Δούκισσα της Πλακεντίας: Γεννήθηκε το 1785 στη Φιλαδέλφεια των ΗΠΑ. Το πραγματικό της όνομα ήταν Σοφί Ντε Μαρμπουά (Sophie de Marbois, Duchesse de Plaisance). Απέκτησε τον τίτλο της Δούκισσας της Πλακεντίας μετά τον γάμο της με τον δούκα της Πλακεντίας Σαρλ Λεμπρέν.
Η Δούκισσα της Πλακεντίας στην Ελλάδα
Με τον Κυβερνήτη φαίνεται ότι η Δούκισσα της Πλακεντίας είχε ερωτική σχέση. Για την προσωπική ζωή του Ιωάννη Καποδίστρια είναι γνωστός και ο έρωτάς του με τη Ρωξάνη Στούρτζα (1786-1844), με την οποία γνωρίστηκε το 1809. Η Ρωξάνη υπήρξε δραστήριο μέλος της ‘’Φιλομούσου Εταιρείας Βιέννης’’, που ίδρυσε ο Καποδίστριας, ενώ πρόσφερε σημαντικές υπηρεσίες στη χώρα μας ιδιαίτερα με τη βοήθεια που παρείχε στους Έλληνες πρόσφυγες που έφτασαν στην Οδησσό. Στο Ναύπλιο η Σοφία και η Ελίζα έμειναν 17 μήνες.
Σταδιακά η Δούκισσα μετατράπηκε σε φανατική αντίπαλο του Καποδίστρια λόγω της αυταρχικής του πολιτικής. Μήπως όμως η μεταστροφή της οφείλεται στη ‘’διατάραξη’’ των προσωπικών της σχέσεων με τον Κυβερνήτη; Αυτό είναι άγνωστο… Πάντως πρόσφερε διάφορα ποσά για τις ανάγκες της εκπαίδευσης και με δαπάνες της ίδρυσε σχολείο θηλέων που λειτούργησε αρχικά στην Αίγινα και στη συνέχεια στο Ναύπλιο. Βλέποντας την πολιτική ένταση να αυξάνεται στην Ελλάδα αναχώρησε με την κόρη της για την Ιταλία. Όταν δολοφονήθηκε ο Καποδίστριας (Σεπτέμβριος 1831) η Δούκισσα βρισκόταν στη Φλωρεντία. Μάλιστα εξέδωσε φυλλάδιο, στο οποίο τασσόταν υπέρ της δολοφονικής πράξης των Μαυρομιχαλαίων.
Η αγάπη της για την Ελλάδα όμως ήταν πολύ μεγάλη. Έτσι το 1834 εγκαταστάθηκαν με την Ελίζα στην Αθήνα και σύντομα έγινε μία από τις εξέχουσες φυσιογνωμίες της μικρής τότε κοινωνίας της πρωτεύουσας. Στενή φίλη της εκείνη την εποχή ήταν η λαίδη Τζένη Θεοτόκη, μια γυναίκα με πολυτάραχη ζωή. Αγγλίδα αριστοκράτισσα (αρχικό όνομα JaneElisabethDigby, LadyEllenborough) (1802-1881) ήταν γνωστή για τους πολλούς ερωτικούς της δεσμούς. Το 1831 βρέθηκε στην αυλή του βασιλιά Λουδοβίκου Α’ της Βαυαρίας, πατέρα του Όθωνα.
Υπήρξε ερωμένη του και απέκτησε από αυτόν ένα εξώγαμο παιδί. Την ίδια περίοδο γνώρισε στο Μόναχο τον κόμη Σπυρίδωνα Θεοτόκη, τον ερωτεύτηκε, έγινε Ορθόδοξη και τον παντρεύτηκε. Αρχικά εγκαταστάθηκαν στην Κέρκυρα και αργότερα στην Αθήνα. Υπήρξε στενή φίλη της Δούκισσας της Πλακεντίας, ωστόσο οι σχέσεις τους διαταράχθηκαν από κάποια ερωτική σχέση της Κόμισσας, που συνέχισε την άστατη ζωή και λέγεται ότι υπήρξε ερωμένη και του Όθωνα. Μάλιστα η Τζένη Θεοτόκη μετά από έναν θυελλώδη δεσμό με τον Χριστόδουλο Χατζηπέτρο που προκάλεσε σάλο, έφυγε για ένα ταξίδι στην Ανατολή. Στη Συρία γνώρισε και ερωτεύτηκε έναν Βεδουίνο σεΐχη, νεότερό της κατά 17 χρόνια και τον παντρεύτηκε. Έζησαν μαζί ως τον θάνατό της, το 1881.
