«Μνήμη του λαού μου, σε λένε Πίνδο και σε λένε Άθω..»γράφει ο Οδ.Ελύτης, αλλά σε λένε και Γραβιά, και Αλαμάνα, Μανιάκι και Τροπολιτσά, Θερμοπύλες και Μαραθώνα, Κορυτσά, Μοναστήρι και Σαλονίκη!!!
Πόσες μνήμες μπορεί να αντέξει η καρδιά ενός μικρού λαού, που από την πρώτη στιγμή της ιστορίας του βίωσε την μπότα μεγάλων και σκληρών κατακτητών, που όμως άντεξε και πάλεψε με πάθος για να κερδίσει ξανά τη λευτεριά του!!!
Η απόδοση τιμής στη μνήμη των 200 χρόνων από τον ξεσηκωμό του 1821 αποτελεί πραγματικά ένα ορόσημο για τον νέο Ελληνισμό, γιατί μετά από μια μακρά δουλεία 400 χρόνων κάτω από τον οθωμανικό ζυγό, κατάφερε να ανασάνει ξανά ελεύθερα και αυτό σήμανε και την συνέχιση του αγώνα στη Μακεδονία που ένιωσε τον αέρα της λευτεριάς 59 χρόνια αργότερα.
Πολλά, πάρα πολλά χρόνια για μια σκλαβιά!!! Γενιές ολάκερες ανθρώπων δεν έμαθαν να ψελλίζουν την λέξη ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ, κι έζησαν μόνο με όνειρα και οράματα, προσμένοντας το θαύμα.
Όμως ας μη γελιόμαστε! Στα 1821, άρχισε της « Ελλαδικής σωτηρίας ημών το κεφάλαιον». Ένας λαός σκλαβώνεται όταν πέφτει σε χέρια εχθρών η Πρωτεύουσά του και ελευθερώνεται όταν η καμπάνα της λευτεριάς ξαναχτυπήσει στην Πρωτεύουσά του.
Σ΄εμάς δεν έγινε έτσι. Η Βασιλεύουσα, που η πτώση της σήμανε και την πτώση της αυτοκρατορίας ολάκερης, παραμένει ακόμα σε ξένη αγκαλιά και βεβηλώνεται, και εν πάση περιπτώσει, αυτοί που αποφάσισαν να διαφεντεύουν τις τύχες του κόσμου και να κάνουν τη μοιρασιά κατά τα συμφέροντά τους, ενώ είχαν την ευκαιρία να αποκαταστήσουν το δίκιο, δεν τόλμησαν να το πράξουν, όντας δειλοί μπροστά στο χρέος και το δίκιο. Η ιστορία τους γνωστή πλέον, διαιωνίζεται ακόμα και σήμερα εις βάρος των μικρών λαών και εις βάρος της ανθρώπινης και εθνικής αξιοπρέπειας του πολιτισμένου κόσμου.
Πόσο περήφανοι στην ιστορία τους μπορεί να είναι οι εκάστοτε καταχτητές μας, που υπέταξαν μια χούφτα Έλληνες; Τουρκία, Γερμανία, οι Άγγλοι στη Κύπρο, και καταλαβαίνουμε πόσο άβολα μπορεί να αισθάνονται αφού δεν υπέταξαν το φρόνημα του λαού μας αλλά γνώρισαν και πώς πολεμούν οι Έλληνες!
Το γεγονός ότι η Πρωτεύουσα του Γένους μας παρέμεινε σκλάβα, φανερώνεται από το γεγονός ότι αρκετές πρωτεύουσες αλλάξαμε μετά την απελευθέρωση, αλλά καμιά δεν ήταν η Βασιλεύουσα Πόλις.
Κανένας ίσως δεν λογάριασε κι ούτε μέτρησε ποτέ το ελληνικό αίμα που χύθηκε, έβαψε και πότισε τις ρίζες της φυλής μας.Τα κορμιά που έπεσαν στον αγώνα έγιναν τείχη που οριοθέτησαν την ανθρώπινη και εθνική αξιοπρέπεια. Δεν τους κλάψαμε ως νεκρούς. Τους κλάψαμε ως ήρωες, που η παρουσία τους και η θυσία τους, άνοιξε δρόμους στο μυαλό και στο πνεύμα μας. «Του αντρειωμένου ο θάνατος, θάνατος δεν λογιέται»!!!
Αυτό που αξίζει να μνημονευθεί σ’ αυτόν το αγώνα επιβίωσης του λαού μας, είναι το γεγονός ότι για 400 χρόνια στην Στερεά Ελλάδα και την Πελοπόννησο και 459 στη Μακεδονία, δεν έπαψε ο ελληνικός λόγος να τρέφεται με τις εθνικές μνήμες και την ιστορία του γένους μας, μέσα από τραγούδια και κείμενα, μέσα από παραμύθια και αφηγήσεις ηρώων, μέσα από ροές αιμάτων νεομαρτύρων, να τροφοδοτείται το έθνος και να στηρίζεται η εθνική του συνείδηση.
