Σύμφωνα με τον ΣΦΕΕ, η μείωση του clawback, δηλαδή του ποσού που επιστρέφει η φαρμακοβιομηχανία για την υπέρβαση της δημόσιας φαρμακευτικής δαπάνης, δεν επιτυγχάνεται με την εκ νέου ανακατανομή του. «Μετά από την πρόσφατη εισαγωγή νέων υποχρεωτικών εκπτώσεων για τα φαρμακευτικά προϊόντα, αναλώνεται αυτές τις ημέρες φαιά ουσία για τον διαχωρισμό τουανεπαρκέστατου συνολικού προϋπολογισμού του ΕΟΠΥΥ σε δύο τμήματα, στα προϊόντα του Ν. 3816 και στα προϊόντα ιδιωτικού φαρμακείου. Η διάσπαση του "ανεπαρκούς" μόνο στο "ανεπαρκέστερον" μπορεί να οδηγήσει και πουθενά αλλού» τονίζει.
Ο ΣΦΕΕ δηλώνει την πλήρη αντίθεσή του στο διαχωρισμό του προϋπολογισμού, εφόσον παραμένει στα παρόντα επίπεδα «που σε καμία περίπτωση δεν ανταποκρίνονται στις φαρμακευτικές ανάγκες του ελληνικού πληθυσμού παρά μόνο στους λογιστικούς υπολογισμούς των υπουργείων Υγείας και Οικονομικών».
Μάλιστα, ενώ δεν φαίνεται να υπάρχει ουσιαστική διάθεση χρηματοδότησης της δημόσιας φαρμακευτικής δαπάνης, δεν εισάγεται κανένα απολύτως μέτρο για τον καλύτερο έλεγχο της ζήτησης φαρμάκων και κυρίως για το μίγμα χρήσης φαρμάκων από τους θεράποντες ιατρούς και ασθενείς (δηλαδή ποια και πόσα φάρμακα χρησιμοποιούνται, σε ποιες παθήσεις, με ποια συχνότητα και πόσο αυτό καθοδηγείται από το θεραπευτικό αποτέλεσμα σε σχέση με το κόστος), εξηγεί ο Σύνδεσμος.
«Το αποτέλεσμα είναι πως η "πολυδιαφημισθείσα" μείωση του μηχανισμού αυτόματων επιστροφών(clawback) ως δέσμευση της πολιτείας στο πλαίσιο του πλάνου ανασυγκρότησης, υλοποιείται ως συγκάλυψη μέσω μετατροπής ποσών clawback σε rebate ή μέσω προπληρωμής του στο πλαίσιο εξοντωτικών διαπραγματεύσεων» τονίζει ο ΣΦΕΕ. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι για το 2021, το σύνολο των υποχρεωτικών εκπτώσεων και επιστροφών (clawback και rebate), σε νοσοκομειακό και εξωνοσοκομειακό φάρμακο, ξεπερνά το 1,9 δισ. ευρώ.
Τέλος, ο ΣΦΕΕ προειδοποιεί ότι «η βιωσιμότητα του συστήματος υγείας και η πρόσβαση των ασθενών στα μελλοντικά καινοτόμα ή ακόμη και σε παρόντα φάρμακα, τίθεται εν αμφιβόλω».