Ο Σεβασμιότατος Μητροπολίτης Πειραιώς κ. Σεραφείμ δίνει, μέσω της ποιμαντικής εγκυκλίου, το δικό του Πρωτοχρονιάτικο μήνυμα με θέμα «Ἀρνούμεθα τίς ἰδεοληψίες τοῦ συντηρητισμοῦ καί τοῦ προοδευτισμοῦ διότι εἴμεθα ἀναγεννημένοι ἐν Χριστῷ».
Ἀγαπητοι Χριστιανοί,
Το Νέον Ἔτος ἦλθεν !
Τέκνα μου ἀγαπητά καί περιπόθητα,
Τοῦτες τίς μέρες τίς φωτεινές, γίνεται κατανοητό ἀπ’ ὅλους, πόσο μεγάλη εἶναι ἡ ἀνάγκη τοῦ ἀνθρώπου νά ἑορτάσει. Δέν μιλοῦμε γιά τήν γιορτή ὡς ξόδεμα τῆς ψυχῆς καί τοῦ χρόνου. Ἀναφερόμαστε σέ ἐκείνη τήν ἀκόρεστη δίψα γιά χαρά καί γιά νόημα. Ἐκείνη τή δίψα πού εἶναι ἱκανή νά σέ ὁδηγήσει στό νά ἀλλάξεις, ἔστω γιά λίγο, τίς προτεραιότητές σου. Νά ἀναζητήσεις τήν ἀληθινή ἐπικοινωνία, ὄχι αὐτή τῶν ἀνταλλαγμάτων καί τοῦ κέρδους, ὄχι ἐκείνη τῆς ἐκμετάλλευσης καί τῆς ἀνασφάλειας, ἀλλά τήν κοινωνία τῶν προσώπων,ἡ ὁποία δίδει πληρότητα στήν καρδιά, ἡ ὁποία δωρίζει εἰρήνη στήν ὕπαρξη.
Μέσα σ’ αὐτό τό πνεῦμα ἐρχόμαστε νά ἑορτάσουμε τήν μετάβαση ἀπό τόν ἕνα χρόνο στόν ἄλλον. Τό πέρασμα ἀπό τό παρελθόν στό μέλλον. Τούτη ἡ ἀλληλουχία, ὅσο αὐτονόητη κι ἄν μοιάζει, δέν εἶναι καθόλου εὔκολη. Γι’ αὐτό ἐξάλλου συχνά δημιουργεῖ σύγχυση καί διάσταση μεταξύ τῶν ἀνθρώπων. Κάποιοι ἀπό ἐμᾶς θά κινηθοῦμε μέ νοσταλγία πρός τό παρελθόν, θά ἀνακαλέσουμε στήν μνήμη μας τά σπουδαία πού βιώσαμε οἱ ἴδιοι ἤ οἱ πρόγονοί μας καί θά σταθοῦμε μέ ἐπιφυλακτικότητα πρός τό ἀβέβαιο μέλλον πού ἔρχεται. Ἄλλοι θά μετρήσουμε τίς πληγές πού ἀποκτήσαμε κατά τό χρόνο πού πέρασε καί θά βιαστοῦμε νά βηματήσουμε πρός τό ἐλπιδοφόρο μέλλον, μέ τήν βεβαιότητα πώς κάτι καλύτερο ἐπιφυλάσσει γιά μᾶς.
Ἡ ρήξη μεταξύ παρελθόντος καί μέλλοντος τελικά λαμβάνει ἰδεολογικό χαρακτήρα. Ἡ ἄποψη πού συχνά ἐκφράζεται μέ τή ρήση: «κάθε πέρσι καί καλύτερα», ἔρχεται νά συγκρουστεῖ μέ τήν ἀντίληψη ὅτι «κάθε τί νέο ἀποτελεῖ μία βελτιωμένη ἔκδοση τοῦ παλαιοῦ». Σέ τοῦτες τίς ἁπλοϊκές προσεγγίσεις τοῦ χρόνου κρύβονται οἱ ρίζες τοῦ συντηρητισμοῦ καί τοῦ προοδευτισμοῦ.
Τό πνεῦμα τοῦ συντηρητισμοῦ θέλει νά δικαιώσει καί νά ὡραιοποιήσει κάθε τί πού ἔλαβε χώρα στό παρελθόν. Πρόσωπα, ἰδέες, ἐπιλογές, ἱστορίες τῶν περασμένων καιρῶν προβάλλονται μέ ἀποκλειστικό σκοπό νά καταδειχθεῖ τό πόσο ὑπερέχουν ἀπό τά ἀντίστοιχα τοῦ παρόντος καί τοῦ μέλλοντος. Ἡ μνήμη δέν ἔρχεται νά μπολιάσει τά ἐπερχόμενα, ἀλλά καλλιεργεῖ μυστικά τήν ἀπογοήτευση καί τήν παραίτηση ἀπό τή ζωή· συχνά φτάνει στά ὅρια τῆς μισαλλοδοξίας καί τῆς βίας.
