Στην ελληνική αγορά εισέρχονται και μάλιστα με δυναμικό τρόπο, η μία μετά την άλλη, μεγάλες low cost αλυσίδες λιανικής χωρών της Ανατολικής Ευρώπης και της Τουρκίας επιχειρώντας να ξαναγράψουν τον χάρτη της αγοράς εν μέσω της νέας αναταραχής που προκαλεί το πληθωριστικό σπιράλ.
Τους τελευταίους μήνες, τρεις δημοφιλείς αλυσίδες της Ανατολικής Ευρώπης έχουν ξεκινήσει πλέον να ανοίγουν καταστήματα στην Ελλάδα και άλλες δύο έχουν συστήσει ελληνικές θυγατρικές με προοπτική να αναπτύξουν δίκτυο επί ελληνικού εδάφους. Την ίδια ώρα υπάρχουν και άλλες, κυρίως πολωνικές εταιρείες της ένδυσης και της υπόδησης, που επενδύουν προς το παρόν αποκλειστικά στο διαδικτυακό κανάλι πωλήσεων δημιουργώντας eshops στα ελληνικά και με ελληνικό domain, επιτυγχάνοντας σημαντική διείσδυση, όπως π.χ. το epapoutsia.gr, που όμως έχουν τη βάση τους στο εξωτερικό.
Ολες αυτές οι αλυσίδες, έχοντας ως κύριο όπλο τις χαμηλές τιμές, θεωρούν ότι μπορούν εύκολα να αποσπάσουν ικανοποιητικά μερίδια στην εγχώρια αγορά μέσα σε έναν χρόνο, αφού ο Ελληνας καταναλωτής λόγω και της μακράς περιόδου κρίσης που βίωσε έχει αλλάξει συνήθειες επιστρέφοντας στο «value for money» ως κυρίαρχο παράγοντα μιας δαπάνης. Παράλληλα θεωρούν πως η ελληνική αγορά εξακολουθεί να έχει καλές προοπτικές παρά τις νέες αναταράξεις στο διεθνές οικονομικό κλίμα, κυρίως λόγω της δυναμικής εξέλιξης του τουρισμού. Με το συγκεκριμένο μοντέλο ανάπτυξης, εξάλλου, έχουν καταφέρει να έχουν σήμερα σημαντικό αποτύπωμα στις μεγάλες αγορές της ευρύτερης «γειτονιάς» μας, όπως στη Βουλγαρία και τη Ρουμανία.
Σε αυτό το «κύμα εισβολής» πρωτοστατούν κυρίως μεγάλοι λιανεμπορικοί όμιλοι από την Πολωνία, όπως είναι η Pepco, την Τουρκία, με χαρακτηριστικότερο παράδειγμα την LC Waikiki, ξεκινώντας ήδη να χτίζουν το brand τους με τα πρώτα καταστήματα που άνοιξαν επί ελληνικού εδάφους, ενώ εσχάτως γίνονται προσπάθειες και από αλυσίδες της Σερβίας, με χαρακτηριστικότερη αυτή της Lilly Drogerie που κινείται στον χώρο της προσωπικής υγιεινής και των καλλυντικών.
Τα ηνία έχουν οι Πολωνοί
Αναμφισβήτητα η χώρα με έντονη εξωστρέφεια και επιθετικό πλάνο διείσδυσης σε κάθε ευρωπαϊκή αγορά είναι η Πολωνία. Ηδη τέσσερις πολωνικές εταιρείες λιανικής έχουν βάλει ως στόχο την ελληνική αγορά. Η μία εξ αυτών έχει ξεκινήσει ήδη και ανοίγει καταστήματα, η Pepco, με το brand Sinsay, μόλις συγκρότησε θυγατρική με σκοπό να δημιουργήσει δίκτυο, ενώ άλλες δύο προς το παρόν λειτουργούν μόνο μέσω Διαδικτύου, έχοντας καταφέρει ωστόσο να κερδίσουν σημαντικά μερίδια στο διαδικτυακό εμπόριο στη χώρα μας.