Ακόμα και την εποχή που βρισκόταν στο Ναύπλιο η Δούκισσα της Πλακεντίας είχε αρχίσει να αγοράζει γη στην Αθήνα, κάτι που συνέχισε όταν εγκαταστάθηκε στην πρωτεύουσα. Εκτός από την πόλη της Αθήνας έκανε αγορές και στην Πεντέλη. Οι αντιδράσεις από τη Μονή Πεντέλης, που είχε θέσει άτυπα υπό την ιδιοκτησία της την ευρύτερη περιοχή γύρω από το μοναστήρι από τα μεσαιωνικά χρόνια, κάμφθηκαν με τη χορηγία από τη Δούκισσα διαφόρων έργων κοινής ωφελείας, όπως η διάνοιξη δρόμων στο Πεντελικό Όρος. Με χρήματα της Δούκισσας κατασκευάστηκε το 1841-1842 η γέφυρα της ρεματιάς του Χαλανδρίου από τον Αλέξανδρο Γεωργαντά (περ. 1800-1861) και τον σπουδαίο Δανό Κρίστιαν Χάνσεν. Είναι πεντάτοξη, μαρμάρινη και αποτελεί την παλαιότερη σωζόμενη γέφυρα της (ευρύτερης) Αθήνας. Βρίσκεται στα όρια Μελισσίων και Βριλησσίων. Οι βασικές της διαστάσεις είναι: μήκος 35 μέτρα, πλάτος 3,30 μέτρα, ύψος στηθαίου 0,45 μέτρα, άνοιγμα τόξων 5,50 μέτρα και ύψος του μεγαλύτερου τόξου, που φτάνει ως το βαθύτερο σημείο της ρεματιάς, 8,90 μέτρα.
Δούκισσα της Πλακεντίας: Η ζωή της είναι τυλιγμένη στο μυστήριο
Με το όνομά της έχει συνδυαστεί το Βυζαντινό και Χριστιανικό Μουσείο της Αθήνας, διότι στεγάζεται στο ανάκτορο επί της λεωφόρου Βασιλίσσης Σοφίας 22 όπου έζησε, μεταξύ άλλων στην ελληνική πρωτεύουσα. Πρόκειται για ένα από τα ομορφότερα κτίσματα που δημιουργήθηκαν στην Αθήνα, στα πρώτα χρόνια της ως πρωτεύουσας του νεοσύστατου ελληνικού κράτους.
Η ζωή της Δούκισσας της Πλακεντίας είναι τυλιγμένη με μυστήριο. Το 1836, στη διάρκεια ενός ταξιδιού στη Βηρυτό, πέθανε ξαφνικά η κόρη της Ελίζα, σε νεαρή ηλικία. Το πρώτο σπίτι της Δούκισσας στην Αθήνα, ήταν στην οδό Πειραιώς, στο ύψος της τότε πλατείας Λουδοβίκου, κοντά στο σημερινό Μεταξουργείο. Λέγεται ότι ζούσε μαζί με το ταριχευμένο πτώμα της μοναχοκόρης της.
Ένα βράδυ, τον Δεκεμβρίου του 1847, ξέσπασε μεγάλη πυρκαγιά στο αρχοντικό της και η μολύβδινη λάρνακα, όπου διατηρούσε το λείψανο της νεκρής κόρης της, αποτεφρώθηκε.
