Ήταν Ιούλιος του 2022, στην κορύφωση της ενεργειακής κρίσης, όταν η ΕΚΤ πάτησε το κουμπί στις αυξήσεις επιτοκίων.
Μετά από δέκα ψυχρολουσίες για νοικοκυριά- αλλά και τις επιχειρήσεις- με τις δόσεις των παλιών στεγαστικών δανείων να “φουσκώνουν” κατά τουλάχιστον 250 ευρώ και την απόκτηση στέγης να καθίσταται σχεδόν απαγορευτική για τα μικρομεσαία βαλάντια, η Κ. Λαγκάρντ από την Αθήνα πάτησε το κουμπί του “stop”, βρίσκοντας το επιτόκιο της ΕΚΤ σκαρφαλωμένο στο 4%. Είναι άραγε αυτό το “ταβάνι”;
Εξαιρετικά πρόωρη η συζήτηση για μειώσεις επιτοκίων
Το μήνυμα που έχουν εκπέμψει προ πολλού τα αποκαλούμενα “περιστέρια”- μεταξύ των οποίων ο Γ. Στουρνάρας- στις συνεδριάσεις της ΕΚΤ είναι ότι ήδη κινούμαστε στη κόψη του ξυραφιού κι ότι οποιαδήποτε άλλη αύξηση επιτοκίων θα επιβαρύνει την οικονομία της Ευρώπης, που πασχίζει να ορθοποδήσει μετά τις αλλεπάλληλες κρίσεις. Όπως τονίζουν, άλλωστε, αρμόδιες πηγές, οι επιπτώσεις από τις αυξήσεις επιτοκίων θα φανούν στο επόμενο 8μηνο.
Από την άλλη, τα αποκαλούμενα “γεράκια”- μεταξύ των οποίων ο Γερμανός Κεντρικός Τραπεζίτης Νάγκελ- επιμένουν να κραδαίνουν την απειλή του πληθωρισμού. Ποιες θα είναι οι επόμενες κινήσεις;
Αν στοιχημάτιζε κανείς πριν από κάνα μήνα πώς θα κινηθεί η ΕΚΤ μετά το ορόσημο του 4%, οι πιθανότητες θα ήταν ότι τα επιτόκια θα διατηρηθούν σε αυτά τα επίπεδα για περίπου 12- 16 μήνες, πριν ξεκινήσει η όποια αποκλιμάκωση τους, παρά το ότι ο πληθωρισμός δεν υποχωρεί με την ταχύτητα που προσδοκούσαν πολλοί στη Φρανκφούρτη και στις Βρυξέλλες. Τα δεδομένα, ωστόσο, δείχνουν να έχουν αλλάξει και γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο η Κ. Λαγκάρντ όχι μόνο έδειξε απρόθυμη να δώσει έναν ορίζοντα για τις πρώτες μειώσεις επιτοκίων, αλλά δεν απέκλεισε το ενδεχόμενο να δούμε και νέα/νέες αυξήσεις επιτοκίων.
Τι είναι αυτό που φοβίζει την Κ. Λαγκάρντ;
Μέχρι πρότινος, βασική πηγή ανησυχίας ήταν ότι οι ανατιμήσεις είχαν διαχυθεί και στο πεδίο των υπηρεσιών, ανατροφοδοτώντας ένα φαύλο κύκλο πληθωριστικών πιέσεων. Πλέον, ειδικά μετά τις εξελίξεις στη Μ. Ανατολή, η προσοχή είναι στραμμένη εκ νέου στο πεδίο της Ενέργειας.
Το θρίλερ με τις τιμές των τροφίμων και των καυσίμων
Μετά από πολλές αναθεωρήσεις, οι τεχνοκράτες στη Φρανκφούρτη και τις Βρυξέλλες στήριξαν τις μακροοικονομικές τους παραδοχές για το 2023- 2024 στο ότι το πετρέλαιο δεν θα ξεπεράσει φέτος τα 83 δολάρια και τα 82 δολάρια την επόμενη χρονιά. Δυστυχώς οι εξελίξεις δεν τους επιβεβαιώνουν, ενώ οι προβλέψεις είναι μάλλον δυσοίωνες.
