Πνευματικά ωφέλιμα

Εορτολόγιο 8 Φεβρουαρίου: Μνήμη του Προφήτη Ζαχαρία

Ο Προφήτης Ζαχαρίας είναι ο ενδέκατος της σειράς των μικρών λεγομένων προφητών της Παλαιάς Διαθήκης.

Ἵππους ἑώρας τοὺς νόας Ζαχαρία, Δι’ ὧν πρὸς ὕψος οὐρανῶν ἀφιππάσω.

Γεννήθηκε στην πόλη Γαλαάδ της Παλαιστίνης κατά την περίοδο της βαβυλώνιας αιχμαλωσίας και το όνομά του σημαίνει, στην ελληνική γλώσσα, μνήμη Θεού, εκείνον δηλαδή τον οποίο ο Θεός ενθυμείται. Ήταν γιος του Βαραχίου και εγγονός του Αδδώ.

Ο Ζαχαρίας, ήταν αυτός που με τον προφήτη Αγγαίο, διήγειραν τους Ιουδαίους, όταν αυτοί το 537 με 536 π.Χ. επέστρεψαν στην Ιουδαία, να ανοικοδομήσουν το ναό της Ιερουσαλήμ.

Υπάρχει η άποψη, ότι ο προφήτης Ζαχαρίας ανήκε σε Ιερατικό γένος και ήταν ιερεύς και ο ίδιος. Κατά την Ιουδαϊκή παράδοση, ο Ζαχαρίας και ο Αγγαίος ήταν μέλη της Μεγάλης Συναγωγής, η οποία ώρισε τον Κανόνα των βιβλίων της Παλαιάς Διαθήκης. Ασχολήθηκαν δε και με την τακτοποίηση της ιεράς λειτουργίας, και συνέθεσαν ή αναθεώρησαν ψαλμούς.

Ο Ζαχαρίας προφήτευσε την είσοδο του Ιησού στην Ιερουσαλήμ για την Κυριακή των Βαΐων, και για το ποσό που πλήρωσαν οι Αρχιερείς στον Ιούδα σαν τίμημα για την προδοσία του Διδασκάλου.

Ο Προφήτης Ζαχαρίας κοιμήθηκε σε βαθύ γήρας και ενταφιάσθηκε κοντά στον τάφο του Προφήτη Αγγαίου.

Ο αυτοκράτορας Θεοδόσιος ο Μέγας (379-395 μ.Χ.) έκτισε ναό αφιερωμένο στον Προφήτη Ζαχαρία στη μονή της Αγίας Δομνίκης Κωνσταντινουπόλεως. Ναός, επίσης, του Προφήτου υπήρχε στο βουνό του Αυξεντίου, σε τόπο όπου καλείτο «Θέατρο».

Ἀπολυτίκιον 
Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Τὴν κλῆσιν κατάλληλον, δείξας τοὶς ἔργοις σοφέ, ταμεῖον ἐπάξιον, τῆς ἐπιπνοίας Θεοῦ, Ζαχαρία γεγένησαι, ἔχων γὰρ ἐν τῷ βίῳ, συλλαλούντας Ἀγγέλους, ὤφθης τῶν ἐσομένων, θεηγόρος Προφήτης. Καὶ νῦν ἠμῶν τᾶς αἰτήσεις, ἄνωθεν πλήρωσαν.

Δείτε εδώ

Άγιες Μάρθα, Μαρία και Λυκαρίων ο Οσιομάρτυρας

Οι Μάρθα και η Μαρία ήταν αδελφές και κρίθηκαν ένοχες από τους ειδωλολάτρες, διότι είχαν αφιερώσει τη ζωή τους στη διάδοση της χριστιανικής πίστης μεταξύ του γυναικείου κόσμου. Ο έπαρχος προσποιήθηκε ότι τις εύσπλαχνίζεται κατά τη δίκη τους και τις εξόρκιζε να λυπηθούν τη νεότητα τους. Εκείνες του απάντησαν ότι τη ζωή τους θα τη χάσουν όλοι, άλλοίμονο όμως, σ' όποιον χάσει την ψυχή του. Διότι, κατά τον Ιωάννη «ο πιστεύων εις τον υιόν έχει ζωήν αιώνιον. Ο δε άπειθών τω υιω ουκ όψεται ζωήν, αλλ' ή οργή του Θεού μένει έπ' αυτόν». Ο έπαρχος διέταξε τότε να αποθάνουν με σταυρικό θάνατο. Οι παρόντες ειδωλολάτρες θαύμαζαν την νεανική τους γενναιότητα και τότε ο έπαρχος διέταξε τους δήμιους να τις αποκεφαλίσουν.

