Ένα άγνωστο παρασκήνιο για το βράδυ του Ιανουαρίου 1996 και το επεισόδιο τις βραχονισήδες των Ιμίων, παρουσιάζει μέσα από κείμενό της στην εφημερίδα «Καθημερινή» ο Σταύρος Σταθουλόπουλος ο οπίος διετέλεσε επί μακρόν, σύμβουλος και εκπρόσωπος Τύπου στις ελληνικές πρεσβείες της Αγκυρας, της Βόννης και του Βερολίνου. Το 1996 ο κ. Σταθουλοπουλος υπηρετούσε στην ελληνική πρεσβεία στην Άγκυρα και μέσα από τα κείμενό του περιγράφει τον τρόπο με τον οποίο πληροφορήθηκε από τα τουρκικά μέσα ενημέρωσης για την τουρκική απόβαση στα Ίμια, πως ο ίδιος ενημέρωσε τον πρέσβη αλλά και τον υπουργό Τύπου και Κυβερνητικό Εκπρόσωπο, Δημήτρη Ρέππα.
Παράλληλα, μέσα από το κείμενό του αποκαλύπτει την ύπαρξη ενός χάρτη ντοκουμέντο αναφορικά με την πολιτική «γκρίζων ζωνών» που ακολουθεί η Αγκυρα στην περιοχή των Ιμίων. Όπως μας πληροφορεί ο κ. Σταθουλόπουλος δύο χρόνια πριν την κρίση στα Ίμια, το 1994, το τουρκικό Υπουργείο Άμυνας είχε εκδώσει χάρτη στον οποίο αναφέρονταν τα Ίμια με την πλήρη ελληνική ονομασά «N. Limnia».
Αναλυτικά το κείμενο του κ. Σταθουλοπουλου
«Η νύχτα της 30ής προς την 31η Ιανουαρίου του 1996 στην Αγκυρα ήταν διπλά παγερή. Λίγο πριν από τα μεσάνυχτα χτύπησε το τηλέφωνο. Ηταν μια φίλη, διπλωματική συντάκτις μεγάλης τουρκικής εφημερίδας, που μου ζήτησε να αναβάλουμε το ραντεβού στο γραφείο μου το πρωί της επομένης επειδή, παρά το προχωρημένο της ώρας, είχαν ειδοποιηθεί τα ΜΜΕ ότι θα υπάρξουν δηλώσεις μετά το πέρας της συνεχιζόμενης μακράς έκτακτης σύσκεψης στο τουρκικό υπουργείο Εξωτερικών –με τη συμμετοχή και της ηγεσίας των Ενόπλων Δυνάμεων– για την κρίση στα Ιμια.
Στήθηκα στην τηλεόραση κι η ώρα περνούσε δύσκολα με κάποια μεταμεσονύκτια επανάληψη σίριαλ. Τελικά, στη 01.40΄ και χωρίς να διακοπεί το τρέχον πρόγραμμα, εμφανίστηκε «αθόρυβα» σε ζώνη στο κάτω μέρος της οθόνης του ιδιωτικού Interstar η είδηση ότι «Στρατιώτες μας αποβιβάστηκαν στο Καρντάκ» (η τουρκική ονομασία των Ιμίων). Μη πιστεύοντας στα μάτια μου, κι αφού ζήτησα τηλεφωνικά επιβεβαίωση από τη συνάδελφο Α. Μερσενιέ, ειδοποίησα τον πρέσβη μου Δ. Νεζερίτη και στη συνέχεια τον υπουργό Τύπου και κυβερνητικό εκπρόσωπο Δ. Ρέππα. Η αντίδραση του τελευταίου ήταν εύλογα δύσπιστη: «Είσθε σίγουρος;». «Διαβάζω τώρα στην οθόνη τη συμπληρωματική πληροφορία ότι σε λίγο ο ίδιος ο Τούρκος αντιπρόεδρος και υπουργός Εξωτερικών Ντενίζ Μπαϊκάλ θα προβεί σε δηλώσεις. Θα σας ξαναπάρω, επομένως, σε λίγο», του απάντησα.