Μετά την απελευθέρωση όμως, κάποια κατάρα θαρρείς, έφερε τον διχασμό και τη φαγωμάρα, που ανάγκασε τον εθνικό ποιητή να γράψει:
«Μην ειπούν στο στοχασμό τους
τα ξένα έθνη αληθινά:
Εάν μισούνται ανάμεσό τους
δεν τους πρέπει ελευθεριά».
Αυτή είναι η κατάρα της φυλής, που αρκετές φορές πρόσβαλε την ιστορία μας και αμαύρωσε τον πολιτισμό της φυλής μας! Αυτόν το πολιτισμό που όλοι θαυμάζουν, κι εμείς τον κατακρεουργήσαμε πολλάκις.
Τούτες τις μέρες, που είναι επίσης οι κρισιμότερες της ιστορίας μας, ακούμε φωνές και διαβάζουμε κείμενα που αντί να στέκονται στα ιστορικά γεγονότα για να δώσουν μια ανάσα στον Έλληνα και να θέσουν μπρός στα μάτια του πρότυπα ζωής, ηρωισμού και ανδρείας, ανακατώνουν τη κόλαση και παραχαράσσουν την ιστορία, επικαλούμενοι ακόμα και πηγές των δυναστών μας, ή των διωκτών μας, για να αφήσουν το δικό τους «ιστορικό» δήθεν στίγμα, επικαλούμενοι το δόγμα ότι η ιστορία γράφεται από τους ιστορικούς κι όχι με το αίμα των λαών.
Οι ήρωες και οι αγωνιστές έδωσαν αίμα και κάποιοι αντιπροσφέρουν λάσπη στη μνήμη τους, προβάλλοντας όχι την ανδρεία και τα κατορθώματά τους στο πεδίο των μαχών, αλλά προβάλλουν ό,τι αρνητικό και μικρό είχαν ως άνθρωποι.
Κανένας δεν αγιοποίησε τους ήρωες και τους μαχητές του 1821, ήταν άνθρωποι με όλα τα ανθρώπινα ελαττώματα, αλλά που σε κάποια στιγμή υπερέβησαν τα ανθρώπινα μέτρα τους και ξεπέρασαν τον εαυτό τους γινόμενοι θυσία για το κοινό καλό.
Ακόμα και κληρικοί, ενάντια στα πιστεύω τους, έπιασαν τα όπλα και πολέμησαν, μην υπολογίζοντας την δική τους σωτηρία, αλλά τη σωτηρία του ποιμνίου τους. Έχασαν ίσως τον προσωπικό τους παράδεισο, προκειμένου να σωθούν οι άλλοι. Θυσιάστηκαν αυτοί, για να γλυτώσουν τα παιδιά τους.
Άλλωστε τι διαφορετικό έκαναν οι νεομάρτυρες του γένους μας, που σε μια στιγμή αδυναμίας εξωμότησαν και σε μια στιγμή δύναμης έψαλλαν μέσα στη φυλακή το: «Τη υπερμάχω στρατηγώ τα νικητήρια…» και ομολογούσαν την πίστη τους.
Στην εκκλησία λέμε: «μνήμη αγίου, μίμησις αγίου».
Γιατί να μη μπορούμε να πούμε για τους εθνικούς μας ήρωες : «τιμή ήρωα, μίμηση ήρωα»!!!
Τι έχει μεγαλύτερη αξία για τον νέο Έλληνα; Το πώς ο Καραϊσκάκης έβρισε τον Πασά; ή η θυσία του και η ανδρεία του στις μάχες;
Η ταπεινή του καταγωγή; Ή η υπέρμετρη αγάπη του για την πατρίδα;
Τι κάνει τελικά μεγάλο και θαυμαστό ήρωα έναν άνθρωπο στη συνείδησή μας;
Αν λοιπόν θέλουμε όντως να τιμήσουμε αυτή τη μνήμη των 200 χρόνων από το 1821, υπάρχει μεγάλη παρακαταθήκη και πλούσια κληρονομιά για να μοιραστούμε και να χαρούμε τα κέρδη μας ως λαός, και αυτά είναι: η αγάπη στην Πατρίδα, η ενότητα, η ομόνοια, η αδελφοσύνη, ο ηρωισμός στη μάχη, ο αλτρουισμός.
Και μη ξεχνάμε ποτέ. Τιμή ήρωος, μίμηση ήρωος!!!!