Δούκισσα της Πλακεντίας: Η Βίλα Ιλίσια
Ένα χρόνο αργότερα από την καταστροφή του σπιτιού της, η Δούκισσα της Πλακεντίας ανέθεσε στο διάσημο αρχιτέκτονα της Οθωνικής εποχής και στενό της φίλο Σταμάτιο Κλεάνθη, την ανέγερση του μεγάρου της στην τότε οδό Κηφισίας. Η Δούκισσα ονόμασε το εντυπωσιακό μέγαρο «Βίλα Ιλίσια» (Villa Ilissia), διότι γειτόνευε με τον Ιλισσό.
Πρόκειται για ένα από τα πιο σημαντικά αρχιτεκτονήματα της εποχής του Όθωνος και αποτελεί ένα από τα εξοχότερα έργα τέχνης του Κλεάνθη. Η Δούκισσα της Πλακεντίας έζησε στο μέγαρο μέχρι το θάνατό της, το Μάιο του 1854. Έχει ταφεί σε αρχαιοπρεπή τάφο σε σχήμα ναΐσκου, σε σχέδια του Σταμάτη Κλεάνθη, σε μικρή απόσταση από το μοναστήρι της Πεντέλης.
Και είναι το Βυζαντινό και Χριστιανικό Μουσείο που συμμετέχει στον εορτασμό της Διεθνούς Ημέρας Μουσείων στις 18 και 22 Μαΐου με το ειδικό θέμα «Villa Ilissia: Το Μέγαρο της Δούκισσας της Πλακεντίας και η διαδρομή του στον χρόνο», το οποίο εντάσσεται στο γενικότερο θεματικό πλαίσιο «Μουσεία και πολιτιστικά τοπία» όπως ορίστηκε από το Διεθνές Συμβούλιο Μουσείων.
Θρύλοι και αλήθειες για τη Δούκισσα της Πλακεντίας
Για τη Δούκισσα της Πλακεντίας έχουν γραφτεί πάρα πολλά, ορισμένα από τα οποία ανήκουν στη σφαίρα της επιστημονικής φαντασίας. Σ’ αυτό συντέλεσαν και τα μυθιστορηματικού χαρακτήρα έργα που γράφτηκαν γι’ αυτή. Το 1886 κυκλοφόρησε ένα δεκαεξασέλιδο με τίτλο ‘’Τρεις Μήνες παρά τη Δουκίσση της Πλακεντίας, έργον πρωτότυπον, Φυλλάδιον πρώτον’’ με συγγραφέα τον Δημοσθένη Βρατσάνο, γραμματέα της Δούκισσας για λίγο καιρό. Το 1909 ο Γερμανός Richard Voss έγραψε τη ‘’Δούκισσα της Πλακεντίας’’, που αργότερα μεταφράστηκε και στα ελληνικά. ‘’Ανόητον μυθιστόρημα, έξω πάσης κριτικής αντιλήψεως’’ γράφει γι’ αυτό ο Δ. Καμπούρογλου, το έργο του οποίου ‘’Η Δούκισσα της Πλακεντίας’’ είναι από τα αξιολογότερα. Το μυθιστόρημα του Πολύβιου Δημητρακόπουλου (‘’Αι Αθήναι του Όθωνος: Η Δούκισσα της Πλακεντίας’’,1916) βρίθει φανταστικών στοιχείων. Αξιόλογη είναι η δημοσίευση σε δύο μέρη στην εφημερίδα ‘’Εστία’’ (1892) κειμένων του Θεόδωρου Βελλιανίτη για τη Δούκισσα της Πλακεντίας, τα οποία αναφέρονται κυρίως στις ιδιοτροπίες της αλλά και στους έρωτές της, άλλους από τους οποίους δέχεται ως αληθινούς και άλλους ως αποκυήματα φαντασίας. Το 1943 ο Δημήτριος Γατόπουλος στο μυθιστόρημά του ‘’Η Δούκισσα της Πλακεντίας’’ αναπαράγει όσα είχαν γραφτεί μέχρι τότε (Στ. Γκότσης ‘’Δούκισσα της Πλακεντίας. Η πρόσληψη του ανοίκειου και η διαχρονική περιπέτεια ενός θρύλου’’). Το 1956 η πρώτη Ελληνίδα σκηνοθέτιδα η Μαρία Πλυτά γύρισε την ταινία ‘’Η Δούκισσα της Πλακεντίας’’, που γνώρισε μεγάλη εισπρακτική επιτυχία.