Σε μερικούς Συναξαριστές αναφέρεται την ήμερα αυτή, μαζί με τις δύο προαναφερθείσες παρθένες και ο Άγιος Λυκαρίων. Ο Άγιος αυτός, φέρεται ότι ήταν παιδί που μόναζε μαζί με τις αδελφές Μαρία και Μάρθα. Σταυρώθηκε μαζί μ' αυτές και κατόπιν αποκεφαλίστηκε και αυτός. (Πιθανόν ο Οσιομάρτυρας Λυκαρίων να είναι ίδιος με αυτόν της 7ης Ιουνίου).

Άγιος Θεόδωρος ο Στρατηλάτης

O Άγιος Θεόδωρος ο Στρατηλάτης καταγόταν από τα Ευχάϊτα της Γαλατίας και κατοικούσε στην Ηράκλεια του Εύξεινου Πόντου. Στρατιωτικός στο επάγγελμα, διακρίθηκε για την γενναιότητά του και γρήγορα προήχθη στους υψηλότερους βαθμούς της στρατιωτικής ιεραρχίας. Αθλητής γενναιότατος ο Θεόδωρος, ήταν συγχρόνως και υπόδειγμα σεμνότητας όπως αρμόζει σε έναν γνήσιο Χριστιανό.

Όταν το 320 μ.Χ. ο Λικίνιος διέτριβε στη Νικομήδεια, άκουσε περί του Θεοδώρου ότι είναι Χριστιανός και βδελύσσεται τα είδωλα. Αμέσως απέστειλε στην Ηράκλεια ανώτερους αξιωματούχους, για να τον συνοδεύσουν με τιμή στη Νικομήδεια. Αλλά ο Θεόδωρος διεμήνυσε διά των ιδίων απεσταλμένων στον Λικίνιο, ότι για πολλούς λόγους η παρουσία του στην Ηράκλεια ήταν συμφέρουσα και τον προέτρεπε να μεταβεί εκεί. Αποδεχθείς την πρόταση ο Λικίνιος μετέβη στην Ηράκλεια, όπου τον προϋπάντησε με λαμπρότητα ο Θεόδωρος, προς τον οποίο ο Λικίνιος άπλωσε το χέρι, ελπίζοντας ότι διά του Θεοδώρου θα προσείλκυε τους Χριστιανούς στη θρησκεία των ειδώλων. Κάποια ημέρα, ενώπιον του λαού, ο Λικίνιος προέτρεψε τον Θεόδωρο να θυσιάσει στα είδωλα. Ο Θεόδωρος αρνήθηκε και ζήτησε να του δοθούν τα χρυσά και αργυρά αγαλματίδια των θεών, για να προσφέρει αυτά θυσία στον οίκο του ιδιωτικά και μετά να προσφέρει δημόσια τις θυσίες. Πράγματι, ο Θεόδωρος έλαβε τα αγαλματίδια τα οποία κομμάτιασε και μοίρασε τα χρυσά και αργυρά αυτών στους πτωχούς.

Ο εκατόνταρχος Μαξέντιος είδε την κεφαλή της θεάς Αφροδίτης στα χέρια ενός πτωχού και κατέδωσε το γεγονός στον Λικίνιο, ο οποίος θεώρησε τον Θεόδωρο ως εμπαίκτη και καταφρονητή των ειδώλων. Για τον λόγο αυτό τον συνέλαβαν και αμέσως άρχισαν να τον υποβάλλουν σε πολυειδείς τιμωρίες. Τον κτυπούσαν, έκαιγαν και έγδερναν το σώμα του Μάρτυρος. Στην συνέχεια οι δήμιοι τον σταύρωσαν και διαπέρασαν τα πόδια, τα χέρια και τα κρυφά μέλη του διά περόνης, τόξευσαν το πρόσωπό του με τέτοιο τρόπο ώστε να εκχυθούν τα μάτια του και τον άφησαν επάνω στον σταυρό. Ο Λικίνιος, φοβούμενος την οργή του όχλου, διέταξε να τον αποκεφαλίσουν. Έτσι ο φόβος παρεχώρησε την θέση του στη χαρά και η λύπη και ο κόπος στην ανάπαυση.

Το σεπτό σκήνωμά του μετετέθη, στις 8 Ιουνίου, από την Ηρακλεία στο προγονικό κτήμα του Αγίου, στα Ευχάιτα, κατά την επιθυμία του Αγίου την οποία εξέφρασε προ της εκτομής αυτού στον γραμματέα του Ούαρο. Η Εκκλησία μας εορτάζει στις 8 Ιουνίου την ανακομιδή των λειψάνων του.

Ακολουθήστε το Πενταπόσταγμα στο Google news Google News

ΔΗΜΟΦΙΛΗ