Με αφορμή τα επαναλαμβανόμενα περιστατικά που είχαν ως πρωταγωνιστές ιερείς, ο Μητροπολίτης Ρεθύμνης και Αυλοποτάμου Ευγένιος, μίλησε στο δημοσιογράφο Σταύρο Ρακιντζή και στην εκπομπή του 9,80 fm «Διάφανη Πόλη». Ο Μητροπολίτης Ευγένιος τόνισε ότι το πρόβλημα αυτό αφορά άμεσα στην κοινωνία, ενώ αναφέρθηκε στο σημαντικό ζήτημα της λειψανδρίας που αντιμετωπίζει και η τοπική εκκλησία, τονίζοντας ότι ο παπάς είναι πλέον είδος προς εξαφάνιση.
Ο Μητροπολίτης Ρεθύμνης και Αυλοποτάμου Ευγένιος αναφερόμενος τόσο στους κληρικούς όσο και σε όσους έχουν δημόσια διακονήματα, επεσήμανε: «Ο λαός μας απαιτεί να είμαστε κάτι άλλο, από αυτό που είμαστε κάποιες φορές, και τον σκανδαλίζουμε. Αυτό δεν συμβαίνει φυσικά μόνο με τους ιερείς. Το ίδιο απαιτεί από τους γιατρούς και από τους δικαστές. Το ίδιο απαιτεί και από όλους τους ανθρώπους που έχουν δημόσια διακονήματα του λαού. Θα ήθελα όμως να επικεντρώσω την προσοχή μας, σε ένα θέμα που προέκυψε μέσα από την μελέτη και την ενασχόληση με αυτά τα προβλήματα. Αυτή τη στιγμή έχουμε να κάνουμε με μία πραγματικότητα που σχετίζεται με την κοινωνία μας άμεσα. Κάποτε μιλούσαμε για ιερείς, για γιατρούς, για δασκάλους, για όλους αυτούς που είχαν μια παιδαγωγική σημασία μέσα στην κοινωνία και λέγαμε ότι προέρχονται από κάποιες κοινωνίες, οι οποίες τους μεγάλωναν για να αποτελέσουν τα στελέχη της αργότερα».
Και πρόσθεσε: «Σήμερα ποια είναι η κοινωνία η οποία δίδει τους ιερείς; Ποιοι είναι οι υποψήφιοι ιερείς μας; Ποιοι είναι αυτοί που έρχονται για να ζητήσουν από τον Επίσκοπο τη χειροτονία; Έχουμε πολλά προβλήματα. Δεν είναι μόνο τα παιδιά μας, που τα χειροτονούμε και ο θεός ξέρει με τι προβλήματα και με τι στερήσεις, έχουν φτάσει σε αυτή τη θέση και είναι άξια και επαινετά και πρέπει να τα στηρίζει η αγάπη των ανθρώπων. Πολλές φορές λέω, ότι και ο παππάς, είναι πλέον είδος προς εξαφάνιση και θέλει στοργή και φροντίδα και από μέρους των τοπικών κοινωνιών που τον έχουν ακόμα. Μόνο ο παπάς έχει μείνει στο χωριό. Ούτε πρόεδρος, ούτε αγροφύλακας, ούτε αστυφύλακας έμεινε. Μόνο ο παπάς έμεινε να φροντίζει τον κοινωνικό ιστό. Αυτόν τον παπά πρέπει να τον περιβάλλουμε με αγάπη και όχι να τον πολεμούμε».
«Όταν έχουμε ένα παιδί το οποίο εκδηλώνει την επιθυμία να γίνει κάποια στιγμή κληρικός, όλοι ξέρουμε ότι θα πέσουν όλοι επάνω του για να το αποτρέψουν. Μα παπάς θα γίνεις; Πόσα παιδιά τέτοια, που θα ήταν ιδανικοί ιερείς για τον τόπο μας, έχουν αποτραπεί από τέτοιες συμπεριφορές. Αλλά και για να γίνει κανείς μοναχός θα ξεσηκωθούν όλοι οι δαίμονες της κολάσεως. Ποιος όμως θα στελεχώσει τα μοναστήρια μας; Εδώ, στην τοπική μας εκκλησία, έχουμε τόσα ιστορικά μοναστήρια και αυτή τη στιγμή το 90% των ηγουμένων δεν είναι Ρεθύμνιοι. Είναι ξένοι άνθρωποι που ήρθαν, αγάπησαν τα μοναστήρια κι έχουν δώσει τη ζωή τους. Δεν θα έπρεπε αυτός ο τόπος να αναδεικνύει από μόνος του τα στελέχη που θα κρατήσουν αυτές τις επάλξεις; Τα παιδιά που σήμερα που είναι στα λύκεια είναι οι αυριανοί ταγοί αυτής της κοινωνίας. Τί δίνουμε σε αυτά τα παιδιά σήμερα για να το έχουμε αύριο»; Και τόνισε: «Όταν βλέπουν οι άνθρωποι ότι υπάρχει ένα καλό παιδί που θέλει να γίνει κληρικός να το ενθαρρύνουν. Δεν φτάνει να λέμε θέλουμε καλούς κληρικούς, όταν αποτρέπουμε τα καλά παιδιά να γίνουν κληρικοί. Και μιλώντας για τον εαυτό μου να πω ότι πάρα πολλοί άνθρωποι με απέτρεπαν από το να πάρω το δρόμο που πήρα. Οι συγγενείς μου, έκαναν αγώνα για να μην ακολουθήσω το δρόμο της εκκλησίας».
