Με τον υπουργό Παιδείας, Κυριάκο Πιερρακάκη, να κάνει λόγο για «μία πρώτη μεταρρυθμιστική πρωτοβουλία, που κτίζει πάνω στην προηγούμενη του 2020 στο χώρο της επαγγελματικής εκπαίδευσης και κατάρτισης», και να προαναγγέλλει και άλλες αντίστοιχες αλλαγές και για το σχολείο, όπως το πολλαπλό βιβλίο, άρχισε στη αρμόδια επιτροπή της Βουλής, η συζήτηση του νομοσχεδίου για την «ενίσχυση του Εθνικού Συστήματος Επαγγελματικής Εκπαίδευσης και Κατάρτισης».
Από την πλευρά της πλειοψηφίας των κομμάτων της Αντιπολίτευσης, ασκήθηκε έντονη κριτική στη κυβέρνηση, κατηγορώντας την ότι απαξιώνει και αποδομεί την Επαγγελματική Εκπαίδευση και Κατάρτιση, ενώ αμφισβήτησε τους στόχους και την αποτελεσματικότητα του νομοσχεδίου για ενίσχυση, αναβάθμιση και εκσυγχρονισμό των δομών της.
«Ερχόμαστε σήμερα να συζητήσουμε την πρώτη, από μια σειρά μεταρρυθμίσεις τις οποίες θα εισάγουμε το επόμενο διάστημα, Και είναι εξόχως συμβολικό ότι η πρώτη μεταρρύθμιση γίνεται στο χώρο της επαγγελματικής εκπαίδευσης και κατάρτισης. Καθώς μεταβαίνουμε στην 4η βιομηχανική επανάσταση και για να συμμετάσχουμε προνομιακά στο ψηφιακό πεδίο, χρειάζεται να παράγουμε, να προοδεύουμε και να κάνουμε τολμηρά βήματα στην παιδεία», τόνισε χαρακτηριστικά ο κ. Πιερρακάκης.
Παράλληλα, δήλωσε ανοιχτός στο διάλογο, ώστε να ενσωματωθούν στο νομοσχέδιο, όσο το δυνατόν περισσότερες απόψεις και προτάσεις, όλων των κομμάτων.
«Η σύλληψη αυτής της αλλαγής έρχεται να κτίσει στην προηγούμενη μεταρρυθμιστική πρωτοβουλία του 2020 – στην οποία βεβαίως ρυθμίστηκαν πάρα πολλά θέματα- και προκύπτει από πάρα πολλές μελέτες που έχουν γίνει, οι οποίες λίγο πολύ αναγνωρίζουν μια πραγματικότητα, που ξεκινάει από τη σύλληψη των ΚΑΜΠΟΥΣ και των Κέντρων Επαγγελματικής Κατάρτισης και Εκπαίδευσης. Θέλουμε να μπορέσουμε να στήσουμε 60 δομές, στο πρότυπο του Περάματος, σε όλη τη χώρα, με μία γενικευμένη φιλοσοφία ΚΑΜΠΟΥΣ , όπου θα στοχευτούν και θεματικά», ανέφερε ο Υπουργός Παιδείας.
Όπως είπε, « ήδη έχει δρομολογηθεί η αναβάθμιση των εργαστηρίων εντός του έτους και τα 114 εκατομμύρια ευρώ από το Ταμείο Ανάκαμψης είναι αρκετά και πολύ σημαντικά καθώς θα χρησιμοποιηθούν για να αλλάξουν όλο τον εξοπλισμό τους, κάτι που έχει να γίνει πάρα πολλά χρονιά».
«Αυτό που κάνει αυτός ο νόμος στα εργαστήρια, είναι ότι πειράζει το θεσμικό τους πλαίσιο που ήταν του 1985. Εκ των πραγμάτων έχουν περάσει τόσα χρόνια, και νομίζω ότι πρέπει να είμαστε αρκετά δημιουργικοί για να μπορέσουμε να λύσουμε κάποιες αστοχίες στην παιδεία», ανέφερε ο κ. Πιερρακάκης και πρόσθεσε:
«Σε αυτό το πλαίσιο των μεταρρυθμιστικών πρωτοβουλιών για τη αναβάθμιση της εκπαίδευσης, θα δείτε αρκετές αλλαγές να δρομολογούνται για τον Σεπτέμβριο του 2025 όπου θα εισαχθεί και το πολλαπλό βιβλίο. Θέλουμε να κάνουμε μια σειρά από αλλαγές γενικότερα και στο σχολείο και για αυτό θα ακολουθήσει αντίστοιχη μεταρρυθμιστική προσπάθεια».