Full επίθεση η Pepco
Η Pepco μάλιστα παίζει full επίθεση, αφού μέσα στο τελευταίο δεκαήμερο εγκαινίασε τα δύο πρώτα καταστήματά της επί ελληνικού εδάφους. Το πρώτο είναι στο Retail Park Πειραιώς και το δεύτερο επί της οδού Πέτρου Ράλλη, δίπλα στο σούπερ μάρκετ Σκλαβενίτης. Οι ίδιοι μάλιστα έχουν έρθει αποφασισμένοι να ταράξουν τα νερά της ελληνικής αγοράς με ένα πλάνο επιθετικής ανάπτυξης ενός δικτύου καταστημάτων, το οποίο προς το παρόν δεν προσδιορίζουν δημοσίως, αλλά φαίνεται ότι θα είναι τριψήφιου αριθμού με βάση την εμπειρία της διείσδυσής τους σε Ρουμανία (πάνω από 400 καταστήματα) και Βουλγαρία (πάνω από 100 καταστήματα). Δύο αγορές με τις οποίες ο όμιλος αποφάσισε να συνδέσει και την ελληνική θέτοντάς την υπό τη διοίκηση της ρουμανικής ομάδας.
Οπως έλεγε στο «business stories» η επικεφαλής Νότιας Ευρώπης της αλυσίδας Ανκα Σαντού, ως το τέλος της χρονιάς θα έχουν ανοίξει τα δέκα πρώτα καταστήματα της αλυσίδας που αναπτύσσεται ραγδαία σε όλη την Ευρώπη φτάνοντας τα 3.000 εμπορικά σημεία, με αιχμή την ένδυση -κυρίως την παιδική- αλλά και τα είδη για το σπίτι. Τις προσεχείς ημέρες αναμένεται να ανοίξει το τρίτο κατάστημα της αλυσίδας στη χώρα μας, στη Λάρισα, εντός του Fashion City. Θα ακολουθήσει ένα στο εμπορικό κέντρο Avenue, ένα στο Ιλιον και δύο στη Θεσσαλονίκη.
«Μπορεί η έναρξη των δραστηριοτήτων μας στην Ελλάδα να συμπίπτει με μία δύσκολη οικονομική συγκυρία, όμως ειλικρινά πιστεύω ότι η τελευταία μπορεί να αποδειχθεί και κλειδί για τη γρήγορη διείσδυσή μας στην ελληνική αγορά», εξηγεί ο επικεφαλής ανάπτυξης της αλυσίδας σε Βουλγαρία και Ελλάδα. Με την έδρα της στο Πόζναν της Πολωνίας, η Pepco απασχολεί σήμερα περίπου 24.000 υπαλλήλους σε 17 χώρες σε όλη την Ευρώπη. Ο Ομιλος Pepco έχει επίσης τα brands Poundland και Dealz, για τα οποία προς το παρόν δεν υπάρχουν σχέδια για την Ελλάδα.
Βασικός μέτοχος του Ομίλου Pepco είναι η Steinhoff International Holdings, που ίδρυσε ο δισεκατομμυριούχος Γερμανός Μπρούνο Στάινχοφ. Ο Στάινχοφ, αν και ξεκίνησε τη δεκαετία του ’60 με το εμπόριο επίπλων που προμηθευόταν από χώρες του πρώην ανατολικού μπλοκ, κατάφερε να δημιουργήσει μία επιχειρηματική αυτοκρατορία στον χώρο της λιανικής έχοντας ως βάση τη Νότια Αφρική.
Τα «πολωνικά Zara»
Στην ανάπτυξη δικτύου καταστημάτων στην Ελλάδα αποσκοπεί και η Sinsay. Πρόκειται για άλλη μία αλυσίδα από την Πολωνία που κινείται στον χώρο της «γρήγορης μόδας» έχοντας λάβει το προσωνύμιο «πολωνικά Zara». Η εταιρεία ξεκίνησε εδώ και κάποιους μήνες να έχει διαδικτυακή παρουσία στη χώρα μας και κρίθηκε ότι υπάρχουν οι προϋποθέσεις να αποκτήσει και φυσική παρουσία.