Ἀπό τήν ἄλλη, τό ἰδεολόγημα τοῦ προοδευτισμοῦ, στρέφεται κι ἐκεῖνο στό παρελθόν, μέ τή διάθεση ὅμως, νά τό κατηγορήσει καί νά τό καταγγείλει. Γιά τά προβλήματα πού ἀντιμετωπίζουμε σήμερα καί γιά ἐκεῖνα πού θά φέρει τό μέλλον δέν εὐθυνόμαστε ἐμεῖς, ὑποστηρίζει, ἀλλά ἐκεῖνοι πού ἔζησαν πρίν ἀπό ἐμᾶς. Ἐξαγγέλλει πώς οἱ νέοι εἶναι ἐκεῖνοι, πού θά φέρουν τίς λύσεις καί θά κάνουν τόν κόσμο διαφορετικό, ἄρα αὐτονόητα καί καλύτερο. Τό αἰσιόδοξο φρόνημα τῶν προοδευτικῶν, αὐτοϋπονομεύεται ἐν τέλει ἀπό μία οὐτοπική θεώρηση τῆς ζωῆς, ἡ ὁποία ἀξιώνει νά καταστρέψει ὅ,τι πρότερο, ὡς προϋπόθεση τῆς δημιουργίας ἑνός καλύτερου κόσμου. Ἔτσι καταξιώνεται καί δικαιολογεῖται ἡ ἐχθρότητα καί ἡ τρομοκρατία.
Οἱ προσεγγίσεις αὐτές γύρω ἀπό τό χρόνο καί ἀπό τήν ἑρμηνεία του, τελικά μοιάζουν νά διχάζουν τήν κοινωνία. Μέ θλίψη διαπιστώνουμε πώς στόν τόπο μας, σ’ αὐτόν τόν τόπο πού πάντα οἱ ἄνθρωποί του ἀγαποῦσαν τό στοχασμό, τή φιλοσοφία καί τό διάλογο, τά ἰδεολογήματα τοῦ συντηρητισμοῦ καί τοῦ προοδευτισμοῦ, ὁδηγοῦν ὅλο καί περισσότερο τούς Ἕλληνες στήν ἀντίθεση, τή ρήξη, τή διχόνοια.
Μέσα σ’ αὐτό τόν ἀσφυκτικό κλοιό, ἡ Ἐκκλησία ἔρχεται νά προτείνει μία πραγματικά διαφορετική στάση ἔναντί της ζωῆς καί τοῦ χρόνου. Πυρήνας τούτης τῆς θεώρησης εἶναι ἡ ἔννοια τῆς ἑορτῆς. Γιά τό χριστιανό ἡ γιορτή πρωτίστως ἀποτελεῖ τήν εὐκαιρία νά ὁδηγήσει τά βήματά του στό Ναό. Ἐκεῖ στό λατρευτικό χρόνο θά ἔρθει σέ ἐπαφή μέ μία ἄλλη προσέγγιση τοῦ παρελθόντος καί τοῦ μέλλοντος. Ἡ θεώρηση αὐτή συνοψίζεται σέ μία φράση πού ἐπαναλαμβάνεται συνεχῶς ἀπό τόν ἱερέα μέσα στίς ἀκολουθίες: «νῦν καὶ ἀεὶ καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων». Κάθε αἰώνας, κάθε στιγμή, εἴτε ἀνήκει σέ ἐκεῖνα πού πέρασαν, εἴτε σέ ἐκεῖνα πού θά’ρθοῦν, γίνεται ἕνα ἑόρτιο παρόν, πού ἐπεκτείνεται στήν αἰωνιότητα.
Αὐτό τό βίωμα μπορεῖ κανείς νά τό συναισθανθεῖ πληρέστερα μέσα στή θεία Λειτουργία. Ὁ πιστός ὅταν λειτουργεῖται ζεῖ στόν παρόντα χρόνο, ὅλα ἐκεῖνα πού ἔχουν ἐκπληρωθεῖ, ἀλλά κι ὅλα ἐκεῖνα πού πρόκειται νά τελειωθοῦν.
