αραβίας και ΗΑΕ, καταλήγει στην Ινδία. Από την άλλη, στην πλευρά του κακού, ο άξονας που επιχειρεί να εκμεταλλευτεί η Κίνα και η Ρωσία εμβόλιμα, ξεκινά από τη Γερμανία και μέσω του διπόλου Τουρκίας-Αζερμπαϊτζάν, συνεχίζει προς Ιράν (παρά τα διμερή ζητήματα με το δίπολο), Πακιστάν, φτάνοντας στον Ειρηνικό και τη Μαλαισία. Η Τουρκία έχει διαλέξει στρατόπεδο και συμμάχους και δε θα είναι τόσο εύκολο να κάνει τη «κυβίστηση». Η έλευση Biden και η επιστροφή σε μία κατά Spykman–Mackinder, πιο ψυχροπολεμική και συμβατική οπτική της Γεωπολιτικής, δε θα της επιτρέπει να λειτουργεί ως εκκρεμές και «εταίρα της Γεωπολιτικής» αλλάζοντας διαρκώς «εραστές». Θα πρέπει να διαλέξει είτε τον «Θείο Σαμ» είτε τη «Ρωσική Αρκούδα» και τότε απλά, ο χαμένος θα της στείλει τον λογαριασμό.

Σε σχέση με τον Περσικό Κόλπο, μέλλει να δούμε κατά πόσο αυτή η εξομάλυνση θα έχει αποτέλεσμα, διάρκεια και κυρίως βάθος. Ήδη η QATAR AIRWAYS, εκτέλεσε στις 7 Ιανουαρίου την πρώτη πτήση της πάνω από τον εναέριο χώρο της Σαουδικής Αραβίας με προορισμό το Γιοχάνεσμπουργκ. Θα ήταν αρκετά δύσκολο για το Κατάρ για λόγους γοήτρου και με δεδομένο ότι κατάφερε να αντέξει τον αποκλεισμό, να αποδεχόταν επίσημα την ικανοποίηση των 13 προϋποθέσεων που του έθεσαν για την άρση του. Ωστόσο, είναι δεδομένο ότι εάν δε θέλει να επιστρέψει στην πρότερη κατάσταση ή και σε ακόμη χειρότερη, θα υποχρεωθεί να απαγκιστρωθεί σταδιακά από την έως τώρα ακαμψία του και θα ικανοποιήσει έως ένα βαθμό, αρκετά από τα ζητήματα που ενοχλούσαν τις πετρελαιομοναρχίες και το καθεστώς Σίσι. Απότοκο αυτού, θα είναι η αποδυνάμωση της Μουσουλμανικής Αδελφότητας εντός του Κατάρ και ο πιθανός εξαναγκασμός της να αποσύρει μερικώς ή και εν συνόλω το δίκτυό της. Κάτι τέτοιο θα είναι βεβαίως αρνητικό για τον φημολογούμενο ως ηγέτη της Ερντογάν και το καθεστώς του.

Η Τουρκία όπως και με τους υπόλοιπους Άραβες, δε διαθέτει συνεκτικά στοιχεία με το Κατάρ, πέραν των κοινών συμφερόντων τα οποία «έδεσαν» τη δεδομένη στιγμή. Το Κατάρ χρειάστηκε εγγυητή της ασφάλειάς του και επισιτιστική βοήθεια και η Τουρκία ζεστό χρήμα για να στηρίξει την παραπαίουσα λίρα. Κατά τα λοιπά, οι Τουρκία με βάση το Οθωμανικό της παρελθόν είναι μισητή στους Άραβες, ενώ δεν πρόκειται να γίνει ποτέ αποδεκτή η προσπάθεια της να εμφανιστεί ως η ηγέτιδα του μουσουλμανικού κόσμου, στα πλαίσια του ερντογανικού οράματος για ανασύσταση του Θεσμού του Χαλιφάτου, που κατήργησε ο Κεμάλ το 1924. Παρά τον κλειστό έλεγχο που ασκεί η Καταριανή μοναρχία στον τύπο, είναι γνωστή η απέχθεια στην κοινωνία του Κατάρ για τους Τούρκους στρατιωτικούς της τουρκικής αποστολής και την συμπεριφορά τους. Χαρακτηριστικό είναι το περιστατικό όπου Τούρκος αξιωματικός σκότωσε στρατηγό του Κατάρ, ενώ μέλη της βασιλικής οικογένειας που έχουν έρθει σε ρήξη με τον Εμίρη, αναφέρονται στη δυσαρέσκεια του γηγενούς πληθυσμού σε μέσα του εξωτερικού. Αντίστοιχα, στην Τουρκία υπάρχει δυσαρέσκεια για την εξαγορά σημαντικής κρατικής περιουσίας, «bir para» από το Κατάρ. Εν ολίγοις, οι σχέσεις των κρατών όπως εύκολα αναπτύσσονται, έτσι και εύκολα, φθίνουν.