Θεώρησε προδότη της Ελλάδας τον Καποδίστρια
Αργότερα, θα εξελισσόταν στην μεγαλύτερη εχθρό του, καθώς έπαψε να συμφωνεί με τον τρόπο που κυβερνούσε τη χώρα και πίστευε πως η δράση του έκανε μεγάλο κακό στην Ελλάδα. Για εκείνη ήταν πλέον ένας «προδότης».
Πολλοί έσπευσαν να την κατηγορήσουν πως εκείνη βρισκόταν πίσω από τη δολοφονία του το 1831 κυρίως λόγω της φανερής υποστήριξης της στην οικογένεια Μαυρομιχάλη που εξόντωσε με σφαίρες και μαχαιριές τον πρώτο Κυβερνήτη της Ελλάδας.
Οι δύο γυναίκες γυρίζουν όλη την Ελλάδα και εξελίσσονται σε μεγάλες ευεργέτιδες της χώρας. Ταξιδεύουν συχνά στην Πελοπόννησο και ακόμα πιο τακτικά στην Αίγινα, επέλεξαν όμως να εγκατασταθούν στην Αθήνα. Όλα αυτά σε μια εποχή που η Ελλάδα μάζευε κυριολεκτικά τα κομμάτια της και προσπαθούσε να ανασυσταθεί ελπίζοντας σε ένα καλύτερο αύριο.
Σίγουρο είναι ότι η Δούκισσα υποστήριζε τον γαλλόφιλο Ιωάννη Κωλέττη, όπως και ότι ενώ αρχικά είχε εξαιρετικές σχέσεις με το παλάτι αργότερα συγκρούστηκε με το βασιλικό ζεύγος.
Σύμφωνα με τον θρύλο, μια κατάρα την κατέτρεχε: Θα πέθαινε μόλις ολοκλήρωνε κάποιο από τα κτίριά της. Αυτό τον χρησμό της τον είχε δώσει κάποια τουρκογύφτισσα που η Δούκισσα ρώτησε κάποτε για την τύχη της. Γι’ αυτό ποτέ δεν άφησε να τελειώσει κάποιο από τα σπίτια στα οποία έμενε.
Αλλά και το σπίτι της οδού Πειραιώς (Μυλλέρου) επιβεβαίωσε τη λαϊκή πρόληψη ότι είχε θεϊκή κατάρα, καθώς η Δούκισσα διατηρούσε σ’ αυτό άταφη τη νεκρή κόρη της «Να λοιπόν η λαμπάδα της πεθαμένης που βάζει τη φωτιά» γράφει ο Μενέλαος Γ. Τσικλίδης στο βιβλίο του «Αττική, η Μαγική Γη».
Στο Θαλάσσι, τη λίμνη που υπήρχε παλαιότερα στην Πεντέλη, έκανε βαρκάδα η Δούκισσα της Πλακεντίας. Η λίμνη αυτή προήλθε από κάποιον σεισμό από καθίζηση ή από την πτώση κάποιου μετεωρίτη, όπως υποστήριξε ο σπουδαίος αστρονόμος Κ. Χασάπης (1914-1972) και περιβαλλόταν από πολλούς θρύλους (εμφάνιση νεράιδων κλπ.).
Γράφει για τη Δούκισσα και το Θαλάσσι (ή Θάλωσι) ο Δ. Καμπούρογλου: «Η σκιά της Δουκίσσης… δεν πλανάται μόνο γύρω από τον τάφο της κόρης της, αλλ’ από κορφή σε κορφή σαν να πετά, βρίσκεται έξαφνα κάτω στο Θαλάσσι και τριγυρίζει για να βρει τη βαρκούλα της. Ούτε ίχνος δεν υπάρχει πλέον από την ωραίαν αυτήν βαρκούλαν με τα κομψά κουπιά που την οδηγούσε μόνη της το βράδυ-βράδυ και παρεδίδετο εις τα όνειρά της ενώ αι νεροχελώναις την εβαυκάλιζαν με το τρεμουλιαστόν τους παράπονον».
