Την Τρίτη 24 Μαΐου το απόγευμα ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Βεροίας, Ναούσης και Καμπανίας κ. Παντελεήμων χοροστάτησε και κήρυξε τον θείο λόγο, όπως κάθε Τρίτη απόγευμα, στον Εσπερινό και στην Παράκληση του Αγίου Λουκά του Ιατρού στον Ιερό Ναό του στην Ιερά Μονή Παναγίας Δοβρά Βεροίας.
Στο τέλος, ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης μας κ. Παντελεήμων διάβασε την ειδική ευχή και ανακοίνωσε το πρόγραμμα της ετήσιας πανηγύρεως του Ιερού Ναού του Αγίου Λουκά του Ιατρού με την ευκαιρία της εορτής της μετακομιδής του Ιερού Λειψάνου του Θαυματουργού Αγίου από τη Συμφερούπολη της Κριμαίας στη Βέροια το Σαββατοκύριακο 28 και 29 Μαΐου.
ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΠΑΝΗΓΥΡΕΩΣ
Σάββατο 28 Μαΐου, 7:00 μ.μ.
Πολυαρχιερατικός Πανηγυρικός Εσπερινός & Αρτοκλασία
Κυριακή 29 Μαΐου, 7:00 π.μ.
Όρθρος, Πολυαρχιερατικό Συλλείτουργο & Ιερά Λιτανεία
Κυριακή 29 Μαΐου, 7:00 μ.μ.
Μεθεόρτιος Εσπερινός και Ιερά Παράκληση
Ο Σεβασμιώτατος στην ομιλία του ανέφερε μεταξύ άλλων:
Μεταξύ τῶν πολλῶν θαυμάτων τά ὁποῖα ἐπιτέλεσε ὁ Χριστός κατά τή διάρκεια τῆς ἐπιγείου ζωῆς του εἶναι καί τό θαῦμα τῆς θεραπείας τοῦ τυφλοῦ, τό ὁποῖο θά ἀκούσουμε τήν ἐρχόμενη Κυριακή.
Ἕνας ἐκ γενετῆς τυφλός θεραπεύεται ἀπό τόν Χριστό καί ἀποκτᾶ τό φῶς του. Καί δέν ἀποκτᾶ μόνο τό φῶς τῶν φυσικῶν ὀφθαλμῶν του, ἀλλά ἀποκτᾶ καί τό φῶς τῶν νοητῶν ὀφθαλμῶν του. Μπορεῖ νά δεῖ καί νά διακρίνει τόν Χριστό, ὡς τόν ἀληθινό σωτήρα καί λυτρωτή του, σέ ἀντίθεση μέ τούς Φαρισαίους καί πολλούς ἄλλους ἀνθρώπους τῆς ἐποχῆς του καί τῆς ἐποχῆς μας, οἱ ὁποῖοι, ἐνῶ ἔχουν μάτια, δέν μποροῦν νά διακρίνουν τό φῶς.
Ὁ Χριστός, γράφει ὁ ἅγιος Λουκᾶς, ὁ ἰατρός καί θαυματουργός, μιλᾶ ἀρκετές φορές γιά τήν πνευματική τύφλωση. «Τί εἶναι λοιπόν ἡ πνευματική τύφλωση;», ρωτᾶ ὁ ἅγιος. «Ἀπό αὐτήν ὑποφέρουν», ἀπαντᾶ, «ὅσοι δέν ἐπιθυμοῦν νά δοῦν τό ἀληθινό Φῶς, πού εἶναι ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστός. Τυφλοί εἶναι ὅλοι ὅσοι, σύμφωνα μέ τόν ἅγιο Ἰωάννη τόν Θεολόγο, δέν Τόν δέχθηκαν, αὐτοί πού ἀρνήθηκαν νά δοῦν σ᾽Αὐτόν τό ἀληθινό φῶς. Οἱ τυφλοί σκεπάζουν τά μάτια στό οὐράνιο φῶς τοῦ Εὐαγγελίου τοῦ Χριστοῦ. Οἱ τυφλοί εἶναι πεπεισμένοι ὅτι κατέχοντας τήν ἐπιστημονική γνώση καί τή βαθυστόχαστη φιλοσοφία γνώρισαν τό Ἀληθινό Φῶς καί δέν ἐπιθυμοῦν νά γνωρίσουν κανένα ἄλλο φῶς.
Ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστός», συνεχίζει ὁ ἅγιος Λουκᾶς, «στηλίτευσε τούς Ἰουδαίους καί τούς Φαρισαίους γιά τούς ὁποίους τά βιβλία τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης ἦταν τό μοναδικό φῶς. Ἀπέρριψαν τό φῶς τοῦ Χριστοῦ, δίωξαν τόν Κύριο. Τόν σταύρωσαν καί σκέφθηκαν ὅτι ἔτσι ἔσβησε αὐτό τό Φῶς. Ἀλλά τό φῶς ἐν τῇ σκοτίᾳ φαίνει, καί ἡ σκοτίᾳ αὐτό οὐ κατέλαβεν».
