Η Ελλάδα θα είχε τη δεύτερη μεγαλύτερη μείωση στην ανάπτυξη μεταξύ των χωρών της Ευρωπαϊκής Ενωσης στην περίπτωση πλήρους διακοπής των ρωσικών εξαγωγών ενέργειας, σύμφωνα με έκθεση του ΟΟΣΑ «για τον οικονομικό και κοινωνικό αντίκτυπο και τις συνέπειες για την πολιτική από τον πόλεμο στην Ουκρανία», όπως αναφέρει η imerisia.gr.
Στην πρώτη αξιολόγηση του αντίκτυπου που θα έχει ο πόλεμος, ο ΟΟΣΑ υπολόγισε ότι στην περίπτωση μίας μείωσης κατά 20% των εισαγόμενων ενεργειακών εισροών – άμεσων και έμμεσων εισαγωγών στερεών καυσίμων, προϊόντων πετρελαίου και προσφοράς ρεύματος και φυσικού αερίου – η ακαθάριστη παραγωγή στις 22 χώρες της ΕΕ που είναι και μέλη του ΟΟΣΑ θα μειωνόταν πάνω από 1 ποσοστιαία μονάδα, αλλά στην Ελλάδα η μείωση θα ήταν περίπου 2,4%, δηλαδή υπερδιπλάσια.
Όσον αφορά τους κλάδους, τη μεγαλύτερη μείωση θα έχουν οι ενεργειακοί κλάδοι, ο κλάδος των βασικών μετάλλων, των αερομεταφορών και των χημικών.
Υψηλή η ενεργειακή εξάρτηση από τη Ρωσία
Ο πολύ μεγαλύτερος αντίκτυπος στην Ελλάδα οφείλεται, όπως προκύπτει από άλλους πίνακες της έκθεσης του ΟΟΣΑ, στην υψηλή ενεργειακή εξάρτηση της Ελλάδας από τη Ρωσία σε συνδυασμό με τη διάρθρωση της οικονομίας της (σχέση εισροών – εκροών).
Οι εισαγωγές ενέργειας της Ελλάδας από τη Ρωσία το 2019 ανέρχονταν κοντά στο 40% της συνολικής προσφοράς ενέργειας, κάτι που αφορά κυρίως το πετρέλαιο και δευτερευόντως το φυσικό αέριο. Πρόκειται για το έβδομο μεγαλύτερο ποσοστό εξάρτησης μεταξύ των χωρών, για τις οποίες παρουσιάζει στοιχεία ο ΟΟΣΑ.
Κάτω από 1% του ΑΕΠ οι εξαγωγές
Αξιοσημείωτο είναι ότι η Ελλάδα θα υφίστατο ισχυρότατο πλήγμα στην περίπτωση διακοπής των ρωσικών εξαγωγών παρά το γεγονός ότι οι γενικότερες οικονομικές και εμπορικές σχέσεις της με τη Ρωσία είναι πολύ χαμηλές. Σύμφωνα με τα στοιχεία, η εγχώρια προστιθέμενη αξία που εξήχθη στη Ρωσία (άμεσα και έμμεσα) το 2018 ήταν χαμηλότερη από το 1% του ελληνικού ΑΕΠ.
Ο αντίκτυπος του πολέμου σε Ευρωζώνη και ΗΠΑ
Σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ, ο πόλεμος στην Ουκρανία θα έχει σημαντική επίπτωση στην παγκόσμια οικονομία και ιδιαίτερα στην οικονομία της Ευρωζώνης.
Ειδικότερα, εκτιμά ότι θα μειώσει πάνω από μία ποσοστιαία μονάδα την παγκόσμια ανάπτυξη για διάστημα ενός έτους και θα αυξήσει τον παγκόσμιο πληθωρισμό κατά 2,5 ποσοστιαίες μονάδες.
Για την Ευρωζώνη, ωστόσο, προβλέπει μεγαλύτερη μείωση που θα φθάσει τις 1,4 ποσοστιαίες μονάδες, λόγω της μεγαλύτερης εξάρτησής της από τη ρωσική ενέργεια και τις στενότερες σχέσεις της με τη ρωσική οικονομία, ενώ για τις ΗΠΑ θα είναι μικρότερος (0,9 π.μ.). Ο αντίκτυπος στον πληθωρισμό της Ευρωζώνης υπολογίζεται σε 2 ποσοστιαίες μονάδες.
Οι υπολογισμοί αυτοί βασίζονται στην υπόθεση ότι τα σοκ των τιμών των εμπορευμάτων και στις χρηματοπιστωτικές αγορές που καταγράφηκαν τις δύο πρώτες εβδομάδες μετά τον πόλεμο θα διαρκέσουν για τουλάχιστον ένα χρόνο.
Στην περίπτωση, όμως, που διακόπτονταν εντελώς οι ρωσικές εξαγωγές ενέργειας, με αποτέλεσμα ακόμη μεγαλύτερες αυξήσεις στις τιμές της, τότε ο αντίκτυπος στον πληθωρισμό της Ευρωζώνης θα ήταν πάνω από 3,5 μονάδες και στην ανάπτυξη θα πλησίαζε τις 2 μονάδες.
Ο ΟΟΣΑ τάσσεται υπέρ στοχευμένων μέτρων από τις κυβερνήσεις που θα βοηθούσαν τους ευάλωτους να αντέξουν τις επιπτώσεις του πολέμου. «Καλά στοχευμένες αυξήσεις των δημόσιων δαπανών από τις χώρες του ΟΟΣΑ, της τάξης του 0,5% του ΑΕΠ, μπορούν να μειώσουν τον οικονομικό αντίκτυπο του πολέμου περίπου κατά το μισό χωρίς να αυξήσουν σημαντικά τον πληθωρισμό», σύμφωνα με την έκθεση.
Αν και η Ρωσία και η Ουκρανία αντιστοιχούν μόνο στο 2% του παγκόσμιου ΑΕΠ, έχουν πολύ σημαντική επίπτωση στις αγορές ενέργειας και εμπορευμάτων καθώς είναι μεγάλοι παραγωγοί πρώτων υλών που χρησιμοποιούνται σε όλο σχεδόν το φάσμα της παραγωγής.