Για την είσοδο της Sinsay στην Ελλάδα έχει συσταθεί ήδη εταιρεία από τον περασμένο Ιούνιο, η LPP Greece.
Μονοπρόσωπη Ιδιωτική Κεφαλαιουχική Εταιρεία, διαχειρίστρια της εταιρείας είναι η Slawomir Loboda, ενώ ενδεικτικό του επενδυτικού ενδιαφέροντος που υπάρχει για την ελληνική αγορά είναι ότι το αρχικό εταιρικό κεφάλαιο ανέρχεται σε 1 εκατ. ευρώ.
Η Sinsay ανήκε στον όμιλο LPP, έναν από τους μεγαλύτερους στην Πολωνία, με τη μητρική εταιρεία να είναι εισηγμένη στο Χρηματιστήριο της Βαρσοβίας. Ιδρυτές του Ομίλου και βασικοί μέτοχοι είναι οι Μάρεκ Πιετσόσκι και Τζέρζι Λουμπιάνεκ. Ο όμιλος διαθέτει μια αλυσίδα με περισσότερα από 1.700 καταστήματα συνολικής επιφάνειας 1,4 εκατομμυρίου τ.μ. και διανέμει ρούχα και αξεσουάρ σε τρεις ηπείρους. Απασχολεί πάνω από 24.000 άτομα στα γραφεία και τις δομές πωλήσεών της στην Πολωνία, στην Ευρώπη, στην Ασία και την Αφρική.
CCC Group
Καταλύτης της πολωνικής «επίθεσης» στην ελληνική αγορά στάθηκε η μεγάλη επιτυχία ενός άλλου ομίλου λιανικής, του CCC. Ο συγκεκριμένος, που ανήκει στον δισεκατομμυριούχο Ντάριους Μίλεκ, βρίσκεται πίσω από το δημοφιλέστερο διαδικτυακό κατάστημα υπόδησης στην Ελλάδα, το epapoutsia.gr. Μάλιστα, σύμφωνα με έρευνα της Deloitte, το συγκεκριμένο eshop αποτελεί σήμερα ένα από τα μεγαλύτερα στον ευρύτερο χώρο της μόδας στην Ελλάδα με μερίδιο 6,7%.
Γι’ αυτό και ο Ομιλος CCC δεν σταμάτησε εκεί. Λίγο πριν από την έκρηξη της πανδημίας λάνσαρε το eshop modivo.gr, το οποίο, πέρα από την υπόδηση, διαθέτει και προϊόντα ένδυσης και πρόσφατα το ccc.eu με είδη ένδυσης και accessories. Αξίζει να αναφερθεί ότι ο πολωνικός όμιλος είναι ηγέτης στον χώρο της υπόδησης στην Ανατολική και στην Κεντρική Ευρώπη, ενώ πρόσφατα έχει επεκταθεί και στη Μέση Ανατολή. Αν και διαθέτει επίσης δίκτυο καταστημάτων με το σήμα CCC, αυτό έχει αναπτυχθεί σε συγκεκριμένες χώρες, μια και αιχμή παραμένει το διαδικτυακό κανάλι πωλήσεων. Συνολικά, ο όμιλος έχει παρουσία σε 28 χώρες σε Ευρώπη και Μ. Ανατολή με περίπου 1.000 καταστήματα και 72 ηλεκτρονικές πλατφόρμες πωλήσεων. Θεωρείται από τους κύριους παίκτες στην αγορά υπόδησης. Σύμφωνα με τον ίδιο, ετησίως πουλάει περίπου 130 εκατομμύρια ζευγάρια παπουτσιών!
