Ο Μωσαϊκός νόμος, διέταζε την περιτομή των αρσενικών παιδιών (‘Εξοδ. ΙΒ’ 43-49), (Γεν. ΙΖ’ 9-19), η οποία γινόταν κατά την ογδόη ημέρα από αυτή της γέννησης του παιδιού (Λευιτ. ΙΓ’ 3). Η τελετή αυτή έπαιρνε μέρος μέσα σε κτίριο της Συναγωγής, το πρωί, παρουσία δέκα τουλάχιστον προσώπων.
Έτσι και η περιτομή του βρέφους Ιησού έγινε στη Συναγωγή της Βηθλεέμ. Η χειροποίητος αυτή περιτομή στο σώμα ήταν τύπος, που συμβόλιζε την περιτομή της καρδιάς, ενεργούμενης απ’ ευθείας υπό του Θεού (Δευτ. Γ 16, Λ’6). Για τη δεύτερη αυτή περιτομή, την αχειροποίητο, ο απ. Παύλος διδάσκει: «Περιετμήθητε περιτομή αχειροποιήτω εν τη απεκδυθεί του σώματος των αμαρτιών της σαρκός, εν τη περιτομή του Χριστού, συνταφέντες αυτώ εν τω βαπτίσματι» (Κολ. Β’ 11-12). Δηλαδή, λέει ο απ. Παύλος, περιτμηθήκατε και με περιτομή πνευματική, που ενεργείται απ’ το Άγιο Πνεύμα. Και συνίσταται στο γδύσιμο και την αποβολή του σώματος, που δούλεψε στις αμαρτίες της σάρκας. Το γδύσιμο δε αυτό είναι η περιτομή, που πήρατε από τον Χριστό, όταν θαφτήκατε μαζί Του, δια του Αγίου Βαπτίσματος. Το Βρέφος όμως της φάτνης, αφού γεννήθηκε με τον Παλαιό Νόμο, έπρεπε να υποβληθεί και Αυτό στον τύπο, ο οποίος είχε δικαίωμα να ισχύει μέχρι της καταργήσεως του. Η περιτομή την οποία εορτάζουμε και τιμούμε ως Δεσποτική εορτή είναι η απάντηση σε όσους ισχυρίζονταν ότι ο Ιησούς εγεννήθη κατά φαντασίαν. Μετά την περιτομή επέστρεψε στην οικία Του, ζώντας ανθρώπινα και «προκόπτων εν ηλικία και σοφία και χάριτι».