Ιστορικά, το Brent έφτασε στο υψηλότερο σημείο όλων των εποχών, στα 147,50 δολάρια τον Ιούλιο του 2008. Τον Ιούνιο του 2022, στην “καρδιά” της ενεργειακής κρίσης, το πετρέλαιο άγγιξε τα 120 δολάρια. Ένα χρόνο αργότερα είχε “βουτήξει” στα 72 δολάρια, ωστόσο αυτό δεν ήταν το τέλος των υψηλών τιμών.
Σύμφωνα με την Trading Economics, το Brent αναμένεται να διαπραγματεύεται στα 94,57 δολάρια μέχρι το τέλος του τρέχοντος τριμήνου, ενώ εκτιμάται ότι θα διαπραγματεύεται στα 101,93 δολάρια σε 12 μήνες, με ό,τι συνεπάγεται φυσικά αυτό για τις λιανικές τιμές των καυσίμων, τα κόστη μεταφορών και τα κόστη παραγωγής.
Ανάλογος προβληματισμός αναδύεται και για το φυσικό αέριο, το οποίο κινείται γύρω στα 50 ευρώ, δηλαδή γύρω στα 7 ευρώ πάνω από το βασικό σενάριο της ΕΚΤ, με ό,τι συνεπάγεται αυτό για το κόστος της ηλεκτρικής ενέργειας.
Δεν είναι, όμως, ο “πονοκέφαλος” της Ενέργειας. Αν και απέχουμε από την... τρέλα του 2021- 2022, οι τιμές των τροφίμων καταγράφουν επίμονες, διψήφιες αυξήσεις κι αν δεν ήταν πολύ ψηλά η βάση σύγκρισης με πέρσι, είναι βέβαιο ότι ο γενικός δείκτης του πληθωρισμού θα ήταν διαφορετικός.
Αναμφίβολα τα φώτα πέφτουν πάνω στις διακυμάνσεις της τιμής του σιταριού, της ζάχαρης, του καλαμποκιού, του ρυζιού, που επηρεάζουν τη βιομηχανία τροφίμων.
Για τον πληθωρισμό και τα τρόφιμα
Η κ. Λαγκάρντ αναφέρθηκε και στο θέμα του πληθωρισμού. Υπάρχουν ορισμένοι δείκτες του πληθωρισμού που παραμένουν αυξημένοι και για αυτό θα πρέπει να παρακολουθούνται στενά, είπε. Η ίδια σημείωσε ότι οι τιμές στα τρόφιμα θα μπορούσαν να αυξηθούν περισσότερο από το αναμενόμενο λόγω ακραίων καιρικών συνθηκών, αλλά και της κλιματικής κρίσης. Άλλοι παράγοντες που θα μπορούσαν να οδηγήσουν μεσοπρόθεσμα σε υψηλότερα επίπεδα τον πληθωρισμό είναι μεταξύ άλλων το να γίνουν μεγαλύτερες από τις αναμενόμενες αυξήσεις στους μισθούς.
Τα καλά και τα κακά νέα
Τα καλά νέα είναι ότι οι συνθήκες του El -Ninio αναμένεται, μεν, να ενισχυθούν με πιθανότητα 80% κατά το διάστημα Ιανουαρίου-Μαρτίου 2024, αλλά με τις εκτιμήσεις να κάνουν αναφορά για ηπιότερο αρνητικό αντίκτυπο στις καλλιέργειες από το El-Ninio του 2015/16.
Τα κακά νέα είναι ότι η αναντιστοιχία προσφοράς- ζήτησης δημιουργεί ή συντηρεί ανοδικές τάσεις στις τιμές. Χαρακτηριστική περίπτωση το σιτάρι, όπου σύμφωνα με την ανάλυση της Τράπεζας Πειραιώς, είναι πιθανό το έλλειμμα προσφοράς σε σχέση με τη ζήτηση να λειτουργήσει θετικά στην τιμή του, κάτι που αποτυπώθηκε πρόσφατα, όπως και η κίνηση της Κίνας να εντείνει τις εισαγωγές και οι γεωπολιτικές ανησυχίες στη Μ. Ανατολή. Όμως, η συνέχιση των ρωσικών εξαγωγών πιθανά να λειτουργήσει επιβαρυντικά στην τιμή.