Από την άλλη, το γεγονός ότι το Κατάρ ομαλοποίησε τις σχέσεις του με τη Σαουδική Αραβία, δε σημαίνει ότι αυτό αυτοδίκαια θα συμπαρασύρει και τον πάτρωνά του την Τουρκία. Προκαλεί εντύπωση η ευκολία με την οποία ανακυκλώθηκε αυτή η «εκτίμηση». Και αν για τους Τούρκους αναλυτές συνιστά «σφάλμα προσδοκίας», για τους δικούς μας αποτελεί δείγμα ευνουχισμένης και ηττοπαθούς σκέψης. Ο διάδοχος πρίγκηπας και de facto κυβερνήτης της Σαουδικής Αραβίας ΜΒS, με την ιδιαίτερη ιδιοσυγκρασία του, θα ήταν πολύ δύσκολο να καταδεχτεί να συνομιλήσει με τον Ερντογάν, μετά τα όσα συνέβησαν στην υπόθεση Κασόγκι και την επίμονη προσπάθεια του καθεστώτος Ερντογάν να τον εκθέσει. Ακολούθως, η στενότατη σχέση της Τουρκίας με το Πακιστάν και η προσπάθεια απαξίωσης του ΟIC, όπως αναλύθηκε, δημιουργούν ένα ακόμη εμπόδιο. Η Σαουδική Αραβία δε δίστασε, με τον πλέον άκομψο διπλωματικά τρόπο, να τιμωρήσει το Πακιστάν για την απείθειά του και δεν υπάρχει κανένας λόγος να «συγχωρέσει» την Τουρκία, από τη στιγμή που ο στενός της σύμμαχος προσεταιρίζεται το Ιράν και την Κίνα. Εδώ «κουμπώνει» και η αποστολή των ελληνικών PATRIOT στη Σαουδική Αραβία, με την οποία η Ελλάδα επιχειρεί να «δέσει» και να δεσμεύσει μακροπρόθεσμα την αραβική χώρα στη διαμορφούμενη συμμαχία. Η απόφαση για την αποστολή τους η οποία υπό το πρίσμα της έντασης με την Τουρκία εύλογα μοιάζει παράλογη, εντάσσεται σε μία ευρύτερη στρατηγική στρατιωτικής διπλωματίας στην οποία θα αναφερθούμε στη συνέχεια.

