ΓΙΑΤΙ ΔΕΝ ΕΙΣΑΚΟΥΕΙ Ο ΘΕΟΣ ΤΗΝ ΚΑΤ’ ΕΤΟΣ ΚΑΘΙΕΡΩΜΕΝΗ «ΕΒΔΟΜΑΔΑ ΠΡΟΣΕΥΧΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΝΟΤΗΤΑ ΤΩΝ ΧΡΙΣΤΙΑΝΩΝ»;
Όπως είναι γνωστό το Βατικανό έχει καθιερώσει εδώ και πολλές δεκαετίες, (από το 1908), μια παγκόσμια διοργάνωση, την λεγόμενη «Παγκόσμια Εβδομάδα Προσευχής για την Ενότητα των Χριστιανών», η οποία πραγματοποιείται κάθε χρόνο από τις 18 έως τις 25 Ιανουαρίου. Σύμφωνα με πληροφορίες από το εν Ελλάδι περιοδικό των Παπικών –Ιησουϊτών «Ανοιχτοί Ορίζοντες» (τ.1115 Ιανουάριος – Φεβρουάριος 2019), σε άρθρο με τίτλο «Προσευχή για την ενότητα των χριστιανών», (σε οκτασέλιδο ειδικό «ένθετο προσευχής»), πρόκειται για την «μεγαλύτερη παγκοσμίως συνάντηση προσευχής που φέρει μαρτυρία της ίδιας της προσευχής του Χριστού, [«ίνα πάντες εν ώσιν», (Ιω. 17,21)], και που πραγματοποιείται κάθε χρόνο από τις 18 έως τις 25 Ιανουαρίου, συσπειρώνοντας χριστιανούς από όλο τον κόσμο».
Ο ανώνυμος συντάκτης του άρθρου μεταξύ άλλων παραθέτει την ιστορία της καθιερώσεως αυτής της παγκόσμιας διοργανώσεως, η οποία ενώ έχει βέβαια τις ρίζες του στον Παπισμό, σταδιακά όμως και προοδευτικά, προϊόντος του χρόνου, επεκτάθηκε και στις άλλες χριστιανικές ομολογίες, καθώς ο παγκόσμιος Οικουμενισμός άπλωνε τα θανατηφόρα πλοκάμια του παντού και σάρωνε τα πάντα στο πέρασμά του. Με την ίδρυση του ΠΣΕ το 1948, οι συμπροσευχές για την ενότητα των χριστιανών καθιερώνονται πλέον και γίνονται θεσμός μέσα στον χώρο του Προτεσταντισμού. Μετά την Β΄ Βατικανή Σύνοδο, (1962-1965), στην οποία έχουμε το επίσημο άνοιγμα του Παπισμού προς τις άλλες χριστιανικές ομολογίες, με το γνωστό Διάταγμα περί Οικουμενισμού, οι συμπροσευχές για την ενότητα των χριστιανών εδραιώνονται ακόμη περισσότερο και λαμβάνουν νέα ώθηση, διότι εξυπηρετούν άριστα τους στόχους αυτής της παναιρέσεως. Έτσι σήμερα έχουμε το παράδοξο φαινόμενο ο Παπισμός και οι προτεσταντικές ομολογίες του ΠΣΕ να συνεργάζονται μεταξύ τους και να συνδιοργανώνουν από κοινού τα κείμενα των προσευχών, που αναγινώσκονται σ’ αυτόν τον ετήσιο εορτασμό σ’ όλα τα μήκη και πλάτη της γης. Και είναι όντως ένα παράδοξο φαινόμενο, εάν λάβουμε υπ’ όψη μας, ότι οι δύο μεγάλες αυτές χριστιανικές αιρέσεις, (Παπισμός και Προτεσταντισμός), που επί αιώνες, (από τον 16ον αιώνα μέχρι τις αρχές του 20ου), βρισκόταν μεταξύ τους σε μια λυσσώδη πάλη και αντιπαράθεση μέχρις αίματος, σήμερα έγιναν φίλοι. Είναι γνωστός ο φρικώδης εκατονταετής πόλεμος και η σφαγή 29.000 Γάλλων Ουγενότων την νύχτα του Αγίου Βαρθολομαίου. Συμπροσεύχονται και συνεργάζονται αρμονικά, μέσα στα πλαίσια της παναιρέσεως του Οικουμενισμού για την επίτευξη των στόχων του, την σύγκληση όλων των χριστιανικών ομολογιών και κατόπιν των θρησκειών, μέχρις ότου πάρει σάρκα και οστά το εφιαλτικό όραμα της πανθρησκείας.
