Μέχρι και 3 δισεκατομμύρια από τους 9 δισεκατομμύρια ανθρώπους παγκοσμίως, είναι πιθανό να εκτεθούν σε θερμοκρασίες ίσες με τις πιο ζεστές περιοχές της Σαχάρας, μέχρι το 2070, σύμφωνα με έρευνα επιστημόνων από την Κίνα, τις ΗΠΑ και την Ευρώπη.
Ωστόσο, η ταχεία μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου θα μπορούσε να μειώσει κατά το ήμισυ τον αριθμό των πολιτών που εκτίθενται σε τόσο υψηλές θερμοκρασίες. «Τα καλά νέα είναι ότι, εάν καταφέρουμε να επιβραδύνουμε την υπερθέρμανση του πλανήτη, οι επιπτώσεις της αύξησης αυτής θα μειωθούν σημαντικά», δήλωσε ο συν-συγγραφέας της έρευνας, Τιμ Λέντον, ειδικός για το κλίμα και διευθυντής του Global Systems Institute στο Πανεπιστήμιο του ‘Εξετερ.
Η έκθεση δείχνει το πώς η πλειονότητα των ανθρώπων ζει στην ετήσια ζώνη θερμοκρασίας των 11-15 βαθμών Κελσίου (52F-59F). Οι ερευνητές παρατήρησαν ότι, παρά τις διάφορες καινοτομίες και τα κύματα μετανάστευσης, οι άνθρωποι ζούσαν υπό αυτές τις κλιματικές συνθήκες για αρκετές χιλιάδες χρόνια.
Η υπερθέρμανση του πλανήτη έχει οδηγήσει σε αύξηση της θερμοκρασίας κατά 1,1 βαθμούς Κελσίου σε σχέση με τα προβιομηχανικά επίπεδα, σύμφωνα με τους επιστήμονες. Η αύξηση αυτή αναμένεται να φτάσει τους 1,5 βαθμούς Κελσίου, μέσα στα επόμενα 20 χρόνια, ακόμη κι εάν προβούμε σε σημαντικές περικοπές στις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου.
«Η αύξηση της θερμοκρασίας πάνω από τα σημερινά επίπεδα σημαίνει ότι περίπου 1 δισεκατομμύριο άνθρωποι θα δυσκολευθούν στη διαβίωσή τους, εξαιτίας της κλιματικής αλλαγής», σημείωσε ο Λέντον.
Σήμερα, μόνο το 0,8% όσων ζουν στη Γη εκτίθεται σε ετήσιες θερμοκρασίες υψηλότερες από 29 βαθμούς Κελσίου (84,2 F).
Εάν οι εκπομπές συνεχίσουν να αυξάνονται, το ποσοστό αυτό θα μπορούσε να αυξηθεί στο 19%, μέχρι το 2070, βάσει του χειρότερου σεναρίου, σύμφωνα με τη Διακυβερνητική Επιτροπή για την Κλιματική Αλλαγή, τον επιστημονικό φορέα του ΟΗΕ.
Ποια είναι τα σενάρια;
Σύμφωνα με την έκθεση της διακυβερνητικής επιτροπής για την κλιματική αλλαγή, υπάρχουν τρία διαφορετικά σενάρια για το κλίμα και τρεις διαφορετικές προβλέψεις πληθυσμού (βλ. πίνακα παρακάτω).
Για να απεικονίσουν το πόσο κατοικήσιμη θα είναι η Γη, το 2070, υπό αυτά τα σενάρια, οι Financial Times συνδύασαν τις προβλέψεις πληθυσμού με κάθε κλιματικό μοντέλο και τις χαρτογράφησαν σε έξι ηπείρους.
Τα μοντέλα αυτά «αναπτύχθηκαν χωρίς οι πληροφορίες του ενός μοντέλου να επηρεάζουν τις πληροφορίες των άλλων», εξήγησε η Ζινγκ Γκάο, επίκουρος καθηγήτρια στοιχείων γεωεπισκόπησης στο Πανεπιστήμιο του Ντελαγουέρ.
Στα λεγόμενα κοινόχρηστα κοινωνικοοικονομικά μονοπάτια (SSPs), «μιλάμε για διαφορετικές κοινωνικές τάσεις, που αφορούν τον πληθυσμό, την οικονομική ανάπτυξη, τη διακυβέρνηση και άλλους συναφείς τομείς — αλλά δεν μας επεξηγούν το πώς θα αντιδράσουν οι άνθρωποι στην κλιματική αλλαγή» προσέθεσε η ίδια.
Όλα τα σενάρια αυτά βασίζονται σε μελλοντικές προβλέψεις, σημείωσε, αλλά αυτή είναι μία κοινή πρακτική για την ανάλυση σεναρίων. «Όλα τα σενάρια είναι πιθανά, ωστόσο, μερικές φορές απεικονίζουν ακραίες περιπτώσεις. Η χρήση διαφόρων σεναρίων που έχουν μεγάλη απόκλιση μεταξύ τους δείχνουν το εύρος της αβεβαιότητας».
Σύμφωνα με το πιο ακραίο σενάριο, οι νότιες πολιτείες των ΗΠΑ θα γίνουν πολύ πιο ζεστές μέχρι το 2070, ιδιαίτερα εκείνες που συνορεύουν με τον Κόλπο του Μεξικού. Η Κεντρική Αμερική θα επωμιστεί το βάρος των αυξημένων θερμοκρασιών, με έως και 20 εκατομμύρια ανθρώπους να ζουν σε μέσες ετήσιες θερμοκρασίες των 29 βαθμών Κελσίου.
