Οικονομία

Η ακρίβεια στα τρόφιμα «τσακίζει» τους Έλληνες - «Ζαλίζουν» οι τιμές σε ελαιόλαδο και καφέ (Βίντεο)

Αισιόδοξες είναι οι εκτιμήσεις μέχρι στιγμής για τη φετινή παραγωγή ελαιολάδου στη χώρα μας, ωστόσο οι τιμές του ελαιόλαδου στο ράφι... παραμένουν απλησίαστες.

Πιο συγκεκριμένα, η τιμή στο ελαιόλαδο σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΛΑΣΤΑΤ, αυξήθηκε κατά 63,7% τον Απρίλιο σε ετήσια βάση. Σε σουπερμάρκετ η τιμή του ξεκινά από 10,90 ευρώ και φτάνει μέχρι τα 18 ευρώ ανά λίτρο, ενώ το βιολογικό έχει εκτοξευθεί στα 22,60 ευρώ ανά λίτρο. Μάλιστα, μόλις 100ml ελαιόλαδου σε σπρέι πωλείται 3,98 ευρώ, με την τιμή του λίτρου να αγγίζει δηλαδή τα 39,80 ευρώ.

Η τιμή του παραγωγού μπορεί να είχε εκτοξευθεί μέχρι και στα 9,5 ευρώ ανά λίτρο πέρυσί, το τελευταίο διάστημα όμως καταγράφεται μια σταδιακή και σημαντική αποκλιμάκωση, λόγω των αισιόδοξων προβλέψεων για την φετινή σοδειά.

Οι Έλληνες πάντως λόγω των υψηλών τιμών έχουν μειώσει την αγορά και κατανάλωση ελαιόλαδου κατά 40%. Επομένως μεγάλο μέρος των αποθεμάτων που είχαν αγοραστεί σε υψηλότερη τιμή παραμένει απούλητο και οι τιμές μένουν… στα ύψη.

Αξίζει να σημειωθεί πως μείωση τιμών κατά 16,6% έχει παρατηρηθεί στα υπόλοιπα έλαια.

Η ακρίβεια στα τρόφιμα «τσακίζει», κυρίως, τους χαμηλόμισθους καταναλωτές

Η ακρίβεια στα τρόφιμα αδειάζει τα πορτοφόλια όσων είναι ήδη… μισοάδεια, κυριότερα, καθώς οι χαμηλόμισθοι ή οι καταναλωτές με μεσαία εισοδήματα είναι μεταξύ των μεγαλύτερων «θυμάτων» του πληθωρισμού στα είδη πρώτης ανάγκης.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

Καθώς η αύξηση στις τιμές τροφίμων στην Ελλάδα «άγγιξε» σε ρυθμό το 5,3% τον Απρίλιο, έναντι μόλις 1,9% στην Ευρωζώνη, οι πλέον έκθετοι στην ακρίβεια πανευρωπαϊκά είναι όσοι καταναλωτές έχουν χαμηλή αγοραστική δύναμη η οποία και «ροκανίζεται» περαιτέρω από τον πληθωρισμό.

Και η Ελλάδα, στη συγκεκριμένη κατηγορία της αγοραστικής δύναμης, βρίσκεται στα… «Τάρταρα», όντας αισθητά χαμηλότερα από τον μέσο όρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ). Μάλιστα, οι Έλληνες καταναλωτές είναι οι πιο φτωχοί καταναλωτές σε όλη την ΕΕ των 27 με βάση τη συγκεκριμένη παράμετρο, με μόνο τους Βούλγαρους σε χειρότερη θέση.

Πιο αναλυτικά, σύμφωνα με στοιχεία της Eurostat, η Βουλγαρία από όλες τις χώρες της ΕΕ (μέσος όρος 100) κατείχε την τελευταία θέση στην Ευρώπη στο κατά κεφαλήν ΑΕΠ με 64 μονάδες, και η Ελλάδα ακολούθησε με 67 μονάδες.

Συνολικά, το 2023, καταγράφηκαν σημαντικές διαφορές στο κατά κεφαλήν ΑΕΠ εκφρασμένο σε ισοτιμίες αγοραστικής δύναμης μεταξύ των χωρών της ΕΕ καθώς η Βουλγαρία κατέγραψε την χαμηλότερη επίδοση, 36% κάτω από το μέσο όρο της ΕΕ, ακολουθούμενη μόνο από την Ελλάδα (-33% από το μέσο όρο) και τη Λετονία (-29%).

