Λ

ΛΑΘΡΟΜΕΤΑΝΑΣΤΕΣ

Άτομο που έχει μετακινηθεί σε χώρα στην οποία δεν είναι νόμιμος υπήκοος, χωρίς να έχει τηρήσει τις διαδικασίες που ορίζουν οι νόμοι της χώρας υποδοχής. Ο παράτυπος και παράνομος μετανάστης.

Κύπρος 0

Ανήλικοι «επενδυτές» τα έκαναν λαμπόγυαλο σε δομή της Πάφου λόγω επιδομάτων

Στην περιοχή κλήθηκαν ενισχύσεις από την Αστυνομία για να ηρεμήσουν τα πνεύματα
ΣΧΕΤΙΚΑ
Κόσμος 0

Σοκ στην Γαλλία: Νιγηριανός λαθρομετανάστης επιχείρησε να βιάσει νεαρή - Την έσωσε άστεγος

Ο ύποπτος είχε λάβει στο παρελθόν πέντε διαταγές να εγκαταλείψει το γαλλικό έδαφος
ΣΧΕΤΙΚΑ