Σύμφωνα με στοιχεία του Συριακού Παρατηρητηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, που εδρεύει στο Ηνωμένο Βασίλειο, περίπου 385.000 άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου. Ήτοι:
- 116 000 πολίτες.
- 130.000 στρατιώτες του συριακού στρατού, του Ιράν και της Χεζμπολάχ.
- 125.000 μαχητές της αντιπολίτευσης, συμπεριλαμβανομένων των τζιχαντιστών.
- 14.000 μαχητές της κουρδικής πολιτοφυλακής.
- Δηλαδή, 385.000 ζωές!
Όλο αυτό το διάστημα και παρά τις τεράστιες απώλειες, η κυβέρνηση του ΑΚΡ συνεχίζει επί 10 χρόνια χωρίς διακοπή την πολιτική της στη Συρία, είναι έχει οικοδομηθεί σε την αλυσίδα των λαθών, κάτι που μπορεί να χαρακτηριστεί ως η πιο δαπανηρή περιπέτεια εξωτερικής πολιτικής στην ιστορία της Τουρκικής Δημοκρατίας. Η χώρα που υπέστη την μεγαλύτερη ζημιά από τον εμφύλιο πόλεμο στη Συρία, είναι η Τουρκία. Επιπλέον, δεν γνωρίζουμε το κόστος που θα πληρώσουμε στο μέλλον.
του Haluk Özdalga (ahvalnews.com) - Μετάφραση: Σάββας Καλεντερίδης (infognomonpolitics.gr)
Η Τουρκία δεν ήταν υποχρεωμένη να συμμετέχει στην περιπέτεια που ξεκίνησε το 2011, με την στρατιωτική επέμβαση που έγινε για να αλλάξει το καθεστώς στη Δαμασκό.
Όταν κατέστη σαφές το 2017 ότι το καθεστώς δεν θα κατέρρευσε, όλοι οι παλιοί εταίροι, όπως οι ΗΠΑ και η Σαουδική Αραβία, εγκατέλειψαν το σχέδιο αλλαγής καθεστώτος. Η Τουρκία δεν ήταν υποχρεωμένη να συνεχίσει μόνη της αυτήν την περιπέτεια.
Τώρα το κέντρο της συριακής κρίσης είναι η επαρχία Ιντλίμπ. Η κυβέρνηση του ΑΚΡ έχει στριμωχτεί εκεί, στο Ιντλίμπ.
Από τον Ιανουάριο, το καθεστώς Άσαντ άρχισε να προελαύνει στο Ιντλίμπ υπό ρωσική υποστήριξη και να εκκαθαρίζει τα χωριά και τις πόλεις που καταλάμβανε από τους τζιχαντιστές μαχητές που τις κατείχαν. Το ΑΚΡ αισθάνθηκε μεγάλη ενόχληση και έγιναν αλλεπάλληλες επίσημες δηλώσεις-τελεσίγραφα προς τη συριακή πλευρά, να αποσύρει τα στρατεύματά της από τις περιοχές που απελευθέρωσε, ειδάλλως η Τουρκία θα χρησιμοποιούσε στρατιωτική βία. Ο εναέριος χώρος του Ιντλίμπ ελέγχεται πλήρως από τον αντίπαλο. Παρ’ όλα αυτά, με μια εξαιρετικά επικίνδυνη απόφαση, μια μεγάλη τουρκική στρατιωτική δύναμη συγκεντρώθηκε στο Ιντλίμπ.
Λίγο μετά την έναρξη των συγκρούσεων, στις 27 Φεβρουαρίου, 33 Τούρκοι στρατιώτες έχασαν τη ζωή τους ως αποτέλεσμα του βομβαρδισμού ρωσικών και συριακών αεροσκαφών. Ο Πούτιν, ο οποίος δεν θέλησε να ξεφύγει ο πόλεμος από τον έλεγχό του και να γίνει διεθνές πρόβλημα, κήρυξε μονομερή κατάπαυση του πυρός για 48 ώρες και δεν επέτρεψε να πετούν ρωσικά αεροσκάφη. Έτσι, η τουρκική πλευρά θα μπορούσε να εκτονώσει τον θυμό της. Έτσι, οι δυνάμεις που υποστηρίχθηκαν από τον τουρκικό στρατό, πήραν υπό τον έλεγχό τους ένα μικρό τμήμα του αυτοκινητοδρόμου Μ5 και την κωμόπολη Σαρακίμπ.
