Σέβομαι τους παπάδες και το κοινωνικό τους έργο. Σε κάθε περιοχή, χωριό, που πηγαίνω συνομιλώ μαζί τους και ανταλλάσσουμε απόψεις». Και συμπλήρωνε: «Εκτιμώ και σέβομαι τα πιστεύω τους, αλλά έχω τη δική μου κοσμοθεωρία και δεν μου αρέσει να κρύβομαι».
Στις 12 Μαΐου 2019, στη Λευκάδα, είπε επίσης: «Ξέρετε ότι οι δικές μας οι αρχές και οι αξίες, η δική μας ιδεολογία, κι ας μας κάνουν κριτική που δεν κάνουμε Σταυρούς, είναι πολύ πιο κοντά σε όσα είπε ο Χριστός, από αυτά που πρεσβεύουν και πράττουν αυτοί που κάνουν μεγάλους Σταυρούς».
Οι Έλληνες πολίτες ενδιαφέρονται να ξέρουν τα πιστεύω του εκάστοτε Πρωθυπουργού, διότι γνωρίζουν ότι αυτά επηρεάζουν τις ενέργειές του, ως Κυβερνήτη. Πώς να τα γνωρίσουν, όμως, όταν κάνει τέτοιες αντιφατικές δηλώσεις, δείχνοντας ότι δεν είναι ειλικρινής και ευθύς;
Διότι, δεν μπορεί ο ίδιος, από τη μια, να αυτοχαρακτηρίζεται άθεος και, από την άλλη, να ισχυρίζεται ότι, αν και δεν κάνει έχει ή δεν κάνει Σταυρό, η ιδεολογία και οι πράξεις του, είναι πιο κοντά στον Χριστό από τις πράξεις εκείνων που κάνουν έχουν και κάνουν Σταυρό.
Και βέβαια, ο κάθε άνθρωπος, ως πρόσωπο, είναι ελεύθερος να πιστεύει ή να μην πιστεύει σε Θεό, αλλά, αυτό που ενδιαφέρει τους Έλληνες πολίτες, οι πλείστοι των οποίων είναι Ορθόδοξοι Χριστιανοί, είναι, τι πιστεύει αυτός που τους κυβερνά, αφού οι πεποιθήσεις του επιδρούν στον τρόπο τήρησης των καθηκόντων που έχει αναλάβει.
Διότι, με τον όρκο που έδωσε, όχι στο Ευαγγέλιο αλλά στην τιμή και στην υπόληψή του, δεσμεύτηκε ότι «θα υπηρετεί τον ελληνικό λαό, θα τηρεί το Σύνταγμα και τους νόμους και θα υπηρετεί το συμφέρον του ελληνικού λαού».
Επίσης, το 2015, ζητώντας την ψήφο εμπιστοσύνης της ελληνικής Βουλής, διαβεβαίωνε, εξ’ ονόματος όλων των μελών της κυβέρνησής του, ότι: "Είμαστε σάρκα από τη σάρκα αυτού του λαού, είμαστε κάθε λέξη από το Σύνταγμα αυτής της χώρας και αυτό θα υπηρετήσουμε μέχρι τέλους".
Με δεδομένο, όμως, ότι ο χαρακτήρας του Συντάγματος, από την ίδρυση του ελληνικού κράτους, είναι χριστιανικός και όχι το αντίθετο, ας εξετάσουμε, αν ο Πρωθυπουργός εφαρμόζει τον όρκο και τις δημόσιες υποσχέσεις του.
Ισχυρίστηκε ότι είναι άθεος, αλλά ότι σέβεται τα πιστεύω του λαού. Η πολεμική του, ωστόσο, εναντίον της ορθόδοξης παράδοσης και, ταυτόχρονα, η συμπάθεια που δείχνει έναντι κάποιων μη χριστιανικών θρησκειών, φανερώνει ότι είναι πιο πολύ αντιχριστιανός, παρά άθεος, διότι πολεμά, με εμφανή εμπάθεια, μόνον τον Χριστό.
Αν ήταν άθεος, θα έτρεφε, αν όχι σεβασμό, έστω ουδέτερα συναισθήματα έναντι του ορθόδοξου Χριστιανισμού. Επομένως, είναι εμφανές ότι μάλλον ο Πρωθυπουργός και οι συνεργάτες του δεν είναι ιδεολόγοι άθεοι, αλλά εμπαθείς αντιχριστιανοί.