Έμφαση έδωσε ο Υπουργός Παιδείας, στα πρότυπα ΕΠΑΛ, επισημαίνοντας ότι «εμείς θεωρούμε και αξιολογούμε ότι έχουν πετύχει για αυτό και θέλουμε οι καινοτομίες τους να διαχυθούν στο σύνολο τους».
«Σε ότι αφορά τα σημερινά ΙΕΚ, κρίνουμε σκόπιμο να συντελεστεί μία αλλαγή πολλαπλών επιπέδων. Η αλλαγή επωνυμίας είναι προφανώς το πρώτο σκέλος. Αλίμονο όμως αν η μεταρρυθμιστική διαδικασία, εξαντλείται στις επωνυμίες. Και εδώ η αλλαγή που συντελείται είναι ότι, ανάμεσα στα άλλα, εισάγονται τον Φεβρουάριο στα ΙΕΚ 130 νέοι οδηγοί κατάρτισης. Οι 130 νέοι οδηγοί κατάρτισης είναι τα προγράμματα σπουδών επιπέδου 5, οι οποίοι περιλαμβάνουν νέα επαγγέλματα. Παίρνοντας λοιπόν μια καινοτομία που έχει εισαχθεί το 2020, ουσιαστικά προχωράμε στην διασύνδεση των ΙΕΚ με την αγορά εργασίας. Αυτά τώρα θα ξεκινήσουν να στελεχώνονται. Η λογική του νέου νόμου είναι ότι αυτές οι δομές δεν πρέπει να αφορούν μόνο τα σημερινά ΙΕΚ αλλά όλη τη δομή του «ΚΑΜΠΟΥΣ». Να λειτουργούν δηλαδή και για τα ΕΠΑΛ. Αυτό όλο σαν σύλληψη έρχεται να πει ότι πρέπει να επενδύσουμε ακόμα περισσότερο στην επαγγελματική εκπαίδευση και κατάρτιση, κυρίως μέσω της στόχευσης της και της διασύνδεσης της με κάθε τοπική οικονομία και κοινωνία», επεσήμανε ο κ. Πιερρακάκης και συνέχισε:
«Ο στόχος μας είναι να μπορέσουμε εντός αυτής της τετραετίας, να έχουμε θεμελιώσει – δομήσει, τουλάχιστον 60 τέτοιες δομές οι οποίες ιδανικά θα πρέπει να είναι θεματικά και περιφερειακά, στοχευμένες. Το «πρότυπο Περάματος» θα είναι η πρώτη σχολή που θα ξεκινήσουμε όπου θα δημιουργηθεί και επίπεδο 5, γιατί εκεί οπτικοποιείται το διακύβευμα . Είναι μπροστά από τη ναυπηγοεπισκευαστική ζώνη. Τα επαγγέλματα της ναυπηγοεπισκευαστικής ζώνης είναι επαγγέλματα τα οποία έχουν τεράστια χρησιμότητα στην αγορά εργασίας και πρέπει να εφοδιάσουμε τα παιδιά μας με τις καλύτερες δυνατές προϋποθέσεις για να μπορέσουν να πετύχουν σε αυτά».
Ο κ. Πιερρακάκης μίλησε για «αναγκαία συμβολική μεταβολή η οποία πρέπει να συντελεστεί ώστε η επαγγελματική εκπαίδευση και κατάρτιση να γίνει για πολλούς συμπολίτες μας πρώτη επιλογή στη χώρα», συμπληρώνοντας ότι «οφείλει η πολιτεία να δημιουργήσει τις συνθήκες ώστε αυτό να επιτευχθεί, με βελτιώσεις και αναβάθμιση των υποδομών, με όσο το δυνατόν περισσότερες θεσμικές διευκολύνσεις και με μια ξεκάθαρη στρατηγική στόχευση».
Ο κ. Πιερρακάκης συμφώνησε με την κριτική της Αντιπολίτευσης για τις μεγάλες ελλείψεις μόνιμου εκπαιδευτικού προσωπικού, τονίζοντας ότι, «στρατηγικός στόχος του Υπουργείου Παιδείας, είναι να μειωθεί ο αριθμός των αναπληρωτών σε συνάρτηση με τους μόνιμους διορισμούς», σημειώνοντας παράλληλα ότι ήδη την τελευταία τετραετία έγιναν 28.000 μόνιμοι διορισμοί στην εκπαίδευση.
«Αντιλαμβανόμαστε και μεταβολίζουμε το πνεύμα και το νεύμα του εκλογικού σώματος ως μία εντολή να πατήσουμε γκάζι και όχι φρένο», κατέληξε ο κ. Πιερρακάκης.