Όμως, όταν άρχισαν να πετούν και πάλι τα ρωσικά αεροσκάφη και να ελέγχουν τον εναέριο χώρο, όλες οι περιοχές που είχαν ανακαταληφθεί, της Σαρακίμπ συμπεριλαμβανομένης, εγκαταλείφθηκαν ταχύτατα.
Η κυβέρνηση του ΑΚΡ, όταν είδε ότι ήταν επικίνδυνα κολλημένη στο έδαφος και δεν μπορεί να έχει κανένα αποτελέσματα, έγινε η πλευρά που ζητούσε κατάπαυση του πυρός. Ο Πούτιν που ήλεγχε την κατάσταση, δεν ανταποκρίθηκε στην πρόσκληση να επισκεφθεί την Κωνσταντινούπολη και κράτησε τα χαρτιά του κλειστά. Όταν συνέχισαν τα αιτήματα της Τουρκίας για κατάπαυση της πυρός, έδωσε ραντεβού στον Ερντογάν στη Μόσχα, τις 5 Μαρτίου.
Ο Πούτιν, μηδενίζοντας τα κέρδη της Τουρκίας στο πεδίο των επιχειρήσεων, ήθελε να υποδεχτεί στη Μόσχα μια αποδυναμωμένη αντιπροσωπεία του ΑΚΡ. Και έτσι έγινε. Καμία από τις παραχωρήσεις που ζήτησε το AKP δεν έγινε αποδεκτή στις διαπραγματεύσεις.
Να υπογραμμίσουμε ότι οι δυνάμεις Συρίας-Ρωσίας-Ιράν που επιχειρούν μαζί στο πεδίο των επιχειρήσεων, έδρασαν προσεκτικά και φρόντισαν να προκαλέσουν ελεγχόμενες και περιορισμένες ζημίες στις τουρκικές ένοπλες δυνάμεις.
Αυτό το γνωρίζουμε τόσο από τα αποτελέσματα των συγκρούσεων όσο και από κάποια στοιχεία που δημοσιεύθηκαν στα παγκόσμια μέσα ενημέρωσης. Για παράδειγμα, όταν οι ιρανικές δυνάμεις υπέστησαν απώλειες από βομβαρδισμούς του τουρκικού στρατού, δεν ανταπέδωσαν τα πυρά, αλλά έστειλαν επίσημο μήνυμα στην Τουρκία, ότι αν δεν σταματήσει τους βομβαρδισμούς, το Ιράν θα απαντήσει με πυραυλικές επιθέσεις εναντίον των θέσεων του τουρκικού στρατού. Το αίτημα του Ιράν έγινε αποδεκτό.
Όλα αυτά είχαν ως αποτέλεσμα, παρά τις απειλές που εκτόξευσαν επισήμως εκπρόσωποι της κυβέρνησης και του AKP, ο τουρκικός στρατός δεν κατόρθωσε να ασκήσει πίεση στο συριακό στρατό για να υποχωρήσει έστω και ένα μέτρο. Ορισμένες συνέπειες των συγκρούσεων του Ιντλίμπ είναι οι εξής:
-Πρώτα απ’ όλα, το ΑΚΡ διαπίστωσε ότι οι πολιτοφυλακές των τζιχαντιστών, στις οποίες είχε μεγάλη εμπιστοσύνη η Τουρκία, δεν έχουν καμία πιθανότητα απέναντι στις δυνάμεις της Συρίας-Ρωσίας-Ιράν-Χεζμπολάχ. Ακόμη και με μεγάλη στρατιωτική υποστήριξη από πλευράς της Τουρκίας.
– Η Ρωσία δεν θέλει να τα σπάσει με την Τουρκία, επειδή οι προσδοκίες από τη συνεργασία με το ΑΚΡ είναι σημαντικές, έχει σχέδια και υπολογισμούς που είναι προς όφελος της Ρωσίας. Όμως είναι ξεκάθαρο ότι δεν πρόκειται να αποσύρει την υποστήριξη από το καθεστώς Άσαντ για χάρη της Τουρκίας, ούτε να αλλάξει την πολιτική της για εκκαθάριση των τζιχαντιστών.