Βιώνει δηλαδή τό μυστήριο τῆς Ἐνσαρκώσεως τοῦ Υἱοῦ καί Λόγου τοῦ Θεοῦ στόν κόσμο. Βλέπει τόν Χριστό νά πορεύεται μέσα στήν ἱστορία, ἀκούει τό κήρυγμά Του, θεραπεύεται ἀπό τήν ἰαματική Του δύναμη. Δέχεται τή θυσία τοῦ Σταυροῦ καί κοινωνεῖ τοῦ Σώματος καί τοῦ Αἵματός Του, μετέχοντας στήν Ἀνάστασή Του καί στή θεία Ἀνάληψή Του.
Τήν ἴδια στιγμή, γεύεται τά ἔσχατα, εἰσέρχεται στόν παράδεισο. Μυστηριακά ἁγιάζεται, ὀντολογικά σώζεται. Συνεορτάζει μέ τούς Ἁγίους καί κοινωνεῖ μέ τούς κεκοιμημένους, γιατί τό κακό καταργεῖται κι ὁ θάνατος καταπατεῖται. Μετέχει τοῦ ἀκτίστου φωτός, τῆς δόξης τοῦ ἐσφαγμένου ἀρνίου, τῆς κοινωνίας τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ.
Ὁ χρόνος μέσα στίς Ἐκκλησιές, τήν ὥρα τῆς θείας Λειτουργίας ἀνακτᾶ τή χαμένη του ἑνότητα. Τό παρελθόν καί τό μέλλον δὲν βρίσκονται πλέον σέ διάσταση, γιατί ἀλληλοπεριχωροῦνται. Τά πάντα γίνονται «καιρός», χρόνος δηλαδή κατάλληλος· μία εὐκαιρία γιά σχέση μέ τό Θεό, γιά ἐπικοινωνία μέ τόν συνάνθρωπο, γιά συνάντηση μέ τόν ἀληθινό μας ἑαυτό.
Σ’ αὐτή τή διάσταση ὁ χρόνος δέν προσμετρᾶται μέ τίς ἐνδείξεις τῶν ρολογιῶν καί τίς κινήσεις τῶν οὐρανίων σωμάτων, ἀλλά ἀπό τούς χτύπους τῶν καρδιῶν πού πάλλονται ἀπό ἀγάπη ἀληθινή, καί ἀπό τά κινήματα τῶν ψυχῶν πού ἕλκονται ἀπό τόν ἔρωτα τοῦ Νυμφίου Χριστοῦ.
Μέσα σέ αὐτό τό πλαίσιο ὁ πιστός ἔχει μία τελείως διαφορετική κατανόηση τῆς συντήρησης καί τῆς προόδου, ἀπό αὐτή πού κυριαρχεῖ στήν κοσμική ἀντίληψη.
Θέλει νά συντηρήσει ὅ,τι σημαντικό ὑπῆρξε. Σκύβει μέ ταπείνωση καί σεβασμό στό παρελθόν, ἀναζητώντας τά ἴχνη τῶν ἀνθρώπων πού πέρασαν πρίν ἀπό αὐτόν. Κάθε λόγο, κάθε σκέψη, κάθε βίωμα τῶν προπατόρων πού σχετίζεται μέ τήν ἀλήθεια τά θεωρεῖ ζωντανά, ἐνῶ τά ἄλλα τά ἀφήνει στήν σήψη τους. Μά καί οἱ ἴδιοι οἱ πατέρες του, οἱ κεκοιμημένοι, ὡς ζωντανοί λογίζονται στή δική του πίστη.Ὅλα τοῦτα εἶναι ἡ Παράδοσή του, μέ τήν ὁποία θά ζήσει, θά παλέψει μαζί της, θά τήν αὐξήσει μέ τά δικά του ἔργα, γιά νά τήν παραδώσει μέ τή σειρά του, ὅταν κι ἐκεῖνος φύγει ἀπό τόν κόσμο αὐτό, σέ μία ἄλλη γενιά. Κι ἔτσι θά παραμείνει καί ἐκεῖνος ζωντανός, ἀναμένοντας τήν κοινή ἀνάσταση ὅλων.