Όσον αφορά στη ζάχαρη, που κινείται σε υπερδιπλάσια τιμή σε σχέση με τα προ κρίσης επίπεδα, είναι πιθανό η σύσφιγξη στην προσφορά (παραγωγή και αποθέματα) σε σχέση με τη ζήτηση, να ενισχύσει την τιμή της. Παράλληλα, οι ανησυχίες της αγοράς για τον βραδύτερο ρυθμό των βραζιλιάνικων εξαγωγών ζάχαρης, λόγω προβλημάτων που παρατηρούνται στην εφοδιαστική αλυσίδα (δυσμενείς καιρικές συνθήκες στην φόρτωση των πλοίων στα λιμάνια της Βραζιλίας) αποτελούν έναν ακόμη ανοδικό κίνδυνο για την τιμή της, κάτι που αποτυπώθηκε πρόσφατα στην τιμή της σε υψηλό ενός μήνα.
Αναλυτικά, η Κριστίν Λαγκάρντ είπε τα ακόλουθα:
Καλησπέρα, ο Αντιπρόεδρος και εγώ σας καλωσορίζουμε στη συνέντευξη Τύπου μας. Θα ήθελα να ευχαριστήσω τον Διοικητή κ. Στουρνάρα για την ευγενική φιλοξενία του και να εκφράσω τη μεγάλη ευγνωμοσύνη μας στο προσωπικό της Τράπεζας της Ελλάδος για την έξοχη διοργάνωση της σημερινής συνεδρίασης του Διοικητικού Συμβουλίου.
Το Διοικητικό Συμβούλιο αποφάσισε σήμερα να διατηρήσει αμετάβλητα τα τρία βασικά επιτόκια της ΕΚΤ. Οι εισερχόμενες πληροφορίες επιβεβαιώνουν σε γενικές γραμμές τις προηγούμενες αξιολογήσεις μας για τις μεσοπρόθεσμες προοπτικές του πληθωρισμού. Ο πληθωρισμός αναμένεται να παραμείνει ακόμη πολύ υψηλός για πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα, οι δε εγχώριες πιέσεις στις τιμές εξακολουθούν να είναι ισχυρές. Ταυτόχρονα, ο πληθωρισμός μειώθηκε σημαντικά τον Σεπτέμβριο, μεταξύ άλλων και λόγω ισχυρών επιδράσεων της βάσης σύγκρισης, και οι περισσότεροι δείκτες μέτρησης του υποκείμενου πληθωρισμού συνέχισαν να εξασθενούν. Οι προηγούμενες αυξήσεις των επιτοκίων μας εξακολουθούν να μεταδίδονται δυναμικά στις συνθήκες χρηματοδότησης. Αυτό επιδρά ολοένα περισσότερο ανασταλτικά στη ζήτηση και επομένως συμβάλλει στην υποχώρηση του πληθωρισμού.
Είμαστε αποφασισμένοι να διασφαλίσουμε ότι ο πληθωρισμός θα επανέλθει εγκαίρως στον μεσοπρόθεσμο στόχο μας του 2%. Με βάση την τρέχουσα αξιολόγησή μας, θεωρούμε ότι τα βασικά επιτόκια της ΕΚΤ βρίσκονται σε επίπεδα τα οποία, αν διατηρηθούν για επαρκώς μακρό χρονικό διάστημα, θα έχουν σημαντική συμβολή σε αυτόν τον στόχο. Οι μελλοντικές αποφάσεις μας θα διασφαλίσουν ότι τα επιτόκια πολιτικής μας θα διαμορφωθούν σε επαρκώς περιοριστικά επίπεδα για όσο χρονικό διάστημα κρίνεται απαραίτητο.
Θα συνεχίσουμε να ακολουθούμε μια προσέγγιση που εξαρτάται από τα στοιχεία για τον καθορισμό του κατάλληλου επιπέδου και της κατάλληλης διάρκειας της περιοριστικής νομισματικής πολιτικής. Συγκεκριμένα, οι αποφάσεις μας για τα επιτόκια θα βασίζονται στην αξιολόγησή μας για τις προοπτικές του πληθωρισμού υπό το πρίσμα των εισερχόμενων οικονομικών και χρηματοπιστωτικών στοιχείων, για τη δυναμική του υποκείμενου πληθωρισμού και για την ένταση με την οποία μεταδίδεται η νομισματική πολιτική.
Οι σημερινές αποφάσεις μας παρουσιάζονται σε δελτίο Τύπου που είναι διαθέσιμο στον δικτυακό τόπο μας.
Θα σας παρουσιάσω τώρα με περισσότερες λεπτομέρειες το πώς περιμένουμε ότι θα εξελιχθεί η οικονομία και ο πληθωρισμός και στη συνέχεια θα εξηγήσω την αξιολόγησή μας όσον αφορά τις χρηματοπιστωτικές και νομισματικές συνθήκες.