– Η υποστήριξη που ζήτησε το ΑΚΡ από την Ευρώπη, για να διεθνοποιήσει το ζήτημα του Ιντλίμπ, δεν ήλθε. Μετά από αυτό, έσπρωξε με οργή τους πρόσφυγες στα ελληνικά σύνορα. Αλλά και αυτή η κίνηση του γύρισε ανάποδα. Η ΕΕ άρχισε να αναζητεί τρόπους για ενίσχυση των εξωτερικών της συνόρων. Μια άκαρπη συνάντηση πραγματοποιήθηκε στις Βρυξέλλες, όπου οι ηγέτες της ΕΕ αρνήθηκαν να διοργανώσουν κοινή συνέντευξη Τύπου (με τον Ερντογάν).
– Γιατί το AKP συγκέντρωσε με έναν τόσο επικίνδυνο τρόπο, τόσο μεγάλη στρατιωτική δύναμη στο Ιντλίμπ; Επειδή πιθανότατα ήλπιζε να έχει βαριές απώλειες στις μάχες και μετά από αυτό να παρασύρει τις ΗΠΑ στον πόλεμο του Ιντλίμπ. Άλλωστε το ζήτησαν αυτό ανοιχτά από τις ΗΠΑ. Έχουν ήδη ζητήσει ρητά. Όμως, με τη συμβολή της αποφασιστικής αλλά ελεγχόμενης στάσης της Ρωσίας, το AKP δεν κατάφερε να βρει αυτό που περίμενε στο σημείο αυτό.
Ένας δημοσιογράφος, ο κύριος στόχος του οποίου είναι η διάδοση της προπαγάνδας, των απόψεων και των πληροφοριών που συγκέντρωσε από τους κύκλους της κυβέρνησης, έγραψε πρόσφατα για τους επικίνδυνους λογαριασμούς του ΑΚΡ σχετικά με την «υποστήριξη που έπρεπε να δώσουν οι ΗΠΑ»:
«Οι Αμερικανοί αξιωματούχοι δεν έβγαλαν μιλιά όταν τις 27 Φλεβάρη η Τουρκία ήλθε αντιμέτωπη με τη Ρωσία. Για άλλη μια φορά, έγινε κατανοητό ότι οι ΗΠΑ πρόκειται να κάνουν τίποτε άλλο από το να ρίχνουν ξύλα στη φωτιά, για να συνεχίσει να καίει. Εάν η Τουρκία μπορούσε να εξασφαλίσει την απαραίτητη υποστήριξη από το ΝΑΤΟ και τις Ηνωμένες Πολιτείες, η συνάντηση Ερντογάν-Πούτιν τις 5 Μαρτίου θα μπορούσε να γίνει σε άλλο επίπεδο.” (Abdulkadir Selvi, 16 Μαρτίου 2020, Hürriyet)
Ακριβώς αυτό είναι που αποκαλούμε περιπέτεια στην εξωτερική πολιτική. Να προσπαθούμε να παρασύρουμε τις ΗΠΑ στον πόλεμο του Ιντλίμπ!
Η παραπάνω ενδιαφέρουσα δήλωση δείχνει επίσης ότι η αντιπροσωπεία του ΑΚΡ έχει πλήρη επίγνωση ότι είναι καταδικασμένη να μεταβεί στη Μόσχα με τα φτερά της ψαλιδισμένα από τον Πούτιν:
Τι θα συμβεί τώρα στο Ιντλίμπ;
Ο δρόμος Μ4 θα ανοίξει στην κυκλοφορία όπως ακριβώς προβλέπεται από την κατάπαυση του πυρός της 5ης Μαρτίου. Περισσότεροι από 100 οικισμοί που βρίσκονται νοτίως του δρόμου αυτού και είναι στα χέρια των τζιχαντιστών, θα εκκαθαριστούν απ’ αυτούς. Την αποστολή αυτή θα φέρουν σε πέρας από κοινού Τουρκία και Ρωσία. Αυτές οι περιοχές θα τεθούν βαθμιαία υπό τον έλεγχο της Δαμασκού.
O διάδρομος του Μ-4 και η περιοχή νοτίως αυτού που θα εκκαθαριστεί και θα παραδοθεί στο στρατό της Συρίας
Έτσι, η στρατιωτική δύναμη που έστειλε η Άγκυρα στο Ιντλίμπ, για να απωθήσει τις στρατιωτικές δυνάμεις της Δαμασκού, θα κληθεί να εκτελέσει την ακριβώς αντίθετη αποστολή, παραδίδοντας στο στρατό της Συρίας περιοχές του Ιντλίμπ εκκαθαρισμένες από τους συμμάχους της τζιχαντιστές.