Η γενική εισηγήτρια του ΣΥΡΙΖΑ, Ράνια Θρασκιά , δήλωσε την αντίθεση της στο νομοσχέδιο, υποστηρίζοντας ότι «δεν επιτυγχάνει τίποτα άλλο, παρά την απομάκρυνση της επαγγελματικής εκπαίδευσης και κατάρτισης από τις μορφωτικές ανάγκες των μαθητών και της κοινωνίας».
«Τρία μόλις χρόνια μετά την ψήφιση του προηγούμενου νόμου για την επαγγελματική εκπαίδευση, αυτό το σχέδιο νόμου δεν αλλάζει την εικόνα και την πραγματικότητα της ουσιαστικής υποβάθμισης που βιώνει η επαγγελματική εκπαίδευση στη χώρα μας. Αντίθετα, συντελεί στην εμπορευματοποίηση και την υπαγωγή της επαγγελματικής εκπαίδευσης στις ανάγκες της τοπικής αγοράς και των επιχειρήσεων», τόνισε και πρόσθεσε:
«Είναι ένα νομοσχέδιο χωρίς εκπαιδευτικούς στόχους, χωρίς ποιοτική εκπαίδευση και δυστυχώς, με κανένα κοινωνικό αποτύπωμα, που επιβεβαιώνει την μη πραγματική σύνδεση της επαγγελματικής εκπαίδευσης με την ουσία της εκπαίδευσης, και τη σύνδεση της με την κοινωνία».
Όπως είπε η κ. Θρασκιά, «η αναβάθμιση των ΙΕΚ σε ΣΑΕΚ μένει στο επίπεδο, απλώς, της γραμματικής αναδιατύπωσης της μετονομασίας τους, χωρίς μεταβολή του στάτους τους παρά την αποδεδειγμένη έλλειψη χρηματοδότησής τους και τις άθλιες κτιριακές συνθήκες».
Ο ειδικός αγορητής του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ, Στέφανος Παραστατίδης , καταλόγισε ευθύς στη κυβέρνηση της ΝΔ για τα αποθαρρυντικά, όπως είπε στοιχεία, για τις τελευταίες θέσεις που κατέχει η Ελλάδα μεταξύ των άλλων ευρωπαϊκών χωρών σε ότι αφορά την επαγγελματική κατάρτιση και εκπαίδευση.
«Είμαστε τέταρτοι από το τέλος στη δημόσια χρηματοδότηση της εκπαίδευσης στην ΕΕ και στις πέντε τελευταίες θέσεις σε όλους τους ευρωπαϊκούς δείκτες δεξιοτήτων. Μην μας κουνάτε λοιπόν το δάχτυλο για το τι κάνει η Αντιπολίτευση. Αυτά τα στοιχεία εσάς αφορούν. Πέντε χρόνια εσείς κυβερνάτε τη χώρα», ανέφερε χαρακτηριστικά και πρόσθεσε:
«Στην επαγγελματική εκπαίδευση και κατάρτιση η χώρα μας δεν βελτίωσε τη θέση της σε σύγκριση με τις υπόλοιπες χώρες της ΕΕ παραμένοντας ουραγός στα εκπαιδευτικά πράγματα και φαίνεται να εδραιώνεται ως ο φτωχός συγγενής του εκπαιδευτικού συστήματος».
«Το νομοσχέδιο δεν είναι μία μεταρρύθμιση μακράς πνοής. Απλώς η κυβέρνηση χτίζει και γκρεμίζει συνεχώς . Είναι ένα νομοσχέδιο συμπληρωματικό του προηγούμενου της κ. Κεραμέως , χωρίς προοπτικές, που δεν βελτιώνει, δεν δίνει τα απαραίτητα εφόδια αλλά ούτε και επιλογές στους νέους να προχωρήσουν μπροστά και να αντιμετωπίσουν την σκληρή αγορά», υποστήριξε ο κ. Παραστατίδης.
Κατά του νομοσχεδίου, δήλωσε ο ειδικός αγορητής του ΚΚΕ, Γιάννης Δελής, τονίζοντας ότι «στόχος του είναι να επιταχύνει και να εξειδικεύσει τους στρατηγικούς στόχους της ΕΕ και του ΟΟΣΑ για την επαγγελματική εκπαίδευση».
