Ένα ηχηρό μήνυμα για την άμεση επιστροφή των γλυπτών του Παρθενώνα στο Μουσείο της Ακρόπολης έστειλε ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας κ. Προκόπης Παυλόπουλος από τα εγκαίνια της 24ης Αrt Athina στον εμβληματικό χώρο του Ζαππείου Μεγάρου.
Ο κ. Παυλόπουλος τάχθηκε υπέρ της άμεσης επιστροφής των Γλυπτών του Παρθενώνα στην Αθήνα, στο Μουσείο της Ακρόπολης, το οποίο-όπως σημείωσε- έχει ανεγερθεί γι’ αυτόν ακριβώς τον σκοπό, τονίζοντας ότι η εμμονή του Βρετανικού Μουσείου ν’ αρνείται την επιστροφή των Γλυπτών του Παρθενώνα στο Μουσείο της Ακρόπολης προσβάλλει και τον Πολιτισμό της Μεγάλης Βρετανίας, ενώ υπογράμμισε ότι η συμπεριφορά αυτή άρχισε να προκαλεί την παγκόσμια κατακραυγή.
«Η ως άνω εμμονή του Βρετανικού Μουσείου ισοδυναμεί με στήριξη της πολιτισμικής τυμβωρυχίας και της κλοπής του Έλγιν. Και, σίγουρα, δεν τιμά τον Λαό της Μεγάλης Βρετανίας, με την ιστορία που του αναλογεί, το να συμπεριφέρεται η κορωνίδα του Πολιτισμού του, το Βρετανικό Μουσείο, ως κοινός κλεπταποδόχος και υπεξαιρέτης μοναδικών αγαθών της Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς» υπογράμμισε ο κ. Παυλόπουλος.
Παράλληλα, σημείωσε ότι η πρωτοβουλία για την επιστροφή των Γλυπτών του Παρθενώνα δεν αφορά μόνο την Ελλάδα, την Αθήνα, αφορά τον Παγκόσμιο Πολιτισμό. Όπως εξήγησε ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας «Πρόκειται για «κραυγή αγωνίας», που συνδέεται άμεσα με την υπεράσπιση αυτού του Πολιτισμού, αν αναλογισθούμε ότι ο Παρθενώνας – για να θυμηθούμε την ιστορική ομιλία του Αντρέ Μαλρώ, κατά την πρώτη φωταγώγηση της Ακρόπολης, στις 28 Μαΐου 1959 – σηματοδοτεί την αφετηρία του Παγκόσμιου Πολιτισμού».
Ο κ. Παυλόπουλος υπενθύμισε, επίσης, ότι ο Αγώνας για την Επιστροφή των Γλυπτών του Παρθενώνα είναι ήδη μακρύς και αδιάλειπτος, αφού ουσιαστικά άρχισε λίγο μετά την συντέλεση του ιερόσυλου εγκλήματος του Έλγιν. Εγκλήματος «διαρκούς», το οποίο διαπράχθηκε όταν ο Λόρδος Έλγιν, πρεσβευτής από το 1799 της Μεγάλης Βρετανίας στην τότε «Υψηλή Πύλη» στην Κωνσταντινούπολη, το συνέλαβε και το εκτέλεσε μεταξύ 1801 – 1804.
«Ήταν τότε που διέπραξε την απάτη της ειδεχθούς σύλησης του Μνημείου του Παρθενώνα και την συνακόλουθη πολιτισμική τυμβωρυχία, επικαλούμενος, δήθεν, «ανασκαφικές δραστηριότητες» μέσα στον ευρύτερο Αρχαιολογικό Χώρο. Και στην συνέχεια ολοκλήρωσε το έγκλημά του, μεταφέροντας, ως κοινός κλέπτης και στυγνός κερδοσκόπος αρχαιοκάπηλος – και μάλιστα υπό όρους διακινδύνευσης που δείχνουν τον αδίστακτο και προσβλητικό για τον Πολιτισμό μας χαρακτήρα του – δια της θαλασσίας οδού τα Γλυπτά του Παρθενώνα στην Μεγάλη Βρετανία» πρόσθεσε ο κ. Παυλόπουλος.