Πράγματι, γύρω στη 01.50΄, αμέσως μετά το πέρας της μακράς σύσκεψης, εμφανίσθηκε ο κ. Μπαϊκάλ, συνοδευόμενος από τον εκπρόσωπο Τύπου του υπουργείου, Ομέρ Ακμπέλ. Και οι δύο επιβεβαίωσαν ότι «η Τουρκία αποβίβασε στρατιώτες της σε βραχονησίδα, όπου δεν υπήρχαν Ελληνες στρατιώτες και ανήρτησε τη σημαία της»· κι ακόμη, ότι «αναμένουμε, με καλή θέληση, να αποσυρθούν οι Ελληνες στρατιώτες, οπότε και εμείς θα πράξουμε το ίδιο, ώστε να αποκατασταθεί το status quo ante».
Με δεύτερη τηλεφωνική επικοινωνία, μετέφερα τις δηλώσεις στον υπουργό Τύπου κι αυτός, με τη σειρά του, στη «μικρή κυβερνητική σύσκεψη», που είχε αρχίσει στο πολιτικό γραφείο του πρωθυπουργού στις 00.30΄. Αργότερα, μου διηγήθηκε ότι η πληροφορία έπεσε σαν κεραυνός και αντιμετωπίσθηκε με περισσή δυσπιστία, ακόμη και ως προς το πρόσωπό του, ως κομιστή της είδησης.
Αποτέλεσμα της δυσπιστίας αυτής: το ΓΕΕΘΑ κατάφερε μόλις στις... 05.05΄ να διαπιστώσει του λόγου το αληθές. Δηλαδή, επί περίπου 4 κρίσιμες ώρες από τη στιγμή της κατάληψης, γύρω στη 01.00΄, και πάνω από 3 ώρες μετά τα δύο τηλεφωνήματά μου, η ελληνική πολιτική ηγεσία συνέχιζε να διαπραγματεύεται μέσω των ΗΠΑ με βάση λανθασμένα δεδομένα και με, ως εκ τούτου, καθοριστικά αποδυναμωμένα επιχειρήματα· κι αυτό επειδή η αρμόδια στρατιωτική ηγεσία ούτε είχε μεριμνήσει για την αποτροπή, ούτε αντελήφθη την επέμβαση αλλά και ούτε ήταν σε θέση να την εξακριβώσει σε εύλογο χρονικό διάστημα.
Η εξήγηση
Οκτώ μήνες αργότερα, στην αποχαιρετιστήρια εκδήλωση στην Αγκυρα –λόγω της μετάθεσής μου στη Βόννη– βρήκα την ευκαιρία να μιλήσω κατ΄ ιδίαν με τον βοηθό υφυπουργό Εξωτερικών, πρέσβη Ινάλ Μπατού, αρμόδιο για τις ελληνοτουρκικές σχέσεις και το Κυπριακό:
«Τελικά, πώς φτάσαμε σε εκείνη τη νύχτα;», τον ρώτησα. «Να σας πω», απάντησε, «τα πράγματα ήταν αρκετά απλά: Από τη στιγμή που επιμένατε στην παραμονή των κομάντος σας στη βραχονησίδα, έπρεπε να αντιδράσουμε. Οι στρατιωτικοί πρότειναν αυτό που καλά γνωρίζουν· να αποβιβαστούν, δηλαδή, δυνάμεις μας στη βραχονησίδα που είχατε καταλάβει και να απωθήσουν ή και να αιχμαλωτίσουν τους εκεί κομάντος. Γι’ αυτό, λοιπόν, υπάρχουμε εμείς οι πολιτικοί· ώστε να αναζητούμε και άλλες, λιγότερο επώδυνες λύσεις. Ρώτησα το Ναυτικό μας αν τα γύρω νησάκια έχουν επίσης καταληφθεί από ελληνικές δυνάμεις. Η απάντηση ήταν αρνητική. Πώς θα ήταν, άλλωστε, δυνατόν να καλύψετε όλες τις πέριξ νησίδες; Κάνατε όμως ένα βασικό σφάλμα: δεν επανδρώσατε τουλάχιστον και την άλλη βραχονησίδα των διαμφισβητούμενων Ιμίων. Πιθανώς, επειδή ήταν η μικρότερη και η δυτικότερη. Τι ευκολότερο, λοιπόν, από το να αποβιβαστούν σε μια κατασκότεινη νύχτα με έντονη θαλασσοταραχή βατραχάνθρωποί μας από την παραπλέουσα φρεγάτα στην αφύλακτη βραχονησίδα; Και για να σας το εξηγήσω με ποδοσφαιρικούς όρους: χάναμε 1-0 και ισοφαρίσαμε 1-1».
