Ποιος ήταν ο άνθρωπος στον οποίο ο Καραϊσκάκης είχε απόλυτη εμπιστοσύνη; Που σε κάθε μυστική συζήτηση με απεσταλμένους ή στρατηγούς ήταν παρών; Που σε κάθε του βήμα ήταν δίπλα αλλά και σε κάθε μάχη πάντα εκεί;
Η επίσημη ιστορία τον εξ απορρήτων του στρατηγού τον έχει εξαφανίσει ή ακόμα χειρότερα έχει πέσει σε κατάπτυστους σχολιασμούς μεταξύ ανεγκέφαλων. Όμως οι μαρτυρίες των βιογράφων του δείχνουν ότι ο Καραϊσκάκης ήταν μία προσωπικότητα πολύ μπροστά από την εποχή του που δεν διαχώριζε τους ανθρώπους ούτε βάση της φυλής, ούτε βάση του φύλου και το κατεστημένο γενικώς το είχε γραμμένο στα παλιά του τα τσαρούχια.
Ο πιστότερος
Νοέμβρης μήνας στην Αράχωβα το ασκέρι του Καραϊσκάκη έχει βρει καταφύγιο σε ένα μισογκρεμισμένο σπίτι. Τρώνε και τραγουδούν έξω από τα χαλάσματα όταν ένα από τα παλικαριά του τον ενημερώνει ότι ένας καλόγερος θέλει να του μιλήσει.
-Φέρτον, είπε και άφησε το φαγητό στη μέση.
Ο Καραϊσκάκης σηκώθηκε και πέρασε στο εσωτερικό του μισογκρεμισμένου σπιτιού. Αμέσως έφεραν μπροστά του έναν τριαντάχρονο καλόγερο.
– Είμαι ανεψιός και υποτακτικός του κατά την Δαύλιαν μοναστηρίου Ιερουσαλήμ, και εστάλην να κοινοποιήσω προς σε εν μυστικόν, το οποίον όμως κανείς άλλος παρά σε δεν πρέπει να ακούσει.
– Κάθησε πλησίον μου να δειπνήσωμεν θα είσαι κουρασμένος, είπε ο Καραϊσκάκης.
Ο καλόγερος ανήσυχος κοίταξε γύρω και τότε ο καπετάνιος είπε:
– Τράτάρετε τον μουσαφίρη και τραβάτε όλοι έξω.
Έφεραν φαγητό το απόθεσαν μπροστά στον καλόγερο και πέρασαν όλοι έξω. Αυτός με το ζόρι κατέβασε μια μπουκιά.
– Ωμίλει ελευθέρως, είπε ο καπετάνιος.
Ανήσυχος πάλι ο καλόγερος του έκανε νόημα με τα μάτια για ένα παλικάρι που δεν είχε βγει έξω.
– Ωμίλει, ελευθέρως καλόγερε, ο Ζαφείρης είναι ο πιστότερος των υπηρεσιών μου, είπε ο Καραϊσκάκης.
– Με έστειλε ο ηγούμενος να αναγγείλω προς σε ότι εις το μοναστήριον ευρίσκεται ο Κεχαγιάμπεης του Κιουταχή, και ο Μουστάμπεης…
έδωσε πλήρη αναφορά και ο Καραϊσκάκης πήρε τις αποφάσεις του για τις επόμενες κινήσεις.
Ο “πιστότερος των υπηρεσιών” του Καραϊσκάκη ήταν ο Ζαφείρης. Τον αντάμωσε πρώτη φορά στο δρόμο για το Ανάπλι. Μόνο που ο Ζαφείρης δεν ήταν άντρας αλλά γυναίκα. Μια ορφανή -όμορφη κατά τις μαρτυρίες- Τουρκάλα που ζήτησε από τον Καραϊσκάκη να την προστατέψει. Την πήρε μαζί του και η Τουρκάλα αποδείχθηκε ότι δεν καταπονούνταν από κακουχίες, δεν τρόμαζε με το αίμα και δεν παραπονιόταν ότι κουράστηκε.
Βαφτίστηκε χριστιανή και πήρε το όνομα Μαριγώ αλλά την φώναζαν Μαριώ. Όμως ο Καραϊσκάκης ήξερε ότι δεν θα μπορούσε να κινείται άνετα ως γυναίκα σε ένα αντροκρατούμενο στράτευμα αλλά και σε συνεχόμενες μάχες που μπορεί ως γυναίκα να είχε χειρότερη κατάληξη αν ο αντίπαλος την αιχμαλώτιζε.
Έτσι η Μαριώ φόρεσε αντρική φορεσιά και πήρε το όνομα Ζαφείρης. Ο Ζαφείρης με τη φουστανέλα και τα κουμπούρια αλλά και το γιαταγάνι ήταν η σκιά του Καραϊσκάκη και δεν έφυγε από κοντά του μέχρι τον θάνατο του στρατηγού.
Θα βρεθεί δίπλα του να πολεμά στην μάχη της Αράχωβας, στο πλευρό του κατέβηκε στην ναυαρχίδα του Κόχραν, θα την καμαρώσουμε στο στρατόπεδο του Πειραιά αλλά και να μιλά με τους τρανούς καπετάνιους του ΄21 τόσο συχνά όσο και ο ίδιος ο Καραϊσκάκης.
