Ο Αρχιμανδρίτης Δανιήλ Αεράκης μας μιλάει για την παραβολή του σπλαχνικού πατέρα, Του «Ασώτου υιού».
Ποιός ξεκόλλησε τὸν Ἄσωτο γυιὸ ἀπό τὴ φρίκη καὶ τὴ δυστυχία; Ἡ πίστις στὸν Πατέρα. Ὑψώνονταν ἀνυπέρβλητα ἐμπόδια μπροστά του, ὡς πανύψηλα βουνά. Ψηλότερα τοῦ τὰ ἔκαναν οἱ πειρασμοί. Ἀνυπέρβλητα ὁ Διάβολος.
• Καὶ ἂν ἔχη πεθάνει ὁ πατέρας;
• Εἶμαι τόσο μακρυά. Τὰ πόδια μου θ' ἀντέξουν; Καὶ μὲ ποιὰ μοῦτρα θ' ἀτενίσω τὸν πατέρα; Δὲν κάθομαι καλύτερα ἐδῶ, «κι ὅ,τι βρέξει, ἄς κατεβάσει»;
• Κι ἂν βρῶ τὴν πόρτα κλειστή; Κι ἂν ἔχη γκρεμιστῆ τὸ σπίτι;
Κι ἂν ὁ πατέρας δὲν μὲ θέλη; Καὶ δικαιολογημένα, ἀφοῦ τὸν ρεζίλεψα!
• Νὰ ζητήσω συγγνώμη γιὰ ὅσα ἔκανα. Κι ἂν ἀντιμετωπίσω αὐστηρό το βλέμμα του, σὰν νὰ μοῦ λέη: «Φύγε, ἀλήτη! Φύγε! Δὲν θέλω νὰ σὲ ξέρω. Ἔχεις καὶ τὴ θρασύτητα νἄρχεσαι στὸ σπίτι, πού τὄφτυσες, πού τὸ πρόδωσες...». Ἂν μοῦ μιλήση ἔτσι;
Ὅλα αὐτὰ τὰ «ἐὰν» σὰν νὰ τὸν καταπλακώνουν καὶ δὲν τὸν ἀφήνουν νὰ σηκωθῆ, νὰ βρῆ τὸ κουράγιο καὶ τὴ δύναμι τῆς ἐπιστροφῆς.
Τελικὰ δὲν νικήθηκε ἀπό τούς ἀπαισιόδοξους λογισμούς. Τὸ θῦμα τῆς ἀπάτης πίστεψε στὸ θαῦμα τῆς ἀγάπης. Πίστεψε στὸν Πατέρα.
• Ὄχι! Δὲν θάχη πεθάνει ὁ πατέρας. Ὁ Πατέρας ζῆ. Ζῆ καὶ περιμένει ἐμένα. Τὸ ξέρω. Ἐκεῖνο τὸ τελευταῖο του ἀγαπητικό βλέμμα σὰν νὰ μοὔλεγε: «Θὰ σὲ περιμένω, παιδὶ μου!».
• Ὄχι! Τὸ σπίτι τοῦ πατέρα δὲν γκρεμίζεται. «Πύλαι ἅδου οὐ κατισχύσουσιν» (Ματθ. ιστ' 18). Ἡ Ἐκκλησία εἶναι τὸ καταφύγιο τῆς ἀγάπης, ἡ ὑποδοχὴ τῶν ἁμαρτωλῶν, πού μετανοοῦν.
• Ὄχι! Δὲν θὰ μὲ διώξη ὁ πατέρας. Εἶμαι σίγουρος, ὅτι μὲ θέλει. Δὲν θὰ ξεχάσω τὴν τελευταία μας συνάντησι. Σάν νὰ μοὔλεγε: «Φεύγεις! Λὲς πώς δὲν μὲ θέλεις. Ἐγὠ ὅμως, παιδί μου, σὲ θέλω...». Ὁ Θεὸς ὅλους τοὺς ἀνθρώπους, καὶ τοὺς ξεστρατεμένους, τοὺς θέλει. «Θέλει πάντας ἀνθρώπους σωθῆναι καὶ εἰς ἐπίγνωσιν ἀληθείας ἐλθεῖν» (Α' Τιμ. β' 4).
• Ὄχι! Δὲν θὰ βρῶ τὴν πόρτα κλειστή. Δὲν κλείνει ἡ πόρτα τῆς ἀγάπης!
Δύο κλειδιὰ δὲν χάνονται σὲ τούτη τὴ ζωή. Τὸ ἕνα εἶναι τὸ κλειδὶ τῆς ἀγάπης, πού τόχει ὁ Θεὸς ἀπό μέσα. Τὸ ἄλλο εἶναι τὸ κλειδὶ τῆς μετανοίας, ποὐ τὸ χειρίζεται ὁ ἄνθρωπος ἀπ' ἔξω.
Ὅταν συναντᾶται ἡ ἀγάπη τοϋ Θεοῦ καὶ ἡ μετάνοια τοῦ ἀνθρώπου, αὐτόματα λειτουργεῖ ὁ συναγερμὸς τοῦ οὐρανοῦ. «Χαρὰ γίνεται ἐνώπιον τῶν ἀγγέλων τοῦ Θεοῦ ἐπὶ ἑνί ἁμαρτωλῷ μετανοοῦντι» (Λουκ. ιε' 10).
• Ὁ ἄσωτος κλαίει. Ὁ Οὐρανὸς γελάει.