Θέλει ὅμως συνάμα ὁ πιστός νά προοδεύσει. Προσμένει τό μέλλον μέ τήν ἐλπίδα πώς θά ἐκπληρώσει τό σκοπό τῆς δημιουργίας του ὡς ἀνθρώπου, πού εἶναι τό νά κινηθεῖ ἀπό τό «κατ’ εἰκόνα» στό «καθ’ ὁμοίωσιν» τοῦ Θεοῦ. Γι’ αὐτό ζεῖ μέ νόημα. Θέλει νά κερδηθεῖ κάθε λεπτό. Δημιουργεῖ καί τεχνολογεῖ πρός δόξα Θεοῦ. Παλεύει γιά τή δικαιοσύνη καί τήν τιμή στήν κοινωνία. Ἐνδιαφέρεται γιά τούς συνανθρώπους του πού δοκιμάζονται, ἀπό τή φτώχεια, τήν ἀσθένεια, τήν μοναξιά, τήν ξενιτεία. Βλέπει τό μέλλον ὡς τόν «τόπο» συνάντησής του μέ τό πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ, ὁ ὁποῖος εἶναι Ἐκεῖνο τό πρόσωπο, πού θά καταργήσει ὁριστικά τήν ἀδικία, πού θά ἀφανίσει τήν κακότητα, πού θά στερεώσει τόν ἄνθρωπο ὁ ὁποῖος τό ἐπιθυμεῖ, στό ἀγαθό καί στό δίκαιο, στό φῶς καί στό κάλλος.
Ὁ πιστός τελικά καταφάσκει καί στή συντήρηση καί στήν πρόοδο, χωρίς νά γίνεται ὀπαδός μήτε τῆς μιᾶς, μήτε τῆς ἄλλης. Τιμᾶ τό παρελθόν μέ τά δικά του ἔργα στό μέλλον. Δομεῖ τό μέλλον χρησιμοποιώντας ὡς πρώτη ὕλη τά κατορθώματα τοῦ παρελθόντος.
Τούτη ἡ ἰσορροπία εἶναι πού δέν ἐπιτρέπει στόν ἑαυτό του νά παραδοθεῖ σέ κανενός εἴδους ἰδεολογική βία. Δέν ψάχνει ἐχθρούς γιά νά μισήσει. Δέν τοῦ φταῖνε οἱ ἄλλοι, οἱ παλιοί ἤ οἱ νέοι, γιά τόν πόνο καί γιά τήν δυστυχία πού πλημμυρίζουν τόν κόσμο. Στόν ἑαυτό του στρέφεται καί τή δική του εὐθύνη ἀναλογίζεται. Πρός τήν κακότητα κηρύσσει πόλεμο, καί ὁ τόπος τῆς μάχης αὐτῆς, εἶναι ἡ δική του ψυχή. Βία ἀσκεῖ μονάχα στόν ἑαυτό του, γιά νά μήν ἐπιτρέψει στά πάθη καί στίς κακίες νά αἰχμαλωτίσουν τήν ὕπαρξή του. Πέφτει καί σηκώνεται γιά νά τόν κερδίσει ὁ Θεός, καί γιά νά γίνει ὁ κόσμος ἔτσι λίγο καλύτερος. Οἱ ἄλλοι εἶναι ἀδέλφια, συνοδοιπόροι καί σύντροφοι, μέσα στίς ταλαιπωρίες τους καί στίς ἀστοχίες τους. Πρόσωπα γιά νά συγχωρέσει καί γιά νά ἀγαπήσει, κι ὄχι ἐχθροί πού τούς πρέπει τό μῖσος κι ὁ ἀφανισμός.
Ἀγαπητά μου παιδιά,
Σήμερα ἑορτάζουμε εὐφρόσυνα καί πανηγυρικά τόν ἐρχομό τοῦ νέου ἔτους 2019, γιατί ὡς χριστιανοί ἔτσι κατανοοῦμε τό χρόνο καί τήν διαδοχή τῶν ἐτῶν καί τῶν αἰώνων. Ἔχουν γιά μᾶς ἀξία ὅλα ὅσα ζήσαμε κατά τόν χρόνο πού πέρασε κι ἐλπίζουμε πώς σωτήρια καί ὠφέλιμα θά ἀποβοῦν καί ἐκεῖνα πού ὁ νέος χρόνος θά μᾶς φέρει.
Εὐχόμαστε τό πνεῦμα τῆς ἑνότητας καί τῆς καταλλαγῆς πού κομίζει ἡ Ἐκκλησία νά ἐμπνέει κάθε πρόσωπο στό τόπο μας καί στόν κόσμο ὅλο, ὥστε τό σωτήριο ἔτος 2019 νά εἶναι γιά ὅλους δημιουργικό καί καρποφόρο.
Καλό καί εὐλογημένο νέον ἔτος!
Μετὰ πατρικῶν εὐχῶν!
Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΣΑΣ
+ ὁ Πειραιῶς ΣΕΡΑΦΕΙΜ