Ο λογαριασμός για την ενεργειακή κρίση στην Ευρώπη πλησιάζει τα 800 δισ. ευρώ, ανακοίνωσαν ερευνητές τη Δευτέρα, ζητώντας από τις χώρες να είναι πιο συγκρατημένες στις δαπάνες τους για την επίλυση της ενεργειακής κρίσης, αναφέρει το Reuters.
Σύμφωνα με αναλυτές από το think-tank Bruegel, από τον Σεπτέμβριο του 2021, οι χώρες της ΕΕ έχουν δεσμεύσει ή διαθέσει 681 δισεκατομμύρια ευρώ για να μετριάσουν τον αντίκτυπο της ενεργειακής κρίσης σε εταιρείες και επιχειρήσεις, ενώ η Μεγάλη Βρετανία και η Νορβηγία έχουν διαθέσει 103 δισεκατομμύρια ευρώ και, αντίστοιχα , 8,1 δισ. ευρώ.
Το σημερινό σύνολο των 792 δισεκατομμυρίων ευρώ έρχεται μετά την εκτίμηση του Bruegel τον Νοέμβριο του 2022 στα 706 δισεκατομμύρια ευρώ, καθώς οι χώρες συνεχίζουν να παλεύουν με τις επιπτώσεις των περικοπών του ρωσικού αερίου κατά τη διάρκεια του χειμώνα. Στην πρώτη θέση στη λίστα των δαπανών βρίσκεται η Γερμανία, με σχεδόν 270 δισ. ευρώ, ποσό που ξεπερνά αυτό που έχει διαθέσει οποιαδήποτε άλλη χώρα.
Ακολουθούν η Μεγάλη Βρετανία, η Ιταλία και η Γαλλία, αν και η καθεμία ξόδεψε λιγότερα από 150 δισ. ευρώ. Τα περισσότερα κράτη μέλη της ΕΕ δαπάνησαν ένα κλάσμα αυτού του ποσού. Σε επίπεδο κατά κεφαλήν, τις υψηλότερες δαπάνες πραγματοποίησαν το Λουξεμβούργο, η Δανία και η Γερμανία.
Τα ποσά που διατίθενται από τις χώρες για τον μετριασμό των επιπτώσεων της ενεργειακής κρίσης βρίσκονται πλέον στο ίδιο επίπεδο με το ταμείο ανάκαμψης της ΕΕ μετά την πανδημία των 750 δισεκατομμυρίων ευρώ και έρχονται σε μια περίοδο που συζητούνται προτάσεις για χαλάρωση των κανονισμών σχετικά με τις κρατικές ενισχύσεις για έργα της πράσινης τεχνολογίας.
Σε αυτό το τμήμα, η Ευρώπη προσπαθεί να ανταγωνιστεί τις επιδοτήσεις που χορηγούνται στις Ηνωμένες Πολιτείες και την Κίνα.
Σύμφωνα με αναλυτές του Bruegel, οι κυβερνήσεις πρέπει να επικεντρωθούν περισσότερο σε μέτρα στήριξης που στοχεύουν στη μείωση των τιμών για τους καταναλωτές στον τομέα της ενέργειας, όπως η μείωση του ΦΠΑ στη βενζίνη ή ο περιορισμός των τιμών λιανικής.
Επίσης, η δυναμική πρέπει να αλλάξει, καθώς τα κράτη θα μπορούσαν να εξαντλήσουν τον δημοσιονομικό χώρο για να διατηρήσουν τόσο σημαντική χρηματοδότηση.
Αντί για μέτρα περιορισμού των τιμών, που είναι στην πραγματικότητα επιδοτήσεις για ορυκτά καύσιμα, οι κυβερνήσεις πρέπει να υιοθετήσουν πολιτικές προσανατολισμένες στη στήριξη του εισοδήματος και σε στρατηγικούς τομείς της οικονομίας", εξήγησε ο Giovanni Sgaravatti, ερευνητής στο think-tank the Bruegel στις Βρυξέλλες .