Για λόγους που δεν γνωρίζουμε, η λίμνη Θαλάσσι μπαζώθηκε (!) το 1964, ενώ το 1981 κατασκευάστηκε στην μπαζωμένη λίμνη γήπεδο ποδοσφαίρου… Μήπως ήρθε η ώρα για την αντίστροφη πορεία; Τα περίφημα σκυλιά της Δούκισσας, κατασπάραζαν ένα γέρο ή μια γριά κάθε χρόνο, από τους ζητιάνους που τολμούσαν να πλησιάσουν το σπίτι της.
Και γύρω από τη θρησκεία της Δούκισσας έχουν γραφτεί διάφορα. Φαίνεται ότι πρέσβευε δική της «θρησκεία», ένα μείγμα φεουδαλικών δοξασιών, ιουδαϊσμού και μωαμεθανισμού. Χρηματοδότησε τη Συναγωγή της Χαλκίδας, ενώ το όνομά της έχει εμπλακεί και στα «Παρκερικά» (1850).
Πολύς λόγος έχει γίνει για την ερωτική σχέση της Δούκισσας με τον περιβόητο λήσταρχο Χρήστο Νταβέλη. Έχουν γραφτεί διάφορα για υπόγειες στοές που συνδέουν το Καστέλο της Ροδοδάφνης με τη σπηλιά του Νταβέλη. Αυτά δεν ευσταθούν καθώς ο Νταβέλης άρχισε τη δράση του στην Αττική το 1855 έναν χρόνο μετά τον θάνατο της Δούκισσας. Γενικά, η Πεντέλη είναι ένα βουνό που συνδέεται με πολλά "ανεξήγητα φαινόμενα". Εκεί βρίσκεται και ο περίφημος "αντιβαρυτικός δρόμος".Αντίθετα, φαίνεται ότι η Δούκισσα είχε συνάψει ερωτική σχέση με τον Μενιδιάτη ληστή Σπύρο Μπίμπιση (περ. 1800-1847) που την απήγαγε το 1846 αλλά την άφησε ελεύθερη είτε μετά την καταβολή κάποιου μικρού ποσού είτε μετά από παρέμβαση των κατοίκων του Χαλανδρίου που είχαν ευεργετηθεί ποικιλοτρόπως από τη Δούκισσα.
Ο Μπίμπισης ήταν αμφιλεγόμενη προσωπικότητα. Σκοτώθηκε μετά από προδοσία το 1847 από έναν άλλο ληστή τον Χρήστο Βουλγαράκη (ή Βούλγαρη). Όπως γράφει ο Θάνος Κονδύλης: «Ο γλύπτης Ζίγκελ δήλωνε εντυπωσιασμένος από την ομορφιά, την ευγένεια και τη φιλοξενία του (ενν. του Μπίμπιση), ο δε Κρίστιαν Χάνσεν έδειχνε ακόμα και στενοχωρημένος με τον θάνατό του».
Πάντως, στα τελευταία χρόνια της ζωής της η Δούκισσα είχε παραμορφωθεί λόγω της υδρωπικίας, από την οποία έπασχε ενώ η συμπεριφορά της άγγιζε τα όρια της μισανθρωπίας.
Από ιδιότροπη Δούκισσα, «φάντασμα της Πεντέλης»
Όσοι τη γνώριζαν είχαν τρομοκρατηθεί με τη νέα της εικόνα. Η Δούκισσα ανέκαθεν υπήρξε ιδιότροπος άνθρωπος, χωρίς όμως να χάνει ίχνος από τη γοητεία της. Πάντα επηρεασμένη από το κίνημα του Ρομαντισμού, λάτρευε την ποίηση και απεχθανόταν τις πολιτικές συζητήσεις. Ήταν ευφυής, λεπτεπίλεπτη, πάντα ευγενική μα συνάμα απόμακρη.
