Του Χρήστου Μαντζιάρη
Υπήρχε τότε προφητεία ότι η Πόλη κάποια στιγμή θα έπεφτε. Θα έπεφτε σε έκλειψη πανσελήνου, όπως και έγινε. Από τότε, πέρα από τις προφητείες για την επιστροφή της Πόλεως στους δικαιούχους, υπάρχουν και πολλοί θρύλοι που συντήρησαν επί αιώνες τις εθνικές προσδοκίες. Ας δούμε τους λαϊκούς θρύλους για την Αγιά-Σοφιά έναν-έναν.
Ο τάφος του Κωνσταντίνου Παλαιολόγου
Μόλις οι τούρκοι κατέλαβαν την Πόλη άρχισε η συμφορά. Ο Μωάμεθ μπήκε στην Πόλη την δεύτερη ημέρα, δηλαδή όταν ακόμη οι στρατιώτες του την λεηλατούσαν, εφόσον τους επέτρεψε επί τρείς ημέρες να κάνουν ότι θέλουν. Το πρώτο λάφυρο που ζήτησε ο Μωάμεθ ήταν ο Αυτοκράτωρ Κωνσταντίνος Παλαιολόγος, αλλά κανείς δεν ήξερε να του πει τίποτα γι αυτόν. Ανέκρινε Έλληνες και Τούρκους αλλά χωρίς αποτέλεσμα. Έδωσε τότε εντολή να πλυθούν και να εξετασθούν όλα τα πτώματα στην Πύλη του Ρωμανού, όπου θεάθηκε για τελευταία φορά ο Κωνσταντίνος να πολεμάει. Ανάμεσα στα πτώματα βρέθηκε ένα πτώμα που «είχε μορφή ευγενικιά, μ’ αγριεμένο μορφασμό στην όψη». Δεν φορούσε βασιλική στολή αλλά είχε περικνημίδες με χρυσοκέντητους αετούς και φορούσε κόκκινα πέδιλα. Θεώρησαν ότι ήταν αυτός.
Ο Μωάμεθ έγινε διάδοχός του και ζήτησε να ονομασθεί «Αυτοκράτωρ του Βυζαντίου και αυθέντης των Ρωμαίων». Μήνες ολόκληρους περιέφερε το κεφάλι του Αυτοκράτορα καρφωμένο σε κοντάρι σ’ ολόκληρη την Ανατολή και μέχρι την Περσία. Καμάρωνε που ο Εγιούπ, ο σημαιοφόρος του Προφήτη που ήταν θαμμένος στην Κωνσταντινούπολη, θα ευλογεί πλέον μέσα από το μνήμα του κάθε μωαμεθανό Σουλτάνο. Την άλλη μέρα, μετά την ανακάλυψη του πτώματος του Αυτοκράτορα, έδωσε εντολή να ταφεί το σώμα του.
Σκοτώθηκε ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος; Ο λαός σιγά-σιγά άρχισε ν’ αμφιβάλει. Κάποιος είδε πως την ώρα της σφαγής ένας άγγελος τον κοίμισε κάπου. Ο τάφος στον οποίο τον έθαψε ο Μωάμεθ, ξεχάστηκε.
Χρόνια αργότερα, ισχυρίζονται οι τούρκοι ότι στην εκκλησία της Αγίας Θεοδώρας, όπου υπάρχουν πολλά λείψανα που τα σέβονται και οι τούρκοι, υπάρχουν και τα λείψανα του Αυτοκράτορα. Άλλοι λένε ότι είναι στο αγίασμα της Παναγίας Μπαλουκλιώτισας. Άλλοι τούρκοι, λένε ότι είναι θαμμένος στην Αγιά-Σοφιά στο δεξιό μέρος του ιερού. Κάθε Μεγάλη Παρασκευή το βράδυ κάποιοι πηγαίνουν στο Ιερό της Αγιά-Σοφιάς και ακούν ψαλμωδία που βγαίνει μέσα από την γη, και βλέπουν(;) μπροστά στον διάκο και στον ιερέα έναν νεκρό σ’ ασημένιο κρεβάτι που φαίνεται ότι κοιμάται. Ο νεκρός αυτός έχει σε κάθε του περικνημίδα ολόχρυσους κεντημένους αετούς. Ο Αυτοκράτορας κοιμάται.