Αναφορικά με τα ΗΑΕ, είναι γνωστή η αντιπαλότητα ή και το μίσος μεταξύ των ΗΑΕ και του Κατάρ. Η αντιπαλότητα ανάμεσα στους δύο Οίκους, των Νahyan του Αμπού Ντάμπι και των Thani του Κατάρ, πηγαίνει πίσω στον 19ο αιώνα. Οι Εμιράτι δεν ξεχνούν ότι την τελευταία στιγμή το Κατάρ αρνήθηκε να συμμετάσχει στην Ομοσπονδία των 7 Εμιράτων το 1971, ακολουθώντας πορεία αυτόνομη ή ότι το Κατάρ τους κατηγόρησε για υποκίνηση πραξικοπήματος το 1996, εναντίον του πατέρα του σημερινού Εμίρη. Χαρακτηριστικά στα ΗΑΕ, το Κατάρ και οι Καταριανοί δεν αναφέρονται καν ως λέξεις. Είναι «οι άλλοι». Είναι γνωστή επίσης, η αντιπαράθεσή τους σε διάφορες εστίες αστάθειας στον αραβικό κόσμο και την Αφρική, με χαρακτηριστικότερη την περίπτωση της Λιβύης και την εκατέρωθεν υποστήριξη των δύο αντιμαχόμενων πλευρών. Καθώς τα ΗΑΕ εμφανίζονται ως ο χαμένος της υπόθεσης, εκτιμάται ότι θα επιχειρήσουν να υπερτονίσουν το ρόλο τους στην περιοχή ως μία «μεσαία δύναμη» με ισχυρή οικονομία και αντιπαραβάλλοντας ικανότατες ένοπλες δυνάμεις έναντι του Ιράν. Στα πλαίσια αυτά, θα προβάλλουν τη διπλωματική τους ισχύ και τις συμμαχίες τους, στην προσπάθειά τους να υποσκελίσουν το Κατάρ, στη νέα πραγματικότητα που διαμορφώνεται στον περσικό κόλπο, κάτι που φυσικά είναι υπέρ των ελληνικών συμφερόντων. Η «μικρή Σπάρτη» κατά το Στρατηγό James Mattis, πρώην υπουργό Άμυνας των ΗΠΑ, θα αποτελέσει τον «βατήρα» της πολυδιάστατης ελληνικής παρουσίας στην περιοχή.

Ανοίγοντας εδώ μία παρένθεση, η αμυντική συμφωνία με τα ΗΑΕ δεν έχει εκτιμηθεί όσο πρέπει από τους Έλληνες αναλυτές. Συχνά μάλιστα συγκρίνεται αναιτίως με τη «δυνητική» συμφωνία με τη Γαλλία, με τρόπο άκομψο και εσφαλμένο. Η Γαλλία είναι η μοναδική πυρηνική δύναμη της Ε.Ε και με αυξημένο ειδικό βάρος. Μία πιθανή ή δυνητική συμφωνία με μία χώρα όπως η Γαλλία, θα προκαλέσει – και έχει ήδη προκαλέσει – την αντίδραση άλλων μεγάλων δυνάμεων, οι οποίες θα επιχειρήσουν να την τορπιλίσουν (με μεγάλη επιτυχία έως τώρα). Από την άλλη, όντας μέλος του ΝΑΤΟ, όπως και η Τουρκία, πολύ δύσκολα θα μπορέσει να παράσχει την πολυπόθητη «αμυντική συνδρομή» που με περίσσια ευκολία αναφέρεται ως μία «ευκόλως διαθέσιμη επιλογή, την οποία εμείς δεν αξιοποιούμε». Από την άλλη, έχουμε μία χώρα όπως τα Εμιράτα που πλασάρεται ως «μεσαία δύναμη». Μπορούμε μαζί, να προχωρήσουμε σε πολυεπίπεδη συνεργασία χωρίς αντιδράσεις από μεγάλους παίχτες. Σημείο κλειδί σε επιχειρησιακό και τακτικό επίπεδο, είναι η ομοιογένεια και η συμβατότητα που έχουμε σε σημαντικά οπλικά συστήματα. Αεροσκάφη F-16, MIRAGE-2000, αντιαεροπορικά PATRIOT, ελικόπτερα APACHE, CHINOOK, μαζί με τα όπλα τους, βρίσκονται στα οπλοστάσια και των δύο χωρών. Ίσως, σε περίπτωση ελληνοτουρκικού πολέμου να μη δούμε εμιρατιανά αεροσκάφη στο πλευρό μας. Θα δούμε όμως πιθανότατα τα όπλα τους και ποσότητες ανταλλακτικών. Ενδεικτικά, ΑΙΜ-120 AMRAAM, AIM-9 SIDEWINDER, MICA, AGM-88 HARM, AGM-65 MAVERICK, AGM-114 HELLFIRE, ακόμη και AGM-84 HARPOON (μετά λόγου γνώσεως το τελευταίο). Είναι πολύ πιθανό μάλιστα να μας συνδράμουν με αεροσκάφος εναέριου ανεφοδιασμού ΜRTT (A330), καλύπτοντας το ελληνικό κενό. Το σημαντικότερο όμως είναι ότι η «μικρή Σπάρτη» υπό τη στιβαρή ηγεσία του Μοhamed Bin Zayed (ΜΒΖ), διαδόχου πρίγκιπα του Αμπού Ντάμπι, ΠΡΑΤΤΕΙ και ΕΝΕΡΓΕΙ. Προς επίρρωση των παραπάνω, σε όλες τις εστίες αστάθειας του αραβικού κόσμου επίσημα ή και ανεπίσημα, δε διστάζουν να χρησιμοποιήσουν την επιρροή τους και τα μέσα τους, για την επίτευξη των στόχων τους, δίχως φοβικά σύνδρομα και διστακτικότητά. Χαρακτηριστικό παράδειγμα, η περίπτωση της Λιβύης τόσο με την ανοιχτή στήριξη στο Khalifa Haftar, που με καθυστέρηση «ανακαλύψαμε» στην Ελλάδα, όσο και με τις φημολογούμενες εμπλοκές τουρκικών στόχων. Αν κάποιος πολεμάει σήμερα και «ματώνει» το καθεστώς Ερντογάν πραγματικά, δεν είναι άλλος από τα ΗΑΕ.

