Στη συμπόρευση της ελληνικής Πολιτείας με την Εκκλησία, στο πλαίσιο του δημοκρατικού μας πολιτεύματος, με στόχο πάντοτε το καλό του λαού, χωρίς αποκλεισμούς και διαχωρισμούς, αναφέρθηκε ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και Πάσης Ελλάδας Ιερώνυμος κατά το γεύμα που παρέθεσε προς τιμήν του και των μελών της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας Προκόπης Παυλόπουλος με την ευκαιρία εορτασμού της Κυριακής της Ορθοδοξίας, στο Προεδρικό Μέγαρο.
Όπως τόνισε ο κ. Ιερώνυμος «η Εκκλησία μας με το σεβασμό απόλυτο και αδιαπραγμάτευτο προς κάθε ανθρώπινο πρόσωπο, ανεξαρτήτως φυλής, χρώματος, εθνικότητας, όποιας προσωπικής ιδιαιτερότητας, θα διακηρύσσει πάντοτε ανόθευτη την πίστη της, θα ζει την ευλογία τής λατρείας στο πρόσωπο του Θεανθρώπου και θα προβάλλει τον λόγο τής ενότητας, μιας ενότητας που θέλησε ὁ Χριστός για τους μαθητές του όλων των αιώνων, ευχόμενος «ίνα πάντες εν ώσιν» (Ἰω. 17, 21). Την ενότητα αυτή ποθούμε για την Εκκλησία μας και για όλη την Ορθοδοξία. Την ποθούμε για την πατρίδα μας, την ποθούμε και για όλο τον κόσμο».
Παράλληλα, υπενθύμισε, ότι «έθος παλαιό μας συνήγαγε και πάλι σήμερα, Κυριακή της Ορθοδοξίας, στο Προεδρικό Μέγαρο για να τιμήσουμε… την Κυριακή της Ορθοδοξίας» και σημείωσε ότι η πανηγυρική αρχιερατική Θεία Λειτουργία που προηγήθηκε, το πρωί στον Καθεδρικό Ναό των Αθηνών, πιστοποιεί την ενότητα του εκκλησιαστικού σώματος και αποτελεί πηγή πλουσίων ευλογιών προς όλους.
«Η εορτή της Ορθοδοξίας με τον λατρευτικό της πλούτο εκχέει αφειδώλευτα τη Θεολογία της Εκκλησίας μας και μας συναντά πάντοτε, πρώτη Κυριακή των Νηστειών, στην πιο κατανυκτική περίοδο, αυτή της Μ. Τεσσαρακοστής. Η ανάμνηση της αναστήλωσης των εικόνων τον 9ο αιώνα κα της εβδόμης Οικουμενικής Συνόδου λίγες δεκαετίες νωρίτερα προσδίδει στη σημερινή επίσημη ημέρα το σημαντικό ιστορικό της πλαίσιο και φορτίο» πρόσθεσε ο Αρχιεπίσκοπος.
Υπενθύμισε, επίσης, ότι το βασικό θεολογικό ερώτημα της Εικονομαχίας αφορά στη δυνατότητα εξεικονίσεως του προσώπου του Χριστού και τόνισε: «Η Εκκλησία επιστράτευσε το θεολογικό της οπλοστάσιο, συνδεδεμένο πάντοτε με τη λατρεία Της. Διακήρυξε τον άνθρωπο ως εικόνα του Θεού, όρισε τι είναι «εικόνα» και πώς λειτουργεί στη λατρεία μας, καθώς «η της εικόόνος τιμή επί το πρωτότυπον διαβαίνει», όπως είχε ήδη ο Μ. Βασίλειος επισημάνει. Προσέφερε αποθησαυρισμένη την κατανόηση εννοιών, όπως ἡ φύση και η υπόσταση, καθώς «παντός εικονιζόμενου ουχ η φύσις, αλλ΄ υπόστασις εικονίζεται», όπως σημειώνει ο άγιος Θεόδωρος ο Στουδίτης. Τόνισε την οφειλόμενη τιμή στην ύλη και το σώμα και τη σημασία τους για την πορεία του ανθρώπου προς την σωτηρία».
Ακολούθως, υπογράμμισε ότι η ιδέα της πληρότητας του ανθρώπου, μία ελληνική μάλιστα αξία, νίκησε στην αναμέτρηση με ανατολικές ανεικονικές αντιλήψεις. «Πλειάδα ομολογητών, ακόμη και αυτοκρατόρων, έκαναν την θεωρία πράξη με τίμημα ως και τη ζωή τους και αποτελούν το στέφανο της Εκκλησίας μας». Μάλιστα, σημείωσε ότι όλα αυτά αποτελούν πολύτιμους δείκτες στο ταξίδι για ένα αληθινό ανθρωπισμό και προσέθεσε ότι «η ανθρωπότητα φέρει αυτό τον πλούτο στις αποσκευές της και παρ’ όλα αυτά ἡ πορεία της προς ένα τέτοιο ανθρωπισμό δεν είναι χωρίς αστοχίες».
Ειδικότερα, ανέφερε ότι η αποθέωση του ανθρώπου, όπως κηρύχθηκε τους τελευταίους αιώνες, συχνά οδηγεί στην περιφρόνηση των αδυνάτων.
«Η αυτόνομη ηθική, ο χωρίς Θεό ανθρωπισμός, δεν μπορεί να καυχηθεί μόνο για επιτεύγματα. Δεν είναι μόνο οι εκατόμβες του 20ου αιώνα που προβληματίζουν, είναι και οι στρατιές των ξεριζωμένων ανθρώπων, που μετακινούνται σήμερα σ’ όλο τον κόσμο χωρίς ελπίδα και επιτείνουν τον προβληματισμό μας. Είναι οι νέοι που καλούνται σε μια ζωή με γκρίζο το όραμα, με φανερά τα αδιέξοδα. Τα επιτεύγματα της επιστήμης αναδεικνύουν επίσης αδήριτη την ανάγκη ηθικών οριοθετήσεων» επισήμανε μεταξύ άλλων ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και Πάσης Ελλάδος κ. Ιερώνυμος.