Έζησε στα χρόνια του Μ. Κωνσταντίνου (4ος μ. Χ. αιώνας). Γεννήθηκε σε κάποια κωμόπολη της Βιθυνίας της Μ. Ασίας από ευσεβείς γονείς. Ο πατέρας του ονομάζονταν Χριστόφορος και ήταν διάκονος της Εκκλησίας. Δεν έκανε μεγάλες σπουδές, αλλά απόκτησε ευλάβεια, βαθιά πίστη στο Θεό και στόλισε τον εαυτό του με αρετές. Από μικρός συνήθισε να αγαπά το Θεό και τους ανθρώπους και γι’ αυτό υπήρξε σε όλη του τη ζωή φιλάνθρωπος και ελεήμονας. Αρχικά ασκούσε το επάγγελμα του ψαρά. Διάλεξε αυτό το επάγγελμα για να μοιάσει στους αγίους Αποστόλους Πέτρο, Ανδρέα και Ιωάννη, που ήταν αλιείς. Το μεγαλύτερο μέρος του κόπου του το μοίραζες στους φτωχούς. Μαζί με τα ψάρια και τα χρήματα τους έδινε παρηγοριά και ελπίδα, στερεώνοντάς τους την πίστη στο Θεό. Όταν εκείνοι τον ευχαριστούσαν για την φιλανθρωπία του, εκείνος τους απαντούσε: «Γιατί με ευχαριστείτε; Δεν έχω καμία τέτοια αξίωση. Μήπως είμαστε ξένοι; Εμείς είμαστε αδελφοί. Τι είναι απλούστερο και φυσικότερο από το να βοηθά αδελφός τους αδελφούς;». Είχε την πεποίθηση ότι η φιλανθρωπία είναι υποχρέωση και καθήκον του αληθινού Χριστιανού.
Ο Μητροπολίτης Μελιτοπόλεως Φίλιππος ή Φιλητός, τον χειροτόνησε πρεσβύτερο. Ο Παρθένιος έδειξε σπάνιο ζήλο στην ιερατική του διακονία, γεγονός που ξετίμησε ο Μητροπολίτης Κυζίκου Αχίλλιος ή Ασχόλιος, ο οποίος τον χειροτόνησε Επίσκοπο Λαμψάκου, μιας αρχαίας πόλης της Μ. Ασίας, κοντά στον Ελλήσποντο, απέναντι από την Καλλίπολη.
Η Λάμψακος, όπως και ολόκληρη η γύρω περιοχή, κατοικούνταν κυρίως από ειδωλολάτρες, οι οποίοι αρνούνταν να ασπασθούν τη νέα πίστη και παρέμειναν δουλικά προσηλωμένοι στην αρχαία θρησκεία, εκτελώντας τις σκοταδιστικές παγανιστικές τελετουργίες τους. Ήταν ένα από τα κυριότερα εναπομείναντα κέντρα της ειδωλολατρίας την εποχή εκείνη στην ευρύτερη περιοχή της Μ. Ασίας. Με επικεφαλής τους ιερείς των ειδώλων, ο ειδωλολατρικός όχλος έδειξε εξ’ αρχής τις εχθρικές του διαθέσεις ενάντια στο νέο Επίσκοπο. Δεν ήταν λίγες οι επιθέσεις φανατικών ειδωλολατρών εναντίον του, με την παρότρυνση των ειδωλολατρών ιερέων, οι οποίοι έβλεπαν να απειλούνται τα τεράστια οικονομικά τους συμφέροντα από το ενδεχόμενο να κλείσουν τα προσοδοφόρα ειδωλολατρικά «ιερά».