Ο συνομιλητής μου παρέπεμπε στο ότι η απόφαση είχε ήδη δρομολογηθεί τη Δευτέρα 29.1, σε έκτακτη σύσκεψη, όπου και ο ίδιος συμμετείχε. Πράγματι, η εφημερίδα «Χουριέτ» στις 30.1. –την προηγουμένη δηλαδή της επέμβασης– είχε γράψει: «Σύμφωνα με αποκλειστικές μας πληροφορίες, κατά τη χθεσινή έκτακτη σύσκεψη ασφαλείας», καθορίστηκε η τουρκική στάση: Αν η Ελλάδα δεν δεχθεί να αποσύρει τους στρατιώτες της, η Τουρκία θα αποκλείσει τις βραχονησίδες ή θα αποβιβάσει κομάντος σε άλλο τμήμα των Ιμίων ή και σε γειτονικό νησί». Το καυτό δημοσίευμα έστειλα το πρωί της ίδιας ημέρας, ως «Αμέσου Επιδόσεως» (241/30.1.1996) στην Κεντρική μου Υπηρεσία με κοινοποίηση στο υπουργείο Αμυνας! Αναρωτιέμαι, τι παραπάνω άραγε χρειαζόταν από αυτή την έγκαιρη και σαφή προειδοποίηση, ώστε να προστατευθεί και η δυτική βραχονησίδα;
Περί ελληνικών λαθών και η συνομιλία μου, δύο μήνες μετά τα γεγονότα, με τον γνωστό δημοσιογράφο Μεχμέτ Αλί Μπιράντ: «Το μεγάλο λάθος σας ήταν η αποστολή αγήματος στα Ιμια. Θα αρκούσε απλά να αφαιρεθεί η εκεί τουρκική σημαία. Η στρατιωτική αυτή ενέργεια προκάλεσε την Αγκυρα να αντιδράσει για λόγους όχι μόνο εντυπώσεων αλλά και εσωτερικής στήριξης, που τόσο είχε ανάγκη τότε η Τσιλέρ· ακόμη κι αν είχε αμφιβολίες για την ορθότητα των τουρκικών επιχειρημάτων».
Επίσημος χάρτης
Η άσκηση κυριαρχίας επί των Ιμίων από την Ελλάδα αδιαλείπτως από το 1947 υπήρξε έμπρακτη και ειρηνική, χωρίς η Τουρκία να την αμφισβητήσει μέχρι την κρίση του 1996. Προς επίρρωσιν δε, δύο μήνες μετά τα γεγονότα, εντοπίσαμε (χάρις στον συνάδελφο στο Γραφείο Τύπου Ε. Κοσμά) και ένα νεώτερο, εντελώς πρόσφατο ντοκουμέντο. Επρόκειτο για μια έκδοση της Γενικής Διοίκησης Χαρτογράφησης του τουρκικού υπουργείου Αμυνας σε συνεργασία με τον γερμανικό χαρτογραφικό οίκο R. Ryborsch. Είχε εκδοθεί μόλις το 1994 και ήταν ο αναλυτικότερος χάρτης της αγοράς (κλίμακα 1:500.000!)· πράγμα που παρείχε τη δυνατότητα αναγραφής ονομάτων ακόμη και βραχονησίδων. Στην επίμαχη θαλάσσια περιοχή, στις μεν τουρκικές βραχονησίδες προσετίθετο στην (με λατινική γραφή) ονομασία τους η συντομογραφία «Ad» (Ada=Νήσος), στις δε ελληνικές: «N» (=Νήσος). Με έκπληξη, διαπιστώσαμε ότι τα Ιμια αναγράφονταν ως «N. Limnia» (που είναι και η ορθή, μη παρεφθαρμένη φωνητικά, ελληνική ονομασία)! Κι αυτό, σε έναν επίσημο τουρκικό χάρτη, που κυκλοφόρησε δύο μόλις χρόνια πριν από την κρίση στα Ιμια…