«Σαν να ήρθε ένα ραβασάκι κατευθείαν από τις εργοδοτικές ενώσεις οι οποίες μονότονα παρουσιάζουν τις δικές τους ανάγκες για κερδοφορία . Στην ουσία ενισχύει το νόμο 2020, ο οποίος έφερε τα πρότυπα ΕΠΑΛ, κατηγοριοποίησε περαιτέρω τους μαθητές και ίδρυσε της σχολές ανήλικης εργασίας. Τώρα επιδιώκει, με πιο στοχευμένο τρόπο, τη σύνδεση και την άμεση αντιστοίχιση των δεξιοτήτων όλων των δομών με τις αντικειμενικά εφήμερες ανάγκες. Παρά την προσπάθεια να εμφανιστούν οι συστεγάσεις και τα βαφτίσια ως αναβάθμιση της επαγγελματικής εκπαίδευσης, το νομοσχέδιο δεν απαντά σε κανένα απολύτως από τα προβλήματα και τις ανάγκες των σπουδαστών. Αντί για σύγχρονα, εξοπλισμένα και αναβαθμισμένα εργαστήρια προβλέπει συνένωση την ήδη απαρχαιωμένων κτιριακών υποδομών», ανέφερε μεταξύ άλλων ο κ. Δελής.
Η ειδική αγορήτρια της Ελληνικής Λύσης, Σοφία Χάιδω Ασημακοπούλου, εξέφρασε επιφυλάξεις ως προς την αρχή του νομοσχεδίου, υποστηρίζοντας ότι «καμία έμφαση δεν δίνει στην αναβάθμιση των υποδομών, ούτε κίνητρα στους σπουδαστές, ούτε προβλέπει ισότιμη πρόσβαση στη εκπαίδευση αλλά ούτε και ουσιαστική σύνδεση της επαγγελματικής κατάρτισης με την αγορά εργασίας».
«Εμείς είμαστε υπέρ μιας διαρκούς συνεχούς εξέλιξης της επαγγελματικής εκπαίδευσης και της παροχής ευκαιριών, για να υπάρχει προοπτική στη χώρα για αυτό επί της αρχής αναφανδόν συντασσόμαστε υπέρ», ανέφερε χαρακτηριστικά από την πλευρά του ο ειδικός αγορητής των Σπαρτιατών, Χαράλαμπος Χατζιβαρδάς.
Ο ειδικός αγορητής του κόμματος «ΝΙΚΗ», Σπύρος Τσιρώνης, δήλωσε ότι καταψηφίζει το νομοσχέδιο γιατί δεν αναβαθμίζει την επαγγελματική κατάρτιση, δεν διαβλέπει την ουσιαστική εκπαίδευση, βρίθει αοριστιών και γενικεύσεων και δεν φέρνει ουσιαστικές αλλαγές ούτε καταπολεμά την ανεργία.
Επιφυλάξεις εξέφρασε ο ειδικός αγορητής της Πλεύσης Ελευθερίας, Σπύρος Μπιμπίλας, υποστηρίζοντας ότι «το νομοσχέδιο δεν αναφέρει πολλά περί επαγγελματικών δικαιωμάτων και οι απόφοιτοι παραμένουν με επαγγελματικά δικαιώματα λυκείου και απλώς επιταχύνει και εξειδικεύει στρατηγικούς στόχους της ΕΕ και του ΟΟΣΑ για την επαγγελματική εκπαίδευση και κατάρτιση».
«Σωστά φέρνετε μεταρρυθμίσεις αλλά καλό είναι να λύνονται πάγια προβλήματα με συνεργασία όλων και όχι να προκαλούν σύγχυση. Το νομοσχέδιο ενώ προσπαθεί να λύσει προβλήματα έχει σημαντικές ασάφειες και ελλείψεις», κατέληξε ο κ. Μπιρμπίλας.
Η ειδική αγορήτρια της Νέας Αριστεράς, Μερόπη Τζούφη, υποστήριξε ότι «στην ουσία το νομοσχέδιο υποβαθμίζει το εθνικό σύστημα επαγγελματικής εκπαίδευσης και κατάρτισης και το ευθυγραμμίζει πλήρως με τις επιδιώξεις της αγοράς και των επιχειρήσεων χωρίς κοινωνικό πρόσημο». Ουσιαστικά είναι μία συνέχεια της πορείας που ξεκίνησε επί Κεραμέως το 2020, απογυμνώνοντας το κρίσιμο αυτό εκπαιδευτικό πλαίσιο από την παιδαγωγική και κοινωνική του διάσταση», ανέφερε.
Τέλος, ο εισηγητής της ΝΔ, Μάνος Κόνσολας, υπεραμύνθηκε της νομοθετικής πρωτοβουλίας κάνοντας λόγο για «μεταρρυθμιστικές τομές που ενδυναμώνουν, εκσυγχρονίζουν και αναβαθμίζουν την επαγγελματική εκπαίδευση και κατάρτιση διασυνδέοντας την με τις ανάγκες της αγοράς εργασίας, διασφαλίζοντας έτσι την επαγγελματική αποκατάσταση των σπουδαστών».