Answear
Νέος διαδικτυακός «παίκτης» από την Πολωνία στην ελληνική αγορά αποτελεί επίσης η Answear. Πρόκειται για μία εταιρεία που ίδρυσαν τα αδέρφια Κριστόφ και Αρκάντιους Μπάζολεκ, γνωστοί επιχειρηματίες στον χώρο της ένδυσης στην πολωνική αγορά από τη δεκαετία του ’90.
Πρόκειται για ένα ηλεκτρονικό κατάστημα με είδη ένδυσης, υπόδησης και accessories, το οποίο επιχειρούν τα δύο αδέλφια να το επεκτείνουν πανευρωπαϊκά. Στο πλαίσιο αυτό λάνσαραν στα τέλη της περασμένης χρονιάς το Answear.gr προτάσσοντας ότι διαθέτει πάνω από 400 διεθνώς αναγνωρισμένες μάρκες.
Η εταιρεία είναι εισηγμένη στο Χρηματιστήριο της Βαρσοβίας και χάρη στην πολιτική επιθετικής επέκτασής της στην Ευρώπη κατάφερε το 2021 να σημειώσει ρεκόρ πωλήσεων, φθάνοντας τα 146 εκατ. ευρώ. Η εταιρεία επιχειρεί να αναπτύξει το δικό της brand, Answear LAB, σε μια προσπάθεια να διατηρήσει υψηλά τα περιθώρια κέρδους, ενώ τρέχει και επενδυτικό πρόγραμμα που αφορά τα logistics.
Lilly Drogerie
Με την έναρξη της εμπορικής δραστηριότητας να γίνεται ουσιαστικά στα τέλη της περασμένης χρονιάς, η Lilly Drogerie, αλυσίδα λιανικής πώλησης προϊόντων ομορφιάς, υγείας, καλλυντικών και φαρμακευτικών, καταγόμενη από τη Σερβία, μετρά ήδη επτά καταστήματα στην Αττική, αλλά και ένα ιδιαίτερα ενεργό eshop. Τα εγκαίνια του τελευταίου καταστήματος έγιναν προ δεκαημέρου στο Retail Park Πειραιώς.
Πρόκειται ουσιαστικά για μία αλυσίδα που επιχειρεί να λανσάρει ένα μοντέλο διάθεσης κάθε προϊόντος που έχει να κάνει με την καθαριότητα, την προσωπική φροντίδα και την ομορφιά, το οποίο πέτυχε στη Σερβία τα τελευταία 20 χρόνια και τώρα γίνεται προσπάθεια να εξαχθεί. Η εταιρεία, που ιδρύθηκε το 2003 από τον επιχειρηματία και -πρώην πλέον- πολιτικό Μλάντεν Γκρούγικ, διαθέτει πάνω από 200 καταστήματα στη Σερβία κατέχοντας ηγετική θέση στην εγχώρια αγορά. Επίσης, έχει δημιουργήσει δίκτυο 90 καταστημάτων και στη Βουλγαρία. Η αλυσίδα επεκτάθηκε στην Ελλάδα μέσω κυπριακής εταιρείας συστήνοντας πέρυσι τη Lilly Drogerie Μονοπρόσωπη Α.Ε. με διαχειριστή τον Μιχάλη Ζερβογιαννάκη. Το μετοχικό κεφάλαιό της συμφωνήθηκε να ανέλθει στα 10 εκατ. ευρώ, εκ των οποίων τα 2,5 εκατ. ευρώ έχουν ήδη καταβληθεί.
Εκτός από τη διάθεση προϊόντων γνωστών εταιρειών του κλάδου καλλυντικών και ειδών προσωπικής υγιεινής, η εταιρεία έχει αναπτύξει τις δικές της μάρκες με στόχο την παροχή λύσεων σε λογικές τιμές.
Επιταχύνουν τη διείσδυση οι Τούρκοι
Την ίδια ώρα επιταχύνουν τη διείσδυσή τους και οι τουρκικές αλυσίδες λιανικής για τις οποίες είχε γράψει νωρίτερα φέτος το «b.s.».