Ο ίδιος άλλωστε ο Ερντογάν έχει κατηγορήσει τον ΜΒΖ προσωπικά για το αποτυχημένο πραξικόπημα του 2016. Τα ΗΑΕ έχουν κηρύξει ανένδοτο αγώνα εναντίον της Μουσουλμανικής Αδελφότητας και του «κηδεμόνα» της Ερντογάν, τον οποίο πρέπει να εκμεταλλευτεί και να κεφαλαιοποιήσει προς όφελός της η Ελλάδα. Αμέσως μετά την πρόσφατη συμφωνία μεταξύ ΗΑΕ και Ισραήλ (Λευκός Οίκος - 15 Σεπτεμβρίου 2020), υπήρξαν φήμες για προσπάθεια υποκίνησης ταραχών από μεμονωμένα στοιχεία της Αδελφότητας, στη Σαουδική Αραβία και τα ΗΑΕ, που καταπνίγηκαν πριν ακόμη την εκδήλωσή τους από τις υπηρεσίες ασφαλείας. Οι σχέσεις με το Ισραήλ ήρθαν για να μείνουν και μάλιστα ανεπίσημα, υπήρχαν εδώ και καιρό στον τομέα της ασφάλειας (αναβληθείσα ΕΧΡΟ 2020 DUBAI). Οι δύο χώρες με άλματα στην κυριολεξία αναπτύσσουν τη συνεργασία τους στους τομείς της ασφάλειας, του εμπορίου και του τουρισμού, με το Ντουμπάι να έχει ήδη, παρά την πανδημία, δεχθεί πλήθος Ισραηλινών τουριστών.