Για εκείνη, το φαγητό δεν ήταν απόλαυση, αλλά τρόπος να συντηρείται, γι’ αυτό και τα γεύματά της είναι λιτά σε βαθμό ατροφίας. Ήταν ιδιαιτέρως αδύνατη –καθώς έτρωγε ίσα για να μην πεθάνει- μα πάντα προσεγμένη, λαμπερή και καλοδιατηρημένη.
Απόμακρη και προληπτική, απαγόρευε την είσοδο στο σπίτι της σε όποιον δεν φορούσε… γάντια. Απέφευγε τις επαφές με αρρώστους και φτωχούς, διότι τη στεναχωρούσαν. Επίσης, αρνούνταν να ολοκληρώσει τα σπίτια που έχτιζε διότι φοβόταν πως αν το έκανε θα πέθαινε.
Μετά το θάνατο της Ελίζας, η κατάστασή της χειροτέρεψε πολύ. Απαρνήθηκε τον Χριστιανισμό και ασπάστηκε τον Ιουδαϊσμό, ενώ κλείστηκε ακόμα περισσότερο στον εαυτό της. Στα 50 της χρόνια, γέρασε τόσο ξαφνικά που με δυσκολία την αναγνώριζε κανείς.
Τα μαλλιά της άσπρισαν, το πρόσωπό της γέμισε ρυτίδες και πέταξε τα αριστοκρατικά της ρούχα, τριγυρνώντας στα δάση της Πεντέλης –όπου είχε χτίσει μία θερινή κατοικία- φορώντας λευκούς μανδύες και πέπλα, κλαίγοντας για την κόρη της. Ρίχνει την προσοχή της στα ζώα και υιοθετεί πολλούς άγριους σκύλους, ενώ παράλληλα ξεκινά να χτίζει σπίτια σε διάφορες περιοχές της Αθήνας.
Τα όργια με ληστές στη βίλα της Πεντέλης
Την ίδια περίοδο ο καλός της φίλος και αρχιτέκτονας Σταμάτης Κλεάνθης, ξεκινά να της χτίζει τη βίλα στα Ιλίσια, στην οδό Βασιλίσσης Σοφίας. Ο ίδιος είχε αναλάβει το 1840 και την εκπληκτική της βίλα στην Πεντέλη, γνωστή ως «Καστέλλο της Ροδοδάφνης», «Πύργος της Δούκισσας», ή «Maisonette», η οποία αποτέλεσε σήμα κατατεθέν της περιοχής παρά τα όσα ακούγονταν πως συνέβαιναν μέσα σ’ αυτή. Για την ανέγερσή της αγόρασε 1.738 στρέμματα από το Δημόσιο έναντι 7.155 δραχμών. Η Σοφία ξεκινά να περνά πολλές ώρες στην κατοικία της Πεντέλης προτού καν ολοκληρωθεί.
Οι φήμες για το τι πραγματικά συνέβαινε στη βίλα οργίαζαν και έφτασαν στο ζενίθ τους όταν το 1846 ο λήσταρχος δραπέτης Σπύρος Μπίμπισης και η συμμορία του της έστησαν ενέδρα κατά τη διάρκεια κάποιας από τις εκδρομές της στην Πεντέλη και απαίτησε για να την ελευθερώσει 5.000 χρυσά τάλιρα. Ήταν, όμως, τόσο αγαπητή στους κατοίκους της περιοχής, πού μόλις έγινε γνωστή η απαγωγή της, πλήθος κόσμου έσπευσε να την ελευθερώσει, με τον Μπίμπιση να αποχωρεί ιπποτικά, χωρίς να πειράξει κανέναν και… χωρίς δεκάρα!
Σύμφωνα με τις φήμες της εποχής, η γνωριμία των δυο τους εξελίχθηκε σε ερωτική σχέση, με την ίδια να τον δέχεται συχνά στη βίλα της Πεντέλης μαζί με άλλους αρχιλήσταρχους της εποχής. Φήμες που, όμως, ποτέ δεν επιβεβαιώθηκαν και έκαναν την προσωπικότητά της ακόμα πιο αμφιλεγόμενη για τη συντηρητική Αθήνα.
