Για χρόνια, έτεινε να επικρατεί η θεωρία ότι ακόμη κι αν κάποιος σταματήσει το κάπνισμα, η υγεία του δεν μπορεί ποτέ να επανέλθει πλήρως. Νέα έρευνα, όμως, έρχεται να την διαψεύσει, υποστηρίζοντας ότι η υιοθέτηση υγιών συνηθειών μπορεί να χαρίσει περισσότερα και καλύτερα χρόνια ζωής στους πρώην καπνιστές.
Ειδικότερα, σύμφωνα με το ygeiamou.gr, οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι οι πρώην καπνιστές που ασκούνται, τρέφονται υγιεινά και περιορίζουν την κατανάλωση αλκοόλ διατρέχουν μικρότερο κίνδυνο θανάτου τις επόμενες δύο δεκαετίες, συγκριτικά με τους πρώην καπνιστές που δεν υιοθέτησαν τις αντίστοιχες συνήθειες. Τα νέα ευρήματα δημοσιεύθηκαν στο JAMA Network Open.
Όπως είναι γνωστό, η διακοπή του καπνίσματος, από μόνη της, μπορεί να συνοδεύεται από μεγάλα οφέλη για την υγεία, μειώνοντας τον κίνδυνο σοβαρών παθήσεων, όπως διάφοροι καρκίνοι, πνευμονικές και καρδιακές παθήσεις και εγκεφαλικό επεισόδιο. Ωστόσο, οι πρώην καπνιστές εξακολουθούν να διατρέχουν υψηλότερο κίνδυνο πρόωρου θανάτου από εκείνους που δεν κάπνισαν ποτέ.
Η έρευνα, ωστόσο, ισχυρίζεται ότι οι πρώην καπνιστές μπορούν να μειώσουν αυτό το χάσμα υγείας, κάνοντας ορισμένες αλλαγές στον τρόπο ζωής τους.
Όπως υποστηρίζει ο δρ. Panagis Galiatsatos, ειδικός πνευμονικής και εντατικής θεραπείας στο Johns Hopkins Medicine της Βαλτιμόρης και εκπρόσωπος της Αμερικανικής Ένωσης Πνευμόνων, «είναι σύνηθες το κάπνισμα να συμβαδίζει με άλλες ανθυγιεινές συνήθειες».
Για παράδειγμα, πολλοί καπνίζουν όταν καταναλώνουν αλκοόλ. Επομένως, ο περιορισμός του αλκοόλ θα μπορούσε να μειώσει την επιθυμία καπνίσματος. Επιπλέον, το κάπνισμα συνδυάζεται συχνά με ανθυγιεινές διατροφικές επιλογές ή ως μέθοδος αντιμετώπισης του άγχους, υπογράμμισε ο δρ. Galiatsatos, υποστηρίζοντας ότι όταν οι άνθρωποι αναζητούν βοήθεια για τη διακοπή του καπνίσματος, θα πρέπει να αντιμετωπίζονται και οι άλλοι παράγοντες του τρόπου ζωής.
Στη νέα μελέτη, που διεξήγαγαν ερευνητές του Εθνικού Ινστιτούτου Καρκίνου των ΗΠΑ (NCI), συμμετείχαν σχεδόν 160.000 πρώην καπνιστές ηλικίας 50 – 69 ετών, οι οποίοι συμπλήρωσαν ερωτηματολόγια σχετικά με το ιατρικό ιστορικό και παράγοντες του τρόπου ζωής, όπως η διατροφή, η άσκηση και οι συνήθειες κατανάλωσης αλκοόλ.
Από την έρευνα προέκυψε ότι όσοι ανέφεραν πιο υγιεινές συνήθειες ζωής στην αρχή είχαν περισσότερες πιθανότητες να ζήσουν περισσότερο, ακόμη κι όταν οι ερευνητές συνυπολόγισαν παράγοντες, όπως το μορφωτικό επίπεδο και εάν αντιμετώπιζαν προβλήματα υγείας, όπως καρδιακές παθήσεις ή καρκίνο στην αρχή της μελέτης.
Κατά μέσο όρο, πρώην καπνιστές με υγιές σωματικό βάρος, που ακολούθησαν τις συστάσεις των ειδικών για τη διατροφή, την άσκηση και το αλκοόλ διέτρεχαν 27% μικρότερο κίνδυνο θανάτου, έναντι όσων δεν πληρούσαν κανέναν από αυτούς τους στόχους.
Στις καλές συνήθειες συμπεριλήφθηκαν:
- Τουλάχιστον 4 ώρες μέτριας έως έντονης άσκησης την εβδομάδα,
- Περιορισμός του αλκοόλ σε όχι περισσότερο από ένα ποτήρι την ημέρα για τις γυναίκες και δύο για τους άνδρες και
- Πρόσληψη των συνιστώμενων ποσοτήτων φρούτων και λαχανικών, «καλών» λιπαρών και άλλων τροφών, πλούσιων σε θρεπτικά συστατικά, καθώς και περιορισμό της ζάχαρης, του αλατιού και των κορεσμένων λιπαρών
Όσο περισσότερες από αυτές τις συστάσεις ακολούθησαν οι άνθρωποι, τόσο καλύτερο ήταν το αποτέλεσμα στην υγεία τους, δήλωσε η επικεφαλής ερευνήτρια, Maki Inoue-Choi σε δελτίο τύπου του NCI. Ωστόσο, ακόμη και η υιοθέτηση μιας υγιούς συνήθειας έκανε τη διαφορά. Για παράδειγμα, οι πρώην καπνιστές που ακολουθούσαν τις συστάσεις άσκησης, αντιμετώπιζαν 17% μειωμένο κίνδυνο θανάτου την περίοδο της μελέτης, σε σύγκριση με όσους έκαναν πιο καθιστική ζωή.
Όπως επισημαίνει ο δρ. Galiatsatos, η διακοπή του καπνίσματος είναι αδιαμφισβήτητα ωφέλιμη, ωστόσο, σύμφωνα με τα νέα ευρήματα, και οι υπόλοιποι παράγοντες του τρόπου ζωής παίζουν σημαντικό ρόλο.
«Όταν οι άνθρωποι καταλάβουν γιατί καπνίζουν και πώς συνδέονται διαφορετικές καθημερινές συνήθειες, θα μάθουν πώς μπορούν να αντικαταστήσουν το κάπνισμα με άλλες υγιεινές επιλογές: Αν, για παράδειγμα, καπνίζουν για να αντιμετωπίσουν το άγχος, θα μπορούσαν να αντικαταστήσουν αυτήν την αντίδραση με μια βόλτα.
Η Inoue-Choi επεσήμανε, τέλος, έναν περιορισμό: Οι συμμετέχοντες της μελέτης ήταν κυρίως λευκοί Αμερικανοί, σχετικά υψηλότερου εισοδήματος. Επομένως ίσως είναι ευκολότερο γι’ αυτούς να βρουν χρόνο για άσκηση ή να έχουν πρόσβαση σε πιο υγιεινά τρόφιμα.
Γι’ αυτό οι μελλοντικές μελέτες θα μπορούσαν να συμπεριλάβουν κοινωνικές ομάδες διαφορετικής καταγωγής και εισοδήματος, για την εξαγωγή πιο ασφαλών συμπερασμάτων.