Ο Αναστάσιος Χαραλάμπης αποτέλεσε μία ξεχωριστή πολιτική προσωπικότητα της ιστορίας της Ελλάδας.
Ήταν Έλληνας στρατιωτικός και πολιτικός με καταγωγή από ιστορική οικογένεια της Αχαΐας. Γεννήθηκε το 1862 και αποφοίτησε από τη Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων το 1884, με τον βαθμό του ανθυπολοχαγού Πυροβολικού.
Συμμετείχε στον Ελληνοτουρκικό πόλεμο του 1897 ως λοχαγός. Μεταξύ 1901 και 1909 ανήκε στο Σώμα Γενικών Επιτελών, ενώ από το 1910 μετέβη σε Γαλλία και Αυστρία για μετεκπαίδευση. Αποφοίτησε από την Εκόλ Μιλιταίρ το 1912. Κατά τους Βαλκανικούς Πολέμους υπήρξε επιτελάρχης της I Μεραρχίας και της VI Μεραρχίας.
Από το 1914 έως την αποστρατεία του το 1918 διετέλεσε διαδοχικά επιτελάρχης του Β' Σώματος Στρατού, διευθυντής Πυροβολικού του Υπουργείου Στρατιωτικών, διοικητής της I Μεραρχίας, αρχηγός του Γενικού Επιτελείου Στρατού (1917-1920) και διοικητής του Β' Σώματος Στρατού.
Στο ίδιο διάστημα υπήρξε υπουργός δύο φορές: Εσωτερικών το 1916 και Στρατιωτικών το 1917.
Το 1922 η Επαναστατική Επιτροπή διόρισε πρωθυπουργό τον Αλέξανδρο Ζαΐμη, και επειδή έλειπε στο εξωτερικό διόρισε προσωρινό πρωθυπουργό τον Σωτήριο Κροκιδά. Αλλά επειδή και αυτός έλειπε εκτός Αθηνών, όρκισε ως πρωθυπουργό τον ταυτόχρονα ορκισθέντα υπουργό Στρατιωτικών, αντιστράτηγο Αναστάσιο Χαραλάμπη.
Υποστηρίζεται ότι η ταχεία παραίτηση της κυβέρνησης Χαραλάμπη οφείλεται σε στιχομυθία μεταξύ του ίδιου και του φρουράρχου της Βουλής. Η μονοήμερη παραμονή του Αναστάσιου Χαραλάμπη στο αξίωμα του Πρωθυπουργού αποτελεί, μέχρι σήμερα, τη συντομότερη θητεία στο αξίωμα αυτό.
Ωστόσο, ο Χαραλάμπης διατήρησε τη θέση του υπουργού Στρατιωτικών έως την παραίτηση της κυβέρνησης Κροκιδά (ο Ζαΐμης δεν ανέλαβε εν τέλει), λόγω της εκτέλεσης των έξι. Στη διάρκεια της Δίκης των έξι, είχε την ευθύνη για τη συγκρότηση του στρατοδικείου.
Με την ιδιότητα του υπουργού παρέδωσε δύο προτάσεις για τη σύνθεση του στρατοδικείου, προτείνοντας είτε τον Γεώργιο Πολυμενάκο είτε τον Νικόλαο Βλαχόπουλο για Πρόεδρο, όμως η επαναστατική επιτροπή τον παρέκαμψε, διορίζοντας κατά βούληση (βάσει τροποποιητικού διατάγματος που η ίδια εξέδωσε) τον Αλέξανδρο Οθωναίο και τα λοιπά μέλη του στρατοδικείου.
Το 1923 αποστρατεύτηκε εκ νέου, αλλά τέσσερα χρόνια αργότερα ανακλήθηκε ξανά στην ενεργό υπηρεσία, για να συμμετάσχει ως Πρόεδρος του Συμβουλίου των Αντιστρατήγων στην κρίση αποταχθέντων αντιβενιζελικών αξιωματικών
Απεβίωσε στις 11 Μαρτίου 1949. Είχε συγγράψει μαζί με τον Κωνσταντίνο Νίδερ το έργο «Ιστορικό Υπόμνημα περί του Οργανισμού του Τακτικού Στρατού της Ελλάδος» το 1904.
