Η χορήγηση πλάσματος που περιέχει πολυκλωνικά αντισώματα από αναρρώσαντες σε ασθενείς με COVID-19 αποτελεί μια ελπιδοφόρο θεραπευτική προσέγγιση για την πρόληψη των επιπλοκών της COVID-19, ωστόσο η αποτελεσματικότητά της σε μη νοσηλευόμενους ασθενείς με πρόσφατη διάγνωση COVID-19 είναι αβέβαιη.
Συμφωνα με το ygeiamou.gr, οι Ιατροί της Ιατρικής Σχολής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών Ευάγγελος Τέρπος (Καθηγητής), Βασιλική Παππά (Καθηγήτρια), Μαριάννα Πολίτου (Καθηγήτρια) Θεοδώρα Ψαλτοπούλου (Καθηγήτρια), Γιάννης Ντάνασης, Πάνος Μαλανδράκης και Θάνος Δημόπουλος (Πρύτανης ΕΚΠΑ)συνοψίζουν τα αποτελέσματα της σχετικής μελέτης των David J Sullivan και συνεργατών που δημοσιεύτηκε πρόσφατα στην έγκριτη επιστημονική επιθεώρηση The New England Journal of Medicine (DOI: 10.1056/NEJMoa2119657).
Πρόκειται για μια πολυκεντρική, διπλά τυφλή, τυχαιοποιημένη κλινική μελέτη στην οποία αξιολογήθηκε η αποτελεσματικότητα και η ασφάλεια της χορήγησης πλάσμα αναρρωσάντων από COVID-19, συγκριτικά με πλάσμα από ομάδα ελέγχου, σε συμπτωματικούς ενήλικες άνω των 18 οι οποίοι ήταν θετικοί στον SARS-CoV-2, ανεξάρτητα από την ύπαρξη παραγόντων κινδύνου ή την εμβολιαστική τους κατάσταση. Οι συμμετέχοντες εντάσσονταν στη μελέτη εντός 8 ημερών από την έναρξη των συμπτωμάτων και λάμβανα το πλάσμα εντός 1 ημέρας από τη στιγμή της τυχαιοποίησης.
Το πρωτεύον καταληκτικό σημείο ήταν οι νοσηλείες λόγω COVID-19 εντός 28 ημερών μετά τη μετάγγιση πλάσματος. Από τις 3 Ιουνίου 2020 έως την 1η Οκτωβρίου 2021 τυχαιοποιήθηκαν 1225 ασθενείς εκ των οποίων οι 1181 έλαβαν πλάσμα. Συνολικά, 17 από τους 592 (2.9%) ασθενείς που έλαβαν πλάσμα αναρρωσάντων και 37 από τους 589 (6.3%) ασθενείς που έλαβαν πλάσμα από ομάδα ελέγχου νοσηλεύτηκαν λόγω COVID-19 εντός των 28 ημερών παρακολούθησης.
Η διαφορά της τάξης των 3.4 ποσοστιαίων μονάδων ήταν στατιστικά σημαντική και αντιστοιχούσε σε μείωση του σχετικού κινδύνου νοσηλείας κατά 54% με τη χορήγηση πλάσματος αναρρωσάντων. Αξίζει να σημειωθεί ότι 53 από τους 54 ασθενείς που νοσηλεύτηκαν ήταν ανεμβολίαστοι και 1 ασθενής που νοσηλεύτηκε ήταν μερικώς εμβολιασμένος. Επομένως, η αποτελεσματικότητα του πλάσματος αναρρωσάντων δεν μπορεί να καθοριστεί για τους εμβολιασμένους ασθενείς. Επιπλέον, δεν υπήρχαν σημαντικές διαφορές στις ανεπιθύμητες ενέργειες που εμφάνισαν οι ασθενείς στις δύο ομάδες της μελέτης. Συμπερασματικά, η χορήγηση πλάσματος αναρρωσάντων σε μη νοσηλευόμενους ασθενείς με COVID-19, οι περισσότεροι εκ των οποίων ήταν ανεμβολίαστοι έναντι του SARS-CoV-2, εντός 9 ημερών από την έναρξη των συμπτωμάτων της νόσου μείωσε τον κίνδυνο επιδείνωσης της νόσου που οδηγεί σε νοσηλεία λόγω COVID-19.