Το 2015, είπε ότι η Κυβέρνησή του είναι κάθε λέξη από το Σύνταγμα. Όμως, το 2016 περιφρόνησε το άρθρο (16) του Συντάγματος, που προβλέπει την ανάπτυξη της χριστιανικής θρησκευτικής συνείδησης των Ελλήνων, και με ένα αλλόκοτο και αντιχριστιανικό Πρόγραμμα Σπουδών, που, από τότε, επιβάλλει στα σχολεία, αντί της ανάπτυξης της ορθόδοξης χριστιανικής θρησκευτικής συνείδησης των μαθητών, την απόσβεση αυτής της συνείδησης.
Σχεδιάζει και εφαρμόζει, λοιπόν, ένα διαθρησκειακό μάθημα, που περιέχει, ως ύλη διδασκαλίας, ένα συνονθύλευμα ή κοκτέϊλ από όλες τις θρησκείες, που έχει, ως εντελώς μεθοδευμένο και προβλεπόμενο αποτέλεσμα, τη θολούρα του νου, τον θρησκευτικό συγκρητισμό και τη θρησκευτική σύγχυση των νέων μας.
Εν συνεχεία, μάλιστα, όταν το Συμβούλιο της Επικρατείας (ΣτΕ), την Άνοιξη του 2018, ακύρωσε, ως αντισυνταγματική, αντιχριστιανική και ακατάλληλη για παιδιά, την επιβολή του νέου αυτού πολυθρησκειακού Προγράμματος, εκείνος, ως Πρωθυπουργός, αγνόησε, αγνοεί, περιφρόνησε και περιφρονεί και δεν εφαρμόζει, έως και σήμερα, τόσο τις βασιζόμενες στο Σύνταγμα, ακυρωτικές αποφάσεις του ΣτΕ όσο και τις έντονες διαμαρτυρίες των γονέων και των θεολόγων.
Την ίδια στιγμή, μάλιστα, προσφέρει στους Έλληνες Μουσουλμάνους, Εβραίους και Ρωμαιοκαθολικούς μαθητές, ως διδασκαλία, μάθημα θρησκευτικών, που αφορά, αποκλειστικά και αμιγώς, μόνο στη δική τους πίστη, δείχνοντας την άνιση, συνταγματικά, και σε βάρος των ορθοδόξων στάση του.
Εξάλλου, οι ανατρεπτικές προτάσεις, που πρότεινε και ψήφισε η παράταξή του, υπό την καθοδήγησή του, για την αναθεώρηση του Συντάγματος και, κυρίως, για το άρθρο (3), φανερώνουν αντιχριστιανικό μένος, έναντι όσων πιστεύουν, στην πλειονότητά τους, οι Έλληνες.
Τέτοιες αλλαγές είναι η θρησκευτική ουδετερότητα της χώρας, η εκπαραθύρωση του ονόματος του Χριστού, από τα περιεχόμενα στο άρθρο (3), η πρόταση κατάργησης του άρθρου (21), που αφορά στην προστασία της οικογένειας, η πρόταση απαγόρευσης του όρκου στο Ευαγγέλιο, που δίνουν ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας και οι χριστιανοί Βουλευτές, σε αντίθεση, μάλιστα, με την ψήφιση πρότασης για τη διατήρηση του δικαιώματος των μουσουλμάνων βουλευτών να ορκίζονται στο Κοράνιο!
Σε όλα τα παραπάνω, να προσθέσουμε, επίσης, τη νομοθεσία που πρότεινε και ψήφισε η παράταξή του για τις έμφυλες ταυτότητες, που ναρκοθετούν τη χριστιανική διδασκαλία, που ίσχυε έως τώρα, για τα δύο φύλα και την οικογένεια.
