Κριτική στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο για τη στάση του στο ζήτημα του πρωτογενούς πλεονάσματος ασκεί ο υπουργός Οικονομικών, Ευκλείδης Τσακαλώτος, με συνέντευξή του στη βρετανική εφημερίδα The Guardian.
«Το ΔΝΤ έχει κάνει ελάχιστα προκειμένου να αποκλιμακώσει την πίεση των Ευρωπαίων πιστωτών» τονίζει και προσθέτει πως «αντί να έχει το θάρρος των παραδοχών του και να μας βοηθήσει να μειώσουμε το μέγεθος ή και το χρονικό διάστημα των πλεονασμάτων, μετατοπίζει σε εμάς την πίεση για νέα μέτρα λιτότητας από το 2019 και μετέπειτα».
Ειδικότερα, σε δηλώσεις του στην δημοσιογράφο Helena Smith, ο κ. Τσακαλώτος κατηγόρησε το ΔΝΤ ότι αποκρύπτει την αλήθεια όταν λέει ότι δεν ζήτησε περισσότερη λιτότητα αλλά είναι μάλλον "θύμα" της περίεργης προτίμησης της Ελλάδας σε υψηλότερα πρωτογενή πλεονάσματα της τάξης του 3,5% του ΑΕΠ.
Οσα δήλωσε ο κ. Τσακαλώτος στον Guardian
«Φειδωλοί με την αλήθεια»
Οι κ.κ. Obstfeld και Thomsen, σε ένα κείμενό τους που δημοσιεύτηκε χθες το βράδυ, υποστηρίζουν ότι το ΔΝΤ δεν ζητά περισσότερα μέτρα λιτότητας, αλλά μάλλον είναι το θύμα μιας «παράξενης» προδιάθεσης της Ελλάδας να "συμφωνήσει" σε υψηλότερους πρωτογενείς δημοσιονομικούς στόχους του 3,5% του ΑΕΠ στην περίοδο μετά το πρόγραμμα. Η ανάλυση βασίζεται σε μια ιδιότυπη αντίληψη του όρου "συμφωνία". Και είναι μια ανάλυση φειδωλή με την αλήθεια.
Κατά τη διάρκεια του τελευταίου Eurogroup, εξέφρασα τη θέση της ελληνικής κυβέρνησης, ότι υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα για μια οικονομία όπως αυτή της Ελλάδας, δοθέντων των όσων έχει περάσει κατά τη διάρκεια της κρίσης δεν έχουν καμία οικονομική ή πολιτική λογική. Ορισμένα κράτη-μέλη υποστήριξαν τη θέση ότι το ποσοστό 3,5% θα πρέπει να διατηρηθεί για δέκα χρόνια· άλλοι προσανατολίζονται στην κατεύθυνση ενός συμβιβασμού πέντε ετών. Η ελληνική θέση ήταν και είναι ότι κανένα από τα δύο δεν θα μπορούσε να λειτουργήσει για την Ελλάδα και προτείναμε τη συμβιβαστική λύση της άμεσης μείωσης στο 2,5%, αλλά μετά από συμφωνία με τους θεσμούς ότι οι πόροι που θα απελευθερωθούν από τη μείωση της μίας ποσοστιαίας μονάδας (1%) από το 3,5% θα πρέπει να δαπανηθούν εξ ολοκλήρου στη μείωση των φόρων για τις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις, ενισχύοντας έτσι την ανταγωνιστικότητα και την ανάπτυξη. Ποια ήταν η απάντηση του ΔΝΤ; Το ΔΝΤ υποστήριξε στο πλαίσιο του Eurogroup ότι: «Δεν έχει σημασία για μας αν θα είναι υψηλά τα πλεονάσματα για τρία, πέντε ή δέκα χρόνια, θα πρέπει να βρούμε περισσότερα μέτρα ώστε οι «αριθμοί να βγαίνουν» δεδομένου ότι δεν νομίζουμε ότι το 3,5% είναι εφικτός στόχος χωρίς τέτοια μέτρα». Δεν μπήκαν καν στον κόπο να σχολιάσουν την συμβιβαστική μας πρόταση.
