Κρίση τόσο σοβαρή σε έκταση και σε βάθος σαν κι αυτή της πανδημίας δεν έχει καταγραφεί ποτέ στα χρονικά. Το 2020 ήταν μια χρονιά δίχως προηγούμενο, σημειώνει σε έκθεσή του ο γιγαντιαίος βρετανικός όμιλος πετρελαίου και φυσικού αερίου ΒΡ.
«Όλες οι περίοδοι κρίσεων και αναταράξεων στον παγκόσμιο κλάδο της ενέργειας ωχριούν συγκρινόμενες με αυτά όλα πο συνέβησαν πέρυσι», σημειώνει ο επικεφαλής οικονομολόγος της ΒΡ Σπένσερ Ντέιλ που υπογράφει την έκθεση. Ο βρετανός οικονομολόγος θυμίζει τα νεότερα στοιχεία του Πανεπιστημίου Johns Hopkins, σύμφωνα με τα οποία τα κρούσματα κορωνοϊού έχουν ξεπεράσει 185 εκατομμύρια και οι θάνατοι τα 4 εκατομμύρια – σε μια συγκυρία που η υγειονομική περιπέτεια του πλανήτη εισέρχεται στην περίοδο της «μετάλλαξης Δέλτα», που μόνο υπέρβαση της κρίσης δεν προοιωνίζεται.
Η πανδημία επίσης προκάλεσε τεράστια οικονομική ζημιά με το παγκόσμιο ΑΕΠ να υποχωρεί κατά 3,3% την αποφράδα περυσινή χρονιά. Πρόκειται για τη μεγαλύτερη οικονομική οπισθοδρόμηση που γνώρισε ο πλανήτης σε περίοδο ειρήνης από εκείνη της Μεγάλης Ύφεσης που ακολούθησε το χρηματιστηριακό κραχ του 1929.
Σαν… Γ’ Παγκόσμιος Πόλεμος
Η κρίση του κορωνοϊού είχε, ωστόσο, και θετικές επιπτώσεις σ’ αυτόν καθ’ αυτόν τον πλανήτη. Οι εκπομπές άνθρακα μειώθηκαν με το δραστικότερο ρυθμό μετά το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Το πλήγμα στην παγκόσμια αγορά ενέργειας με την κατάρρευση της ζήτησης δεν επηρέασε, ωστόσο, τον διαρκώς αναπτυσσόμενο τα τελευταία χρόνια κλάδο των εναλλακτικών πηγών ενέργειας. «Οι επιχειρήσεις ανανεώσιμης ενέργειας έμειναν σχεδόν ανεπηρέαστες από την κρίση, ενώ ειδικότερα ο τομέας της ηλιακής ενέργειας βιώνει τους ταχύτερους ρυθμούς ανάπτυξής του», σημειώνεται χαρακτηριστικά στην ετήσια Στατιστική Επιθεώρηση για την Παγκόσμια Ενέργεια της ΒΡ.
Συγκεκριμένα, ο πετρελαϊκός όμιλος εκτιμά ότι η παγκόσμια ζήτηση για ενέργεια μειώθηκε κατά 4,5% το 2020, ενώ οι εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα που προκαλούνται από την χρήση ενέργειας μειώθηκαν κατά 6,3%. «Πρόκειται για ιστορικά ποσοστά, τα μεγαλύτερα που έχουν παρατηρηθεί μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Η πτώση των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα κατά 2 γιγατόνους σημαίνει ότι ο κόσμος επέστρεψε στα επίπεδα του 2011», εξήγησε ο Σπένσερ Ντέιλ.
Ορισμένοι μελετητές παρατηρώντας τα μεγέθη αυτά έφθασαν στην εκτίμηση ότι «ίσως» οι εκπομπές ρύπων άνθρακα στην ατμόσφαιρα έφθασαν στο ανώτατο επίπεδο που θα μπορούσαν να φθάσουν (μίλησαν για «peak carbon») και εξέφρασαν την ελπίδα ότι οι κρίσιμοι στόχοι που έχει θέσει η Συμφωνία του Παρισιού για το Κλίμα είναι επιτεύξιμοι.
Οι ειδικοί της ΒΡ δεν συμμερίζονται την αισιοδοξία αυτή. «Ουδείς παραγνωρίζει την πολιτική βούληση για μια μετάβαση σε μια κοινωνιά χαμηλών εκπομπών άνθρακα. Αλλά υπάρχουν ενδείξεις ότι η κάθετη πτώση των ρύπων που προκάλεσε πέρυσι η πανδημία θα αποδειχθεί βραχύβια και ότι καθώς η παγκόσμια οικονομία ανακάμπτει και οι κάθε είδους απαγορεύσεις αίρονται, η ενεργειακή ζήτηση και κατά συνέπεια οι εκπομπές άνθρακα θα αποκατασταθούν», δήλωσε ο διευθύνων σύμβουλος της ΒΡ Μέρναρντ Λούνι.
