Επιστήμη

Πως το πείραμα αποφυλάκισης του Στάνφορντ κατάφερε να αποκαλύψει τα πιο σκοτεινά σημεία της ανθρώπινης ψυχολογίας (Βίντεο)

Το πείραμα φυλάκισης του Στάνφορντ αποτελεί μία από τις γνωστότερες μελέτες στην ιστορία της ψυχολογίας αλλά και μια από τις πιο αμφιλεγόμενες.

Η μελέτη αποτελεί εδώ και πολύ καιρό βασικό στοιχείο σε εγχειρίδια, άρθρα, μαθήματα ψυχολογίας, ακόμη και ταινίες.

Για έξι ημέρες, μεταξύ 14 και 20 Αυγούστου 1971, ο ψυχολόγος Φίλιπ Ζιμπάρντο ήταν ο «διευθυντής» μιας εικονικής φυλακής στο υπόγειο του Jordan Hall του Πανεπιστημίου του Στάνφορντ.

Σε μια προσπάθεια να κατανοήσει καλύτερα τι οδηγούσε τις αλληλεπιδράσεις των κρατουμένων και των δεσμοφυλάκων τους, ο Ζιμπάρντο επινόησε ένα ψυχολογικό πείραμα. Σε αυτό είκοσι, κατά τα άλλα φυσιολογικοί νέοι άνδρες, ανέλαβαν τυχαία το ρόλο είτε του κρατουμένου είτε του δεσμοφύλακα για μια άσκηση ρόλων διάρκειας δύο εβδομάδων.

Το πείραμα χρηματοδοτήθηκε από μια επιχορήγηση του Πολεμικού Ναυτικού και του Σώματος Πεζοναυτών των ΗΠΑ.

Υπό την επίβλεψη του Φίλιπ Ζιμπάρντο, το πείραμα στις φυλακές του Στάνφορντ μετατράπηκε σε έναν αγώνα μεταξύ των βασανισμένων κρατουμένων και των χειριστικών, σαδιστών φρουρών που απολάμβαναν τα βασανιστήριά τους.

Τα αποτελέσματα γράφτηκαν και κυκλοφόρησαν ευρέως, κάνοντας τον Ζιμπάρντο διάσημο και αποκαλύπτοντας κάτι πολύ ανησυχητικό για το πόσο λίγο χρειάζεται μερικές φορές για να μετατραπούν οι άνθρωποι σε τέρατα.

Το πείραμα

 

Ο Ζιμπάρντο δημοσίευσε μια αγγελία σε εφημερίδα, ζητώντας «άνδρες φοιτητές για να συμμετάσχουν σε μια ψυχολογική μελέτη της ζωής στη φυλακή]. Η αγγελία υποσχόταν αποζημίωση 15 δολάρια την ημέρα.

Όταν οι φοιτητές έκαναν αίτηση για το πείραμα, ο Ζιμπάρντο τους εξέτασε προσεκτικά. Όποιος είχε ποινικό μητρώο, έστω και μικρό, απορρίφθηκε από τη συμμετοχή, όπως και οι υποψήφιοι με ιστορικό ψυχολογικών παρεκκλίσεων και προβλημάτων συμπεριφοράς.

Στο τέλος, ο Φίλιπ Ζιμπάρντο έμεινε με 24 υγιείς άνδρες κολεγιακής ηλικίας, οι οποίοι δεν είχαν ανιχνεύσιμες τάσεις βίας ή άλλων αρνητικών συμπεριφορών.

Η προσομοιωμένη φυλακή περιλάμβανε τρία κελιά διαστάσεων έξι επί εννέα. Κάθε κελί φιλοξενούσε τρεις κρατούμενους και περιλάμβανε τρία ράντζα. Άλλα δωμάτια απέναντι από τα κελιά χρησιμοποιούνταν για τους δεσμοφύλακες και τον διευθυντή της φυλακής.

Ένας μικροσκοπικός χώρος είχε οριστεί ως δωμάτιο απομόνωσης και ένα ακόμη μικρό δωμάτιο χρησίμευε ως προαύλιο της φυλακής.

Οι εθελοντές

 

Οι 24 εθελοντές κατατάχθηκαν τυχαία είτε στην ομάδα των κρατουμένων είτε στην ομάδα των φρουρών. Οι κρατούμενοι έπρεπε να παραμένουν στην εικονική φυλακή 24 ώρες την ημέρα κατά τη διάρκεια της μελέτης.

Οι φύλακες ανατέθηκαν να εργαστούν σε ομάδες τριών ατόμων για οκτάωρες βάρδιες. Μετά από κάθε βάρδια, τους επιτρεπόταν να επιστρέψουν στα σπίτια τους μέχρι την επόμενη βάρδια τους.

Τα αποτελέσματα

 

Η πρώτη ημέρα του πειράματος στη φυλακή του Στάνφορντ είχε περάσει λίγο πολύ χωρίς προβλήματα. Ωστόσο, οι κρατούμενοι ξεκίνησαν να βγαίνουν όποτε θέλουν από το κελί τους ενώ οι φύλακες είχαν αποφασίσει να τιμωρούν τους λιγότερο υπάκουους κρατούμενους παίρνοντας τους τα στρώματα, αναγκάζοντάς τους να κοιμούνται στο κρύο πάτωμα.

Οι φύλακες γίνονταν βίαιοι και οι κρατούμενοι άρχισαν να παρουσιάζουν σημάδια υπερβολικού στρες και άγχους.