Οικονομική δραστηριότητα
Η οικονομία της ζώνης του ευρώ παραμένει υποτονική. Οι πρόσφατες πληροφορίες υποδηλώνουν ότι η παραγωγή στον μεταποιητικό τομέα συνεχίζει να μειώνεται. Η υποτονική εξωτερική ζήτηση και οι αυστηρότερες συνθήκες χρηματοδότησης επηρεάζουν ολοένα περισσότερο αρνητικά τις επενδύσεις και τις καταναλωτικές δαπάνες. Η δυναμική του τομέα των υπηρεσιών επίσης εξασθενεί περαιτέρω. Αυτό οφείλεται κυρίως στο γεγονός ότι η υποτονικότερη βιομηχανική δραστηριότητα επηρεάζει και άλλους τομείς, η ώθηση από τις επιδράσεις λόγω της επανεκκίνησης της οικονομίας εξασθενεί και ο αντίκτυπος των υψηλότερων επιτοκίων διευρύνεται. Η οικονομία είναι πιθανόν να παραμείνει υποτονική για το υπόλοιπο αυτού του έτους. Όμως, καθώς ο πληθωρισμός θα υποχωρεί περαιτέρω, τα πραγματικά εισοδήματα των νοικοκυριών θα ανακάμπτουν και η ζήτηση για εξαγωγές προϊόντων και υπηρεσιών της ζώνης του ευρώ θα αρχίσει να αυξάνεται, η οικονομία αναμένεται να ενισχυθεί τα επόμενα έτη.
Η οικονομική δραστηριότητα έχει υποστηριχθεί μέχρι σήμερα από την ευρωστία της αγοράς εργασίας. Το ποσοστό ανεργίας διαμορφώθηκε στο ιστορικά χαμηλό επίπεδο του 6,4% τον Αύγουστο. Ταυτόχρονα, υπάρχουν ενδείξεις ότι η αγορά εργασίας αποδυναμώνεται. Δημιουργούνται λιγότερες νέες θέσεις εργασίας, μεταξύ άλλων και στον τομέα των υπηρεσιών, εξέλιξη που συμβαδίζει με το γεγονός ότι η επιβράδυνση της οικονομίας μετακυλίεται σταδιακά στην απασχόληση.
Καθώς η ενεργειακή κρίση αποκλιμακώνεται, οι κυβερνήσεις θα πρέπει να συνεχίσουν να αίρουν τα σχετικά μέτρα στήριξης. Αυτό είναι σημαντικό προκειμένου να αποφευχθεί η ώθηση προς τα πάνω των μεσοπρόθεσμων πληθωριστικών πιέσεων, κάτι που διαφορετικά θα απαιτούσε μια ακόμη πιο περιοριστική νομισματική πολιτική. Οι δημοσιονομικές πολιτικές θα πρέπει να είναι σχεδιασμένες ούτως ώστε να κάνουν την οικονομία μας πιο παραγωγική και να μειώσουν σταδιακά το υψηλό δημόσιο χρέος. Διαρθρωτικές πολιτικές και επενδύσεις για τη βελτίωση του παραγωγικού δυναμικού της ζώνης του ευρώ – οι οποίες θα υποστηρίζονταν από την πλήρη υλοποίηση του προγράμματος Next Generation EU – μπορούν να συμβάλουν στη μείωση των πιέσεων στις τιμές μεσοπρόθεσμα, ενώ στηρίζουν την πράσινη μετάβαση και τον ψηφιακό μετασχηματισμό. Προς τον σκοπό αυτό, η μεταρρύθμιση του πλαισίου οικονομικής διακυβέρνησης της ΕΕ αναμένεται να ολοκληρωθεί πριν από το τέλος αυτού του έτους και η πρόοδος προς την Ένωση Κεφαλαιαγορών και η ολοκλήρωση της Τραπεζικής Ένωσης αναμένεται να επιταχυνθούν.
