Σε καθοδική τροχιά βρίσκεται η αγορά των κρυπτονομισμάτων, με το Bitcoin και τα υπόλοιπα ψηφιακά νομίσματα να υποχωρούν προς χαμηλότερα επίπεδα.
Είναι ενδεικτικό ότι η αξία του Bitcoin διολισθαίνει την Παρασκευή κάτω των 26.000 δολαρίων, καθώς ανέρχεται στα 25.988 δολάρια, σημειώνοντας ημερήσια πτώση της τάξης του 1%. Κατά σχεδόν 1% περιορίζεται και το Ethereum, το οποίο αναδιπλώνεται στα 1.642 δολάρια.
Οι απώλειες στα ψηφιακά νομίσματα, σύμφωνα με τους αναλυτές, σχετίζονται με την απόφαση της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς των ΗΠΑ (SEC) να αναβάλει έως τον Οκτώβριο την απόφαση έγκρισης επτά νέων αμοιβαίων κεφαλαίων σε Bitcoin.
Μερικοί από τους μεγαλύτερους διαχειριστές χρημάτων παγκοσμίως, όπως οι BlackRock, WisdomTree και VanEck, περίμεναν με αγωνία το «πράσινο φως» της SEC. Επομένως, η παράταση στη διαδικασία έγκρισης, αναμφίβολα, προκαλεί εκνευρισμό.
Πέραν των Bitcoin και Ethereum, σε αρνητικό έδαφος υποχωρούν και τα υπόλοιπα κρυπτονομίσματα, με το Solana να κάνει «βουτιά» 5% και να αναδιπλώνεται στο χαμηλότερο επίπεδο των τελευταίων έξι εβδομάδων (19,8 δολάρια).
Η συνολική κεφαλαιοποίηση της αγοράς crypto, ως εκ τούτου, διολισθαίνει κατά 3,4% και ανέρχεται στο 1,05 τρισ. δολάριο, παρά το γεγονός ότι ο ημερήσιος όγκος των συναλλαγών έχει ανέβει κατά 16,6% και πλέον φθάνει στα 37,3 δισ. δολάρια.
Πέραν όλων των άλλων, για την καθοδική τάση της αγοράς ευθύνεται και η προοπτική περαιτέρω αύξησης των επιτοκίων από πλευρά της ομοσπονδιακής τράπεζας των ΗΠΑ. Μια εξέλιξη, η οποία αναμένεται να «ψαλιδίσει» τη διάθεση για περιττό επενδυτικό ρίσκο.
Η Federal Reserve, βλέποντας τον πληθωρισμό να παραμένει υψηλότερος του μεσοπρόθεσμου στόχου (3,2% τον Ιούλιο), δεν αποκλείεται να προχωρήσει σε νέα αύξηση των επιτοκίων, τα οποία ήδη βρίσκονται στο υψηλότερο επίπεδο από το 2001 (5,25% – 5,50%).
Σύμφωνα με τους traders, ένα τέτοιο σενάριο συγκεντρώνει πιθανότητες της τάξης του 30% για τη συνεδρίαση του Σεπτεμβρίου, ενώ σχεδόν βέβαιη θα πρέπει να θεωρείται η διατήρηση των υψηλών επιτοκίων καθ’ όλη τη διάρκεια του 2023.
Υπό αυτό το πρίσμα, η έναρξη της διαδικασία χαλάρωσης της νομισματικής πολιτικής έχει μετατοπιστεί, όπως εκτιμούν οι αναλυτές, για το β’ τρίμηνο του 2024.