Με την Ελλάδα να συνταράζεται από καθημερινά μικρά και μεγάλα προβλήματα, οικονομική κρίση, μετανάστευση, ελληνοτουρκικά, βλέπουμε την μάζα να στρέφεται και να ασχολείται καθημερινά με το... φαινόμενο Survivor.Και όχι απλά να ασχολείται αλλά να πληρώνει και από τη τσέπη του για να συμμετέχουν σε...ψηφοφορίες!
"Μέσα Μαζικής Εξαπάτησης" στον βωμό των κλικ παίζουν καθημερινά εικόνες και θέματα με το show που (δυστυχώς), ήρθε για να μείνει.
Η τηλεόραση είναι ο βασιλιάς της μαζικής προπαγάνδας. Κατατάσσεται στα ψυχρά μέσα επικοινωνίας, που σημαίνει ότι δεν αφήνει στον θεατή περιθώριο να αναπτύξει τη φαντασία του. Ο θεατής προσλαμβάνει ψυχρά αυτό που βλέπει και το οποίο δεν μπορεί να το επεξεργαστεί με τη φαντασία του ή να το αμφισβητήσει.
Η τηλεόραση ως μονόδρομο μέσο μαζικής επικοινωνίας αναπτύχθηκε στην βιομηχανική εποχή όπου κυριάρχησαν οι κοινωνίες της μάζας.
Ο ψυχίατρος Δημήτρης Παπαδημητριάδης δίνει σημαντικές απαντήσεις για το... φαινόμενο της Ελληνικής Τv. H συνέντευξη δόθηκε στο thetoc.gr
Τι πιστεύετε για την επιτυχία και τις υψηλές θεαματικότητες του Survivor;
Καταρχάς είναι ψυχαγωγικό. Οι άνθρωποι αγαπούν την ψυχαγωγία. Επίσης αγαπούν την κλειδαρότρυπα, δηλαδή τη δυνατότητα να χαζεύουν τις ζωές των άλλων, με τους ανταγωνισμούς, τα μίση και τα πάθη τους, από την ασφάλεια του καναπέ. Σ’ ένα τέτοιο παιχνίδι, οι τηλεθεατές μπορούν να συγκρίνονται ανώδυνα με τους παίκτες που εμπλέκονται σε περίπλοκες καταστάσεις, στις οποίες οι ίδιοι είτε θα επιθυμούσαν να συμμετέχουν, είτε απεύχονται. Την ίδια στιγμή πρόκειται για ένα τηλεοπτικό προϊόν εύπεπτο, με οικείους προβληματισμούς που αφορούν στην ανθρώπινη διεπαφή και επομένως με την ευκολία της ταύτισης, μακριά από την περιπλοκότητα της ειδησεογραφικής επικαιρότητας, το ανιαρό αναμάσημα της δυσοίωνης οικονομικής πραγματικότητας της χώρας, την επαναληπτικότητα των πάνελ με τους ξυλόγλωσσους πολιτικούς και ειδήμονες, κ.ο.κ.. Σε αυτό συμβάλλει κι η πραγματική ένδεια της Ελληνικής τηλεόρασης που δεν έχει να αντιπροσφέρει οτιδήποτε το αξιόλογο και το πρωτότυπο.
-Έχει σχέση με το ότι ο θεατής αισθάνεται ότι πρόκειται για κάτι αυθεντικό, όχι σαν την κατασκευή ενός σίριαλ;
Το Survivor αντικατοπτρίζει μια νοσταλγία για την αυθεντικότητα, την οποία ο τηλεθεατής έχει αποστερηθεί σφόδρα με τη χρονίζουσα τηλεοπτική κονσέρβα. Εισάγει φρέσκα πρόσωπα απέναντι στο μονοπώλιο των συνήθων υπόπτων τηλεπαρουσιαστών και λοιπών πρωταγωνιστών της μικρής οθόνης. Και μάλιστα ανθρώπους εντελώς τυχαίους, που διεγείρουν τους κρυφούς πόθους του μέσου τηλεθεατή για αυτόματη διασημότητα μέσα από το απόλυτο τίποτα, την οποία καλλιέργησε ο ναρκισσισμός και το life-style που σερβίρουν τα Μέσα Ενημέρωσης και η διαφήμιση από δεκαετιών. Λόγω της προσλαμβανόμενης διαδραστικότητας, ο θεατής έχει εδώ την ψευδαίσθηση της προσωπικής του επίδρασης επί των εξελίξεων και αισθάνεται λιγότερο παθητικός αποδέκτης. Ασφαλώς, τη συνταγή της επιτυχίας συμπληρώνει το ειδυλλιακό περιβάλλον, η καλοκαιρινή εικόνα πάνω στην εκπνοή ενός μάλλον έντονου χειμώνα, που απαντά στην ανάγκη του κουρασμένου Έλληνα να αποδράσει από τη ρουτίνα του, τουλάχιστον με τη φαντασία αφού δεν έχει, πλέον, πολλές και περισσότερο ρεαλιστικές δυνατότητες.