Επόμενο σημείο, οι σχέσεις του Ισραήλ με το Κατάρ και η προοπτική ομαλοποίησής τους. Αξίζει να σημειωθεί ότι τα δύο κράτη, εδώ και χρόνια έχουν μία μορφή συνεργασίας, καθώς το Κατάρ με την άδεια του Ισραήλ, έχει δαπανήσει τεράστια ποσά για τη σταθεροποίηση της Λωρίδας της Γάζας. Ωστόσο, μέχρι να δούμε την πλήρη ομαλοποίηση των σχέσεών τους, υπάρχουν πολλά αγκάθια. Το Κατάρ όπως αναφέρθηκε, έχει στενούς δεσμούς με τον Ερντογάν ο οποίος διακηρυγμένο στόχο έχει «την απελευθέρωση της Ιερουσαλήμ», φιλοξενεί τουρκική στρατιωτική βάση, χρηματοδοτεί το δίκτυο AL JAZEERA, το οποίο εκφράζει αντιαμερικανικές και κυρίως αντιΙσραηλινές θέσεις, υποθάλπει και στηρίζει τη Μουσουλμανική Αδελφότητα και ακόμη περισσότερο, τη Χαμάς και σιωπηλώς τη Χεζμπολάχ. Ακόμη, έχει δώσει καταφύγιο στον Azmi Bishara, Ισραηλινό ακαδημαϊκό αραβικής καταγωγής και επί σειρά ετών μέλος του ισραηλινού κοινοβουλίου, ο οποίος κατηγορήθηκε για κατασκοπεία υπέρ της Χεζμπολάχ, κατά τον πόλεμο του Λιβάνου το 2006. Τέλος, κάλυψε το υπέρογκο ποσό της νομικής κάλυψης, της προσφυγής της Παλαιστινιακής Αρχής εναντίον του κράτους του Ισραήλ, στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης, για εγκλήματα πολέμου εναντίον των Παλαιστινίων.

Γίνεται αντιληπτό ότι στο μεγάλο σχέδιο για τη Μέση Ανατολή υπάρχουν πολλά εμπόδια που πρέπει να παρακαμφθούν και η ομαλοποίηση των σχέσεων των κρατών δεν είναι μόνο ζήτημα αλλαγής πολιτικής γραμμής. Σε αυτά τα πλαίσια, το Κατάρ οφείλει να αλλάξει δραματικά την πολιτική του εάν επιθυμεί να γίνει μέρος του σχεδιασμού και να αποφύγει το γεωπολιτικό ή ακόμη και πολιτικό του αφανισμό, στην περίπτωση που διολισθήσει στις πολιτικές του προσφάτου παρελθόντος. Διότι τότε, θα είναι εξαιρετικά δύσκολο να βρει συμπαραστάτες. Όπως οι υπόλοιποι σημαντικοί δρώντες του αραβικού κόσμου, έτσι και το Κατάρ, μοιραία θα αναγκαστεί να επαναπροσδιορίσει τη σχέση του με το Ισραήλ, ως κομβικού παράγοντα της νέας αρχιτεκτονικής της Εγγύς και Μέσης Ανατολής. Η διαφαινόμενη και λογική λοιπόν στροφή του Κατάρ, θα αποδυναμώσει μοιραία τη θέση της Μουσουλμανικής Αδελφότητας, της Χαμάς και συνεπακόλουθα του κοινού υποστηρικτή τους της Τουρκίας, προοπτικής θετικής για τα ελληνικά συμφέροντα.