Τέλος, εξέδωσε τα απομνημονεύματά του υπό τον τίτλο «Αναμνήσεις» για την περίοδο του Εθνικού Διχασμού (Ιούνιος 1916-Ιούνιος 1918) και την Επανάσταση του 1922 το 1947, περίπου μία δεκαετία μετά τη συγγραφή τους.
Η κυβέρνηση των τεσσάρων ημερών
Στις 26 Νοεμβρίου του 1876 δημιουργείται η Κυβέρνηση του Επαμεινώνδα Δεληγιώργη που αντικατέστησε την Κυβέρνηση Αλέξανδρου Κουμουνδούρου από το 1875, η οποία είχε παραιτηθεί στις 22 Νοεμβρίου. Έμεινε στην εξουσία για 4 ημέρες (την επομένη παραιτήθηκε), δεδομένου ότι δεν είχε πλειοψηφία στη Bουλή και στην ιστορία ως η μικρότερη κυβέρνηση που υπήρξε στην Ελλάδα.
Στην πρώτη συνέλευση της Βουλής στις 27 Νοεμβρίου, ενας βουλευτης έκανε πρόταση ότι «η κυβέρνηση δεν εκπληροί τις βάσεις συνταγματικής κυβερνήσεως», η οποία υπερψηφίσθηκε με 95 έναντι 57 ψήφων και έτσι έπεσε η κυβέρνηση.
Συγκεκριμένα ο βασιλιάς έδωσε την εντολή σχηματισμού κυβέρνησης στον αρχηγό της δεύτερης σε αριθμό βουλευτών παράταξης, αλλά παρόλα αυτά, στην συνεδρίαση της 27ης Νοεμβρίου ο βουλευτής Ναυπλίου, Ν. Ευθυμόπουλος, υπέβαλε πρόταση αποδοκιμασίας της κυβέρνησης.
Σύμφωνα με τον βουλευτή η κυβέρνηση αυτή (παραβίαζε την αρχή) «…την οποία σύσσωμον το έθνος ησπάσθη και την οποίαν όλοι οι αρχηγοί των πολιτικών μερίδων των διαφόρων αποχρώσεων των εν τη Βουλή ταύτη υπαρχουσών, υπεστήριξαν ευθύμως, τινες δε και εις αξίωμα ανεβίβασαν την αρχήν, ότι αι κοινοβουλευτικαί Κυβερνήσεις πρέπει να απορρέωσιν εκ της πλειοψηφίας της Βουλής.»
Η πρόταση αποδοκιμασίας που υπέβαλλε ο ίδιος βουλευτής υπερψηφίστηκε με 85 ψήφους σε σύνολο 143 βουλευτών, και έτσι η κυβέρνηση παραιτήθηκε.
Η σύνθεση της ήταν:
- «Πρόεδρος του υπουργικού συμβουλίου» («Πρωθυπουργός»): Επαμεινώνδας Δεληγεώργης
- «Επί των Εξωτερικών υπουργός»: Επαμεινώνδας Δεληγεώργης
- «Επί των Εσωτερικών υπουργός»: Ιωάννης Δεληγιάννης
- «Επί των Οικονομικών υπουργός»: Δημήτριος Λεβίδης
- «Επί των Στρατιωτικών υπουργός»: Σωτήριος Πετιμεζάς
- «Επί της Δικαιοσύνης υπουργός»: Δημήτριος Βουλπιώτης
- «Επί των Εκκλησιαστικών και της Δημοσίας εκπαιδεύσεως υπουργός»: Θάνος Κανακάρης
- «Επί των Ναυτικών υπουργός»: Γεράσιμος Ζωχιός.