Η συμμετοχή των Ορθοδόξων σ’ αυτόν τον ετήσιο εορτασμό δεν άργησε δυστυχώς να πραγματοποιηθεί, μετά το επίσημο άνοιγμα της Ορθοδοξίας στον Οικουμενισμό με τις γνωστές πατριαρχικές εγκυκλίους του 1902, 1904 και 1920 και την είσοδό μας στο ΠΣΕ, (το 1948). Το φοβερό αυτό ολίσθημα, με ολέθριες συνέπειες για την παγκόσμια Ορθοδοξία, της συμπεριλήψεώς μας, ως μελών, στο παγκόσμιο αυτό συνονθύλευμα των αιρέσεων, έφερε με τη σειρά του, ως αναγκαίο επακόλουθο, το άλλο μεγάλο ολίσθημα, της συμμετοχής μας δηλαδή σε τέτοιου είδους συμπροσευχές με αιρετικούς, οι οποίες όμως σαφώς απαγορεύονται από τους Ιερούς Κανόνες, (βλ. ενδεικτικά Κανόνας ΜΕ΄ των αγίων Αποστόλων).
Στην παγκόσμια αυτή διοργάνωση προσπάθησαν οι εμπνευστές του να δώσουν βιβλική θεμελίωση, επικαλούμενοι την γνωστή φράση του Κυρίου μας στην αρχιερατική του προσευχή: «ίνα πάντες εν ώσιν», (Ιω. 17,21). Η φράση αυτή αποτέλεσε ένα από τα ισχυρότερα επιχειρήματα, που επικαλούνται οι οικουμενιστές, για να δικαιολογήσουν τόσο τις συμπροσευχές, όσο και τις πάσης φύσεως ενέργειές τους, που αποβλέπουν στην μεταξύ τους ενότητα. Έχει γίνει τρόπον τινά η παντιέρα τους, η κυρίαρχη ιδεολογία τους, την οποία επικαλούνται «εν παντί καιρώ και τόπω», για να δικαιολογήσουν τα αδικαιολόγητα. Επειδή δε η εν λόγω φράση έχει κακοποιηθεί βάναυσα και έχει παρερμηνευτεί όσο κανένα άλλο χωρίο της Καινής Διαθήκης, θεωρούμε αναγκαίο, να κάνουμε ένα σύντομο σχόλιο γύρω από την Ορθόδοξη ερμηνεία της.
Οι οικουμενιστές ισχυρίζονται ότι ο Χριστός εδώ προανήγγειλε ότι όλες οι χριστιανικές ομολογίες θα αποκτήσουν κάποτε στο μέλλον την μεταξύ τους πολυπόθητη ενότητα και θα αποτελέσουν τη «Μία» Εκκλησία, υπονοώντας, ότι η Εκκλησία τώρα είναι διεσπασμένη. Όμως ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος δεν συμφωνεί μαζί τους. Ερμηνεύοντας το χωρίο αυτό παρατηρεί: «Ίνα ώσιν εν, καθώς συ, Πάτερ, εν εμοί, και εγώ εν σοι [...] Τι είναι, λοιπόν, το ‘Εν ημίν’; Στην πίστη προς εμάς. Επειδή βέβαια τίποτε δεν σκανδαλίζει όλους, όσο η διάσπαση, αυτό κατασκευάζει, ώστε να γίνουν ένα. Τι, λοιπόν; Το κατόρθωσε αυτό, λέγουν; Και πάρα πολύ το κατόρθωσε. Διότι, όλοι όσοι πίστευσαν μέσω των Αποστόλων είναι ένα, μολονότι κάποιοι από αυτούς αποσπάστηκαν [...]». Δηλαδή η αίτηση του Κυρίου προς τον Θεόν Πατέρα «ίνα πάντες εν ώσιν» εκπληρώνεται ήδη εντός της Μιας Ορθοδόξου Εκκλησίας, διά της ταυτότητος της Ορθοδόξου Πίστεως πάντων εν Αληθεία. Η ενότητα εντός της Εκκλησίας δεν είναι κάτι το ζητούμενο, αλλά είναι δεδομένη, είναι μια πραγματικότητα που υφίσταται. Δεν υφίσταται εκκρεμότητα ως προς την ενότητα, αλλ’ εκείνο που εκκρεμεί είναι η υπό των ετεροδόξων αποδοχή της μόνης αληθούς Ορθοδόξου Πίστεως. Κατά τον Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Ναυπάκτου κ. Ιερόθεο η φράση «ίνα πάντες εν ώσιν», «συνδέεται αναπόσπαστα με άλλες φράσεις, όπως ‘καθώς συ, πάτερ, εν εμοί καγώ εν σοι’, (Ιω. 17, 21) και τη φράση ‘εγώ εν αυτοίς και συ εν εμοί ίνα ώσι τετελειωμένοι εις εν’, (Ιω. 17, 23) και επίσης την άλλη φράση ‘ίνα θεωρώσι την δόξαν την εμήν ην δέδωκάς μοι’, (Ιω. 17, 24). Και σαφώς, εδώ, ο Χριστός αναφέρεται στην ενότητα των Αποστόλων κατά θεωρίαν της δόξης του Θεού, την θέα του ακτίστου Φωτός, που έγινε την ημέρα της Πεντηκοστής, γιατί ακριβώς τότε οι Απόστολοι απέκτησαν και ενότητα ουσιαστική μεταξύ τους. Επομένως όσοι εκ των Αγίων μέσα στην ιστορία φθάνουν στη θέωση και στη θεωρία του ακτίστου Φωτός, αποκτούν ενότητα με τους Αποστόλους, έχουν την ίδια πίστη με αυτούς και εφαρμόζεται το χωρίο αυτό, του Χριστού, ‘ίνα ώσιν εν’». Επίσης η φράση «ίνα ώσιν εν» είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με όσα προηγουμένως είπε ο Κύριος στον παραβολικό λόγο του περί της αμπέλου και των κλημάτων, τα οποία αποκόπτονται από την άμπελο. Τα κλήματα τα οποία δεν φέρουν «καρπόν» αληθούς Ορθοδόξου πίστεως και αγιοπνευματικής ζωής είναι οι αιρετικοί, οι οποίοι «αίρονται», αποκόπτονται από τον αμπελουργό Πατέρα, και παύουν να αποτελούν κλήματα της νοητής αμπέλου, της Εκκλησίας, παύουν δηλαδή να αποτελούν μέλη της Εκκλησίας. Επομένως το «ίνα ώσιν εν», που λέει παρά κάτω ο Κύριος, δεν αφορά τα αποκοπέντα κλήματα. Δηλαδή σε καμιά περίπτωση δεν προσεύχεται ο Κύριος, να παραμείνουν τα αποκοπέντα κλήματα, (=οι αιρετικοί), ενωμένα με την άμπελο, (=την Εκκλησία), διότι τα κλήματα αυτά απορρίπτονται εις το «πυρ» το εξώτερο, σύμφωνα με τη διαβεβαίωση του Κυρίου: «εάν μη τις μείνη εν εμοί, εβλήθη έξω ως το κλήμα και εξηράνθη, και συνάγουσιν αυτά και εις το πυρ βάλλουσι, και καίεται» (Ιωάν.15,6).
Αλλά στο σημείο αυτό γεννάται το καυτό ερώτημα: Πως συμβαίνει, ενώ οι συμπροσευχές αυτές γίνονται εδώ και πολλές δεκαετίες, να μην φέρνουν αποτέλεσμα και να μην πραγματοποιείται η πολυπόθητη ενότητα; Γιατί ο Θεός δεν εισακούει τις προσευχές τους; Δεν τις εισακούει για δύο κυρίως λόγους. Πρώτον μεν διότι οι συμμετέχοντες προσεύχονται σ’ έναν ανύπαρκτο Θεό, αφού σύμφωνα με τον άγιο Γρηγόριο Παλαμά, η αίρεση είναι ένα δεύτερο είδος αθεΐας: «Δεύτερον δε γένος αθεΐας εστίν η πολυσχιδής και πολύμορφος απάτη των αιρετικών». H προσευχή τους μοιάζει με την προσευχή των ιερέων της αισχύνης, που λάτρευαν τον ψεύτικο θεό Βάαλ και τον παρακαλούσαν στο Καρμήλιον Όρος, να στείλει φωτιά από τον ουρανό για να κάψει το ολοκαύτωμά τους: «και έλαβον τον μόσχον και εποίησαν και επεκαλούντο εν ονόματι του Βάαλ εκ πρωΐθεν έως μεσημβρίας και είπον· επάκουσον ημών, ο Βάαλ, επάκουσον ημών· και ουκ ην φωνή και ουκ ην ακρόασις», (Γ΄ Βασιλ. 18,26). Και τους μυκτήρισε στη συνέχεια ο προφήτης Ηλίας και τους είπε: Φωνάξτε πιο δυνατά, μήπως ο θεός σας κοιμάται, ή είναι απασχολημένος. Κάτι ανάλογο με τον προφήτη θα λέγαμε και εμείς σε όλους αυτούς!