Ενημέρωσα τον πρέσβη και το υπουργείο Τύπου, στο οποίο και απέστειλα 30 από τα αντίτυπα του χάρτη, που σπεύσαμε να εξασφαλίσουμε στην ελεύθερη αγορά. Επίσης, προμηθεύσαμε με αντίτυπα τόσο τους ξένους ανταποκριτές όσο και 5 τουρκικές εφημερίδες. Ο διπλωματικός συντάκτης της «Γκιουναϊντίν», Ιμπραχήμ Γκιουντούζ, με αναζήτησε για μια εκτενέστερη ενημέρωση, στη συνέχεια δε η προσκείμενη στις ένοπλες δυνάμεις εφημερίδα του εκυκλοφόρησε (13.6.96) με τον κύριο πρωτοσέλιδο πηχυαίο τίτλο: «Παράλειψη του Καρντάκ σε χάρτη» και υπότιτλο: «Χάρτης που εκπόνησε η Χαρτογραφική Υπηρεσία του Υπουργείου Αμυνας εμφανίζει τις βραχονησίδες Καρντάκ να ανήκουν στην Ελλάδα». Στην πρώτη σελίδα προβλήθηκε και το επίμαχο απόσπασμα του χάρτη-μπούμερανγκ, ενώ και στο σχετικό ρεπορτάζ επισημαινόταν ότι «...η Τουρκία δίνει φοβερά ατού στον αντίπαλο. Σύμφωνα με το πρωτόκολλο συνεργασίας με τον γερμανικό χαρτογραφικό οίκο, η Χαρτογραφική μας Υπηρεσία ήταν αυτή που καθόρισε τα τοπωνύμια».
Η αλλοίωση
Αμέσως μετά, αρχές του 1997, ο χάρτης επανεκδόθηκε(!) με μοναδική αλλαγή την αντικατάσταση του «N. Limnia» σε «Kardak Ad.». Η απόπειρα αλλοίωσης των ασύμφορων δεδομένων ενός χάρτη που είχε βασιστεί σε ενυπόγραφο δοκίμιό τους (όπως με διαβεβαίωσε ο γερμανικός οίκος αργότερα), προσέλαβε και ευτράπελη διάσταση μια και αφαίρεσαν επιπλέον και την ονομασία «N. Zouka» μιας άλλης μικρής βραχονησίδας, η οποία μάλιστα, κείμενη ΝΑ των Ιμίων, απέχει ακόμη λιγότερο από την τουρκική ακτή. Επειδή όμως δεν βρέθηκε κάποια τουρκική ονομασία, την άφησαν... αβάπτιστη (τουλάχιστον, δεν την εξαφάνισαν)!
Ο χάρτης λοιπόν του 1994 –σε αντιπαραβολή πλέον με την εκ των υστέρων αλλοίωσή του– τεκμηριώνει, ως νεώτερο επίσημο τουρκικό ντοκουμέντο, την από το 1947 μέχρι και το 1995 αποδοχή από την Aγκυρα όσων υπαγόρευαν τα ήδη γνωστά παλαιά ντοκουμέντα για το καθεστώς των Δωδεκανήσων και προδίδει το όψιμο και καινοφανές των τουρκικών διεκδικήσεων.
Σοβαρές άλλωστε επιφυλάξεις για το δίκιο της Αγκυρας στο ζήτημα των Ιμίων δεν δίστασαν να διατυπώσουν τότε όχι μόνο κορυφαίοι Τούρκοι αρθρογράφοι (Μεχμέτ Αλί Μπιράντ, Ερτουγρούλ Οζκιόκ, Γιαλτσίν Ντογάν, Γκιουνερί Τζιβάογλου) αλλά και τα μεγάλα κόμματα της αντιπολίτευσης. Και το σημαντικότερο, ο ίδιος ο αρχηγός του Γενικού Επιτελείου Ισμαήλ Χακί Καρανταγί, που μίλησε για «μέγα στρατηγικό λάθος». Απόλυτα συμβατός, δηλαδή, και με τη στρατιωτική υπηρεσία που είχε εγκρίνει τον χάρτη του 1994.
Αναφέρθηκα εκτενέστερα στο παραπάνω θέμα, επειδή περιέργως η χώρα μας δεν έχει ακόμη διεθνώς αξιοποιήσει επαρκώς το νέο σημαντικό αυτό τεκμήριο. Ομως, ποτέ δεν είναι αργά· προπάντων δε στις μέρες μας (3 αντίτυπα του χάρτη, που έχω ακόμη στο αρχείο μου, θέτω ευχαρίστως στη διάθεση αρμοδίων φορέων)».