Μεγάλα τμήματα του Καναδά και της Αλάσκας, νότια του Αρκτικού Κύκλου, θα αντιμετωπίσουν υψηλότερες θερμοκρασίες, μέχρι το 2070. Αυτές οι περιοχές, σήμερα, δεν έχουν πολλούς κατοίκους και θα συνεχίσουν να μην έχουν, αν δεν ληφθεί υπόψη το ενδεχόμενο της μετανάστευσης.
Μεγάλο μέρος του τροπικού δάσους του Αμαζονίου, στη Βραζιλία, μαζί με τις γειτονικές του χώρες, όπως το Περού, η Κολομβία και η Βενεζουέλα, δεν θα είναι κατοικήσιμα μέχρι το 2070, εξαιτίας της υπερβολικής ζέστης. Περίπου 59 εκατομμύρια άνθρωποι θα επηρεαστούν από αυτές τις συνθήκες – ή περίπου το 12% του προβλεπόμενου πληθυσμού της ηπείρου, υπό τα πιο ακραία σενάρια.
Η Ευρώπη πρόκειται να είναι η μόνη ήπειρος που οι μέσες ετήσιες θερμοκρασίες της δεν θα ξεπερνούν τους 29 βαθμούς Κελσίου.
Ωστόσο, η αύξηση της θερμοκρασίας στις μεγάλες περιοχές της Σκανδιναβίας, της ανατολικής Ρωσίας και των χωρών που συνορεύουν με τη Μεσόγειο θα μπορούσε να φτάσει μέχρι και τους 5 βαθμούς Κελσίου, μέχρι το 2070, βάσει του χειρότερου σεναρίου (RCP 8.5).
Ο πληθυσμός της Αφρικής πρόκειται, βάσει όλων των κοινόχρηστων κοινωνικοοικονομικών μονοπατιών, να αυξηθεί υπερβολικά, από 1,2 δισεκατομμύρια σε σχεδόν 2,4 δισεκατομμύρια. H υποσαχάρια Νιγηρία, είναι πιθανό να γίνει η τρίτη χώρα με τον μεγαλύτερο πληθυσμό στον κόσμο, μέχρι τα μέσα αυτού του αιώνα, ξεπερνώντας, έτσι, τις ΗΠΑ. Η μεγαλύτερη πόλη της, το Λάγος, είναι πιθανό να γίνει η πόλη με τον μεγαλύτερο πληθυσμό στον κόσμο, το 2075, φτάνοντας τα 61,5 εκατομμύρια κατοίκους, βάσει ενός μέσου σεναρίου (SSP 2).
Περίπου το 81% από τους περίπου 477 εκατομμύρια κατοίκους της Νιγηρίας θα υποφέρει από αυτές τις ακραίες θερμοκρασίες. Αυτό μπορεί να αναγκάσει τεράστιους αριθμούς ανθρώπων να μεταναστεύσουν, αλλά κάτι τέτοιο είναι πολύ δύσκολο να προβλεφθεί. «Η πρόβλεψη του πραγματικού μεγέθους μετανάστευσης, εξαιτίας του κλίματος, είναι αρκετά δύσκολη», ανέφερε ο Σέφερ.
Ο πληθυσμός της Ασίας πρόκειται να αυξηθεί σε περισσότερο από 5 δισεκατομμύρια έως το 2070, και ένας μεγάλος αριθμός χωρών θα αντιμετωπίσει μέσες ετήσιες θερμοκρασίες άνω των 29 βαθμών Κελσίου. Η χώρα που θα πληγεί περισσότερο από την αύξηση της θερμοκρασίας είναι η Ινδία, με πληθυσμό που, ενδεχομένως, να φτάσει τα 1,6 δισεκατομμύρια, οι μισοί από τους οποίους, ίσως και περισσότεροι, θα κληθούν να αντιμετωπίσουν αυτή τη σοβαρή αύξηση της θερμοκρασίας.
Σχεδόν όλα τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και η Καμπότζη θα θεωρηθούν χώρες στις οποίες θα είναι δύσκολο να μείνει κανείς, όπως και τα πυκνοκατοικημένα κράτη του νότιου Βιετνάμ και του ανατολικού Πακιστάν.
Η ακραία αύξηση της θερμοκρασίας της Ωκεανίας θα περιοριστεί, σε μεγάλο βαθμό, στις ακατοίκητες περιοχές της Παπούα Νέα Γουινέα και της βόρειας Αυστραλίας, με την πλειοψηφία του πληθυσμού της Αυστραλίας να παραμένει, κατά κύριο λόγο, κατά μήκος της νότιας και ανατολικής ακτογραμμής.
Ενώ ο Σέφερ ανέφερε ως παράδειγμα για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής τον πρωτοφανή τρόπο αντιμετώπισης της πανδημίας, σημείωσε ότι δεν θα υπάρξει κανενός είδους ανακούφιση, εάν οι μεγαλύτερες περιοχές του πλανήτη αγγίξουν τέτοιες θερμοκρασίες σε σημείο που θα είναι δύσκολο να συντηρηθεί η ανθρώπινη ζωή.
«Κάτι τέτοιο δεν θα είχε μόνο καταστροφικές επιπτώσεις, στο άμεσο μέλλον, αλλά θα μπορούσε να καταστήσει τις κοινωνίες λιγότερο ικανές να αντιμετωπίσουν μελλοντικές κρίσεις, όπως οι νέες πανδημίες. Το μόνο πράγμα που μπορεί να αποτρέψει να συμβεί κάτι τέτοιο είναι η άμεση μείωση των εκπομπών άνθρακα», προσέθεσε ο ίδιος.