-Ποια ανάγκη μας καλύπτει το Survivor;
Την ανάγκη του ανήκειν, όσο και την ανάγκη μας να αποδράσουμε. Γινόμαστε εύκολα οπαδοί ομάδων, κομμάτων, κ.α. ορμώμενοι από τη βασική μας ανάγκη να συνυπάρχουμε με άλλους σε ομαδικές συνθήκες. Την ίδια στιγμή, επιθυμούμε να δραπετεύουμε από την καθημερινότητα με νέες συγκινήσεις. Με όχημα μικρούς, ιδεατούς ήρωες που αφαιρούν λίγο από το βάρος της τα-Γιατί πιστεύετε ότι κάποιος πάει στο Survivor;
Τον πλούτον πολλοί εμίσησαν, την δόξαν ουδείς, λέει ο λαός. Παιχνίδια με σημαντική τηλεθέαση και δημοσιότητα όπως αυτό υπόσχονται αυτόματη αναγνωρισιμότητα, ιδιαιτέρως ελκυστική στην εποχή μας όπου προβαλλόμενα πρότυπα είναι οι κάθε λογής επώνυμοι, ανεξάρτητα της αντικειμενικής τους υπόστασης. Βέβαια, η διασημότητα είναι ο κολασμός του άξιου και η τιμωρία του ταλέντου, αλλά στην ψηφιακή πραγματικότητα των κοινωνικών δικτύων και των ηλεκτρονικών μέσων, η αναγνωρισιμότητα μετράει - βραχυπρόθεσμα έστω -, το βάρος της σε χρυσό, διαψεύδοντας ακόμη και τη γνωστή λαϊκή ρήση. Από την άλλη, όπως έγραψε ο Μαρκ Τουέιν, “η δόξα είναι καπνός, η διασημότητα τυχαία, -Είμαστε μια φτωχοποιημένη χώρα που βλέπει φανατικά ένα παιχνίδι επιβίωσης. Έχετε κάποια ερμηνεία γιαυτό;
Από τη στιγμή που το “σκέφτομαι άρα υπάρχω” αντικαταστάθηκε με το “καταναλώνω άρα υπάρχω”, η απώλεια της δυνατότητάς μας να καταναλώνουμε όπως πριν μας καθιστά εξόριστους και περιττούς, απομονωμένους, ανήμπορους και οργισμένους. Ο ματαιωμένος εγωισμός του τηλεθεατή, μέτοχου της κατά τα άλλα ναρκισσιστικής, αλλά συνάμα φτωχοποιημένης, κοινωνίας μας, ανακουφίζεται μερικά μέσω της ταύτισης με τους παίκτες στο γυαλί. Γιατί αυτοί μοιάζουν να λειτουργούν ως προικισμένοι αντιπρόσωποί μας. Μας υποκαθιστούν σ’ ένα παρόμοιο με το δικό μας αγώνα όπου πρέπει να ικανοποιηθούν οι ουσιώδεις ανάγκες: της ασφάλειας, της κοινωνικής αποδοχής, της αυτοεκτίμησης και της αυτοπραγμάτωσης Έναν αγώνα που, όμως, λαμβάνει χώρα κάπου ανάμεσα στα διαλείμματα για διαφημίσεις μιας πληθώρας καταναλωτικών αγαθών (!).και το μόνο εγγυημένο πάνω στη γη είναι η λήθη”…λαίπωρης ύπαρξής μας.
Η τηλεόραση αποτελεί ένα ισχυρό εργαλείο μετάδοσης μηνυμάτων και ιδεών και αποτελεί ιδανικό μέσο για τη διάδοση της πολιτικής προπαγάνδας. Αρκετοί άνθρωποι θεωρούν ότι είναι αρκετά έξυπνοι και ότι μπορούν να παρακολουθήσουν αυτό το μαζικό όπλο καταστροφής.
Πρέπει να καταλάβουμε ότι η πραγματικότητα είναι εκτός του matrix που μας δημιουργούν τα μέσα και ότι απαιτεί προσπάθεια, και μάλιστα σε συλλογικό επίπεδο, απεγκλωβισμού από αυτά.
Στην πτωχευμένη Ελλάδα των μνημονίων η τηλεόραση είναι ο απόλυτος εκείνος παράγοντας που κρατά την κοινωνία σε καταστολή μέχρι την πλήρη εξαθλίωσή της.