Ο Παρθένιος έδειξε από την αρχή ανοχή στις εχθρικές διαθέσεις των ειδωλολατρών. Στις φοβέρες επιθέσεις τους, απαντούσε με λόγια και με έργα αγάπης. Γνώριζε ο άγιος εκείνος Επίσκοπος πως πίσω από όλα αυτά βρισκόταν ο διάβολος, ο οποίος ήθελε να ματαιώσει το έργο της σωτηρίας των κατοίκων. Τους εχθρικούς του αντιπάλους ειδωλολάτρες τους έβλεπε ως πνευματικά ασθενείς, ως δούλους των πονηρών πνευμάτων, τα οποία δρούσαν μέσω αυτών. Και γι’ αυτό, όχι μόνο δεν κάκιωνε μαζί τους, αλλά τους συμπονούσε και τους αγαπούσε, όπως ο καλός γιατρός τον ασθενή του και ο καλός πατέρας τα παραστρατημένα παιδιά του. Τους αγαπούσε το ίδιο στοργικά με τους πιστούς της Επισκοπής του. Τους καλούσε κοντά του και συζητούσε μαζί τους με ανεξικακία, πραότητα και καλοσύνη.
Ο Επίσκοπος Παρθένιος αποδείχτηκε άξιος του υψηλού αξιώματός του. Έδειξε ασυνήθιστο ζήλο και ποιμαντική δράση, ώστε έγινε αγαπητός από όλους. Φρόντιζε με επιμέλεια για την πνευματική καλλιέργεια και πρόοδο των πιστών, που του
εμπιστεύτηκε η Εκκλησία. Φρόντιζε επίσης και για τις υλικές τους ανάγκες, σε μια εποχή που οι λιμοί ήταν σύνηθες φαινόμενο. Χιλιάδες άνθρωποι έτρεχαν στο επισκοπείο, για να πάρουν από το άγιο χέρι του βοήθεια. Μαζί με τους πιστούς χριστιανούς έτρεχαν ειδωλολάτρες και Ιουδαίοι, οι οποίοι δεν έφευγαν με αδειανά χέρια. Ευεργετούνταν το ίδιο με τους πιστούς, χωρίς εξαίρεση.
Παράλληλα ο άγιος Επίσκοπος φρόντιζε και για τη δική του πνευματική πρόοδο. Προσεύχονταν αδιάκοπα, νήστευε, αγρυπνούσε, και κατακτούσε μία – μία τις χριστιανικές αρετές. Έφτασε δε σε μεγάλα ύψη αγιότητας, ώστε να αξιωθεί του χαρίσματος των ιαμάτων. Με την προσευχή του, θεράπευε στο όνομα του Ιησού Χριστού, τους ασθενείς, που έτρεχαν κοντά του να ιαθούν. Ιδιαιτέρως αξιώθηκε να θεραπεύει την νόσο του καρκίνου. Όταν πληροφορούνταν ότι κάποιος άνθρωπος ασθένησε, έτρεχε ο ίδιος να τον γιατρέψει. Δεν έκανε διακρίσεις ούτε στις θεραπείες, μαζί με τους πιστούς, θεράπευε και τους ειδωλολάτρες, οι οποίοι, κατόπιν, αναγνώριζαν την δύναμη του αληθινού Θεού και ασπάζονταν την χριστιανική πίστη. Είχε αποκτήσει ακόμη το χάρισμα να εκβάλλει δαιμόνια από ανθρώπους, που είχαν εισβάλλει και τους βασάνιζαν.
Όλα τα χρόνια της ποιμαντορίας του είχε προσελκύσει χιλιάδες ειδωλολάτρες στην Εκκλησία. Όταν έφυγε από αυτή τη ζωή άφησε ελάχιστους παγανιστές στην Επισκοπή του. Η Λάμψακος, από εστία ειδωλολατρών, είχε μεταβληθεί σε χριστιανική πόλη, όπου πλειοψηφούσαν οι ευσεβείς Χριστιανοί. Κοιμήθηκε εν ειρήνη και ο τάφος και τα ιερά λείψανά του συνέχισαν και συνεχίζουν ως τα σήμερα να θαυματουργούν. Τμήμα της Τίμιας Κάρας του βρίσκεται στην Ιερά Μονή Μακρυμάλλη, της Ιεράς Μητροπόλεως Χαλκίδος, η οποία θαυματουργεί σε όσους τον επικαλούνται με ευλάβεια. Υπάρχουν πάμπολλες μαρτυρίες καρκινοπαθών, οι οποίοι έχουν ιαθεί θαυματουργικά, χάρις στον Άγιο Παρθένιο. Η μνήμη του εορτάζεται στις 7 Φεβρουαρίου.