Από την άλλη, το Λουξεμβούργο και η Ιρλανδία είχαν τα υψηλότερα επίπεδα (140% και 112% πάνω από τον μέσο όρο της ΕΕ, αντίστοιχα), πολύ πάνω από την Ολλανδία (30% πάνω από τον μέσο όρο της ΕΕ), τη Δανία (+28%) και την Αυστρία (+23%).

Επιπλέον, παρά τις αυξήσεις στους μισθούς, γεγονός είναι πως οι Έλληνες καταναλωτές παραμένουν χαμηλά σε ό,τι αφορά το πραγματικό διαθέσιμο εισόδημα. Συγκεκριμένα, η Ελλάδα το 2024 κατέχει την πέμπτη θέση από το τέλος, μετά τις Λετονία, Σλοβακία, Εσθονία και Λιθουανία με τον μέσο όρο της Ευρωζώνης να είναι 1,59 φορές μεγαλύτερο από της Ελλάδας το 2024.

Αξίζει να τονιστεί, πως στην Ελλάδα τα νοικοκυριά δαπανούν αναλογικά το μεγαλύτερο μέρος του εισοδήματος τους στη διατροφή.

Σύμφωνα με την τελευταία έρευνα οικογενειακού προϋπολογισμού της ΕΛΣΤΑΤ με ημερομηνία έκδοσης 2023, οι υψηλότερες δαπάνες του μέσου προϋπολογισμού των νοικοκυριών το 2022, σε τρέχουσες τιμές, αφορούν τα είδη διατροφής και μη οινοπνευματώδη ποτά (20,9%), τη στέγαση (14,5%) και τις μεταφορές (13,3%), ενώ οι χαμηλότερες (3,4%) αφορούν τις υπηρεσίες εκπαίδευσης.

Ως εκ τούτου τα πενιχρά οικονομικά των ελληνικών νοικοκυριών οδηγούν σε πτώση της ποιότητας ζωής καθώς είναι αναγκασμένα να «κόβουν» φαγητό από το τραπέζι. Το 2022 καταγράφηκαν μειώσεις ποσοτήτων που καταναλώθηκαν σε ελαιόλαδο (-10,8%), γιαούρτι (-7%), ψάρια (-6,7%), γάλα (-5,5%), φρούτα (-4,2%), κρέας (-2,2%), τυριά (-2%), ψωμί (-1,5%), ζυμαρικά (-1,3%), λαχανικά (-1,3%) και ρύζι (-1,1%).

Ενδιαφέρον θα αποκτούσαν νεότερα στοιχεία καθώς έκτοτε το ελαιόλαδο, φερ’ επείν, έχει «σκαρφαλώσει» κατά πολύ υψηλότερα, αναγκάζοντας τα ελληνικά νοικοκυριά να το αντικαθιστούν με εναλλακτικές λύσεις, όπως φοινικέλαια, σπορέλαια κλπ.

Καφές: Σενάρια για παραμονή στο ΦΠΑ 13%

Στο συντελεστή 13% είναι πιθανό να παραμείνει για ένα επιπλέον εξάμηνο ο ΦΠΑ στον καφέ. Και αυτό λόγω της ραγδαίας αύξησης στην τιμή του προϊόντος, γεγονός εξαιρετικά δυσάρεστο για τους καταναλωτές.

Προκειμένου να ελεγχθούν οι αυξήσεις τιμών στην αγορά του καφέ, το οικονομικό επιτελείο ενδέχεται να προκρίνει το σενάριο για παράταση του μειωμένου συντελεστή και μετά το τέλος Ιουνίου οπότε και λήγει η ισχύς του μέτρου, σύμφωνα με την ΕΡΤ. Εξάλλου παραμονή του καφέ στο χαμηλό συντελεστή ΦΠΑ 13%, καθώς και μείωση του ειδικού φόρου κατανάλωσης – ο οποίος επηρεάζει κατά 55% την τελική τιμή για τον καταναλωτή- ζητούν οι παράγοντες της αγοράς.