Τα δισκοπότηρα της Αγίας Σοφίας
Από το προηγούμενο βράδυ της αλώσεως, είχε ξεκινήσει λειτουργία στην Αγιά-Σοφιά. Ο Ναός ήταν γεμάτος από κόσμο και ερχόταν ακόμη και άλλος από παντού. Ξαφνικά μια φωνή ακούγεται: Οι Τούρκοι! Οι Τούρκοι! Δύο βενέτικα καράβια που έφευγαν εκείνη την ώρα παίρνουν όσους Έλληνες μπορούν. Οι Τούρκοι! Οι Τούρκοι! ακούγεται παντού, και οι Τούρκοι έχουν αρχίσει ήδη την σφαγή, την αρπαγή, τον όλεθρο και την ατίμωση.
Όταν ακούστηκαν εκείνες οι κραυγές, ο πρώτος των ιερέων της Αγιά-Σοφιάς, που ως εκείνη την ώρα εξομολογούσε στο εξομολογητήριο, βγήκε και είδε ένα πλήθος γονατιστό να σπαρταράει από τον φόβο. Κιτρίνισε, δάκρυσε και προχώρησε προς την εκκλησία. Είδε τις καντήλες και τα κεριά αναμμένα για τελευταία φορά. Ο ιερέας έκανε τον σταυρό του τρείς φορές και μπήκε στο Ιερό. Επάνω στην Αγία Τράπεζα ήταν το Κιβώτιο. Ένας Σταυρός χτύπησε την κορυφή του Κιβωτίου και από τον θόλο του βγήκε ένα άσπρο περιστέρι. Το Περιστέρι του Αγίου Πνεύματος. Ο ιερέας βγάζει από το εσωτερικό του Περιστεριού τα Δισκοπότηρα, τα σκέπασε με μεταξωτό πανί που λέγεται Αέρας, τα πήρε και έφυγε. «Μη δότε τα Άγια τοις κυσί», θα σκέφθηκε.
Το Ιερό Ποτήρι έμοιαζε με αρχαίο ελληνικό αγγείο, ολόχρυσο, λίγο κοντό, με δύο όμορφα χερούλια και οι πλευρές του ήταν καμπυλωμένες. Στο στόμιό του υπήρχε διπλή γραμμή, σε μορφή Μαιάνδρου, και στην πρόσοψη είχε τον Χριστό σε κολυμπήθρα. Ο Ιερός Δίσκος ήταν ολόχρυσος περίτεχνα δουλεμένος και στο κέντρο ήταν Ο Μυστικός Δείπνος. Γύρω του υπήρχαν πολύτιμα πετράδια.
Ο ιερέας πήρε τα Δισκοπότηρα, άνοιξε την πίσω πόρτα του Ιερού και κατέβηκε σ’ ένα υπόγειο. Από κει, μέσα από κάποιο μυστικό πέρασμα που οδηγούσε στην εκκλησία των Σεργίου και Βάκχου και από ‘κεί στο λιμάνι του Βουκουλέοντος, βρέθηκε στο λιμάνι και είδε μια αφύλακτη βάρκα. Την έριξε στο νερό, μπήκε μέσα, και κίνησε για την παραλία της Βιθυνίας. Πίσω του άκουγε: Οι Τούρκοι! Οι Τούρκοι!
Η θάλασσα στην Προποντίδα είχε τρικυμία. Ο ιερέας κοίταξε προς την Πόλη και είδε το φεγγάρι να μαυρίζει ο μισός του ο δίσκος. Ήταν έκλειψη σε πανσέληνο. Η βάρκα ήταν σε τρικυμία, το πανί της βάρκας σχίσθηκε, και ένα γλυκύτατο φως απλώθηκε τριγύρω της, φάνηκε άγγελος Κυρίου και άρπαξε τα δισκοπότηρα. Η θάλασσα μετά άνοιξε, κατάπιε τον ιερέα και ησύχασε. Μια φωνή ακούσθηκε από τον Ουρανό: Θα ‘ρθουν τα χρόνια, οι καιροί να σου Τα φέρω πίσω.
