Στην αρχή της πανδημίας οι χώρες είχαν τρεις επιλογές στη διαχείριση της εξάπλωσης του ιού στο πληθυσμό:
Να μην εφαρμόσουν περιορισμούς, όπως έκανε η Αγγλία αρχικά.
Να εφαρμόσουν πλήρη περιορισμό του πληθυσμού (lock-down). Επιλογή που εφάρμοσε η χώρα μας και η πλειοψηφία των ευρωπαϊκών χωρών.
Την εφαρμογή κοινωνικής αποστασιοποίησης χωρίς lock-down, με αυξημένη επιφυλακή στη προστασία των ευπαθών ομάδων. Επιλογή που εφάρμοσε η Σουηδία.
Διαφορετικές χώρες, επέλεξαν διαφορετικές στρατηγικές στην προσπάθεια τους να επιπεδώσουν την καμπύλη των περιστατικών, λαμβάνοντας υπόψη και τις δυνατότητες των συστημάτων υγείας τους.
Σε αντίθεση με άλλες χώρες που εφάρμοσαν πλήρη περιορισμό (lock-down), η Σουηδία εφάρμοσε ένα πιο χαλαρό μοντέλο αναστολής της διάδοσης του κορωνοϊού στον πληθυσμό της.
Σε πρόσφατη ενημέρωση του, o Π.Ο.Υ. επαίνεσε το σουηδικό μοντέλο διαχείρισης της πανδημίας, το οποίο θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί από όλες τις χώρες στη διαχείριση της επόμενης φάσης.
Το πρότυπο διαχείρισης της Σουηδίας προκάλεσε και προκαλεί σημαντικές επικρίσεις διεθνώς, γιατί οδήγησε μέχρι σήμερα, σε περισσότερους θανάτους από αυτούς που καταγράφηκαν στις υπόλοιπες σκανδιναβικές χώρες.
Οι Σουηδοί αντιτάσσουν σε αυτό, ότι η εξάπλωση του κορωνοϊού και οι θάνατοι που θα προκληθούν από αυτόν είναι αναπόφευκτοι. Ο αριθμός των ατόμων που θα μολυνθούν τελικά, είτε με την εφαρμογή σκληρών περιοριστικών μέτρων, είτε χωρίς, θα είναι ο ίδιος. Το lock-down μειώνει την ταχύτητα που θα συμβεί η εξάπλωση και επιτρέπει καλύτερη διαχείριση των περιστατικών.
Οι Σουηδοί υποστηρίζουν ότι ένα πλήρες lock-down, παράλληλα με τις απώλειες σε ανθρώπινες ζωές, που θα προκύψουν έτσι κι αλλιώς, επιφέρει και σημαντικές απώλειες στην οικονομία μιας χώρας. Οι οικονομικές κρίσεις επίσης, οδηγούν σε μεγάλες απώλειες ζωών, όπως είδαμε και στην κρίση του 2007.
Είναι σημαντικό να κατανοήσουμε ότι η εφαρμογή περιοριστικών μέτρων δεν αναμένεται να μειώσει τον αριθμό αυτών που θα νοσήσουν από COVID-19, αλλά να απλώσει αυτά τα περιστατικά στο χρόνο, έτσι ώστε να είναι εφικτή η καλύτερη δυνατή διαχείριση τους. Αυτή η επιλογή έχει θεωρητικά το πλεονέκτημα ότι αναμένεται να οδηγήσει σε λιγότερους θανάτους, γιατί πέρα από τις καλύτερες υπηρεσίες υγείας, επιτρέπει και στην ιατρική κοινότητα να μελετήσει καλύτερα τη νόσο και να εντοπίσει πιο αποτελεσματικές θεραπείες.
Η επιπέδωση της καμπύλης της επιδημίας στοχεύει να μειώσει την ταχύτητα μετάδοσης του ιού στο πληθυσμό, ώστε να μπορέσουν τα συστήματα υγείας κάθε χώρας να διαχειριστούν καλύτερα τους νοσούντες.
Το συγκεκριμένο πλεονέκτημα όμως, φαίνεται να χάθηκε από τον πανικό που προκλήθηκε σε πολλές χώρες (Ιταλία, Ισπανία, Ιρλανδία, Βέλγιο, Καναδάς, Νορβηγία, Γαλλία, Πορτογαλία), όπου στην προσπάθεια να ενισχυθούν τα νοσοκομεία, μειώθηκε η επιφυλακή στα γηροκομεία, με αποτέλεσμα να υπάρξει γρήγορη διάδοση του ιού σε αυτές τις δομές και αυξημένοι θάνατοι. Οι μισοί θάνατοι στις παραπάνω χώρες συνέβησαν σε οίκους ευγηρίας.