Στη συνέχεια ο Μητροπολίτης Ρεθύμνης και Αυλοποτάμου πρόσθεσε: «Είναι εύκολο να φέρω ανθρώπους από το Άγιο Όρος να στελεχώσουν το Αρκάδι. Αυτοί όμως οι άνθρωποι, θα καταφέρουν να δέσουν στον τόπο; Ξέρουν τις ιδιαιτερότητες του λαού μας; Ή θα είναι ένα ξένο σώμα; Κάθε χωριό στο παρελθόν, έβγαζε τον παπά του και δεν περίμενε το δεσπότη να τους πάει κάποιον αλεξιπτωτιστή. Το ίδιο το χωριό τον μεγάλωνε για να γίνει ο παπάς του».
Όσον αφορά στο ποιος φταίει ο ίδιος, είπε μεταξύ άλλων: «Μπορεί να φταίμε κι εμείς, μπορεί τα κακά μας παραδείγματα, κάνοντας την αυτοκριτική μας. Πολλές φορές λέω, δεν μου φταίει κανείς και ούτε θα μπω σε διαδικασία τηλεδικαστηρίων ποτέ για κανέναν άνθρωπο. Και αυτούς τους ανθρώπους που είδαμε στα ΜΜΕ αυτές τις μέρες θέλω να τους βλέπω με αγάπη και συμπάθεια. Οι συμπεριφορές τους φυσικά είναι καταδικαστέες, αλλά τα πρόσωπά τους θέλουν κι αυτά συμπάθεια, γιατί δεν ξέρουμε για ποιο λόγο και με ποια αιτία ξεκίνησαν να κάνουν όλα αυτά τα πράγματα».
Απαντώντας σε σχετικό ερώτημα για το αν θα πρέπει και πάλι η εκκλησία να δει το θέμα της χειροτονίας των ιερέων και τα κριτήρια με τα οποία προχωράει, απάντησε: «Αξιολογήσεις γίνονται και δεν νομίζω κάποιος επίσκοπος, χωρίς περίσκεψη να προβαίνει σε κάποιες χειροτονίες. Κι αν το κάνει είναι λάθος. Αλλά ποτέ δεν ξέρει κανείς από πού θα μπορούσε να προκύψει ένα πρόβλημα σε κάποιον άνθρωπο. Στη διακονία μου έχω γνωρίσει εκατοντάδες κληρικούς. Όλοι είμαστε άνθρωποι, με τα πάθη μας, τις αδυναμίες μας και τις μικρότητές μας. Δεν είμαστε άγγελοι και αρχάγγελοι. Κι αν ο θεός ήθελε αγγέλους να διακονούν την εκκλησία, ήξερε να το κάνει. Θέλει ανθρώπους ομοιοπαθείς με τους ανθρώπους, που να ξέρουν και τα προβλήματα του κόσμου εξ ιδίας πείρας».
Για το αν πρέπει ν αλλάξουν οι διαδικασίες επιλογής ή να γίνονται κάποιες επαναξιολογήσεις είπε: «Η διαδικασία γίνεται. Ποια είναι όμως αυτή η διαδικασία που γίνεται και από ποιον γίνεται; Δεν είναι δυνατόν να μιλάμε για διαδικασία εκκλησίας, τη στιγμή που κάθε ιερέας είναι δημόσιος υπάλληλος και υποτίθεται περνάει από ιατρικές επιτροπές πριν από το διορισμό του. Ας κοιτάξουμε πως λειτουργούν αυτά τα πράγματα. Ίσως να χρειάζεται μια επαναξιολόγηση. Αυτό δεν με βρίσκει αντίθετο. Ίσα ίσα μπορεί να είναι και πολύ αποτελεσματικό. Το πιο αποτελεσματικό πάντως είναι η προσωπική σχέση που αναπτύσσει μια κοινωνία με τον ποιμένα της και μια ενορία με τον παπά της. Μια κατάσταση δηλαδή η οποία λύνει προβλήματα και δε απομονώνει πρόσωπα και καταστάσεις.»