Η πρόκληση κατά τον βρετανό μάνατζερ είναι να πετύχει η διεθνής κοινότητα μια «βιώσιμη και σταδιακή μείωση των εκπομπών άνθρακα, που θα καταγράφεται χρόνο με το χρόνο, δίχως να προκαλεί κατακλυσμιαίες ανατροπές στον τρόπο ζωής των ανθρώπων και στο επίπεδο της ευημερίας τους». Διότι η «μαγική» αυτή εικόνα που δημιούργησε η πανδημία, όταν αποκατασταθεί η οικονομική ανάπτυξη θα αλλάξει. Η ζήτηση και η χρήση υδρογονανθράκων θα αυξηθεί πάλι. Αλλά ίσως όχι στα παλαιότερα επίπεδα. Και ίσως όχι για πολύ. Ήδη οι τιμές εκτινάχθηκαν στα υψηλότερα επίπεδα της τελευταίας εξαετίας.
Το πετρέλαιο στα αζήτητα
Η κρίση Covid προκάλεσε ιστορική πτώση στη ζήτηση για πετρέλαιο το 2020 με συνέπεια την κάθετη πτώση των τιμών των εμπορευμάτων εν γένει, την κατάρρευση της κερδοφορίας των επιχειρήσεων του κλάδου, ένα άνευ προηγουμένου κύμα διαγραφής αξιών και επίσης δεκάδες χιλιάδες περικοπές θέσεων εργασίας. Η Διεθνής Υπηρεσία Ενέργειας, εξάλλου, χαρακτήρισε το 2020 ως τη χειρότερη χρονιά στην ιστορία των αγορών πετρελαίου.
Σύμφωνα με τους υπολογισμούς της ΒΡ, η κατανάλωση πετρελαίου μεώθηκε κατά την πρωτοφανή ποσότητα-ρεκόρ των 9,1 εκατ. βαρελιών ημερησίως (σε ποσοστό 9,3%) την περυσινή χρονιά, υποχωρώντας στο χαμηλότερο επίπεδο από το 2011.
Η ζήτηση έπεσε περισσότερο στις ενεργοβόρες ΗΠΑ (2,3 εκατ. βαρέλια ημερησίως), ενώ στην ΕΕ και στην Ινδία μειώθηκε κατά 1,5 εκατ. και κατά 480.000 βαρέλια αντιστοίχως. Από την άλλη πλευρά, η παγκόσμια πετρελαϊκή παραγωγή μειώθηκε κατά 6,6 εκατ. βαρέλια ημερησίως και οι χώρες του OPEC «χρεώθηκαν» με τα δύο τρίτα της μείωσης αυτής.
Η μέση τιμή του πετρελαίου Brent, τέλος, έπεσε πέρυσι στα 41,84 δολάρια το βαρέλι, που είναι το χαμηλότερο μέσο ετήσιο επίπεδο από το 2004. Σημειωτέον ότι στα τέλη του 2019 οι ειδικοί είχαν προβλέψει για το 2020 μέση τιμή του Brent στα 73,70 δολάρια το βαρέλι.
Η ανθεκτικότητα των ανανεώσιμων
Στους αντίποδες, η κατανάλωση ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές (συμπεριλαμβανομένων των βιοκαυσίμων και του υδρογόνου) εκτινάχθηκε κατά 9,7% το 2020, σύμφωνα με την έκθεση της ΒΡ. Το ποσοστό είναι χαμηλότερο από τον μέσον όρο δεκαετίας (13,4%), αλλά δείχνει ότι η πανδημική κρίση δεν επηρέασε πολύ τον τομέα αυτό.
Η παραγωγή ηλιακής ενέργειας έφθασε μάλιστα σε επίπεδα ρεκόρ, αν και η αιολική ενέργεια έχει τη μεγαλύτερη συμμετοχή στη συνολική παραγωγή ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές. Συγκεκριμένα, το 2020 παρήχθησαν επιπλέον 127 γιγαβάτ από φωτοβολταϊκά πάνελ, ενώ η παραγωγή από ανεμογεννήτριες αυξήθηκε κατά 111 γιγαβάτ. Πρόκειται για ποσοστά ετήσιας αύξησης σχεδόν διπλάσια από αυτά που έχουν καταγραφεί ως τώρα, σημειώνει η ΒΡ. «Η μεγάλη εκτίναξη στην παραγωγή πράσινης ενέργειας οφείλεται κυρίως στην Κίνα», διευκρινίζει ο Σπένσερ Ντέιλ.
Ο επικεφαλής οικονομολόγος της εταιρείας εξηγεί γιατί το 2020 ήταν μια χρονικά κομβική για την παγκόσμια αγορά ενέργειας και γιατί το ξέσπασμα της παγκόσμιας υγιονομικής κρίσης λειτουργεί ως οιονεί επιταχυντής των ενεργειακών εξελίξεων στον πλανήτη: «Οι ενεργειακές κρίσεις των τελευταίων 70 ετών μοιάζουν να είναι άνευ ουσιαστικής σημασίας αν αναλογιστούμε τις προκλήσεις που θα αντιμετωπίσει το ενεργειακό σύστημα τα επόμενα 10, 20 ή 30 χρόνια. Η κρίση του 2020 ενέσκηψε σε μια συγκυρία κατά την οποία ο κόσμος στρεφόταν ήδη προς μια καθημερινότητα μηδενικών εκπομπών ρύπων».