Ταυτόχρονα, είναι ανάγκη να σκεφθεί κανείς όλα όσα θα εκλείψουν, στην περίπτωση που ψηφιστεί, από την επόμενη Βουλή, αυτή η αναθεώρηση και η μετατροπή της χώρας σε ουδετερόθρησκη, όπως:
Αφαίρεση του Σταυρού από τη Σημαία, αποκαθήλωση των εικόνων, από τα δημόσια κτήρια και τα σχολεία, συνταγματική κατοχύρωση του μη ορθόδοξου μαθήματος των Θρησκευτικών, κατάργηση της πρωινής προσευχής στα σχολεία, υποχρεωτικός πολιτικός γάμος και πολιτική βάπτιση, καύση των νεκρών, κατάργηση των αργιών στις πλείστες εορτές καθώς και των δημόσιων τελετών (δοξολογίες) και πλείστα άλλα.
Σε όλα τα παραπάνω και σε αντίθεση με την πλήρη προστασία και διασφάλιση που παρέχει προς τους αλλόθρησκους ιερωμένους, να προσθέσουμε την πρόσφατη επίθεση του Πρωθυπουργού εναντίον των Ιερέων της ορθόδοξης Εκκλησίας, δείχνοντας την πρόθεσή του να τους εκπαραθυρώσει από το δημόσιο βίο της χώρας και να δώσει τις 10.000 θέσεις εργασίας τους σε άλλους εργαζόμενους, αλλά, ταυτόχρονα, επιβεβαιώνοντας πόσο αλήθεια ή υποκριτικά ήταν αυτά που έλεγε γι’ αυτούς το 2011.
Μετά από όλα αυτά, πώς μπορεί κάποιος να εμπιστεύεται έναν πολιτικό, που ο ίδιος, με τις κυβερνητικές ενέργειές του, δείχνει ότι είναι αναξιόπιστος, αντιφατικός, ανειλικρινής και, φυσικά, πιο πολύ αντιχριστιανός, παρά άθεος;
Από την άλλη πλευρά, πώς να ερμηνεύσει κανείς τη στάση ενός πολιτικού, που, πράττοντας όλα τα παραπάνω, θεωρεί και διακηρύττει παραπλανητικά ότι βρίσκεται κοντά στον Χριστό, αρνούμενος όμως, υποτιμητικά, το σημείο του Σταυρού;
Διότι, εάν κάποιος αρνείται να κάνει τον Σταυρό, βρίσκεται μακράν του Χριστού και αληθινού Θεού και όχι πλησίον και, σε κάθε περίπτωση, δεν καυχάται ότι είναι πιο κοντά στον Χριστό από αυτούς που πιστεύουν.
Εάν, όμως, είναι μακράν του αληθινού Θεού, τότε συμβαίνει κάτι άλλο, σύμφωνα με αυτό που είπε ο ορθόδοξος χριστιανός Ντοστογιέφσκι, στο έργο του, Αδελφοί Καραμαζώφ: «Εάν δεν υπάρχει Θεός όλα επιτρέπονται».
Το κυρίαρχο θέμα, λοιπόν, δεν είναι, απλώς, αν είναι άθεος ή αντιχριστιανός ο νυν Πρωθυπουργός, αλλά ότι, με τα νομοθετήματα και την παιδεία που επιβάλλει, σκοπεύει να μετατρέψει τη χριστιανική ελληνική κοινωνία σε αντιχριστιανική και τους Έλληνες, από ορθόδοξους σε αντιχριστιανούς.
Σύμφωνα, μάλιστα, με τον Μακαριστό Γρηγοριάτη Γέροντα π. Γ. Καψάνη, «ο αθεϊσμός και ο αντιχριστιανισμός επιδιώκει να κάνει τους Έλληνες αντίχριστους. Χρησιμοποιεί την παιδεία, τα σχολικά βιβλία, το ραδιόφωνο, την τηλεόραση, τον τύπο. Χρησιμοποιεί ακόμη την ειρωνεία και την περιθωριοποίηση όσων τολμούν, ακόμη, να εκδηλώνουν την πίστη τους και την αγάπη τους προς την Εκκλησία. Αν, όμως, οι νεοέλληνες χάσουμε τον Χριστό ή τον απωθήσουμε στο περιθώριο, θα χάσουμε και την πνευματική μας ελευθερία, τη δυνατότητα να συνεχίσει να καρποφορεί σ’ αυτόν τον τόπο η ζωηφόρος παράδοση του ορθόδοξου ανθρωπισμού».