Αναφερόμενος στην Μητρόπολη Ρεθύμνης και Αυλοποτάμου είπε: «Εγώ έχω 110 κληρικούς, που ο καθένας έχει το χαρακτήρα του και την προσωπικότητά του. Τον καθένα πρέπει να τον δω, ως επίσκοπος μέσα στα πλαίσια της ενορίας του. Έχουμε ιερείς που αν τους δει κάνεις απέξω, χωρίς να γνωρίζει, θα σχηματίσει λανθασμένη άποψη. Όμως είναι οι ιδανικοί παπάδες για την κοινωνία που διακονούν. Έχουμε περιοχές που θέλουν ο παπάς τους να μιλάει τη γλώσσα των ανθρώπων του τόπου. Πρέπει να δούμε συνολικά αυτό το θέμα γιατί και οι ενορίες μας έχουν αλλάξει και οι άνθρωποι στα χωριά μας έχουν αλλάξει. Ενώ και οι κοινωνικοί θεσμοί και δεσμοί έχουν αλλοιωθεί και το ξέρουμε όλοι μας. Και ερχόμαστε μετά που θα συμβεί κάτι να θρηνούμε τα θύματα. Τώρα δόθηκε μία αφορμή να αρχίσουμε να μιλάμε όχι για πως μας θέλει ο άνθρωπος αλλά για πώς μας θέλει ο Θεός».
Ο ίδιος αφού ευχήθηκε να είχαμε πραγματικά άριστους σε όλα τα διακονήματα του λαού μας, τόνισε τη διαφορά ανάμεσα στην κατά κόσμον μόρφωση και στην κατά Θεόν παιδεία: «Η σχέση μας με τον Θεό είναι προσωπική. Μακάρι να έχουμε τους άριστους σε όλα τα διακονήματα του λαού μας. Ούτε κι εγώ δεν είμαι άριστος και δεν μπορώ να μιλάω για τους άλλους. Όση ώρα κάνει ο κόσμος για να μας κατηγορεί, αν προσευχόταν για μας, θα ήμασταν καλύτεροι και αγιότεροι. Θέλω λοιπόν να παρακαλέσω όλους σας, να κάνετε μία προσευχή να αναδεικνύει ο Θεός άξιους λειτουργούς στην εκκλησία». Και τόνισε: «Δώστε μου τους άριστους και εγώ θα τους κάνω παπάδες, αλλά όταν η κοινωνία μου δίνει προβληματικά πρόσωπα, προβληματικά πρόσωπα θα έχουμε. Δεν κάνουν τα φτιασίδια τον παπά. Μόρφωση έχουν όλοι. Άλλη είναι η κατά κόσμον μόρφωση και άλλη ή κατά Θεόν παιδεία».
Στην συνέχεια δεν παρέλειψε ν’ αναφερθεί στη λειψανδρία, υπογραμμίζοντας ότι εκ των πραγμάτων τα κριτήρια πέφτουν: «Δυστυχώς σημαντικό πρόβλημα το οποίο είναι των ημερών μας, είναι η λειψανδρία. Όταν δεν έχεις τι άλλο να κάνεις, αναγκάζεσαι να κατεβάσεις τα κριτήρια και το λέω πρώτος εγώ. Επίσης, το ότι δίδεται μία θέση το χρόνο είναι και αυτό μεγάλο πρόβλημα. Υπάρχει χρονιά που έχουμε τρεις ή τέσσερις υποψηφίους που είναι καλά παιδιά και δεν έχουμε θέση να τα διορίσουμε. Έτσι αναγκάζονται να βρουν άλλες δουλειές και τους χάνουμε. Επίσης έχει συμβεί να έχουμε τη θέση και να μην έχουν υποψήφιο».
Κλείνοντας πάντως ο Μητροπολίτης κ. Ευγένιος τόνισε: «Αν συμβεί σε κάποιον ιερωμένο, ένα ζήτημα που θα σκανδαλίσει τους πιστούς, είτε με κάποιες συμπεριφορές, είτε με κάποιο άλλο τρόπο, αυτό δεν σημαίνει ότι εσείς πρέπει να χάσετε την πίστη σας και την επαφή σας με το Θεό και την εκκλησία, επειδή βρέθηκε ένας επίορκος».