Πέντε από τους κρατούμενους άρχισαν να βιώνουν σοβαρά αρνητικά συναισθήματα, όπως κλάμα και έντονο άγχος, και χρειάστηκε να αποφυλακιστούν πρόωρα από τη μελέτη.

Ακόμη και οι ίδιοι οι ερευνητές άρχισαν να χάνουν την αίσθηση της πραγματικότητας της κατάστασης.

Οι δοκιμασίες

 

Οι φύλακες χρησιμοποιούσαν την εξουσία που τους είχε δοθεί χτυπώντας και βασανίζοντας τους κρατούμενους, παρά το γεγονός ότι όλοι ήταν εθελοντές και αυτό ήταν απλώς ένα πείραμα.

Μάλιστα, πολλές φορές δεν τους άφηναν να χρησιμοποιήσουν την τουαλέτα όταν δεν είχαν καλή διαγωγή και αντ’ αυτού τους έδιναν κουβάδες για να ανακουφιστούν.

Την επόμενη μέρα, οι φύλακες ανάγκαζαν τους κρατούμενους να στέκονται σε θέσεις πίεσης χωρίς τα ρούχα τους για ώρες κάθε φορά.

Μετά από λίγες ημέρες, οι περισσότεροι κρατούμενοι είχαν ενωθεί σε απεργία πείνας για να διαμαρτυρηθούν για τις συνθήκες κράτησής τους, ενώ οι φύλακες έκαναν δωρεάν επιπλέον βάρδιες και γίνονταν όλο και πιο παρανοϊκοί.

Την τέταρτη μέρα ο Ζιμπάρντο θεώρησε πως η κατάσταση γίνεται επικίνδυνη και έφερε τη φίλη του και φοιτήτρια ψυχολογίας να ρίξει μια ματιά. Εκείνη τρομοκρατημένη του είπε πως πρέπει να σταματήσει.

Την έκτη μέρα το πείραμα σταμάτησε οριστικά.

Τι έδειξε το πείραμα

 

Το πείραμα των φυλακών του Στάνφορντ έγινε μια κλασική μελέτη της ανθρώπινης ψυχολογίας και της δυναμικής της εξουσίας. Ίσως τα πιο εντυπωσιακά ευρήματα ήταν ότι οι άνθρωποι που έλαβαν μέρος στη μελέτη σχεδόν αμέσως εσωτερικεύσανε τους ρόλους τους τόσο ολοκληρωτικά, ώστε φαίνεται να έχουν ξεχάσει ότι είχαν καν ζωή έξω από τη φυλακή.

Οι φύλακες ενεργούσαν με εξαιρετική κτηνωδία, σαν να μην έπρεπε ποτέ να λογοδοτήσουν για τις πράξεις τους, ενώ οι κρατούμενοι ανέχονταν τρομακτικές παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων τους χωρίς, ως επί το πλείστον, να απαιτούν να αφεθούν ελεύθεροι.

Επίσης, διέκοπταν τον ύπνο των κρατουμένων κάνοντας θόρυβο στον κοινόχρηστο χώρο τους, ο οποίος γειτνίαζε με τα κελιά.

Ενώ αρχικά είχε προγραμματιστεί να διαρκέσει 14 ημέρες, έπρεπε να σταματήσει μετά από μόλις έξι, λόγω των όσων συνέβαιναν στους συμμετέχοντες φοιτητές.

Στα χρόνια που μεσολάβησαν από τη διεξαγωγή του πειράματος, υπήρξαν διάφορες κριτικές για τη μελέτη. Ορισμένες από αυτές περιλαμβάνουν ηθικά ζητήματα καθώς το πείραμα των φυλακών του Στάνφορντ αναφέρεται συχνά ως παράδειγμα ανήθικης έρευνας.

Άλλες κριτικές αναφέρουν πως ενώ οι ερευνητές έκαναν ό,τι μπορούσαν για να αναπαραστήσουν ένα περιβάλλον φυλακής, είναι απλά αδύνατο να μιμηθούν τέλεια όλες τις περιβαλλοντικές μεταβλητές της ζωής στη φυλακή.

Οι αρνητικές κριτικές

 

Επειδή μπορεί να υπήρχαν παράγοντες που σχετίζονται με το περιβάλλον και την κατάσταση που επηρέασαν τον τρόπο συμπεριφοράς των συμμετεχόντων, μπορεί να μην αντιπροσωπεύει πραγματικά αυτό που θα μπορούσε να συμβεί εκτός εργαστηρίου.

Η πιο πρόσφατη εξέταση των αρχείων του πειράματος και οι συνεντεύξεις με τους συμμετέχοντες αποκάλυψαν σημαντικά ζητήματα σχετικά με τη μέθοδο έρευνας, το σχεδιασμό και τις διαδικασίες που χρησιμοποιήθηκαν. Όλα αυτά μαζί θέτουν υπό αμφισβήτηση την εγκυρότητα, την αξία, ακόμη και την αυθεντικότητα της μελέτης.

Το 2019, το περιοδικό American Psychologist δημοσίευσε ένα άρθρο που καταρρίπτει το περίφημο πείραμα.

Περιέγραφε λεπτομερώς την έλλειψη επιστημονικής αξίας της μελέτης και κατέληγε στο συμπέρασμα ότι το πείραμα των φυλακών του Στάνφορντ ήταν «μια απίστευτα ελαττωματική μελέτη».

 

Ακολουθήστε το Πενταπόσταγμα στο Google news Google News

ΔΗΜΟΦΙΛΗ