Η Τουρκία λοιπόν, πέρα από τους αρχικούς διθυράμβους φαίνεται να αναδεικνύεται στον μεγάλο χαμένο και παρία της περιοχής. Τα επικοινωνιακά ανοίγματα του Ερντογάν προς το Ισραήλ, ακόμη και τα πληρωμένα μέσω πρόσφατων δημοσιευμάτων από φιλικά (κατόπιν πληρωμής) think tank του Ισραήλ, δεν έχουν αντίκτυπο. Τα γεγονότα του Μαβί Μαρμαρά, η ισλαμιστική ατζέντα τους Ερντογάν, η υπόθαλψη της Χαμάς και της Μουσουλμανικής Αδελφότητας, η εκπεφρασμένη βούληση του για απελευθέρωση της Ιερουσαλήμ ως νέος Σαλαδίνος, δεν μπορούν να αγνοηθούν, ειδικά όσο ο Μπέντζαμιν Νετανιάχου και το σύστημά του, έχουν την εξουσία. Ακόμη όμως και σε περίπτωση πολιτικής αλλαγής, τόσο στο Ισραήλ, όσο και στην Τουρκία τα πράγματα δε θα είναι καθόλου εύκολα. Και εδώ έρχεται η αφυπνισθείσα προσφάτως ελληνική εξωτερική πολιτική. Η Ελλάδα μέσω του Οργανισμού ΕAST MED και της στενής στρατιωτικής συνεργασίας που έχει αναπτύξει με το Ισραήλ τα τελευταία χρόνια, επιχειρεί να «δέσει» και να δεσμεύσει (όπως αναφέραμε και για τη Σαουδική Αραβία) μακροπρόθεσμα το Ισραήλ, στο νεοδιαμορφωθέντα άξονα που αναφέραμε. Στο επίπεδο της στρατιωτικής συνεργασίας μετά την αρχική αμηχανία, οι δύο χώρες ανέπτυξαν στενότατη συνεργασία, ειδικά τον αεροπορικό τομέα και αυτού των πληροφοριών. Οι συχνές κοινές αεροπορικές ασκήσεις (ΗΝΙΟΧΟΣ, BLUE FLAG) έχουν ανοίξει το δρόμο για σύσφιξη σχέσεων και σε πολλά άλλα πεδία πλην του στρατιωτικού. Ο γράφων έχοντας την ευκαιρία να συμμετέχει σε αυτές τις ασκήσεις, συνοδεύοντας ισραηλινούς σχηματισμούς άνωθεν της Λήμνου, του Άη Στράτη και της Μεγίστης, αντιλήφθηκε την εκτίμηση των Ισραηλινών προς τις Ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις από πρώτο χέρι. Οι Ισραηλινοί μας «μέτρησαν», μας «ζύγισαν» και αντιλήφθηκαν ότι διαθέτουμε την Ισχύ αλλά και την ικανότητα, να τελειώσουμε την τουρκική απειλή σε 2 μέρες, όπως η ίδια η Ηγεσία τους ανέφερε. Επειδή λοιπόν διαθέτουν κουλτούρα ασφαλείας και είναι σοβαροί, έχουν «διαλέξει παίχτη». Οι Ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις έχουν δώσει στη χώρα ένα ουσιαστικό και βαρύ διπλωματικό κεφάλαιο προς αξιοποίηση.

Η Ελλάδα λοιπόν, έχει ήδη ή προτίθεται άμεσα να «χαρίσει» στο Ισραήλ σημαντικά προγράμματα, όπως η συντήρηση των C-130, η προμήθεια μη επανδρωμένων αεροσκαφών, το «εθνικό τυφέκιο», σημαντικό κομμάτι της αμυντικής βιομηχανίας (ΕΛΒΟ, ΕΑΣ, Ναυπηγεία Ελευσίνας), την αγορά των περίφημων πυραύλων SPIKE NLOS και αρκετά επί μέρους προγράμματα. Κορωνίδα όλων είναι η πρόσφατη συμφωνία με την Ισραηλινή ΕLBIT για την αεροπορική εκπαίδευση των Ιπταμένων της Π.Α. Αν απομονώσουμε τις εν λόγω συμφωνίες από το ευρύτερο πλαίσιο, υπάρχουν πολλές και σοβαρές ενστάσεις για κρίσιμα ζητήματα σκοπιμότητας αλλά και εθνικής ασφάλειας γενικότερα. Δεν είναι αντικείμενο του άρθρου και δε θα αναλυθεί, ωστόσο με βάση την πρότερη υπηρεσιακή εμπειρία του γράφοντος, η Πολεμική Αεροπορία όφειλε να έχει ανεξάρτητη και αυτόνομη αεροπορική εκπαίδευση για πλείστους λόγους, όπως συνέβαινε μέχρι σήμερα. Για την πολυετή απαξίωση των μέσων και της Αεροπορικής Εκπαίδευσης στην Καλαμάτα και τη δραστική μείωση των εισακτέων στη Σχολή Ικάρων, υπάρχουν συγκεκριμένες ευθύνες, οι οποίες δεν έχουν αποδοθεί. Η Πολεμική Αεροπορία δεν έχει ανάγκη κανέναν και θα μπορούσε αυτόνομα να λειτουργήσει ακόμη και το Διεθνές Εκπαιδευτικό Κέντρο. Παρόλα αυτά, μετά την πρότερη αναγκαία επισήμανση, εάν προσπελάσουμε το επιχειρησιακό και τακτικό επίπεδο και τις όποιες λογικές επιφυλάξεις και προσεγγίσουμε το στρατηγικό επίπεδο και τη μεγάλη εικόνα, οι παραπάνω, καθαρά πολιτικές επιλογές έχουν εξήγηση.