Του μαγείρευε και τον φρόντιζε.
«Ὁ Καραϊσκάκης ’σ τὴς ἐκστρατεῖες του εἶχε πάντα μαζί του μιὰ Τουρκοπούλα βαφτισμένη, ποῦ τὴν ἔλεγαν Μαριώ.
Αὐτὴ ἦταν ντυμένη φουστανέλλες, σὰν ἄντρας, κ’ εἶχε τ’ ὄνομα Ζαφείρης ἀνάμεσα ’σ τὰ παληκάρια» αναφέρει ο Ιωάννης Βλαχόπουλος στη βιογραφία του Καραϊσκάκη.
Η μικρή Μαριώ ήταν η άγρυπνη «θηλυκή φρουρός» του μεγάλου στρατηγού.
Η φιγούρα της γυναικείας «φονικής μηχανής», όπως την αποκαλεί ο ιστορικός Γιάννης Βλαχογιάννης, δεν είναι ευρέως γνωστή.
Η Μαριώ καταλάμβανε έναν από τους βασικότερους ρόλους στη ζωή του Καραϊσκάκη, αλλά δρούσε πάντα στο παρασκήνιο.
Ο Ζαφείρης και η σύζυγος
Πριν ο Καραϊσκάκης περάσει προς το Μεσολόγγι για να χτυπηθεί κατά μέτωπο με τον Κιουταχή εφόσον τα επιτυχημένα χτυπήματα των οθωμανικών εφοδιοπομπών δεν φέρνουν τα αποτέλεσμα που θα ήθελε, ταξιδεύει για τον Κάλαμο για να δει την οικογένειά του.
Κάποια στιγμή έρχεται η καπετάνισσα και του κάνει παράπονα για τα παλληκάρια του λέγοντάς του :
-Tι πράματα είναι αυτά που κάνουν οι άντρες σου, παλεύουν τις ψυχοκόρες μου στο μαγειριό!
O Kαραϊσκάκης προστάζει τότε να του φέρουν τον μπερμπάντη που πειράζει τα κορίτσια να τον διορθώσει…και βλέπει να του κουβαλάνε τον Ζαφείρη. Ξεσπάει σε γέλιο πλατύ!
-Γελάς; του κάνει απορημένη η Γκόλφω.
– Δεν είναι άντρας, της αποκρίνεται, είναι η Μαριώ και της λέει την ιστορία της.
Η σύζυγος όμως αντί να ηρεμήσει άρχισε να τις μπαίνουν έννοιες ότι ο άντρας της κουβαλάει την ερωμένη παντού μαζί του.
Άρχισε να τον ρωτά τι την ήθελε και την κουβάλαγε μαζί του και παρόμοια. Ο Καραϊσκάκης μπήκε στο νόημα και της λέει ένα από κείνα τα χοντρά αστεία του που μ’ αυτά κατάφερνε να ξαρματώνει τους άλλους από το θυμό τους:
– Έγνοια σου, μωρή, μη μου χολιάζεις, έχω και για τα σένα!….”
Έπειτα από 9 μήνες γεννήθηκε ο γιος του, Σπύρος. Είχε ακόμη δύο κόρες.
Ο έρωτας στα χρόνια της επανάστασης
Η σχέση που μπορεί να είχε ο “Ζαφείρης” και ο Καραϊσκάκης έμειναν στα ενδότερα της σκηνής όπου κοιμόνταν. Όμως, όπως παρατηρεί ο Βλαχογιάννης στους αγωνιστές εκείνης της εποχή η πρόληψη ήταν ριζωμένη μέσα τους. Παραμονές μαχών έπρεπε να είναι καθαροί από παράνομους έρωτες γιατί αλλιώς θα έφερνε γρουσουζιά στην μάχη.
Οι μάχες που έδωσε ο Καραϊσκάκης ήταν αμέτρητες και οι νίκες που πήρε ισόποσες άρα δεν ξέρουμε αν αυτός ο έρωτας πήρε σάρκα και οστά και πόσες φορές, εφόσον πιο πολύ πολεμούσαν παρά ανέπνεαν. Δεν ξέρουμε επίσης αν ο Καραϊσκάκης πίστευε σε οποιαδήποτε πρόληψη.
Έρωτας όμως ήταν σίγουρα μεταξύ δύο ανθρώπων και αυτό φαίνεται όταν ο Καραϊσκάκης ήθελε να νιώσει άνθρωπος και όχι μόνο στρατιώτης. Λες και τους βλέπεις, τον Γιώργο και τη Μαριώ σε εκείνες τις ελάχιστες στιγμές που δεν θύμιζαν πόλεμο:
“-Μωρέ Ζαφείρη, φτιάσε έναν καφέ!
Κι’ αυτή του τον έφερνε περιποιημένο μέσα σε ζάρφι και σε δίσκο, τούδινε έπειτα το «γιασεμί» του -το από ξύλου γιασεμιού τσιμπούκι του- και καθόταν δίπλα του να κουβεντιάσουν…”