Άρα, η Ελλάδα δεν έχει "συμφωνήσει" σε τίποτα ακόμα. Ωστόσο, είναι κάτω από έντονη πίεση από τους πιστωτές της να το πράξει. Το ΔΝΤ έχει κάνει ελάχιστα για να αμβλύνει αυτή την πίεση. Αντί να έχει το θάρρος της γνώμης του και να μας βοηθήσει να μειώσουμε το μέγεθος ή / και τη χρονική περίοδο των πλεονασμάτων, βάζει όλη την πίεση σε εμάς για να καθορίσουμε νέα μέτρα λιτότητας για το 2019 και μετά. Το ΔΝΤ υποστηρίζει ότι εξακολουθεί να προτιμά το 1,5%, για το οποίο σχεδόν όλοι οι οικονομολόγοι θα συμφωνούσαν ότι απέχει πολύ από το 3,5%. Ωστόσο, σε καμία στιγμή κατά τη διάρκεια της συζήτησης, το ΔΝΤ δεν υπαινίχτηκε καν την ιδέα, ότι αν δεν μειωθούν τα πλεονάσματα, τότε δεν θα μπορούσε να συμμετάσχει στο πρόγραμμα.
Ως προς τη θέση ότι «η Ελλάδα δεν μπορεί να εκσυγχρονίσει την οικονομία της ενισχύοντας την χρηματοδότηση για υποδομές και για καλά στοχευμένα κοινωνικά προγράμματα ενώ παράλληλα απαλλάσσει πάνω από τα μισά νοικοκυριά από τη φορολογία εισοδήματος, και καταβάλλει δημόσιες συντάξεις στα επίπεδα των πλέον πλούσιων Ευρωπαϊκών χωρών», αυτό που πρέπει να ειπωθεί είναι ότι οι δαπάνες της Ελληνικής κυβέρνησης τόσο για τις συντάξεις όσο και για άλλα επιδόματα είναι περίπου στο 70% του μέσου όρου της ΕΕ και στο 52% εκείνου της Γερμανίας.
Όταν περίπου το 45% των συνταξιούχων έχουν μηνιαίες αποδοχές κάτω από το όριο της φτώχειας των € 665, και σχεδόν τέσσερα εκατομμύρια άνθρωποι, δηλαδή περισσότερο από το ένα τρίτο του πληθυσμού, έχουν χαρακτηριστεί ότι κινδυνεύουν από τη φτώχεια ή τον κοινωνικό αποκλεισμό, είναι δυνατόν το κύριο πρόβλημα στην Ελλάδα να είναι ότι οι συντάξεις και το αφορολόγητο όριο είναι πολύ γενναιόδωρα; Την ίδια στιγμή, ο μόνος λόγος για τον οποίο περισσότεροι άνθρωποι απαλλάσσονται από την καταβολή φόρου εισοδήματος είναι ότι λιγότεροι άνθρωποι έχουν αξιοπρεπή εισοδήματα. Έτσι, το ΔΝΤ, το οποίο υποτίθεται ότι επανεξετάζει τη σχέση μεταξύ της ανάπτυξης και της ανισότητας -και δικαίως τονίζει τη σημασία της ανάπτυξης χωρίς αποκλεισμούς- φαίνεται να αγνοεί ότι η περαιτέρω μείωση των συντάξεων και η αύξηση του αφορολόγητου ορίου δεν μπορεί παρά να αυξήσουν τόσο την ανισότητα όσο και τον κοινωνικό αποκλεισμό. Όμως, τουλάχιστον τότε… οι αριθμοί θα βγαίνουν.
Ο Οξφορδιανός φιλόσοφος J. L. Austen ήταν ιδιαίτερα επικριτικός στην επιχειρηματολογία που βασίζεται στην ακόλουθη τεχνική: τη μια στιγμή λες κάτι και την άλλη το παίρνεις πίσω. Στο ΔΝΤ μπορεί να ασκηθεί κριτική για τη χρήση αυτής ακριβώς της τεχνικής. Ζητά από τους Έλληνες συνταξιούχους και τις φτωχότερες τάξεις μισθωτών να είναι φειδωλοί στις ανάγκες τους, την στιγμή που το ίδιο το ΔΝΤ είναι φειδωλό με την αλήθεια.