Δεύτερον, δεν τις εισακούει, διότι αυτοί που συμμετέχουν σ’ αυτές επιζητούν να επιτύχουν μια ενότητα, που δεν είναι σύμφωνη με το θέλημα του Θεού. Επιζητούν την ενότητα όχι εν τη αληθεία της Ορθοδόξου πίστεως και μέσα στους κόλπους της Μιάς Αγίας Καθολικής και Αποστολικής Εκκλησίας, αλλά μέσα στην «ποικιλομορφία» μιάς σωρείας διαφορετικών δογματικών πεποιθήσεων, πολλές φορές εκ διαμέτρου αντιθέτων μεταξύ τους. Μ’ άλλα λόγια επιζητούν μια συγκρητιστικού τύπου ενότητα, αναμιγνύοντας την αλήθεια με το ψεύδος και το φως με το σκότος. Όμως, όπως λέγει ο απόστολος, «τις δε κοινωνία φωτί προς σκότος;», (Β΄ Κορ. 6,14). Είναι αποκαλυπτικός εν προκειμένω ο λόγος του σημερινού Γενικού Γραμματέα του Παγκοσμίου Συμβουλίου Εκκλησιών Olav Fykse Tveit, ο οποίος με την ευκαιρία της φετινής διοργανώσεως δήλωσε: «Καθώς εορτάζουμε την ενότητα στην ποικιλομορφία, μπορούμε να επιδιώξουμε σθεναρά την δικαιοσύνη σε διάφορους τομείς»! Εδώ εφαρμόζεται ο θεόπνευστος λόγος του προφήτου Ησαΐου: «όταν εκτείνητε τας χείρας υμών προς με, αποστρέψω τους οφθαλμούς μου αφ υμών, και εάν πληθύνητε την δέησιν, ουκ εισακούσομαι υμών», (1,15), αλλά και ο λόγος του αγίου Ιακώβου του αδελφοθέου: «αιτείτε και ου λαμβάνετε, διότι κακώς αιτείσθε», (4,3).
Ας προβληματιστούν λοιπόν, (και μ’ αυτό κλείνουμε το σχόλιό μας), τουλάχιστον οι εκ των «Ορθοδόξων» οικουμενιστές, βλέποντας το ατελέσφορο των συμπροσευχών τους. Ας σκεφθούν ότι με τη συμμετοχή τους σ’ αυτού του είδους τις συμπροσευχές, όχι μόνον δεν ευαρεστούν στον Θεό, όπως νομίζουν, αλλά τον παροργίζουν και αμαρτάνουν, καταπατούντες μάλιστα και τους ιερούς Κανόνες και σκανδαλίζοντες τον πιστό λαό του Θεού. Ας σκεφθούν ακόμη, ότι με την συμμετοχή τους δεν βοηθούν τους αιρετικούς να συνειδητοποιήσουν, ότι βρίσκονται στην πλάνη, σε λάθος δρόμο. Αντίθετα μάλιστα γίνονται συμμέτοχοι στην ασέβειά τους, παρακαλώντας τον Θεό να παραβλέψει την αμετανοησία τους και την εμμονή τους στις πλάνες τους και να ενώσει τους χριστιανούς όχι εν τη αληθεία, αλλά με τον συγκερασμό αληθείας και ψεύδους. Δηλαδή χωρίς την μετάνοιά τους και την επιστροφή τους στην Μία Αγία Καθολική και Αποστολική Ορθόδοξη Εκκλησία του Χριστού, αποδεχόμενοι σιωπηρώς, ή εκπεφρασμένα την κακόδοξη οικουμενιστική θεωρία της «ενότητος στην ποικιλομορφία»!
Εκ του Γραφείου επί των Αιρέσεων και των Παραθρησκειών