Του Γιώργου Ν. Παπαθανασόπουλου
Από της ιδρύσεως του Ελληνικού Κράτους και της καθιέρωσης της 25ης Μαρτίου ως Εθνικής Επετείου, το 1838, είναι η πρώτη φορά που δεν τελέστηκε η Δοξολογία στην Πρωτεύουσα του Ελληνισμού από Αρχιεπίσκοπο ή οποιονδήποτε άλλον Αρχιερέα, αλλά από απλό ιερέα.
Η εκ μέρους του Αρχιεπισκόπου υποβάθμιση του διπλού πανεθνικού εορτασμού δεν έχει καμία δικαιολογία. Αν ήθελε δημοσίως να τιμήσει την ημέρα και την διπλή μεγάλη εορτή και δεν ήθελε να τελέσει ο ίδιος τη Θεία Λειτουργία θα μπορούσε να ήταν παρών και να χοροστατούσε από του Θρόνου, όπως κάνει ανελλιπώς ο Οικουμενικός Πατριάρχης κ. Βαρθολομαίος στην Κωνσταντινούπολη, όπου και εκεί έχουν ληφθεί μέτρα όπως στην Ελλάδα. Θα έπρεπε να ήταν παρών ο Αρχιεπίσκοπος κ. Ιερώνυμος και να τελούσε ο ίδιος τη Δοξολογία για την Εθνική Εορτή, έστω μόνος και με την εξ αποστάσεως παρουσία των εφημερίων του Καθεδρικού Ναού. Έτσι θα τιμούσε τη διπλή εορτή. Θα έπρεπε να ήταν παρών και για έναν ακόμη λόγο, να τον ακούσουν οι πιστοί να τους μιλάει ο ίδιος για την ημέρα, για τη δοκιμασία που περνάνε, να τους δώσει παρηγοριά και κουράγιο. Φτάνει πια η επικοινωνία με τους πιστούς εξ αποστάσεως και μέσω μηνυμάτων δια του Αθηναϊκού Πρακτορείου Ειδήσεων. Το πρόσωπο μετράει, όχι τα απρόσωπα μηνύματα.
Και αν δεν θέλησε να παραστεί ο ίδιος και να τελέσει την Θεία Λειτουργία και τη Δοξολογία, μπορούσε να στείλει έναν βοηθό του Επίσκοπο να Τις τελέσει. Δέκα Επισκόπους έχει, που ουδείς γνωρίζει ποιό είναι το έργο τους. Να δώσει εντολή να Τις τελέσει αυτός ΜΟΝΟΣ ο βοηθός Επίσκοπος του με έναν διάκονο και χωρίς δικηροτρίκηρα και πομπές. Άλλη τιμή δίδει η Εκκλησία με την παρουσία Αρχιερέως και άλλη με ένα ιερέα, έστω αρχιμανδρίτη, έστω πρωτοσύγκελλο της Αρχιεπισκοπής. Ακόμη και σε μικρά χωριά όταν πανηγυρίζει ο Ναός τους οι πιστοί θέλουν την παρουσία του Μητροπολίτη, γιατί γι’ αυτούς είναι ξεχωριστή ημέρα. Πολύ περισσότερο η διπλή γιορτή της 25ης Μαρτίου, με το ιστορικό και πνευματικό βάρος που έχει.
Ο Αρχιεπίσκοπος υποβάθμισε την διπλή εορτή του Ελληνισμού και δεν είναι μόνον αυτό. Στη δοκιμασία που περνάει η χώρα μας έχει αφήσει τους ιερείς αβοήθητους και χωρίς πνευματική καθοδήγηση. Δεν είναι τίποτε γι’ αυτούς η αποστολή της Εγκυκλίου με τα κυβερνητικά μέτρα και τίποτε άλλο. Οι ημέρες αυτές για τους ιερείς δεν είναι υποχρεωτικής αργίας. Είναι σήμα κινδύνου και σειρήνα συναγερμού. Πρέπει εν όψει της Μεγάλης Εβδομάδας να ληφθούν άμεσα μέτρα, που να είναι ένας συνδυασμός των υγειονομικών κανόνων και των περιορισμών που έχει επιβάλλει η κυβέρνηση από τη μία και των λειτουργικών αναγκών των πιστών από την άλλη. Να επιτραπεί λ.χ. να τελούνται σε ΟΛΕΣ τις Εκκλησίες οι Ακολουθίες και οι Θείες Λειτουργίες από έναν ιερέα και έναν ψάλτη και όποιος πιστός επιθυμεί να λάβει τη Θεία Κοινωνία είτε να τηλεφωνεί στον ιερέα, είτε να τηρούνται οι αποστάσεις μεταξύ των πιστών, που πρόκειται να κοινωνήσουν. Τώρα οι ακαθοδήγητοι ιερείς κινούνται ιεραποστολικά και εκκλησιαστικά από μόνοι τους και αυτοσχεδιάζει όπως νομίζει ο καθένας… Οι Συνοδικοί Αρχιερείς αντί να παραμένουν άπραγοι στις Μητροπόλεις τους θα έπρεπε να είναι σε συνεχή εγρήγορση και σε μεταξύ τους επικοινωνία και να προβληματίζονται για το πώς θα αντιμετωπίσουν το πρωτόφαντο ζήτημα του αποκλεισμού των πιστών από τα Ιερά Μυστήρια.