Η Ελλάδα με αξιοπιστία, δημιουργεί τα πειστήρια των προθέσεών της, για τη θεμελίωση μίας μακροπρόθεσμης και συμπαγούς, στρατηγικού επιπέδου συμμαχίας με το Ισραήλ, τα ΗΑΕ, τη Σαουδική Αραβία και οσονούπω την Ινδία, που δε θα κινδυνεύει από τα γραφικά και αναξιόπιστα «ανατολίτικα τσαλίμια» των νεοοθωμανών. Οι πολυεπίπεδες στρατιωτικές συνεργασίες εντάσσονται σε ένα ευρύτερο σχεδιασμό, όπου η στρατιωτική διπλωματία επιτέλους συμπορεύεται με τη συμβατική. Οι αμφιλεγόμενες για πολλούς (καλοπροαίρετους και κακοπροαίρετους) επιλογές που αναφέρθηκαν, σε σχέση με το Ισραήλ και τη Σαουδική Αραβία, αποκτούν νόημα και μας βοηθούν να συνθέσουμε τη μεγάλη εικόνα.

Συμπερασματικά, η θέση της Τουρκίας είναι εξαιρετικά δυσχερής. Έχει κουράσει πολύ και για τις επιλογές της ηγεσίας αλλά και του λαού της, πλησιάζουν και τη Νέμεσις και η Τίσις. Όπως αναλύθηκε, σε όλα τα επιμέρους υποσύμπλοκα, υπάρχουν αρκετά γεγονότα και εκκρεμή ζητήματα που δεν μπορούν να δώσουν ελπίδες στο τουρκικό καθεστώς. Αναλύσεις που βασίζονται σε αναφορές δημοσιογραφικού τύπου δεν πρέπει να μας αποπροσανατολίζουν. Το δίπολο Τουρκίας-Πακιστάν έχει εξοβελιστεί σε όλη τη Μέση Ανατολή σε επίπεδο κρατικών δρώντων. Η εμπλοκή της Ινδίας, ως αντίβαρο στην προσπάθεια της Κίνας να αποκτήσει γεωπολιτική επιρροή και κέρδη στη Μέση Ανατολή εισχωρώντας διπλωματικά, στρατιωτικά και οικονομικά στο αναφερθέν δίπολο, δημιουργεί νέα δεδομένα. Το καθεστώς Ερντογάν βρίσκεται απομονωμένο με μόνους συνομιλητές πλην του Κατάρ και του Πακιστάν, εξτρεμιστικές οργανώσεις, σε ένα δρόμο χωρίς επιστροφή, ειδικά μετά την πιθανολογούμενη σταδιακή απαγκίστρωση του Κατάρ. Εάν μάλιστα συμβεί αυτό, το Κατάρ δύναται να χρησιμοποιηθεί ως «Δούρειος Ιππος», εντός της Τουρκίας με δεδομένη την οικονομική του διείσδυση!

Στα είκοσι σχεδόν χρόνια διακυβέρνησης, το καθεστώς Ερντογάν έχει μεταλλάξει την ούτως ή άλλως προσανατολισμένη προς την ανατολή τουρκική κοινωνία. Αυτό σημαίνει ότι ακόμη και εάν ο Ερντογάν αποχωρήσει από φυσικά ή πολιτικά αίτια, η επόμενη μέρα για την Τουρκία δε θα απέχει πολύ από τη σημερινή πραγματικότητα. Είναι σφάλμα προσδοκίας να αναμένουμε μία προς δυσμάς μεταστροφή, όχι απλά της Τουρκίας, αλλά της τουρκικής κοινωνίας. Εάν καταφέρει η νεοοθωμανική Τουρκία να αποφύγει ένα νέο «Ανατολικό Ζήτημα» και να παραμείνει συμπαγής, ο διάδοχος του Ερντογάν θα ακολουθήσει τον ίδιο προσανατολισμό, αποφεύγοντας ΟΜΩΣ τα λάθη και τις υπερβολές του. Για αυτό ας προσευχόμαστε, όπως αναφέρει ο ευπατρίδης Καθηγητής και Δάσκαλος της Γεωπολιτικής Ιωάννης Μάζης, «ο Θεός να μας κόβει μέρες και να δίνει του Ερντογάν χρόνια» έως ότου η «Γαλάζια Πατρίδα» φουσκώσει και πνίξει το καθεστώς του και τα έργα του.