Η αλυσίδα ένδυσης LC Waikiki πλέον «πάτησε» και στην Αττική ανοίγοντας προ ημερών το δεύτερο κατάστημά της, το οποίο βρίσκεται στο Retail Park Πειραιώς. Είχε προηγηθεί το πρώτο στο εμπορικό κέντρο River West. Συνολικά σήμερα η επονομαζόμενη «τουρκική Zara» λειτουργεί 8 καταστήματα στη χώρα μας, σε Αθήνα, Θεσσαλονίκη, Ξάνθη, Αλεξανδρούπολη, Λάρισα, Κόρινθο και Πάτρα.
Η εταιρεία ιδρύθηκε στη Γαλλία το 1988 και πήρε το όνομά της από την παραλία Γουακίκι στο νησί της Χαβάης και τα αρχικά των γαλλικών λέξεων «Les Copains» που σημαίνει «φίλοι». Το 1997 πέρασε σε τουρκικά χέρια. Βασικός μέτοχος είναι ο Μουσταφά Κουτσούκ, η περιουσία του οποίου, σύμφωνα με το «Forbes», υπολογίζεται σήμερα σε 1,6 δισ. δολάρια.
Στόχος της είναι να γίνει μία από τις 3 κορυφαίες επωνυμίες λιανικής πώλησης προϊόντων μόδας στην Ευρώπη μέχρι το 2023. Δηλαδή να βρεθεί κοντά στις Inditex (Zara) και H&M.
Έρχεται ο leader της Τουρκίας
Είσοδο στην ελληνική αγορά ετοιμάζει και ο εκ των κορυφαίων οίκων μόδας και luxury προϊόντων της Τουρκίας Vakko. Τον περασμένο Ιούνιο ιδρύθηκε ελληνική θυγατρική με τον τίτλο Vakko Investment Μονοπρόσωπη Ανώνυμη Εταιρεία με αρχικό μετοχικό κεφάλαιο ύψους 500.000 ευρώ, που καλύφθηκε πλήρως από την τουρκική ανώνυμη εταιρεία Vakko Holding Anonim Sirketi.
Σκοπός της εταιρείας, σύμφωνα με την εγγραφή στο ΓΕΜΗ, είναι η διαχείριση, εκμετάλλευση κ.ο.κ. ακινήτων (συμπεριλαμβανομένων και τουριστικών καταλυμάτων), η εισαγωγή, εξαγωγή και εμπορία προϊόντων ένδυσης, υπόδησης, αξεσουάρ, καλλυντικών, ειδών προσωπικής φροντίδας, ρολογιών, κοσμημάτων, υφασμάτων, οικιακού εξοπλισμού και επίπλων, καθώς και η αντιπροσώπευση oίκων του εξωτερικού και του εσωτερικού.
Δημιούργημα του εμβληματικού για την Τουρκία επιχειρηματία Βιτάλι Χάκο, η εταιρεία ξεκίνησε το 1934 ως ένα μικρό κατάστημα πιλοποιίας με την επωνυμία Ş«Sen Sapka» (χαρούμενα καπέλα). Στη συνέχεια υιοθέτησε το όνομα Vakko για τη μάρκα της και ξεκίνησε να παράγει μαντίλια από τουρκικό μετάξι. Σταδιακά κατόρθωσε να επεκταθεί πέρα από τα καπέλα, τα μαντίλια/φουλάρια/κασκόλ και τα υφάσματα και να κάνει την είσοδό της στον χώρο των ready-to-wear ενδυμάτων, όπου αποτελεί leader στην τουρκική αγορά έκτοτε.
Σήμερα η Vakko εξειδικεύεται σε high-fashion luxury προϊόντα, μέσα από μια σειρά πολλών συλλογών και καταστημάτων. Επίσης λειτουργεί πολυτελή πολυκαταστήματα (department stores) σε εμπορικά κέντρα στην Κωνσταντινούπολη, στην Αγκυρα και στη Σμύρνη. Πρόεδρος του διοικητικού συμβουλίου της Vakko είναι ο 66χρονος γιος του ιδρυτή της εταιρείας, Τζεμ Χάκο.