Υπάρχουν πολλές οργανώσεις τζιχαντιστών στην περιοχή, στελεχωμένες κυρίως με ξένους μαχητές. Εκείνοι που ανήκουν σε οργανώσεις που συνδέονται με την Αλ Κάιντα ή ασπάζονται την ιδεολογία της, όπως το Τάγμα Tevhit ve Cihat, η Ταξιαρχία Καυκάσου, η οργάνωση Hurras el Din, έχουν δηλώσει ότι δεν δέχονται τη συμφωνία κατάπαυσης του πυρός και ότι θα συνεχίσουν να πολεμούν.
Η στάση της ισχυρότερης οργάνωσης, της Tahrir al-Sham, δεν είναι ακόμη σαφής. Η Ρωσία και οι σύμμαχοί της σίγουρα δεν θα δείξουν κατανόηση ενάντια στις οργανώσεις των τζιχαντιστών που επέλεξαν τον τρόπο των συγκρούσεων.
Παρά την αντίστασή της, η κυβέρνηση του ΑΚΡ είδε ότι ο δρόμος Μ5 άνοιξε με στρατιωτική δύναμη. Τώρα δεν θα προκαλέσει προβλήματα στο άνοιγμα του δρόμου Μ4. Θα μπορούσε να ενθαρρύνει και να πείσει τους τζιχαντιστές μαχητές να μετακινηθούν και να οχυρωθούν στον αστικό ιστό της πρωτεύουσας Ιντλίμπ. Γιατί θέλει να τους χρησιμοποιήσει και πάλι πολιτικά, στέλνοντάς τους εκεί.
Όμως, είναι απίθανο η Ρωσία να ανεχτεί ένα πριγκιπάτο της τζιχάντ στο κέντρο της πόλης Ιντλίμπ και τα περίχωρά της. Αφού σταθεροποιηθεί η κατάσταση μετά το άνοιγμα του δρόμου M5, του δρόμου M4 και εκκαθαριστούν οι γύρω περιοχές, τότε θα έλθει η σειρά και της πόλης του Ιντλίμπ.
Ένα από τα σοβαρότερα λάθη σ’ αυτά τα δέκα χρόνια λανθασμένης πολιτικής στη Συρία, ήταν η συσσώρευση τόσο μεγάλης στρατιωτικής δύναμης στο Ιντλίμπ, τη στιγμή που ο εναέριος χώρος ελέγχεται από τον αντίπαλο.
Όλα τα σημάδια, συμπεριλαμβανομένων συμβολικών αντικειμένων που τοποθετήθηκαν (σ.τ.μ. άγαλμα της Μεγάλης Αικατερίνης, ήττα της Τουρκίας στο Κιουτσιούκ Καϊναρτζή και γλυπτό του ρωσικού στρατού από την ήττα-συνθήκη του Αγίου Στεφάνου), για να ταπεινώσουν την τουρκική αντιπροσωπεία κατά τη διάρκεια της επίσκεψης στη Μόσχα, δείχνουν ότι η Ρωσία θα κινηθεί σκληρότερα από δω και πέρα.
Εάν γίνει κανένα λάθος κατά την επιχείρηση εκκαθάρισης του κέντρου της πόλης του Ιντλίμπ, η κυβέρνηση του ΑΚΡ μπορεί να βρεθεί και να βιώσει την κόλαση του Ιντλίμπ.
Το συμφέρον της Τουρκίας να εγκαταλείψει περιπέτεια της πολιτικής που αποσκοπεί στην αλλαγή καθεστώτος στη Δαμασκό και να επιδιώξει το ταχύτερο δυνατόν την επίτευξη της σταθερότητας στη Συρία.
Σημείωση: Το άρθρο δημοσιεύθηκε τις 19 Μαρτίου 2020 στον ιστότοπο ahvalnews. Την ίδια ημέρα, ομάδες τζιχαντιστών επιτέθηκαν σε μονάδα του τουρκικού στρατού στον αυτοκινητόδρομο Μ-4, όταν προσπαθούσε να άρει κωλύματα που είχε τοποθετήσει ο τουρκικός στρατός επί της οδού, το προηγούμενο διάστημα. Από την επίθεση ο τουρκικός στρατός μετρά 2 νεκρούς και δύο τραυματίες.