Το ενδεχόμενο επέκτασης της βουλγαρικής κατοχής στην Μακεδονία ήταν η «σπίθα» που προκάλεσε την έκρηξη και τον θυμό του λαού, σε συνδυασμό με την ενίσχυση των κατοχικών δυνάμεων λόγω της επιτυχούς δράσης των αντιστασιακών οργανώσεων, με αποτέλεσμα ο κόσμος να προχωρήσει σε διαδηλώσεις, οι οποίες ξέφυγαν από τον έλεγχο των Ναζί.
Η ανακοίνωση των Γερμανών
Στις 14 Ιουλίου 1943 οι εφημερίδες δημοσίευσαν γερμανική ανακοίνωση που ανέφερε:
Δια στρατιωτικούς λόγους, οφειλομένους εις την γενικήν πολεμικήν κατάστασιν και εξαιτίας της πληγής των ανταρτών, κατέστη αναγκαία η ενίσχυσις των στρατευμάτων κατοχής εν Ελλάδι. Εν τω πλαισίω των μέτρων τούτων, την από στρατιωτικής απόψεως ασφάλειαν εις την περιοχήν ανατολικώς του ποταμού Αξιού – πλην της πόλεως Θεσσαλονίκης – ανέλαβον βουλγαρικά στρατεύματα.
Η διοίκησις και εις τα υπό των βουλγαρικών στρατευμάτων μέλλοντα να καταληφθούν τμήματα της χώρας, ευρίσκεται εις χείρας Γερμανικών διοικητικών υπαλλήλων και της Γερμανικής Αστυνομίας. Ουδαμώς αποσιωπούνται οιαιδήποτε μεταβολαί εις τα κυριαρχικά δικαιώματα της Ελλάδος και εις την οικονομίαν της χώρας. Ιδία εξακολουθούν να ισχύουν οι ελληνικοί νόμοι και αι ελληνικαί διατάξεις, καθώς και τα διοικητικά μέτρα της ελληνικής κυβερνήσεως.
Από την ανακοίνωση γινόταν φανερό ότι το αντάρτικο, που είχε φουντώσει στην κατεχόμενη Ελλάδα, υποχρέωνε τους Γερμανούς να απασχολούν περισσότερα στρατεύματα για την αντιμετώπισή του.
Ο ρόλος των Βουλγάρων
Γι’ αυτό, εκ των πραγμάτων υποχρεώθηκαν να αναθέσουν τα ελαφρύτερα καθήκοντα των κατοχικών δυνάμεων στην περιοχή ανατολικά του Αξιού ποταμού (εκτός από τη Θεσσαλονίκη) στους Βούλγαρους συμμάχους τους, που ήδη είχαν υπό την κατοχή τους τις περιοχές ανατολικά των Σερρών.
Η απόφαση των γερμανικών δυνάμεων κατοχής προκάλεσε κύμα αγανάκτησης σε όλη τη χώρα. Μαχητικές διαδηλώσεις διοργανώθηκαν σε πολλές πόλεις, με πρωτοβουλία του ΕΑΜ. Στις 22 Ιουλίου κορυφώθηκαν οι εκδηλώσεις διαμαρτυρίας στην Αθήνα.
Χιλιάδες κόσμου (υπολογίζονται από 200-500.000) κατέβηκαν στους δρόμους της Αθήνας, αδιαφορώντας για την απειλητική παρουσία των κατοχικών δυνάμεων σε επίκαιρα σημεία της πρωτεύουσας.
Από τα σημεία συγκέντρωσης (Μοναστηράκι, Πλατεία Λαυρίου, Ομόνοια κ.α.), το ανθρώπινο ποτάμι κινήθηκε προς το κέντρο, κρατώντας ελληνικές σημαίες και φωνάζοντας συνθήματα, όπως «Όχι στην Επέκταση» και «Έξω οι Βούλγαροι φασίστες από τη Μακεδονία και τη Θράκη». Τα κατοχικά θωρακισμένα οχήματα προσπάθησαν να διαλύσουν τους διαδηλωτές. Οι συγκρούσεις δεν άργησαν να γενικευτούν.
Οι ηρωίδες Σταθοπούλου και Λίλη
Στη διασταύρωση των οδών Πανεπιστημίου και Ομήρου μία 17χρονη Επονίτισσα, η Παναγιώτα Σταθοπούλου, προσπάθησε με το σώμα της να ακινητοποιήσει ένα άρμα. Ένας Γερμανός, μέλος του πληρώματος, την πυροβόλησε και τη σκότωσε.
Την ίδια στιγμή, η 19χρονη φοιτήτρια της Γαλλικής Ακαδημίας, Κούλα Λίλη επιτέθηκε στον οδηγό του άρματος με το τακούνι του παπουτσιού της, αλλά έπεσε κι αυτή νεκρή από τα πυρά του πληρώματος. Συνολικά, την ημέρα εκείνη 30 διαδηλωτές έχασαν τη ζωή τους, 300 τραυματίστηκαν και 500 συνελήφθησαν. Πολλοί από τους συλληφθέντες οδηγήθηκαν σε στρατοδικεία και καταδικάσθηκαν σε βαριές ποινές.
Μπροστά στην αποφασιστικότητα του ελληνικού λαού, οι Γερμανοί κατακτητές αναγκάστηκαν να αναστείλουν την υλοποίηση των αποφάσεων τους.