Πληθωρισμός
Ο πληθωρισμός μειώθηκε σε 4,3% τον Σεπτέμβριο, σχεδόν μία ολόκληρη ποσοστιαία μονάδα χαμηλότερα από το επίπεδο στο οποίο είχε διαμορφωθεί τον Αύγουστο. Σε βραχυπρόθεσμο ορίζοντα, είναι πιθανόν να υποχωρήσει περαιτέρω, καθώς οι απότομες αυξήσεις των τιμών της ενέργειας και των ειδών διατροφής που καταγράφηκαν το φθινόπωρο του 2022 θα παύσουν να επηρεάζουν τους ετήσιους ρυθμούς. Η υποχώρηση που σημειώθηκε τον Σεπτέμβριο ήταν γενικευμένη. Ο πληθωρισμός των τιμών των ειδών διατροφής επιβραδύνθηκε ξανά, αν και παραμένει σε υψηλό επίπεδο με βάση τα ιστορικά δεδομένα. Σε ετήσια βάση, οι τιμές της ενέργειας μειώθηκαν κατά 4,6% αλλά, πολύ πρόσφατα, αυξήθηκαν ξανά και έγιναν λιγότερο προβλέψιμες λόγω των νέων γεωπολιτικών εντάσεων.
Ο πληθωρισμός χωρίς την ενέργεια και τα είδη διατροφής υποχώρησε σε 4,5% τον Σεπτέμβριο, από 5,3% τον Αύγουστο. Αυτή η μείωση στηρίχθηκε από τις βελτιωμένες συνθήκες προσφοράς, τη μετακύλιση των προηγούμενων μειώσεων των τιμών της ενέργειας και τον αντίκτυπο της πιο περιοριστικής νομισματικής πολιτικής στη ζήτηση και την τιμολογιακή δύναμη των επιχειρήσεων. Ο πληθωρισμός των τιμών των αγαθών και ο πληθωρισμός των τιμών των υπηρεσιών υποχώρησαν σημαντικά, σε 4,1% και 4,7% αντίστοιχα, μάλιστα ο πληθωρισμός των τιμών των υπηρεσιών επίσης ωθήθηκε προς τα κάτω και λόγω των έντονων επιδράσεων της βάσης σύγκρισης. Οι πιέσεις στις τιμές στον τομέα του τουρισμού και των ταξιδιών φαίνεται να μετριάζονται.
Οι περισσότεροι δείκτες του υποκείμενου πληθωρισμού συνεχίζουν να υποχωρούν. Ταυτόχρονα, οι εγχώριες πιέσεις στις τιμές εξακολουθούν να είναι ισχυρές, αντανακλώντας επίσης την αυξανόμενη σημασία της αύξησης των μισθών. Οι δείκτες των πιο μακροπρόθεσμων προσδοκιών για τον πληθωρισμό διαμορφώνονται κυρίως γύρω στο 2%. Παρ’ όλα αυτά, ορισμένοι δείκτες παραμένουν αυξημένοι και απαιτούν προσεκτική παρακολούθηση.
Αξιολόγηση κινδύνων
Οι κίνδυνοι για την οικονομική ανάπτυξη παραμένουν καθοδικοί. Η ανάπτυξη θα μπορούσε να είναι χαμηλότερη εάν οι επιδράσεις της νομισματικής πολιτικής αποδειχθούν εντονότερες από ό,τι αναμένεται. Μια υποτονικότερη παγκόσμια οικονομία θα επηρέαζε επίσης αρνητικά την ανάπτυξη. Ο αδικαιολόγητος πόλεμος της Ρωσίας κατά της Ουκρανίας και η τραγική σύγκρουση που προκάλεσαν οι τρομοκρατικές επιθέσεις στο Ισραήλ αποτελούν βασικές πηγές γεωπολιτικού κινδύνου. Αυτό μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα η εμπιστοσύνη των επιχειρήσεων και των νοικοκυριών να μειωθεί και η αβεβαιότητά τους για το μέλλον να αυξηθεί, και να επηρεάσει περαιτέρω δυσμενώς την ανάπτυξη. Αντιθέτως, η ανάπτυξη θα μπορούσε να είναι μεγαλύτερη από ό,τι αναμένεται, εάν το γεγονός ότι η αγορά εργασίας συνεχίζει να είναι ανθεκτική και τα πραγματικά εισοδήματα αυξάνονται επιφέρει ενίσχυση της εμπιστοσύνης των ανθρώπων και των επιχειρήσεων και των δαπανών τους ή η παγκόσμια οικονομία αναπτυχθεί με εντονότερο ρυθμό από ό,τι αναμένεται.