Οι τελικές αποφάσεις θα ληφθούν το επόμενο διάστημα και σε κάθε περίπτωση πριν το τέλος Ιουνίου. Αν δεν υπάρξει παρέμβασηαπο την κυβέρνηση ο συντελεστής ΦΠΑ για το σερβιριζόμενο καφέ και για κατανάλωση σε «πακέτο» θα ανέβει στο 24% από 13%.

Οι εκπρόσωποι της αγοράς σημειώνουν ότι η επαναφορά του καφέ στο 24% ΦΠΑ θα οδηγήσει σε πρόσθετη αύξηση 11 μονάδων οι οποίες θα «περάσουν» στη λιανική τιμή με αρνητικές συνέπειες για τους καταναλωτές αλλά και την  εστίαση γενικότερα, καθώς οι επιχειρήσεις δεν έχουν τη δυνατότητα απορρόφησης των αυξήσεων. Τα στοιχεία δείχνουν ότι οι τιμές στην αγορά ποικιλίας καφέ Robusta έχουν φτάσει στα υψηλότερα επίπεδα των τελευταίων 45 ετών και από τον Ιανουάριο του 2024 έως το Μάιο έχουν αυξηθεί κατά 50% συμπαρασύροντας προς τα πάνω τη τιμή του καφέ Arabica. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις με τη νέα αύξηση 20% στην τιμή του καφέ ο Φρέντο εσπρέσο (take away) θα πωλείται στα 2,40-2,60 ευρώ από 2-2,20 ευρώ ενώ η τιμή του Φρέντο καπουτσίνο (take away) θα ανέβει στα 2,60-2,90 ευρώ από 2,20- 2,40 ευρώ σήμερα.

Πάντως το δημοσιονομικό κόστος για την παράταση του μειωμένου ΦΠΑ στο καφέ δεν είναι απαγορευτικό καθώς μαζί με τα ταξί, που τη δεδομένη στιγμή δεν υπάρχει σχέδιο για διατήρηση του χαμηλού συντελεστή, ανέρχεται στα 77 εκατ. Ευρώ.

Το στίγμα των προθέσεων της κυβέρνησης αναμένεται να δοθεί στην επικείμενη συνάντηση της πολιτικής ηγεσίας του υπουργείου Οικονομικών με τη διοίκηση της Ελληνικής Ένωσης Επιχειρήσεων Οργανωμένης Εστίασης.   

Όσον αφορά πάντως στον ΕΦΚ στον καφέ, η ηγεσία του ΥΠΟΙΚ, δεν φαίνεται να συζητά καν το θέμα, καθώς μια μείωση θα άνοιγε τεράστια τρύπα στα κρατικά ταμεία και θα έθετε σε κίνδυνο το δημοσιονομικό στόχο για πρωτογενές πλεόνασμα 2,1% του ΑΕΠ φέτος.

Σύμφωνα με το νόμο, εκτός του καφέ, στις 30 Ιουνίου τελειώνει το καθεστώς του μειωμένου συντελεστή ΦΠΑ 13% για το κακάο, το τσάι, το χαμομήλι και λοιπά αφεψήματα που σερβίρονται σε καταστήματα εστίασης ή καταναλώνονται σε πακέτο ή «στο χέρι».

Η μείωση των συντελεστών ΦΠΑ σε αθλητισμό, πολιτισμό, καφέ, μεταφορές και τουριστικό πακέτο καθιερώθηκε την περίοδο της πανδημίας ως ένα μέτρο στήριξης της αγοράς. Έκτοτε υπήρξαν αλλεπάλληλες παρατάσεις μέχρι τις αρχές του έτους οπότε τέθηκε σε ισχύ μόνιμη μείωση των συντελεστών από το 24% στο 13% για τα αναψυκτικά, τις  μεταφορές, τα γυμναστήρια, τα εισιτήρια στους κινηματογράφους ενώ επεκτάθηκαν για  για ένα ακόμα εξάμηνο οι μειωμένοι συντελεστές στον καφέ και τα ροφήματα στην εστίαση καθώς και στα κόμιστρα των ταξί.

Ακολουθήστε το Πενταπόσταγμα στο Google news Google News

ΔΗΜΟΦΙΛΗ