Το Σάββατο 31 Ιουλίου το απόγευμα στα προπύλαια του πανηγυρίζοντος Ιερού Ναού του Οσίου Αντωνίου του Νέου, ο ιερός κλήρος και οι ευλαβείς πιστοί υποδέχθηκαν τον Τίμιο Σταυρό από το Ιερό Προσκύνημα της Παναγίας Σουμελά Βερμίου που όπως κάθε χρόνο συμπανηγυρίζει με τον πολιούχο της Βεροίας, λόγω της αυριανής τελετής της προόδου του Τιμίου Σταυρού.
Τον Τίμιο Σταυρό μετέφερε ο Πρωτοσύγκελλος της Ιεράς Μητροπόλεως Βεροίας, Ναούσης και Καμπανίας και Καθηγούμενος του Ιερού Προσκυνήματος Παναγίας Σουμελά Αρχιμ. Αθηναγόρας Μπίρδας.
Εν συνεχεία τελέστηκε Μέγας Πανηγυρικός Αρχιερατικός Εσπερινός χοροστατούντος του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Βεροίας, Ναούσης και Καμπανίας κ. Παντελεήμονος, ο οποίος κήρυξε και τον θείο λόγο.
Εξαιτίας των ειδικών υγειονομικών μέτρων προστασίας δεν πραγματοποιήθηκε η καθιερωμένη ιερά λιτανεία των Ιερών Λειψάνων του Αγίου Αντωνίου του Βεροιέως και του Τιμίου Σταυρού στους δρόμους της πόλεως, αλλά κατόπιν σχετικής άδειας πραγματοποιήθηκε μόνον στον αύλειο χώρου του Ιερού Ναού και με την συμμετοχή μόνο του Ιερού Κλήρου και των Αρχών.
Ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης μας κ. Παντελεήμων στην ομιλία του ανέφερε μεταξύ άλλων: «Ὡς κοινόν φυλακτήριον, ὡς πηγήν ἁγιάσματος, τόν Σταυρόν τόν τίμιον ἀσπασώμεθα».
Ἑορτάζει αὔριο ἡ Ἁγία μας Ἐκκλησία, μαζί μέ τούς ἑπτά Μακκαβαίους, τή μητέρα τους Σολομονή καί τόν διδάσκαλό τους Ἐλεάζαρο, τούς ὁποίους καί τιμᾶ ἰδιαιτέρως, κατά παλαιό ἔθος, ἡ τοπική μας Ἐκκλησία μαζί μέ τόν πολιοῦχο μας, ὅσιο Ἀντώνιο τόν Βεροιέα, τήν «πρόοδο τοῦ τιμίου Σταυροῦ». Ἑορτάζει, δηλαδή, τήν ἔξοδο τοῦ τιμίου καί ζωοποιοῦ Σταυροῦ ἀπό τό Σκευοφυλάκιο τῆς Μεγάλης Ἐκκλησίας τῆς Κωνσταντινουπόλεως καί τή λιτάνευσή του στή βασιλίδα τῶν πόλεων πρός προσκύνηση καί ἁγιασμό τῶν πιστῶν.
Ἡ ἑορτή αὐτή θεσπίσθηκε σέ ἀνάμνηση τῆς σωτηρίας τῶν Βυζαντινῶν, μέ τή βοήθεια τοῦ τιμίου Σταυροῦ, ἀπό ἐπιδρομή Σαρακηνῶν στά χρόνια τῆς βασιλείας τοῦ αὐτοκράτορος Μανουήλ Κομνηνοῦ, καί συνεχίζει ἔκτοτε ἡ Ἐκκλησία μας νά τήν ἑορτάζει καί νά καλεῖ τούς πιστούς, ὅπως κάλεσε καί ἐμᾶς πρό ὀλίγου ὁ ἱερός ὑμνογράφος, νά ἀσπασθοῦμε τόν τίμιο Σταυρό, «ὡς κοινόν φυλακτήριον» καί «ὡς πηγήν ἁγιάσματος».
Μᾶς κάλεσε νά ἀσπασθοῦμε τόν τίμιο Σταυρό, ὁ ὁποῖος ἀποτελεῖ τό «κοινόν φυλακτήριον» ὅλων τῶν πιστῶν, ἀποτελεῖ τόν φύλακα καί προστάτη ὅλων τῶν ὀρθοδόξων ἀπό ὁρατούς καί ἀοράτους ἐχθρούς.
Μᾶς κάλεσε ὅμως καί γιά ἕναν ἀκόμη λόγο, γιατί ὁ τίμιος Σταυρός ἀποτελεῖ καί «πηγήν ἁγιάσματος». Εἶναι αὐτός, δηλαδή, ὁ ὁποῖος μᾶς μεταδίδει χάρη καί ἁγιασμό καί μᾶς ἁγιάζει ψυχῇ τε καί σώματι.
Ἡ πρόσκληση αὐτή ἔχει διπλῆ σημασία γιά ὅλους μας, ἀφενός γιατί ἀπό αὔριο εἰσερχόμεθα στή νηστεία τοῦ Δεκαπενταυγούστου, σέ μία περίοδο σωματικῆς καί πνευματικῆς προετοιμασίας ὅλων μας γιά τή μεγάλη ἑορτή τῆς Κοιμήσεως τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου, δηλαδή γιά τό Πάσχα τοῦ καλοκαιριοῦ, ὅπως συνηθίζουμε νά ὀνομάζουμε τή μεγάλη αὐτή Θεομητορική ἑορτή, καί ἀφετέρου γιατί διερχόμεθα μία κρίσιμη περίοδο τῆς μεγάλης δοκιμασίας τῆς πανδημίας, ἡ ὁποία μᾶς πλήττει καί μᾶς ταλαιπωρεῖ ὅλον αὐτόν τόν χρόνο.