Οι ανοδικοί κίνδυνοι για τον πληθωρισμό θα μπορούσαν να οφείλονται στο υψηλότερο κόστος της ενέργειας και των ειδών διατροφής. Οι αυξημένες γεωπολιτικές εντάσεις θα μπορούσαν να ωθήσουν προς τα πάνω τις τιμές της ενέργειας σε βραχυπρόθεσμο ορίζοντα, περιβάλλοντας παράλληλα τις μεσοπρόθεσμες προοπτικές με μεγαλύτερη αβεβαιότητα. Τα ακραία καιρικά φαινόμενα, και η εξελισσόμενη κλιματική κρίση γενικότερα, θα μπορούσαν να ωθήσουν τις τιμές των ειδών διατροφής προς τα πάνω περισσότερο από ό,τι αναμένεται. Μια διαρκής αύξηση των προσδοκιών για τον πληθωρισμό πάνω από τον στόχο μας ή υψηλότερες από τις αναμενόμενες αυξήσεις των μισθών ή των περιθωρίων κέρδους θα μπορούσαν επίσης να ωθήσουν τον πληθωρισμό σε υψηλότερο επίπεδο, και σε μεσοπρόθεσμο ορίζοντα. Αντιθέτως, η υποτονικότερη ζήτηση – για παράδειγμα λόγω μιας εντονότερης μετάδοσης της νομισματικής πολιτικής ή επιδείνωσης του οικονομικού περιβάλλοντος στον υπόλοιπο κόσμο σε ένα περιβάλλον μεγαλύτερων γεωπολιτικών κινδύνων – θα μετρίαζε τις πιέσεις στις τιμές, ιδίως σε μεσοπρόθεσμο ορίζοντα.
Χρηματοπιστωτικές και νομισματικές συνθήκες
Τα πιο μακροπρόθεσμα επιτόκια έχουν αυξηθεί σημαντικά μετά την τελευταία συνεδρίασή μας, αντανακλώντας έντονες αυξήσεις σε άλλες σημαντικές οικονομίες. Η νομισματική πολιτική μας εξακολουθεί να μεταδίδεται έντονα στις ευρύτερες συνθήκες χρηματοδότησης. Η άντληση χρηματοδότησης έχει γίνει πιο δαπανηρή για τις τράπεζες και τα επιτόκια των επιχειρηματικών δανείων και των ενυπόθηκων στεγαστικών δανείων αυξήθηκαν ξανά τον Αύγουστο, σε 5,0% και 3,9% αντίστοιχα.
Τα υψηλότερα επιτόκια δανεισμού, μαζί με τις συναφείς περικοπές στα επενδυτικά σχέδια και τις αγορές κατοικιών, οδήγησαν σε περαιτέρω απότομη πτώση της ζήτησης πιστώσεων το γ΄ τρίμηνο, όπως αναφέρεται στην πιο πρόσφατη έρευνά μας για τις τραπεζικές χορηγήσεις. Επιπλέον, τα πιστοδοτικά κριτήρια για δάνεια προς επιχειρήσεις και νοικοκυριά έγιναν πιο αυστηρά. Οι τράπεζες ανησυχούν περισσότερο για τους κινδύνους που αντιμετωπίζουν οι πελάτες τους και είναι λιγότερο διατεθειμένες να αναλάβουν οι ίδιες κινδύνους.
Σε αυτό το περιβάλλον, η δυναμική των πιστώσεων έχει εξασθενήσει περαιτέρω. Ο ετήσιος ρυθμός αύξησης των δανείων προς επιχειρήσεις μειώθηκε απότομα, από 2,2% τον Ιούλιο σε 0,7% τον Αύγουστο και 0,2% τον Σεπτέμβριο. Τα δάνεια προς νοικοκυριά παρέμειναν υποτονικά, καθώς ο ρυθμός αύξησης επιβραδύνθηκε σε 1,0% τον Αύγουστο και 0,8% τον Σεπτέμβριο. Σε ένα περιβάλλον υποτονικών χορηγήσεων και μείωσης του μεγέθους του ισολογισμού του Ευρωσυστήματος, ο ετήσιος ρυθμός μεταβολής της ποσότητας χρήματος με την ευρεία έννοια (Μ3) μειώθηκε σε -1,3% τον Αύγουστο – στο χαμηλότερο επίπεδο που έχει καταγραφεί από την υιοθέτηση του ευρώ – και διαμορφώθηκε πάλι σε -1,2% τον Σεπτέμβριο.