Το «Radio Liberty» ανακοίνωσε πως διακόπηκε η χρηματοδότηση του από την κυβέρνηση των ΗΠΑ, κατόπιν εκτελεστικού διατάγματος του προέδρου Ντόναλντ Τραμπ, που περιόρισε τις δαπάνες του Οργανισμού για τα Παγκόσμια Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης (USAGM) ενώ την ίδια στιγμή το Κογκρέσο διέκοψε και τη δική του επιχορήγηση στον ραδιοφωνικό σταθμό.
Σε ανακοίνωσή του, το «Radio Liberty» ανέφερε ότι η διακοπή της λειτουργίας του αποτελεί «νίκη για τους αντιπάλους των ΗΠΑ» και υποστήριξε ότι «οι Ιρανοί αγιατολάχ, οι Κινέζοι κομμουνιστές ηγέτες και οι απολυταρχικοί στη Μόσχα και το Μινσκ θα γιορτάσουν την κατάρρευση του σταθμού 75 χρόνια μετά την ίδρυσή του».
Λίγο μετά το «Radio Liberty», η «Φωνή της Αμερικής» (VOA) ανακοίνωσε επίσης τη διακοπή της λειτουργίας της λόγω των περικοπών. Ο διευθυντής της, Μάικλ Αμπράμοβιτς, δήλωσε ότι το κρατικά χρηματοδοτούμενο μέσο ενημέρωσης κλείνει εντελώς και ότι το σύνολο του προσωπικού –πάνω από 1.300 εργαζόμενοι, συμπεριλαμβανομένου του ίδιου– τέθηκε σε διοικητική άδεια.
«Είναι θλιβερό ότι για πρώτη φορά μετά από 83 χρόνια, η θρυλική «Φωνή της Αμερικής» σιωπά», έγραψε ο Αμπράμοβιτς στο Facebook.
Το προσωπικό της VOA ενημερώθηκε μέσω email ότι τίθεται σε άδεια μετ’ αποδοχών «μέχρι νεωτέρας» και ότι απαγορεύεται η πρόσβασή του στα γραφεία και τα εσωτερικά συστήματα του οργανισμού.
Εκτός από το «Radio Liberty» και τη «Φωνή της Αμερικής», η χρηματοδότηση περικόπηκε και για το «Radio Free Europe/Radio Liberty» και το «Radio Free Asia». Τα μέσα αυτά επικεντρώνονται στη μετάδοση ανεξάρτητων ειδήσεων σε χώρες με περιορισμούς στην ελευθερία του Τύπου, όπως η Ουκρανία, η Κίνα, η Ρωσία και η Βόρεια Κορέα.
Ο Οργανισμός για τα Παγκόσμια Μέσα Ενημέρωσης (USAGM), ο οποίος εποπτεύει αυτά τα μέσα, περιορίστηκε στη «βασική του λειτουργία» με εκτελεστικό διάταγμα του Τραμπ. Τη διοίκησή του ανέλαβε η Κάρι Λέικ, σύμμαχος του προέδρου.
«Ο πρόεδρος εξέδωσε εκτελεστικό διάταγμα με τίτλο Συνέχιση της μείωσης της ομοσπονδιακής γραφειοκρατίας», ανέφερε η Λέικ σε διαδικτυακή της ανάρτηση, καλώντας τους εργαζομένους του USAGM να ελέγξουν τα email τους για ενημερώσεις.
Η οργάνωση «Δημοσιογράφοι Χωρίς Σύνορα» καταδίκασε την απόφαση, χαρακτηρίζοντάς την «απόκλιση από τον ιστορικό ρόλο των ΗΠΑ ως υπερασπιστή της ελεύθερης πληροφόρησης». Παράλληλα, κάλεσε τη διεθνή κοινότητα και τους Αμερικανούς νομοθέτες να αναλάβουν δράση ενάντια στην «πρωτοφανή αυτή κίνηση».
Η απόφαση αυτή έρχεται σε μια περίοδο έντονης αντιπαράθεσης μεταξύ του Τραμπ και των ΜΜΕ. Ο πρώην πρόεδρος, μαζί με τον στενό του σύμμαχο Ίλον Μασκ, έχει επιδιώξει περικοπές στη χρηματοδότηση διαφόρων ομοσπονδιακών προγραμμάτων, συμπεριλαμβανομένων των κρατικά χρηματοδοτούμενων μέσων ενημέρωσης.
Μόλις μία ημέρα πριν από την απόφαση, ο Τραμπ είχε επιτεθεί δημοσίως στα αμερικανικά μέσα, χαρακτηρίζοντάς τα «διεφθαρμένα» και «παράνομα». Ειδικά για τα CNN και MSNBC, ανέφερε ότι λειτουργούν ως «πολιτικοί βραχίονες του Δημοκρατικού Κόμματος».
Κατά την πρώτη του θητεία, ο Trump είχε έρθει επανειλημμένα σε σύγκρουση με τη «Φωνή της Αμερικής». Το 2020, η κυβέρνησή του είχε πιέσει για την απομάκρυνση δύο ανώτερων στελεχών του οργανισμού, με αφορμή ένα ρεπορτάζ για την επαναλειτουργία της πόλης Γουχάν στην Κίνα, μετά το ξέσπασμα της πανδημίας COVID-19. Ο Λευκός Οίκος είχε τότε κατηγορήσει τη VOA ότι «ενισχύει την προπαγάνδα του Πεκίνου».