Ἡ Ἐκκλησία μας μᾶς συστήνει, βεβαίως, πάντοτε νά ἐπικαλούμεθα τή χάρη καί τήν προστασία τοῦ τιμίου καί ζωοποιοῦ Σταυροῦ, διότι πιστεύει ἀκράδαντα στή δύναμη πού ἔχει τό σύμβολο αὐτό τῆς θυσίας καί τῆς νίκης τοῦ Χριστοῦ κατά τοῦ διαβόλου καί κατά τῆς ἁμαρτίας· τόν προβάλλει ὅμως εἰς προσκύνηση καί μᾶς καλεῖ ἰδιαιτέρως νά ζητήσουμε τή χάρη καί τήν προστασία του σέ περιόδους κατά τίς ὁποῖες καλούμεθα νά ἀγωνισθοῦμε ἐντονότερα γιά νά ἀνταπεξέλθουμε στούς πειρασμούς καί νά ἀντιπαλαίσουμε πρός «τόν κοσμοκράτορα τοῦ σκότους τοῦ αἰῶνος τούτου», ὁ ὁποῖος προσπαθεῖ καί ἀγωνίζεται μέ κάθε τρόπο, «ὡς λέων ὠρυόμενος», νά μᾶς ἁρπάξει καί νά μᾶς ἀπομακρύνει ἀπό τόν Χριστό καί τήν Ἐκκλησία μας, ὥστε νά μᾶς βλάψει καί νά θριαμβεύσει ὁ ἴδιος, λέγοντας «ἴσχυσα πρός αὐτόν».
Στόν ἀγώνα μας ὅμως αὐτόν δέν εἴμεθα ποτέ ἀβοήθητοι, ἐφόσον προσφεύγουμε στή χάρη τοῦ τιμίου καί ζωοποιοῦ Σταυροῦ, ἐφόσον ἐπικαλούμεθα τήν προστασία του καί ἐφόσον κάνουμε τό σημεῖο του ὁπουδήποτε καί ὁποτεδήποτε ἔχουμε ἀνάγκη. Μέ τόν τρόπο αὐτό ὄχι μόνο προφυλασσόμεθα ἀπό τίς ἐναντίες δυνάμεις, ἀλλά καί ἁγιαζόμεθα, καθώς κατά τήν πίστη καί τή διδασκαλία τῆς Ἁγίας μας Ἐκκλησίας μετέχει ἁγιασμοῦ ὅποιος ἀσπάζεται, προσκυνᾶ ἤ ἐγγίζει κάτι ἅγιο. Γι᾽ αὐτό ἄλλωστε ἀσπαζόμεθα τίς ἱερές εἰκόνες τῆς Παναγίας καί τῶν ἁγίων τῆς Ἐκκλησίας μας καί τά ἱερά λείψανά τους, καί γι᾽ αὐτό πολύ περισσότερο προσκυνοῦμε τόν τίμιο καί ζωοποιό Σταυρό τοῦ Κυρίου μας, τό ξύλο «ἐν ᾧ ἐτάθη Χριστός, ὁ βασιλεύς καί Κύριος», τοῦ ὁποίου τήν προστασία ἐπικαλοῦντο καί οἱ ἅγιοι τῆς Ἐκκλησίας μας, καί ὁ συντιμώμενος προστάτης τῆς πόλεώς μας, ὁ ἅγιος Ἀντώνιος ὁ νέος, ὁ ὁποῖος μέ τή δύναμή του κατόρθωνε νά νικᾶ τίς δαιμονικές ἐπιθέσεις καί νά κατατροπώνει τίς σκοτεινές δυνάμεις, ἀλλά καί νά ἀντέχει τή μόνωση καί τούς κινδύνους πού ἐλλοχεύουν γιά ὅσους ἐπιλέγουν τήν ἀπόλυτη ἀπομόνωση γιά τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, ὅπως ἐκεῖνος, ζώντας ὅλη σχεδόν τή ζωή του «μόνος μόνῳ Θεῷ».
Σήμερα ὅμως δέν ἔχουμε μόνο τήν εὐλογία νά προσκυνήσουμε τόν τίμιο Σταυρό, ἀλλά νά προσκυνήσουμε ἕνα ἱερό κειμήλιο τῶν πατέρων μας, τόν τίμιο Σταυρό τῶν Κομνηνῶν, πού ὑποδεχθήκαμε πρό ὀλίγου ἀπό στό Ἱερό Προσκύνημα τῆς Παναγίας Σουμελᾶ, καί περιέχει τμῆμα τοῦ τιμίου Ξύλου.
Ἄς τόν προσκυνήσουμε καί ἄς τόν ἀσπασθοῦμε καί ἐμεῖς μέ πίστη καί ἄς τόν παρακαλέσουμε νά γίνει καί γιά μᾶς «φυλακτήριο καί πηγή ἁγιάσματος» καί νά προστατεύει πάντοτε ἀπό κάθε κίνδυνο καί κάθε κακό καί τήν πατρίδα μας καί τόν καθένα μας ξεχωριστά καί νά μᾶς ἀπαλλάξει τό συντομότερο ἀπό αὐτή τή φοβερή πανδημία, διά πρεσβειῶν καί τῶν ἑορταζομένων ἁγίων, τοῦ ὁσίου καί θεοφόρου πατρός ἡμῶν Ἀντωνίου τοῦ νέου, τοῦ Βεροιέως, τῶν ἁγίων ἑπτά Μακκαβαίων, τῆς μητέρας τους ἁγίας Σολομονῆς καί τοῦ διδασκάλου τους ἁγίου Ἐλεαζάρου.