Οι ειδικοί αποφαίνονται πως ναι και ταυτόχρονα κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου για διάφορα διατροφικά είδη που σήμερα θεωρούμε σχεδόν ως… δεδομένα, αλλά σε 40-50 χρόνια από τώρα, ενδέχεται να μετατραπούν σε είδη πολυτελείας. Και αιτία αυτής της απότομης διατροφικής μετατόπισης επί τα χείρω θα είναι οι αυξανόμενες θερμοκρασίες και οι απρόβλεπτες βροχοπτώσεις που θα προκληθούν μέσα στις επόμενες δεκαετίες, ως αποτέλεσμα της ραγδαίας κλιματικής αλλαγής.
Όπως αναφέρει το εκτενέστατο και πληροφοριακότατο άρθρο του BBC, οι διατροφικές συνήθειες της υφηλίου αλλάζουν όπως αλλάζουν και οι περιρρέουσες κοινωνικοοικονομικές συνθήκες. Λόγου χάρη, τον 18ο αιώνα, ο αστακός θεωρούνταν μια «ανεπιθύμητη τροφή», την οποία απέφευγαν οι πλούσιες οικογένειες καθώς ήταν άφθονος κατά μήκος της ανατολικής ακτής των ΗΠΑ όπου τον έδιναν φαγητό στους φυλακισμένους.
Ο αστακός ήταν τόσο πανταχού παρών τότε ώστε ήταν προσιτός οικονομικός και φθηνότατος γι’ αυτό και με την ανάπτυξη των σιδηροδρόμων στις ΗΠΑ, η διαχείριση των τρένων αποφάσισε να τον σερβίρει στους επιβάτες της, καθώς της κόστιζε ελάχιστα να τον αγοράσει –μιλάμε για φραγκοδίφραγκα.
Σταδιακά, οι (εύποροι) επιβάτες των σιδηροδρόμων, πήραν τον αστακό από τα εστιατόρια των τρένων και τον έβαλαν στην κουζίνα και τις τραπεζαρίες των επαύλεών τους και τελικά από τον Μεσοπόλεμο και μετά, το εν λόγω θαλασσινό θεωρείται ως ένα από τα πιο γκουρμέ εδέσματα του κόσμου συνοδεύοντας μακαρονάδες και πλούσιες και ευφάνταστες σαλάτες.
Ομοίως και τα στρείδια που στην κοινωνία του 19ου αιώνα ήταν η τροφή των φτωχών: «Ήταν τόσο άφθονα και φθηνά που τα πρόσθεταν σε βραστά και πίτες για να τα ενισχύσουν», λέει η ιστορικός τροφίμων Πόλι Ράσελ. «Ωστόσο, στις αρχές του 20ού αιώνα, τα αποθέματα στρειδιών στην Αγγλία άρχισαν να λιγοστεύουν εξαιτίας της υπεραλίευσής τους αλλά και της ρύπανσής τους από τα βιομηχανικά απόβλητα. Και καθώς έγιναν πιο σπάνια, άλλαξε απότομα και το γαστρονομικό τους status και από τρόφιμο των φτωχών τα στρείδια έγιναν εν μια νυκτί είδος πολυτελείας», αναφέρει εμφατικά το δημοσίευμα του βρετανικού δικτύου.
Το αντίθετο, πάλι, συνέβη σε προϊόντα όπως η ζάχαρη και ο σολομός, «τα οποία κάποτε ήταν δυσεύρετα και διαθέσιμα μόνο στους πλούσιους, αλλά όταν άρχισαν να καλλιεργούνται, πλέον σταμάτησαν να θεωρούνται πολυτελή εδέσματα», λέει στο BBC ο Ρίτσαρντ Γουίλκ, ομότιμος καθηγητής Ανθρωπολογίας στο Πανεπιστήμιο της Ιντιάνα.
Τα «πολυτελή τρόφιμα» του κοντινού μας μέλλοντος
Εδώ μπαίνει ο κρίσιμος παράγων «κλιματική αλλαγή». Με τις ολοένα και αυξανόμενες θερμοκρασίες και τις απρόβλεπτες βροχοπτώσεις να ανατρέπουν το κλίμα όπως το ξέραμε μέχρι σήμερα, είναι λογικό και αναμενόμενο να δούμε επίπτωση και στην καλλιέργεια ειδών που σήμερα θεωρούμε ως δεδομένα και ως την βάση της καθημερινής διατροφής μας.
Η σοκολάτα και ο καφές κινδυνεύουν λοιπόν να γίνουν ξανά ακριβά και απρόσιτα, όπως τον 19ο αιώνα, «λόγω της κλιματικής αλλαγής», επισημαίνει η Μόνικα Ζούρεκ, ερευνήτρια στο Ινστιτούτο Περιβαλλοντικής Αλλαγής στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης. «Ο κίνδυνος να γίνουν τα καθημερινά τρόφιμα είδη πολυτελείας είναι αποκαρδιωτικός», λέει η Μονίκ Ράατς, διευθύντρια του Κέντρου Τροφίμων, Συμπεριφοράς και Υγείας στο Πανεπιστήμιο του Σάρεϊ, προβλέποντας ότι οι περισσότεροι άνθρωποι δεν θα έχουν πρόσβαση σε αυτά.
Αλλά και το ίδιο το κρέας ενδέχεται να μετατραπεί σε «είδος προς εξαφάνιση» (άρα, είδος πολυτελείας) στο μέλλον, όχι (μόνο) λόγω κλιματικών αλλαγών, αλλά επειδή τα διατροφικά γούστα των ανθρώπων αλλάζουν ανά δεκαετίες και με την σειρά τους θα επηρεάζουν το «status» κάποιων τροφίμων.
«Και καθώς ολοένα και περισσότεροι άνθρωποι αρχίζουν να υιοθετούν μια χορτοφαγική προσέγγιση στην διατροφή τους, κατανάλωση κρέατος θα μπορούσε να γίνει κοινωνικά μη αποδεκτή και να αντιμετωπιστεί στο μέλλον όπως το κάπνισμα», προβλέπει το δημοσίευμα.
Βέβαια, όπως αναφέρουν χαρακτηριστικά και οι διατροφολόγοι, «η κατανάλωση κρέατος είναι ο κανόνας της διατροφής μας και μέρος της εθνικής ταυτότητας πολλών κρατών, άρα κάθε απόκλιση από αυτό είναι δύσκολο να επιτευχθεί».
Και καθώς τα ζώα εκτροφής ευθύνονται για το 14,5% των παγκόσμιων εκπομπών αερίων θερμοκηπίου και η παραγωγή κόκκινου κρέατος αντιπροσωπεύει το 41% αυτών των εκπομπών, πολλές χώρες θα μπορούσαν, στο μέλλον, να φορολογήσουν το κρέας, πράγμα που θα έκανε τις τιμές του να πάρουν την ανηφόρα μετατρέποντάς το (όντως) σε προϊόν πολυτελείας.
Βέβαια, το ζήτημα εδώ είναι ποιος πολιτικός θα τολμήσει να επιβάλλει έναν «φόρο κρέατος», κάτι που ισοδυναμεί με «πολιτική αυτοκτονία» δοθείσης της δημοφιλίας του κρέατος στην καθημερινή διατροφή εκατομμυρίων ανθρώπων ανά την υφήλιο.