Η Θεία Λειτουργία που δεν τελείωσε
Με το που μπήκαν οι Τούρκοι στην Πόλη έτρεξαν στην Αγιά – Σοφιά. Μόλις μπήκαν πάγωσαν από το μεγαλείο της αλλά γρήγορα άρχισαν να επιτίθενται στις γυναίκες. Μια μυστική μελωδία ακουγόταν εκείνη την ώρα. Μια σιδερένια πόρτα έκλεισε σ’ ένα υπόγειο και οι πέτρινες σκάλες που οδηγούσαν σ’ αυτό χάθηκαν. Στο μυστικό υπόγειο ιερέας και διάκος λειτουργούνε . Ο ιερέας ψάλει: Μετά φόβου Θεού, πίστεως, και… Τότε η γλώσσα του ιερέα σταμάτησε. Ο διάκος μαρμάρωσε. Ένα φως λευκότατο τους φώτισε. Η Λειτουργία σταμάτησε.
Την Μεγάλη Παρασκευή του 1821 «σεισμός» τράνταξε το μυστικό υπόγειο, αλλά ήτανε γραφτό η Πόλη να παραμείνει κι άλλο στους Τούρκους. Η Λειτουργία θα τελειώσει όταν πάρουμε πίσω την Πόλη.
Η Αγία Τράπεζα της Αγιά-Σοφιάς
Η πρώτη άλωση της Πόλης, που ήταν πολύ χειρότερη από την δεύτερη, έγινε το 1204 από ευρωπαίους σταυροφόρους. Τότε ήταν που χάθηκε ο πραγματικός πλούτος της Πόλης. Οι Φράγκοι φόρτωναν τα καράβια τους με πλούσια λάφυρα και έφευγαν. Σ’ ένα βενετσιάνικο καράβι έβαλαν την Αγία Τράπεζα από την Αγιά – Σοφιά. Η Τράπεζα ήταν από χρυσάφι και ασήμι και γεμάτη με διαμάντια και μαργαριτάρια. Την ώρα που το καράβι απομακρυνόταν από την Πόλη, άρχισε φουρτούνα και το καράβι κόπηκε στην μέση. Η Αγία Τράπεζα πήγε στον βυθό. Η Τράπεζα φεγγοβολάει στον βυθό που είναι και για χρόνια οι ναύτες έκαναν τον σταυρό τους στο σημείο εκείνο και έπαιρναν αγίασμα.
Φημολογείται, ότι κάποιος Βυζαντινός αυτοκράτορας είχε δείξει τους θησαυρούς που ήταν στο παλάτι των Βλαχερνών, στο παλάτι του Εβδόμου, στους σταυροφόρους Φράγκους και για αυτό ξαναήρθαν οι σταυροφόροι και κατέκλεψαν τα πάντα. Ο θρύλος του πλούτου έμεινε και οι Τούρκοι τον ζητούσαν απεγνωσμένα. Έσκαψαν και ρήμαξαν τον τόπο μέχρι και τα θεμέλια, και γι αυτό σήμερα δεν υπάρχει τίποτα από το παλάτι.
Τα ψάρια στο αγίασμα της Παναγίας
Στο μοναστήρι της Ζωοδόχου Πηγής όταν πάρθηκε η Πόλη, ό ηγούμενος του μοναστηριού δεν το πίστεψε και είπε: Αν αληθέψει το τρομερό μήνυμα και πάρθηκε η Πόλις να πεταχτούν τα ψάρια που τηγανίζω τώρα, στο αγίασμα (του Μπαλουκλή). Και να μείνουν, Παναγία μου, ζωντανά στ’ αγίασμά σου μέχρι να λειτουργηθεί χριστιανή η Πόλη. Και τα ψάρια πετάχθηκαν μισοτηγανισμένα στο αγίασμα και περιμένουν να λειτουργηθεί ξανά η Αγιά-Σοφιά.
Αυτοί είναι οι θρύλοι της Αγιά-Σοφιάς που σύντομα, απ’ ότι φαίνεται, θα πάψουν να είναι θρύλοι.