Οι περίεργες τελετές και τα συμπόσια
Η Δούκισσα είχε μετά θάνατον «χρεωθεί» ως εραστή της και τον λήσταρχο Νταβέλη, κάτι που όμως μοιάζει να αποδίδεται σε λαϊκούς θρύλους, αφού αν το ψάξει κανείς χρονολογικά, όταν ο Νταβέλης ήταν 25 ετών, εκείνη πλησίαζε τα 70 της χρόνια. Πέρα από τα όργια στην Πεντέλη, η Σοφία λεγόταν πως έχοντας απομακρυνθεί από το Θεό, πραγματοποιούσε περίεργες τελετές και συμπόσια στη βίλα ούσα οργισμένη για το θάνατο της κόρης της.
Το τέλος της και η βεβήλωση του τάφου της
Το νέο απόκτημά της –ακόμα ένα έργο του Κλεάνθη- που βρισκόταν στην οδό Βασιλίσσης Σοφίας, στον αριθμό 22, ήταν ίσως το πιο «σκοτεινό» από όλα τα σπίτια που έχτισε στην Αθήνα. Η υγεία της είχε επιδεινωθεί τρομερά, ενώ ο πιο συχνός της επισκέπτης ήταν πλέον ο γιατρός της. Αδυνατούσε να περπατήσει, ακόμα και να διαβάσει και μοιάζει να περίμενε το τέλος της, όπως άλλωστε ο έκαναν ο γιατρός της και οι υπηρέτες του σπιτιού.
Διέταξε να πυροβολήσουν τα σκυλιά μετά το θάνατό της
Όλοι ήξεραν πως το τέλος ήταν κοντά και ξενυχτούσαν στο πλευρό της επί 8 ολόκληρες μέρες. Είχε δώσει ρητή εντολή να ταφεί στην Πεντέλη μαζί με την τέφρα της Ελίζας και τα δύο της σκυλιά, Μπούρυ και ο Ουάζεκ, τα οποία διέταξε να πυροβολήσουν μετά το θάνατό της.
Το αν τελικά οι δύο άγριοι σκύλοι θανατώθηκαν, δεν το γνωρίζει κανένας. Τον Μάιο του 1854, στα 69 της χρόνια, πεθαίνει μέσα στο σπίτι της και όπως το είχε ζητήσει, τη θάβουν στην Πεντέλη μαζί με την Ελίζα. Η κηδεία της ήταν μεγαλοπρεπέστατη και αποτέλεσε το σημαντικότερο γεγονός της εποχής, ενώ δε θα μπορούσαν παρά να τις αποτίσουν φόρο τιμής.
Ο τάφος της –έργο του Σταμάτη Κλεάνθη ή του Βαυαρού Φρίντριχ Φον Γκέρτνερ- βρίσκεται στην Παλαιά Πεντέλη και έχει σχήμα ναόσχημης σαρκοφάγου με τέσσερις κίονες δωρικού ρυθμού στις άκρες του.
Τα γωνιαία μετωπιαία να έχουν καταστραφεί. Το μέρος που φυλάσσονται τα οστά της και οι στάχτες της κόρης της, είχε συληθεί το 1946 από τυμβωρύχους, οι οποίοι όμως έμειναν στο να βεβηλώσουν και να διασκορπίσουν τα οστά της Δούκισσας, χωρίς να βρουν τα τιμαλφή που αναζητούσαν.
Επίλογος
Η Δούκισσα της Πλακεντίας πέθανε τον Μάιο του 1854. Τάφηκε στην Πεντέλη κοντά στη σημερινή πλατεία. Η εφημερίδα «Ελπίς» στις 17 Μαΐου 1854 έγραφε: «αι μικραί ιδιοτροπίαι της ουδένα έβλαψαν, πολλούς όμως ωφέλησαν και ουδαίν αφαιρούσι του σεβασμού τον οποίον το Κοινόν έφερεν προς αυτήν, ως γυναίκα ενάρετο και φιλάνθρωπον».