Η Πατρίδα μας, πέραν των φλύαρων πολλές φορές διπλωματικών πρωτοβουλιών, προχωράει επιτέλους σε κινήσεις ουσίας, εκμεταλλευόμενη το γεωπολιτικό πυλώνα της Σκληρής Ισχύος, όπου για τους γνωρίζοντες τις στρατιωτικές ικανότητες της, πλεονεκτεί. Είναι οξύμωρο αλήθεια, οι ξένοι και οι αντίπαλοι της Ελλάδας να γνωρίζουν και να υπολογίζουν τις στρατιωτικές τις δυνατότητες στην πραγματική τους διάσταση, ενώ στην Ελλάδα, αρκετοί πολιτικοί και μέλη της ακαδημαϊκής κοινότητας να τις αγνοούν ή υποτιμούν. Το πρόβλημα για την Ελλάδα δεν είναι η πραγματική στρατιωτική της Ισχύς, διότι τέτοια διαθέτει και μάλιστα δυσανάλογα μεγάλη για το μέγεθός της, παρά την οικονομική κρίση. Το πρόβλημα έγκειται στο ότι η Ελλάδα ΔΕΝ ΠΡΟΒΑΛΛΕΙ ΙΣΧΥ, ή ακριβέστερα προβάλλει κλάσμα της, καθοδηγούμενη από ετεροπροσδιορισμό και φοβικά σύνδρομα.

Η Ελλάδα βγαίνει από τον απομονωτισμό και τον αυτοπεριορισμό της και απλώνει τις γεωπολιτικές της ακτίνες πέρα από την Εγγύς Ανατολή, προς τη Μέση Ανατολή και τον Ινδικό Ωκεανό, ενώ αναδεικνύεται σε σημαίνοντα κόμβο της δυτικής αρχιτεκτονικής. Έχοντας τη κατάρα αλλά υπό προϋποθέσεις και την ευλογία να γειτνιάζει με την Τουρκία, υπερκαλύπτει τις προϋποθέσεις για να αναδειχθεί σε μία «μεσαία δύναμη». Πολύ περισσότερο, ιππεύοντας το άρμα της Ήπιας αυτή τη φορά Ισχύος και αξιοποιώντας μαζί με τις αρετές της Ελληνικής Διασποράς, την επιρροή του Ελληνικού Πολιτισμού και της Ορθοδοξίας, έχει τη δυνατότητα να αναδειχθεί σε ένα στιβαρό και φωτεινό γεωπολιτικό φάρο, γύρω από τον οποίο θα προσδιορίζονται οι υπόλοιποι δρώντες. Φορέας για την «αναβίωση του αρχαίου κάλλους», είναι το Εθνοκεντρικό και Πατριωτικό Όραμα για μία νέα «Μεγάλη Ιδέα», προσαρμοσμένη στη σημερινή πραγματικότητα, γύρω από την οποία θα συστρατευθούν οι Έλληνες ανά την Οικουμένη, αναδεικνύοντας τον Ελληνισμό σε πρωταγωνιστή.

*Ο Στέφανος Καραβίδας είναι Επισμηναγός ε.α. πρώην Ιπτάμενος σε μαχητικά αεροσκάφη F-16, 
τα τελευταία 2 χρόνια διαμένει μόνιμα και εργάζεται στο Άμπου Ντάμπι.

Ακολουθήστε το Πενταπόσταγμα στο Google news Google News

ΔΗΜΟΦΙΛΗ