Ποιό εἶναι αὐτό τό σκοτάδι τό ὁποῖο δέν μπορεῖ νά καλύψει καί νά ἐξαφανίσει τό φῶς τοῦ Χριστοῦ; ρωτᾶ ὁ ἅγιος Λουκᾶς, γιά νά ἀπαντήσει ὁ ἴδιος ὅτι «εἶναι τό φῶς τῆς ἀνθρώπινης ματαιοδοξίας καί τῆς γνώσεως πού κάποιοι ἄνθρωποι νομίζουν ὅτι διαθέτουν, ὅπως συνέβαινε μέ τούς Γραμματεῖς καί τούς Φαρισαίους πού πίστευαν ὅτι οἱ μαθητές τοῦ Χριστοῦ πού ἦταν ἁπλοί ἁλιεῖς βρισκόταν στό σκοτάδι· καί ὅπως συμβαίνει ἀκόμη καί στίς ἡμέρες μας κατά τίς ὁποῖες κάποιοι πιστεύουν ὅτι, ἐπειδή ἔχουν ἐπιστημονικές γνώσεις, κατέχουν τήν ἀλήθεια καί οἱ ὑπόλοιποι ζοῦν στό σκοτάδι».
Ὅμως ὅλοι αὐτοί πλανῶνται, διότι «ὁ Κύριος ἦρθε ὥστε τό θεϊκό του φῶς νά ἐπισκιάσει κάθε ματαιόδοξη ἀνθρώπινη σοφία, κάθε τεχνητό καπνίζον φῶς, πού ἐκπέμπουν ἄνθρωποι γεμάτοι ὑπερηφάνεια καί ἔπαρση, πού θεωροῦν ὅτι μέ τό μυαλό τους μποροῦν νά κατανοήσουν ὅλη τήν ἀλήθεια. Αὐτούς, πού θεωροῦν τούς ἑαυτούς τους βλέποντες, ὁ Κύριος τούς ἔκανε μή βλέποντες. Καί τούς ἁπλούς ἀνθρώπους, πού ἔχουν καθαρή καρδιά, πού δέχονται τό Εὐαγγέλιο μέ πίστη, ὅπως τά μικρά παιδιά δέχονται τά λόγια τῶν γονιῶν τους, ὁ Κύριος τούς ἔκανε βλέποντες».
Μή βλέποντες εἶναι αὐτοί, συνεχίζει ὁ ἅγιος Λουκᾶς, οἱ ὁποῖοι μέ τή θέλησή τους ἐγκαταλείπουν τόν Χριστό καί τό φῶς του, ὅπως ἔκαναν οἱ Ἰουδαῖοι πού ἐγκατέλειπαν τόν νόμο τοῦ Θεοῦ καί παρασυρόταν στήν εἰδωλολατρεία. Γιά αὐτούς ἔγραφε ὁ προφήτης Ἰεζεκιήλ ὅτι «ἔχουσιν ὀφθαλμούς τοῦ βλέπειν καί οὐ βλέπουσι καί ὦτα ἔχουσι τοῦ ἀκούειν καί οὐκ ἀκούουσι (Ἰεζ. 12.2). Καί τό ἴδιο ἰσχύει καί σήμερα, γιατί πολλοί εἶναι αὐτοί πού δέν ἐπιθυμοῦν νά γνωρίζουν τό φῶς τῆς Ἀληθείας, αὐτοί πού προτιμοῦν νά μήν πορεύονται στόν δρόμο τοῦ Χριστοῦ καί νά μήν ἀκοῦν τήν Ἐκκλησία, ἀλλά νά ἔχουν δικούς τους δρόμους καί δικό τους θέλημα.
Ὅμως αὐτοί οἱ δρόμοι εἶναι ἐξαιρετικά ἐπικίνδυνοι γιά τούς ἀνθρώπους, διότι, ὅπως γράφει ὁ προφήτης Ἡσαΐας, ὁ Θεός λέγει ὅτι θά ὁδηγήσει τούς τυφλούς σέ δρόμο πού δέν γνωρίζουν καί ὄχι σέ αὐτόν πού νομίζουν ὅτι ἔχουν ἐπιλέξει. Καί ἀπό αὐτόν τόν δρόμο δέν ὑπάρχει καμία διέξοδος παρά μόνο ἡ ἐπιστροφή στόν Χριστό, πού μπορεῖ νά μετατρέψει τό σκοτάδι σέ φῶς καί νά καθοδηγήσει τούς ἀνθρώπους πού μπλέχτηκαν στό σκοτάδι σέ εὐθεῖς δρόμους.
Δέν ὑπάρχει ὅμως λόγος νά ταλαιπωρούμεθα ἀπό τήν πνευματική τύφλωση. «Ἄς στρέψουμε ὅλη μας τήν ὕπαρξη πρός τό Ἀληθινό Φῶς», ὅπως μᾶς προτρέπει ὁ ἅγιος Λουκᾶς. «Τό μόνο πού ἀπαιτεῖται ἀπό μᾶς εἶναι νά ἀπαρνηθοῦμε τούς δικούς μας δρόμους, τό δικό μας θέλημα, πού μόνοι μας ἐπινοοῦμε, νά παύσουμε νά διευθετοῦμε τή ζωή μας ὅπως μᾶς ἀρέσει, νά ἀναγνωρίσουμε τήν τύφλωσή μας καί νά στραφοῦμε μέ ὅλη μας τήν καρδιά πρός τόν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό». Καί ὁ Κύριος θά φωτίσει τίς σκοτεινές μας καρδιές μέ τό φῶς του, ὅπως φώτισε καί τά μάτια καί τήν καρδιά τοῦ τυφλοῦ τοῦ Εὐαγγελίου.